Το σπίτι του Θέμη μυρίζει όμορφα. Το πρώτο που σου έρχεται με το που ανοίγει η πόρτα είναι μια αίσθηση φρεσκάδας. Ο Θέμης είναι πάντα ευδιάθετος, πλακατζής, σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια και της μη μου άπτου συμπεριφορές. Το σπίτι του είναι ακριβώς όπως εκείνος, ελεύθερο και ανεπιτήδευτο. Έκπληξη πρώτη: μου δίνει να φορέσω πάνω από τα παπούτσια ποδονάρια. «Κανείς δεν μπαίνει με τα παπούτσια και τα μικρόβια απ’ τον δρόμο, jamais», λέει. Το εσωτερικό του σπιτιού είναι ένα mix ‘n’ match καλαίσθητο και αποπνέει θαλπωρή.
«Δεν έχω τίποτα ΙΚΕΑ», λέει κατηγορηματικά. «Ούτε ένα ποτιστήρι;» ρωτάω. «Ούτε ένα ποτιστήρι», μου απαντά σαν να λέμε κάτι πολύ σοβαρό. «Δεν έχω κάτι προσωπικό με το ΙΚΕΑ. Δεν έχω κάτι με τον Σουηδό επιχειρηματία, αλλά μου αρέσει η ποιότητα, όλη μου τη ζωή αυτήν κυνηγάω. Τουλάχιστον στα αντικείμενα τη βρίσκεις πιο εύκολα, στους ανθρώπους όλο και πιο σπάνια». Το σπίτι του είναι πολύχρωμο με μια μεγάλη τοιχογραφία του αγαπημένου εικαστικού Soteur, ένα έργο με γάτες. «Ποιος είπε ότι δεν έχω κατοικίδια στο σπίτι; Ορίστε οι γάτες μου», λέει και δείχνει τον τοίχο.
Κοίτα, μπορεί κάποιος να μπουκώσει με τόσα πράγματα και να του φανεί υπερφορτωμένο. Όμως εγώ τη θέλω την υπερβολή. Μου αρέσει το παραπάνω. Μου δημιουργεί ασφάλεια, όπου κοιτάω υπάρχει μια αναφορά σε κάτι, μια ανάμνηση.
Το μάτι μου πέφτει συνέχεια σε ξεχωριστά αντικείμενα και όλο τον ρωτάω τι είναι αυτό και τι είναι το άλλο.
Ο καναπές του είναι Κenzo. «Όλος ο καναπές Kenzo;» ρωτάω αφελώς. «Τι ρωτάς;» μου απαντάει, «λες να ’ναι ο μισός Kenzo και ο άλλος μισός απ’ τα 120 εργοστάσια επίπλου;». Εννοούσα μήπως ήταν μόνο το ύφασμα, δικαιολογούμαι. «Δεν κάνω μισά πράγματα. Ή κάν’ το όλο ή μην κάνεις τίποτα», μου λέει και είναι σαν να μου δίνει μαθήματα ζωής.
Το φωτιστικό που μου αρέσει μαθαίνω ότι είναι Marimekko. Κάνω ότι ξέρω, αλλά δεν έχω ιδέα τι είναι, θα το γκουγκλάρω μετά. Ένα άλλο ωραίο φωτιστικό, πάλι Κenzo. Το τραπέζι είναι απ’ την Ελεάνα Καραγεωργίου, η καρέκλα Bonacina απ’ το Βombyx, ένα ωραίο τραπέζι σαλονιού απ’ το Μyran και κάτι φανταστικά μαξιλάρια απ’ το Κyr Lakis, ένα μαγαζί στη Χαριλάου Τρικούπη που είναι η τελευταία του εμμονή.
«Βλέπω, όταν μιλάς για ποιότητα το εννοείς», παρατηρώ. «Ναι, ψωνίζω από φίλους», μου λέει, «την Αγγελική και το Μάρτιν στο Myran, τον Άρη στο Bombyx. Για μένα, πίσω απ’ τα έπιπλα είναι οι άνθρωποι και το καλό τους γούστο».
«Σου αρέσουν τα design έπιπλα;» «Ναι, αρκεί να μη νιώθω άβολα σ’ αυτά. Μου αρέσουν οι βολικές φόρμες. Στο σπίτι πρέπει να είσαι άνετα. Αν είναι και στο σπίτι σου να μη βολεύεσαι, άσ’ το να πάει στο διάολο».
Παρατηρώ ότι έχει καλύψει όλο το σπίτι με χαλιά.
«Ούτε αντιπρόσωπος της Μοιραράκη να ήσουν. Γιατί τόσο χαλί;» τον ρωτάω.
«Δεν θέλω καθόλου να βλέπω γυμνή επιφάνεια. Ξέρεις ποτέ ξεκίνησε η αγάπη μου γι’ αυτά; Όταν ο Αλεσάντρο Μικέλε άλλαξε τα μαγαζιά της Gucci και από εκεί που ήταν ψυχρά και απρόσωπα τους έστρωσε τις μπουχάρες του και αμέσως ζέστανε ο χώρος». «Ναι, αλλά ο διακοσμητής Ευάγγελος Μιχέλης λέει ότι μια μπουχάρα μπορεί να σου κάνει το σπίτι μαντάρα», του επισημαίνω. «Εγώ θα πω ότι η λέξη “μπουχάρα” ταιριάζει με τη λέξη “χαρά”, άρα μια μπουχάρα φέρνει χαρά. Όποιος νιώθει τη χαρά αντάρα και μαντάρα δικό του θέμα. Η αίσθηση του να πατάς πάνω σε ακριβά χαλιά είναι ανεκτίμητη πολυτέλεια».
Του λέω ότι έχει πολλά αντικείμενα, τον ρωτάω αν το πνίγουν μερικές φορές. «Κοίτα, μπορεί κάποιος να μπουκώσει με τόσα πράγματα και να του φανεί υπερφορτωμένο. Όμως εγώ τη θέλω την υπερβολή. Μου αρέσει το παραπάνω. Μου δημιουργεί ασφάλεια, όπου κοιτάω υπάρχει μια αναφορά σε κάτι, μια ανάμνηση».
Ο Θέμης έχει ένα ωραίο φυτώριο μέσα στο σπίτι απ’ το Myran με φυτά εσωτερικού χώρου. «Λατρεύω τα φυτά, δίνουν στο σπίτι μια αίσθηση εξωστρέφειας, κάτι από φύση. Νιώθεις ότι συνδέεσαι μαζί της, με το χώμα, τη βλάστηση, τις εποχές όταν τα ποτίζεις και τα φροντίζεις. Ζούμε μέσα σε τσιμεντένια κουτιά, τα φυτά είναι η απόδραση».
Λατρεύει όμως και την τέχνη. Έχει μια τοιχογραφία του Soteur, δύο έργα του Αλέξανδρου Γεωργίου, ένα πολύχρωμο του Φίλιππου Θεοδωρίδη, ένα χαρούμενο του Γιώργου Δρίτσα και άλλους που δεν συγκράτησα τα ονόματά τους.
«Το ψυγείο Smeg με τη βρετανική σημαία γιατί το έβαλες στο σαλόνι;» τον ρωτάω. «Βαριέμαι τα συμβατικά, άλλωστε είναι κούκλα το ψυγείο, γιατί να μην το δείξω; Και είναι ευκολία: θες να κεράσεις ένα αναψυκτικό, ένα παγωμένο κρασί; Δεν χρειάζεται να τρέχεις στη κουζίνα. Αν είχα χώρο, θα έβαζα και πλυντήριο στο σαλόνι».
«Είναι κι αυτό κούκλα;» «Όχι, αλλά είναι παράξενο να βλέπεις πλυντήριο στο σαλόνι. Σπάσε τους κανόνες και στη μόδα και παντού», εξηγεί σαν να πρόκειται για μανιφέστο. «Τι είναι για σένα το σπίτι;»
Το σπίτι είναι 110 τετραγωνικά, φαίνεται μεγαλύτερο, παρατηρώ.
Όλα τα λεφτά του λέει ότι πηγαίνουν στη διακόσμηση του σπιτιού, σε τέχνη, ρούχα και αξεσουάρ. «Τα σάβανα, αγάπη μου, δεν έχουν τσέπες. Ό,τι φάμε κι ό,τι πιούμε. Δεν μπορώ τη μιζέρια. Η ζωή απαιτεί πολυτέλεια. Όπου φτάνει ο καθένας και ό,τι μπορεί. Εγώ είμαι ευγνώμων με όσα έχω και δεν ζητάω περισσότερα», σχολιάζει.
Το αγαπημένο του δωμάτιο λέει ότι είναι το υπνοδωμάτιο γιατί στην κρεβατοκάμαρα βλέπει τα πιο γλυκά όνειρα. Του αρέσει να βλέπει ταινίες και κυρίως σύντομες σειρές. Είναι το αγχολυτικό του όταν γυρίζει κουρασμένος να βάζει κάτι να δει για να σβήσει το στρες της μέρας. Δεν τον απασχολεί η κακή ενέργεια, την εξουδετερώνει, αλλά δεν θέλει τους κακοπροαίρετους μέσα στο σπίτι του που έχουν συνέχεια κάτι να πουν και να σχολιάσουν. Κυρίως δεν αντέχει όταν του δίνουν διακοσμητικές συμβουλές χωρίς να τους το ζητήσει.
Δυο-τρεις φίλοι είναι πάντα το μαγικό νούμερο, γιατί μετά χάνεται η επικοινωνία. Ούτε σε έξοδο του αρέσουν οι μεγάλες παρέες. Το σπίτι για τον Θέμη είναι καθαριότητα, ωραίες μυρωδιές, ωραίες μουσικές, θέλει να μπαίνει μέσα και να καθαρίζεται απ’ όλη τη βρομιά του κόσμου – ο απόλυτος χώρος του προσωπικού του εξαγνισμού.
Ζει πολλά χρόνια στη Νεάπολη Εξαρχείων.
«Τι αγαπάς στη Νεάπολη;» τον ρωτάω. «Τους ανθρώπους, το vibe, ότι αλλάζει όμορφα η γειτονιά και εξελίσσεται με καινούργια, καλόγουστα μαγαζιά και ωραία στέκια». «Εσύ έχεις το δικό σου στέκι στη γειτονιά;» «Ναι, βέβαια, το Βayard στη Ζωοδόχου Πηγής. Όποιος θέλει με βρίσκει εκεί», λέει.
Σαν ερωτικό κάλεσμα ακούστηκε αυτό, παρατηρώ. «Έλα να με βρεις», απαντά και γελάμε και οι δύο.
Ο Θέμης είναι fashion advisor και παίζει τη μόδα στα δάχτυλα. Έχει το γούστο και την ικανότητα να αναβαθμίζει το στυλ με απλές, αλλά καθοριστικές κινήσεις. Είναι όμως και μέγα λαγωνικό, του αρέσει να ανακαλύπτει καινούργια μαγαζιά στην πόλη. Το «Ι’am alive» είναι ο λογαριασμός του στο Ίνσταγκραμ που παρουσιάζει ό,τι καινούργιο τού κάνει εντύπωση. Ο Θέμης αγαπάει τα ζώδια και τους αριθμούς, έτσι δίνει τη δική του ερμηνεία στα πράγματα κι αυτό χαλαρώνει τους γύρω του. Με έναν μαγικό τρόπο τον εμπιστεύονται και του ανοίγονται.
Κάθε φορά που θέλω να ενημερωθώ για κάτι πραγματικά φρέσκο και με αισθητική τσεκάρω το themistata_. Κάθε φορά που θέλω να αγοράσω κάτι που να έχει πραγματικά γούστο και να ’ναι ξεχωριστό πάλι συμβουλεύομαι τον Θέμη.
Πέρασα καλά μαζί του, όπως κάθε φορά, γιατί, απλά, με τον Θέμη δεν γίνεται να μην περάσεις καλά. «Έξω ντέρτια και καημοί» είναι το μότο του – τελικά μόνοι οι χαμογελαστοί και οι καλοπροαίρετοι θα σώσουν τον κόσμο.