Το 1979 ένα τενεκεδένιο ταμπούρλο χτύπησε στις κινηματογραφικές οθόνες του κόσμου, υπενθυμίζοντας πως η παράνοια, η ταυτισμένη με τους εκάστοτε πολέμους ήταν, είναι και –δυστυχώς– θα είναι πανταχού παρούσα ως στοιχείο αναπόσπαστο της ανθρώπινης ιστορίας.
Συγγραφέας του, προ 20ετίας γραμμένου έργου, ήταν ο Γερμανός Γκίντερ Γκρας, που έφυγε σαν σήμερα από τη ζωή σε ηλικία 87 ετών. Σκηνοθέτης, ο συμπατριώτης του, Φόλκερ Σλέντορφ, υπεύθυνος και για μία άλλη σπουδαία ταινία λίγα χρόνια πριν, τη «Χαμένη τιμή της Καταρίνα Μπλουμ» (1975), σε συνεργασία με τη σκηνοθέτιδα σύντροφο του, Μάργκαρετ φον Τρότα. Και πρωταγωνιστής ο 11χρονος τότε Ελβετός ηθοποιός Ντέιβιντ Μπένεντ, που σαν πήγαιναν οι κακοί μεγάλοι άνθρωποι να πάρουν το ταμπούρλο του, έμπηζε τις φωνές και έσπαγε τα γυαλικά γύρω του.
Με το έργο αυτό ο Γκίντερ Γκρας άσκησε την κριτική του στο ναζιστικό παρελθόν της Γερμανίας και στις εγκληματικές πράξεις των, όχι και τόσο μακρινών, προγόνων του.
Το παιδί που θα έπαιρνε το ρόλο είχε απασχολήσει πολύ τον συγγραφέα και τον σκηνοθέτη. Λέγεται πως η κουβέντα μ' έναν γιατρό για την πιθανή ιατρική περίπτωση ενός παιδιού που σταματά η ανάπτυξη του, αρνούμενο να μεγαλώσει, οδήγησε τον Σλέντορφ στην επιλογή του μικρού Ντέιβιντ, γιου του ηθοποιού φίλου του, Χάιντζ Μπένεντ. Ο Γκρας απλά συμφώνησε, βλέποντας με τι πάθος πήγαινε να γίνει ταινία ένα βιβλίο του που η κριτική της εποχής είχε χαρακτηρίσει από πορνογραφικό έως βλάσφημο, με τα χρόνια όμως θα δικαιωνόταν όχι μόνο σε γερμανικό, αλλά και σε διεθνές επίπεδο.
Στην ταινία του Σλέντορφ, το ρεαλιστικό μοντέλο προέκυψε από το φανταστικό, όπου όμως το παράδοξο αγόρι είχε εξομοιωθεί με τον εμπράγματο κόσμο. Η πλοκή, έτσι, έμοιαζε να εκλογικεύει το φανταστικό και ο μικρός Όσκαρ Μάτζερατ, όπως ονομαζόταν ο κεντρικός χαρακτήρας, γινόταν περισσότερο γήινος, αποκτούσε ερωτισμό και ψυχολογική ατομικότητα.
Ακριβώς αυτός ο ερωτισμός και, πιο συγκεκριμένα, η ανακάλυψη της πρώιμης σεξουαλικότητας του παιδιού, οδήγησε στη λογοκρισία του φιλμ σε πολλές χώρες του εξωτερικού:
Δείτε στο 1',01'' του τρέιλερ, τη σκηνή που ο μικρός τοποθετεί άχνη ζάχαρη στον αφαλό ενός 16χρονου κοριτσιού –το υποδυόταν η 24χρονη Καταρίνα Τάλμπαχ–, προτού καταλήξουν σε στοματικό σεξ. Εξαιτίας αυτής της σκηνής το «Τενεκεδένιο ταμπούρλο» λογοκρίθηκε στον Καναδά, ενώ σε πολιτείες των ΗΠΑ, όπως η Οκλαχόμα, προβλήματα με το νόμο αντιμετώπισαν και οι ενοικιαστές της ταινίας από τα βίντεο-κλαμπ, πέραν των διανομέων! Κι ας είχε η ταινία μοιραστεί τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάνες μαζί με το «Αποκάλυψη τώρα» του Φράνσις Φορντ Κόπολα ή κι ας ήταν υποψήφια για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας την επόμενη χρονιά. Το εμπάργκο στη διανομή στην Οκλαχόμα έληξε μόλις το 2001, κάτι που έγινε μέχρι και ντοκιμαντέρ ως bonus στην έκδοση του «Τενεκεδένιου ταμπούρλου» σε DVD το 2004!
Με το έργο αυτό ο Γκίντερ Γκρας άσκησε την κριτική του στο ναζιστικό παρελθόν της Γερμανίας και στις εγκληματικές πράξεις των, όχι και τόσο μακρινών, προγόνων του. Η θέληση του να έχει τον έλεγχο του σεναρίου και των γυρισμάτων, πιθανώς να πήγαζε από τη φοβία πώς ο κινηματογράφος θα σφετεριζόταν το μυθιστόρημα του με την ανάπτυξη των δικών του εκφραστικών μέσων: της αληθοφάνειας, του «γεμίσματος» με κενό χρόνο, την απόδοση του παρελθόντος, τη λογική της όποιας πλοκής.
Aκούστε ολόκληρο το soundtrack της ταινίας
Στην επιτυχία της ταινίας συνέβαλε και η συμμετοχή του συνθέτη Μορίς Ζαρ. Η μουσική προσωδία των σημαινόντων συνένωσε την οθόνη με την αίθουσα σε ένα γοητευτικό αποτέλεσμα βασισμένο εν πολλοίς σε φυσικούς και τεχνητούς ήχους, ένα μείγμα της απελπισίας με το γκροτέσκο. Ακούγοντας σήμερα το σάουντρακ του «Τενεκεδένιου ταμπούρλου» για μία ακόμη φορά, θα τολμούσα να το χαρακτηρίσω την απόλυτη μεταφορά του μαγικού νατουραλισμού στη μουσική για κινηματογράφο!
Το «Τενεκεδένιο ταμπούρλο» αποδείχτηκε τελικά ένα μεγαλειώδες πέρασμα της κινηματογραφικής τέχνης στο στάδιο του ποιητικού μύθου. Μία ταινία - γνήσιο τέκνο του σουρεαλισμού και της αποστασιοποίησης με την αρχική πηγή έμπνευσης, τον συγγραφέα Γκίντερ Γκρας, να παραμένει ιερέας και όχι μάγος νευρωτικός κάποιας «ασύντακτης» καλλιτεχνικής συνθήκης.
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 13.4.2015
σχόλια