Η Σωτηρία Βοκάκη (Σωτέ), πολυβραβευμένη σεφ με δικό της εστιατόριο στη Βαρκελώνη και δύο αστέρια Μισελέν, λείπει χρόνια από την Ελλάδα. Όταν δέχεται μια πρόταση από την κόρη της, Μαριάννα, να πάρει τη θέση του κριτή που πεθαίνει από υπερβολική κατανάλωση αρνιού σε ένα μαγειρικό ριάλιτι, το «Fork Off», το βλέπει ως πρόκληση και επιστρέφει στην Αθήνα. Μάνα και κόρη έχουν να βρεθούν σχεδόν δέκα χρόνια και δεν έχουν και την καλύτερη σχέση, έτσι η εκκεντρική και αφοπλιστικά ειλικρινής σεφ έχει να παλέψει με τον ανταγωνιστή της, Μίλτο, αλλά και να ξαναφτιάξει τη σχέση της με τη Μαριάννα. Παράλληλα, στην πτήση προς Ελλάδα ανακαλύπτει ότι έχει χάσει τη γεύση της. Το πρώτο επεισόδιο του σόου είναι παταγώδης αποτυχία, ο παραγωγός και η Μαριάννα προσπαθούν να κρατήσουν και τον τελευταίο χορηγό, ενώ το εστιατόριό της στη Βαρκελώνη είναι υπό κατάρρευση.
Όλα αυτά και άλλα πολλά εξωφρενικά συμβαίνουν στη σειρά ΣΩΤÉ που προβάλλεται από την πλατφόρμα του ΑΝΤ1+, μια αντισυμβατική κωμωδία καταστάσεων που είναι το ντεμπούτο στην τηλεόραση τριών φίλων, του Γιώργου Γαρεφαλάκη, creative με μεγάλες επιτυχίες στη διαφήμιση, του Παναγιώτη Μελίδη, μουσικού γνωστού ως Larry Gus, και του Κωνσταντίνου Αντωνόπουλο, σκηνοθέτη των (μικρού μήκους) ταινιών «Καρτ ποστάλ από το τέλος του κόσμου» και «Ανορθόδοξος». Ο Κωνσταντίνος σκηνοθετεί και τα επεισόδια της σειράς και ο Larry Gus έχει γράψει τη μουσική (ένα από τα πολλά πράγματα που κάνουν τη σειρά να ξεχωρίζει).
Το μεγαλύτερο ατού της σειράς, πέρα από τους αληθινούς χαρακτήρες και τους διαλόγους, είναι η ανατομία της γυναικείας ψυχοσύνθεσης που έχουν καταφέρει να κάνουν τρεις άντρες.
«Το κοινό που είχαμε στο μυαλό μας όταν σκεφτήκαμε την ιδέα για τη σειρά ήταν αυτό που βλέπει “MasterChef”», λέει ο Παναγιώτης, «εμένα η σκέψη μου αυτή ήταν αρχικά, ποιος θα το έβλεπε. Αφού το “MasterChef” το βλέπει τόσος κόσμος, γιατί να μη δούνε ένα fiction σχετικά με αυτά που συμβαίνουν σε μια τέτοια παραγωγή; Υπήρχε τρέλα με το “MasterChef” τότε, ειδικά στην καραντίνα, όπως και η σκέψη, “τι γίνεται πίσω από αυτό που βλέπουμε, πώς είναι, πώς θα ήταν κάποιος εκεί”».
«Εμένα μου έμοιαζε πάντα με δούρειο ίππο η ιδέα να κάνουμε κάτι που διαδραματίζεται στον κόσμο των ριάλιτι μαγειρικής», προσθέτει ο Κωνσταντίνος, «ήταν ο τρόπος να ακούσει την ιδέα ένα κανάλι και να μας επιτρέψει να βάλουμε και όλα τα υπόλοιπα που είχαμε στο μυαλό μας».
«Το κάναμε και για τη φάρα μας», συνεχίζει ο Γιώργος. «Τηλεοπτικά, το κοινό που θα θέλαμε ιδανικά να δει αυτήν τη σειρά είναι κοινό που εκτιμάει την κωμωδία, γιατί κι εμείς απ’ την αρχή θέλαμε να κάνουμε κάτι που να περιέχει το κωμικό στοιχείο, και μάλιστα την κωμωδία που δεν πολυβλέπουμε εδώ στην Ελλάδα, η οποία είναι περισσότερο χαρακτήρων, πιο slow burner, που δεν έχει punch lines αστεία, γιατί αυτή είναι που αρέσει και σ’ εμάς. Είδα χθες ολόκληρη τη σειρά με τη σύντροφό μου και σκεφτόμουν ότι χαίρομαι πολύ που υπάρχει κι αυτή η σειρά σαν φάση, γιατί είναι πιο κοντά σε αυτά που μου αρέσουν».
Η σειρά, σε σχέση με τις υπόλοιπες της ελληνικής τηλεόρασης, είναι σχεδόν weird, ένα βραδύκαυστο και με υποδόριο χιούμορ σίριαλ με εξαιρετικές ερμηνείες και την (απίθανη) Δάφνη Λαμπρόγιαννη πρωταγωνίστρια σε έναν κόντρα ρόλο, που μοιάζει ωστόσο να είναι γραμμένος πάνω της.
«Δεν είχαμε κάποιον ηθοποιό στο μυαλό μας από την αρχή», λένε, «μπήκαμε στο κάστινγκ ψαχουλεύοντας». «Η Δάφνη, γενικά, ήταν πάντα trooper, ενώ είναι μια ηθοποιός γνωστή και από την τηλεόραση, από την κωμωδία. Είναι ταγμένη ηθοποιός, καλλιτέχνις με όλη τη σημασία της λέξης. Έκανε πάρα πολλή έρευνα, έμαθε ισπανικά και ήταν εκεί, παρούσα, σε κάθε στιγμή. Κι έχει ενδιαφέρον, γιατί όταν την πρωτοσυναντήσαμε για να συζητήσουμε για τον ρόλο, μας πρότεινε να δούμε κι άλλες ηθοποιούς που πίστευε ότι θα ήταν καλύτερες ως Σωτέ. Άρχισε να μας εξηγεί λεπτομερώς τους λόγους και όσο μίλαγε καταλάβαμε ότι είχε κατανοήσει εντελώς τον ρόλο και ότι δεν θα μπορούσαμε να βρούμε καλύτερη Σωτέ.
»Η Κατερίνα Μαυρογεώργη, που παίζει τη Μαριάννα, μας εντυπωσίασε από την πρώτη στιγμή που ήρθε για το δοκιμαστικό, ήταν απίστευτη, μας βοήθησε πολύ να κατανοήσουμε και τον χαρακτήρα της Μαριάννας και πρόσφερε πολλά στο σενάριο. Γενικά, ήμασταν τυχεροί που συνεργαστήκαμε με τόσο καλούς ηθοποιούς, τον Βασίλη Κουκαλάνι, που έχει δοκιμαστεί και σε άλλους ρόλους, αλλά του ταιριάζει πολύ η κωμωδία, τον Αντώνη Τσιοτσιόπουλο, την Ιωάννα Κολλιοπούλου, τον Πάνο Παπαδόπουλο, τον Βασίλη Μαγουλιώτη, που δίνει ρεσιτάλ, τον Κώστα Τριαντακωνσταντή, τη Δώρα Μπασκλαβάνου, την Αφροδίτη Καποκάκη, τη Βίκυ Κυρακουλάκου, τον Ισπανό σταρ Ρικάρδο Νκόσι. Όλοι, ακόμα και οι μικρότεροι ρόλοι, απογειώθηκαν από ηθοποιούς που τα έδωσαν όλα…»
«Κάναμε έρευνα, άπειρες συνεντεύξεις με επαγγελματίες του χώρου», λέει ο Γιώργος, «αλλά σε ένα corporate κομμάτι ψάξαμε λίγο περισσότερο τα διακυβεύματα και τη γλώσσα, αυτά τα ντεμέκ αγγλικά, γιατί τα περισσότερα references είναι αγγλικά».
«Στα μαγειρικά βοήθησε πάρα πολύ ο Έλβι-Δημήτρης Ζύμπα», λέει ο Παναγιώτης, «τον ξέραμε ως μάγειρα και του ζητήσαμε να μας κάνει το consulting όσον αφορά το φαγητό, οπότε ένα πολύ μεγάλο μέρος των πραγμάτων που λέγονται, ειδικά όπου έχει μαγειρική, τα έχουμε γράψει με τον Δημήτρη παρόντα – μετά βέβαια τα περάσαμε μέσα από τις προσωπικότητες των χαρακτήρων. Κάναμε συνέντευξη και με έναν floor manager και με ανθρώπους της τηλεόρασης, γενικά ερευνήσαμε πολύ».
Το «Σωτέ» είναι μια σειρά με αναφορές σε ξένα σίριαλ, γιατί αυτά είναι που παρακολουθούν οι δημιουργοί της. Αυτό φαίνεται και από την αισθητική και από τον περίεργο, δικό της ρυθμό, που δεν θυμίζει τίποτα ελληνικό.
«Συζητάγαμε πολύ για το “Succession”, περί οικογενειακών», εξηγεί ο Γιώργος. «Όταν ήμασταν στα μισά του σεναρίου βγήκε το “Bear”, που έχει να κάνει με μαγειρική και έχει πολλά κοινά με τη δική μας σειρά, π.χ. δείχνει τη ματαιόδοξη και τη φιλόδοξη πλευρά των ηρώων, πώς η δημιουργικότητα ανταγωνίζεται την επιτυχία. Βλέπαμε πώς συνέβαινε εκεί και πώς το είχαμε διαχειριστεί εμείς, και κάποιες φορές ζηλεύαμε λίγο, πόσο ωραία το είχαν βγάλει εκείνοι, αλλά πλέον είχαμε ολοκληρώσει σχεδόν τη σειρά. Η φιλοδοξία μας ήταν να κάνουμε δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας, και αυτό μέχρι έναν βαθμό το καταφέραμε, με διάφορες προσωπικότητες που παίζουν, όπως ο Αρναούτογλου και ο Μποτρίνι, αλλά όχι όσο θα θέλαμε. Για παράδειγμα, θέλαμε να κάνουμε μια ολόκληρη σκηνή που να έχει αληθινά brands, δηλαδή ο σχολιασμός να είναι πάνω στα υπάρχοντα προϊόντα, αλλά η πραγματικότητα της τηλεόρασης δεν το επιτρέπει».
«Με το φαγητό τι σχέση έχετε;»
«Εγώ είμαι άσχετος με το φαγητό και άσχετος με τα ριάλιτι», λέει ο Κωνσταντίνος. «Με τροφοδοτούσε ένα είδος κομπλεξικής αντίδρασης απέναντι στη μανία που υπάρχει με την κουλτούρα του φαγητού –πού θα πάμε να φάμε, αν το σέρβις ήταν καλό ή όχι– και με τα ριάλιτι. Αυτού του είδους η οργή μπορεί να σε ωθήσει να κάνεις πράγματα».
«Μου αρέσει το φαγητό», λέει ο Παναγιώτης. «Ο Νορμ ΜακΝτόναλντ έλεγε ένα αστείο, ότι όλη τη μέρα ασχολείσαι με το φαγητό, απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ. Ενώ έχεις μόλις φάει, σκέφτεσαι τι θα φας μετά και τι ώρα. “Τι φάγαμε; Πόση ώρα έχει περάσει; Το βράδυ τι θα φάμε; Και τώρα που έφαγα, ωχ, βάρυνα”. Μετά ξυπνάς το πρωί και αναρωτιέσαι “πού θα φάμε σήμερα;” το μεσημέρι και το βράδυ το ίδιο, είναι κάτι που δεν τελειώνει, και όλο αυτό είναι λίγο κουραστικό».
«Υπάρχει μια κριτική που αφορά το ηδονιστικό κομμάτι του φαγητού, το περισσότερο πορνογραφικό», προσθέτει ο Γιώργος, «αλλά το φαγητό είναι και ένας τρόπος αυτοπραγμάτωσης σχετικά εύκολος. Δηλαδή εύκολα κάποιος μπορεί να φτιάξει κάτι ωραίο και να νιώσει καλά μ’ αυτό, να το μοιραστεί και να έχει άποψη, δεν είναι ανάγκη να ξέρει πολλά πράγματα. Τώρα, λόγω της παγκοσμιοποίησης, μπορείς να βρεις τα πάντα, όλα τα υλικά, κι αυτό κάτι λέει. Παλιότερα αυτό συνέβαινε με τη μουσική».
Το μεγαλύτερο ατού της σειράς, πέρα από τους αληθινούς χαρακτήρες και τους διαλόγους, είναι η ανατομία της γυναικείας ψυχοσύνθεσης που έχουν καταφέρει να κάνουν τρεις άντρες.
«Η αλήθεια είναι ότι θέματα όπως η αποτυχία, το να σκέφτεσαι αν το ’χεις ή δεν το ’χεις, αφορούν όλους», λέει ο Παναγιώτης, «και όλες οι κουβέντες που κάναμε ξεκινούσαν όχι τόσο από το φύλο όσο από το πώς είναι να αντιμετωπίζεις αυτή την κατάσταση ως άνθρωπος».
«Ως διαδικασία γραφής, το σωστό είναι να έχεις έναν χαρακτήρα που μπορείς να του δημιουργήσεις εμπόδια για να εξερευνήσεις τη συμπεριφορά του. Ε, ένας γυναικείος χαρακτήρας συναντά πολύ περισσότερα εμπόδια», λέει ο Γιώργος. «Στην αρχή κάναμε διάφορες σκέψεις και, αν είσαι άντρας και έχεις αντίληψη, καταλαβαίνεις ότι υπάρχει ένα είδος male gaze στα πράγματα που συμβαίνει υποσυνείδητα και ακόμα και αν δεν μπορείς να το καταλάβεις, μπορείς να το παραδεχτείς. Αν θέλεις να καταλάβεις τι συμβαίνει γύρω σου –γιατί ο μισός πληθυσμός είναι θηλυκότητες–, ένας πολύ καλός τρόπος για να το πετύχεις είναι να γράψεις έναν τέτοιον χαρακτήρα. Στην υλοποίηση του συγκεκριμένου έχουν συμβάλει πολλές γυναίκες, και οι συζητήσεις μάς άνοιξαν το μυαλό σε βαθμό που δεν περιμέναμε. Μόνο με τη μοντέρ μας, τη Λυδία, έχουμε κάνει άπειρες κουβέντες που έβγαλαν διαμάντια. Θα ήθελα οι ανιψιές μου να ακούσουν αυτές τις κουβέντες για να γλιτώσουν χρόνο. Επίσης, στην κουζίνα παίζει στρατοκαυλίαση που είναι ο ορισμός της πατριαρχίας. Άντε τώρα να προσπαθείς, ως γυναίκα, να βγάλεις εκεί το ταλέντο σου, να βγάλεις λεφτά, να μεγαλώσεις την οικογένειά σου…»
«Γενικά, στη μυθοπλασία κατά βάση γράφεις για πράγματα που δεν ξέρεις και προσπαθείς να τα καταλάβεις μέσα από αυτήν τη διαδικασία», λέει ο Κωνσταντίνος. «Δεν είναι μόνο ζήτημα φύλου αλλά και κάτι γενικότερο. Υποθέτουμε, κάνουμε εικασίες και προσπαθούμε να καταλάβουμε. Είναι και ένα μάθημα ενσυναίσθησης».
«Ήταν δύσκολο γενικά. Ήταν δύσκολο για τον Γιώργο να γράψει ως alpha male για μια γυναίκα, για μένα και τον Κωνσταντίνο ήταν πολύ δύσκολο να γράψουμε για κάποιον τόσο πολύ επιτυχημένο», λέει ο Παναγιώτης γελώντας. «Υπάρχει ένα χωριό κοντά στη Λάρισα, περνάω από κει όταν πηγαίνω για Βέροια. Λέγεται Θεσσαλιώτιδα και έχει ένα Σύλλογο Γυναικών Θεσσαλιώτιδας. Μπροστά στο κτίριό του υπάρχουν δύο ανδρικές μαρμάρινες προτομές».
Τα 8 επεισόδια του «ΣΩΤÉ» είναι διαθέσιμα στη streaming πλατφόρμα ΑΝΤ1+.
ΣΩΤΕ Trailer 1 || ANT1+ Originals
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.