Είναι απόγευμα στην πλατεία Μοναστηρακίου και o Blemοbill ζωγραφίζει ένα ερωτορομποτάκι με μαρκαδόρους. Ζωγραφίζει ασταμάτητα και χαρίζει τα έργα του σε όσους έχουν μαζευτεί γύρω του και τον παρατηρούν, ενώ ένα παιδάκι προσπαθεί να τον μιμηθεί και να ζωγραφίσει Κύκλωπες και ρομπότ. Οι απλές, παιδικές γραμμές και τα όμορφα, χαρούμενα σχέδια είναι χαρακτηριστικά στη δουλειά του, σε χαρτί, σε μπλουζάκια και στον δρόμο. Και πολύ αγαπημένα σε όσους τον παρακολουθούν φανατικά στο μπλογκ του και του στέλνουν μηνύματα ενθουσιασμού τα τελευταία δύο χρόνια. «Η αγάπη είναι πολύ βασικό θέμα στα έργα μου, όπως και οι καλές προθέσεις» λέει την ώρα που ζωγραφίζει δύο κορίτσια-αγγέλους για μία νεαρή άγνωστη. «Θα 'θελα να είμαι πατέρας των δράκων που ζωγραφίζω σαν αστείο και να μπορούν να διαλύουν τη δυστυχία και την ασχήμια, να τα καίνε όλα. Ξέρω πώς είναι ο άνθρωπος να είναι αγχωμένος, έχω αγχωθεί πολύ στη ζωή μου. Ξέρω πώς είναι να είναι δυστυχισμένος, ξέρω πώς είναι να είναι φτωχός, ξέρω πώς είναι να τον απορρίπτουν για πολύ βασικά πράγματα, όπως η σεξουαλικότητα, μπορώ να κάνω τη σύνδεση, καταλαβαίνω». Μιλάει ήρεμα και συγκινείται όταν μιλάει για την τέχνη του. «Οι προθέσεις μου είναι καλές, η καλοσύνη, η αγάπη, η χαρά. Και ξεκάθαρες. Για να κάνω καλό σε μένα πρώτα-πρώτα. Δεν έχω και τόση ανιδιοτέλεια, δεν είμαι άγιος. Ξεκίνησα να ασχολούμαι με την τέχνη για να κάνω καλό πρώτα σε μένα και αφού κατάλαβα ότι όλα αυτά που παράγω είναι προϊόντα ανακούφισης του πόνου μέσα μου. Όλη αυτή την ενέργεια τη μετουσιώνω, την κάνω ένα ερωτορομποτάκι και τη χαρίζω σε κάποιον. Έτσι, η χαρά η δική μου γίνεται και χαρά του άλλου».
«Τα χαρίζεις τα έργα σου ή τα πουλάς κιόλας;». «Περισσότερο δουλεύω σε δημόσιο χώρο, στο Ίντερνετ και στον δρόμο, επομένως τα χαρίζω. Τα δίνω στους περαστικούς να τα βλέπουν, με σκοπό να τους αλλάζει η διάθεση. Και στο Ίντερνετ το ίδιο. Εννοείται πως πουλάω έργα μου για να βγάλω και λεφτά – μακάρι να είχα την οικονομική δυνατότητα να χαρίζω μόνο. Δεν περιμένω από πουθενά βοήθεια.
Η τέχνη με κάνει ευτυχισμένο, έχει αυτήν τη δυναμική, και αν την κρατήσω για τον εαυτό μου, δεν τη μεταδώσω και δεν μοιραστώ τις ζωγραφιές μου, θεωρώ ότι κάνω κάτι στείρο. Και νομίζω ότι γίνομαι κάθε μέρα καλύτερος άνθρωπος μέσα από την τέχνη και θα ήθελα, όταν φτάσω στα 70 μου, να έχω κάνει μόνο καλά πράγματα για τους ανθρώπους».
#quote#
Ο Βασίλης γεννήθηκε στη Βέροια και μεγάλωσε σε ένα ευτυχισμένο περιβάλλον. «Ήμουνα πολύ χαρούμενο παιδί, είχα πάρα πολύ ωραία παιδικά χρόνια, χαρές, παιχνίδια, πολλή φαντασία, φτιάχναμε κόσμους, ιστορίες, καινούργιες λέξεις» λέει. «Ανατρέχω πολύ συχνά στις παιδικές μου αναμνήσεις και τις χρησιμοποιώ σήμερα για την τέχνη μου. Από πολύ μικρός ήθελα να γίνω ζωγράφος για να εκπληρώσω το όνειρο της μάνας μου. Ήθελε κι αυτή να γίνει ζωγράφος, αλλά ο Πόντιος παππούς μου δεν την άφησε. Ζωγράφιζα και η μάνα μου με μάθαινε πράγματα, μου έλεγε "μην τον κάνεις έτσι τον ήλιο" και μου έδειχνε τον τρόπο, το κάναμε σαν παιχνίδι. Σε κάποια φάση κατάλαβα ότι δεν θα γίνω ζωγράφος γιατί δεν έβρισκα κάτι όμοιο με αυτά που φτιάχνω, δεν μπορούσα να το συνδέσω με κάποιο ρεύμα. Έτσι έλεγα "αυτό που κάνω δεν είναι τέχνη". Επειδή δεν το έκανε κάποιος άλλος. Και με χάλαγε αυτό πάρα πολύ».
«Τι έκανες;». «Κάτι ανάμεσα σε κόμικ, ποίηση και πολλά άλλα πράγματα...». Μετά μιλάει για τη Βέροια και προσπαθεί να εξηγήσει την καλλιτεχνική φύση των ανθρώπων της. «Η Βέροια έχει ενέργεια καταραμένη, την ένιωθα και ακόμα τη νιώθω. Ήταν τόπος εξόριστων αγιογράφων από την Κωνσταντινούπολη κι έχει πάρα πολλές εκκλησίες στο κέντρο, ανά δέκα μέτρα. Σε ένα κομμάτι του παλιού χριστιανικού μέρους της πόλης βαριέσαι να μετράς εκκλησίες. Επίσης, είναι μια μικρή πόλη και λόγω σεξουαλικότητας δεν μπορούσα να ανοιχτώ. Η οικογένειά μου είναι αστική, με θείους μεγαλογιατρούς και μεγαλοδικηγόρους, έτσι έπρεπε να προσέχω πώς φέρομαι. Δεν μπορούσα να κάνω φίλους, επειδή νόμιζα ότι, αν μάθαιναν για μένα, θα με απέρριπταν. Έπρεπε να είμαι σε ένα καλούπι, καλό παιδί, καλός στα μαθήματα. Όλη αυτή η κατάσταση με βοήθησε να δημιουργήσω πράγματα μέσα μου. Όλη αυτή η καταπίεση κάποια στιγμή εκρήγνυται. Σεξ έκανα πρώτη φορά στα 24. Τόσο καταπιεσμένος ήμουνα.
Δεν έχω επαφές με τον πατέρα μου. Πρόσφατα κατάλαβα ότι με χαλάει αυτό. Δεν με έχει πάρει ποτέ ένα τηλέφωνο, με έχει δει στον δρόμο και δεν μου έχει μιλήσει. Έφυγε απ' το σπίτι όταν ήμουν 11, μας παράτησε και μάλλον, από τη μία πλευρά, η συσσωρευμένη αγάπη που βγάζω στη ζωγραφική είναι η αγάπη για τον πατέρα μου που την έκρυβα μέσα μου. Από την άλλη, είναι όλη αυτή η αγάπη που μου έχει δώσει η μάνα μου. Τεράστια αγάπη. Έχει τρομερή ανοχή η μάνα μου, δέχτηκε αυτό που είμαι χωρίς να πει τίποτα, της πήγαινα και τους γκόμενους στο σπίτι και μου έλεγε μου "αρέσει αυτός ο φίλος σου, εκείνος δεν μου αρέσει".
Και οι δύο γονείς μου είναι μετανάστες. Πόντια και Σκουλιαριώτης, Σλαβομακεδόνας. Κι εγώ το ίδιο αισθάνομαι. Έφυγα από τη Βέροια και δεν έχω πατρίδα, ούτε ξέρω πού βρίσκομαι και πού ανήκω, ούτε στην Πάτρα ούτε στην Αθήνα. Κουβαλάω την ενέργεια του μετανάστη.
Θέλω να είμαι ο καλλιτέχνης της χαράς, της καλοσύνης, των καλών προθέσεων και στην τελική να αγιοποιηθώ (γελάει). Όχι με τη χριστιανική έννοια. Έχω τόση αγάπη για τους ανθρώπους, που, αν είχα τη δύναμη, αυτούς που παράγουν βλακεία και πετάνε μαλακίες θα τους γάμαγα το σπίτι.
Την ελευθερία για να δράσω μου την έδωσε ο δημόσιος χώρος. Το Ίντερνετ και ο δρόμος. Έχει τρομερή ενέργεια ο δρόμος, μεγάλη δύναμη. Φαντάσου να περνάει ο άλλος και να βλέπει ένα χαρούμενο σκίτσο που πιθανόν να το έκανε παιδί. Όταν κάνω μία Αθηνά –που τη λατρεύω–, την κάνω με την πρόθεση πως αυτό το σύμβολο έχει μια δυναμική που γεννήθηκε εδώ στην Ελλάδα, τη δυναμική της σοφίας, της λογικής. Η λογική νικάει τα πάντα, φωτίζει το μέσα σου, νικάει το χάος, νικάει τη στενοχώρια. Ήμουν πολύ στενοχωρημένος άνθρωπος, πάρα πολύ, μέσα μου ένιωθα να βράζω, χωρίς να ξέρω τι με πονάει, και σε κάποια φάση σκέφτηκα "τι καλά θα ήταν να πίστευα κι εγώ στον Θεό", επειδή νόμιζα ότι αυτοί οι άνθρωποι μεταθέτουν εκεί τη λογική, τις ελπίδες τους, τους φόβους τους και είναι ευτυχισμένοι μέσα στο ψέμα τους».
«Δεν πιστεύεις;». «Δεν πιστεύω στον Θεό. Πιστεύω στους ανθρώπους, πιστεύω σε μένα, πιστεύω στη δύναμή μου. Σκέφτηκα ότι έπρεπε να βρω κι εγώ μια θεότητα, έτσι ψάχνοντας βρήκα την Αθηνά.
Μου αρέσει πάρα πολύ να παρατηρώ τους ανθρώπους. Τους βλέπω και καυλώνω, τους βλέπω και χαίρομαι κι εγώ μαζί τους, όταν είναι ερωτευμένοι παίρνω αυτή την ενέργεια κι ερωτεύομαι κι εγώ. Κι όταν βλέπω ανθρώπους που περπατάνε σκυθρωποί και δεν έχουν όνειρα επειδή τους τα στερούνε, κι έχουν δώσει το δικαίωμα γι' αυτό, νιώθω δυσλειτουργικός. Επειδή νιώθω μέρος του συνόλου. Δεν έχω την έπαρση να νιώθω μόνος και να δρω ως μονάδα...».
σχόλια