Ο Ερνστ Λούντβιχ Κίρχνερ, ο Γερμανός ζωγράφος, ένας από τους σημαντικότερους εξπρεσιονιστές των αρχών του εικοστού αιώνα, που την περίοδο του Εθνικοσοσιαλισμού οι ναζί χαρακτήρισαν τα έργα του «εκφυλισμένη τέχνη», δεν αυτοκτόνησε, λένε σήμερα οι ειδικοί.
Αν και η ζωή του είχε εκτροχιαστεί τα τελευταία χρόνια, ο καλλιτέχνης δεν θα μπορούσε να αυτοπυροβοληθεί με το όπλο που τον σκότωσε το 1938 και υποστηρίζουν ότι είναι σχεδόν αδύνατον να πυροβόλησε ο ίδιος με το όπλο του δύο φορές.
«Αυτοκτονία χωρίς αμφιβολία» ήταν η ετυμηγορία της ελβετικής ιατρικής έκθεσης της 16ης Ιουνίου 1938, για τον θάνατο του Ερνστ Κίρχνερ από δύο πυροβολισμούς στο στήθος. Το όπλο, τύπου Μπράουνινγκ, είναι εξοπλισμένο με μια συσκευή ασφαλείας που σημαίνει ότι μπορεί να πυροδοτηθεί μόνο με ένα χέρι με μεγάλη δύναμη.
Δεδομένης της ανάκρουσης του όπλου από τον πρώτο πυροβολισμό και του τραυματισμού που θα είχε προκαλέσει η σφαίρα, είναι απίθανο ο Κίρχνερ να μπορούσε να πυροβολήσει για δεύτερη φορά, λέει ο Αντρέας Χαρτλ, ειδικός στα πυροβόλα όπλα. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι είναι συνηθισμένο για τους ανθρώπους που αυτοκτονούν να αυτοπυροβολούνται στο κεφάλι γιατί θα έπρεπε να κρατούν το όπλο πολύ περίεργα για να στοχεύσουν στο στήθος τους.
Ο Χαρτλ λέει επίσης ότι σε τόσο κοντινή απόσταση, η απελευθέρωση αερίου θα είχε κάψει δέρμα και ρούχα. Αλλά η ιατρική έκθεση -η οποία περιέχει και άλλες αντιφάσεις- περιέγραφε μόνο δύο μικρές τρύπες μεταξύ των πλευρών του ζωγράφου. Αυτό σημαίνει ότι κάποιος τον πυροβόλησε από απόσταση, λέει ο Χαρτλ. Η ιατρική έκθεση ανέφερε επίσης ότι δύο μάρτυρες άκουσαν έναν πυροβολισμό (όχι δύο) και είδαν τον Κίρχνερ να πέφτει στο έδαφος, ενώ κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η «εσωτερική αναστάτωση του Κίρχνερ τον έφερε σε απόγνωση».
Γεννημένος το 1880 στο Ασάφενμπουργκ της Γερμανίας, ο Κίρχνερ σπούδασε αρχιτεκτονική στη Δρέσδη, αλλά αποφάσισε να αφιερωθεί στη ζωγραφική. Συμμετείχε ως εθελοντής στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά σύντομα κατέρρευσε και απολύθηκε από τον στρατό. Την περίοδο του πολέμου ζωγράφιζε πορτρέτα και λουόμενες γυναίκες.
Ο εθισμός του στα ναρκωτικά έγινε χειρότερος και τον Μάιο του 1938 ξαναχτυπήθηκε από κατάθλιψη. Ένας φίλος ανέφερε ότι είχε καταστρέψει γλυπτά και σχέδια και χρησιμοποίησε μερικούς από τους καλύτερους πίνακές του για να κάνει εξάσκηση στον στόχο.
Στις 7 Ιουνίου του 1905 ίδρυσε με τους Χέκελ, Μπλάιλ και Σμιντ Ρότλουφ την ομάδα Die Brucke (Η Γέφυρα). Σύμφωνα με τον Κίρχνερ, το όνομα υποδήλωνε μια «γέφυρα προς το μέλλον», παραπέμποντας στο έργο του Νίτσε. Όταν έκαναν την εμφάνισή τους στη Δρέσδη το φθινόπωρο του 1906, οι κριτικοί και το κοινό τους αντιμετώπισαν εχθρικά. Οι νέοι καλλιτέχνες δεν πτοήθηκαν και τα επόμενα χρόνια οργάνωσαν πολλές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις.
Το 1911 ο Κίρχνερ πήγε στο Βερολίνο και ήρθε σε επαφή με τα μέλη της ομάδας «Μπλε Καβαλάρης». Εντυπωσιάστηκε από τον βερολινέζικο τρόπο ζωής, που ήταν πολύ διαφορετικός από αυτόν που είχε συνηθίσει. Στους πίνακες που φιλοτεχνήθηκαν στο Βερολίνο τις παραμονές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου φαίνεται ο θαυμασμός του για τον τρόπο ζωής και τον φανταχτερό κόσμο, που όμως έκρυβε την υποκρισία, την προσποίηση και μια βαθιά ηθική κατάπτωση την οποία ο Κίρχνερ παρουσίασε στα έργα του.
Ο Κίρχνερ κατέφυγε στο ορεινό θέρετρο του Νταβός το 1917 για να ξεφύγει από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και μετανάστευσε εκεί το 1918 για να κάνει μια νέα αρχή. Είχε φτάσει άρρωστος και αδυνατισμένος και εξαρτημένος από ναρκωτικά και αλκοόλ.
Μέχρι το 1932, είχε καταφύγει και πάλι σε φάρμακα - αυτή τη φορά στο Eudokal, ένα παράγωγο μορφίνης που είχε συνταγογραφήσει ο γιατρός του. Η άνοδος των ναζί στην πατρίδα του πιθανότατα συνέβαλε στην κατάθλιψη και τις διαταραχές του ύπνου που τον ταλαιπωρούσαν: 32 από τα έργα του εμφανίστηκαν στην έκθεση Degenerate Art του 1937, με τα οποία οι ναζί προσπάθησαν να γελοιοποιήσουν και να υποτιμήσουν τους σύγχρονους καλλιτέχνες. Επίσης, απομακρύνθηκε από την ακαδημία καλλιτεχνών του Βερολίνου. Από το 1935 ήδη, το έργο του κρίθηκε ως «εκφυλισμένο» από το ναζιστικό καθεστώς και το 1937 περισσότερα από 600 έργα του είτε πωλήθηκαν είτε καταστράφηκαν.
Ο εθισμός του στα ναρκωτικά έγινε χειρότερος και τον Μάιο του 1938 ξαναχτυπήθηκε από κατάθλιψη. Ένας φίλος ανέφερε ότι είχε καταστρέψει γλυπτά και σχέδια και χρησιμοποίησε μερικούς από τους καλύτερους πίνακές του για να κάνει εξάσκηση στον στόχο.
Στις 12 Ιουνίου, απέσυρε την πρόταση γάμου του στην Έρνα Σίλινγκ, η οποία είχε μετακομίσει από το Βερολίνο στο Νταβός για να ζήσει μαζί του. Παρά την κατάθλιψη, η κατάστασή του δεν ήταν αυτοκτονική. Πιθανώς θα μείνει για πάντα μυστήριο η ταυτότητα του δολοφόνου του.
Η ζωγραφική του Κίρχνερ ξεχωρίζει για τα εκτυφλωτικά της χρώματα. Υπέγραφε πίνακες με το ψευδώνυμο Louis de Marsalle. Ο Κίρχνερ άλλοτε ζωγράφιζε με χρώμα, άλλοτε έκανε σκίτσα, άλλοτε πειραματιζόταν με τη γλυπτική. Ήταν ανοιχτός σε νέα ρεύματα.
Τα έργα του, στα οποία προσπαθούσε να αποτυπώσει την αυθόρμητη, απροσδιόριστη ελευθερία των σωμάτων, ξεχωρίζουν για την πλαστικότητα των γραμμών αλλά και τις επιρροές από την Αρτ Νουβό. Κατέφυγε στην αναζήτηση αισθητικών προτύπων στον ρομαντισμό του 19ου αιώνα. Το αποτέλεσμα ήταν ιδιαίτερα πρωτότυπο και σίγουρα κάτι εντελώς νέο. Ο παλιός ρομαντισμός «παντρεύτηκε» με τον εξπρεσιονισμό και τις νέες εικαστικές φόρμες.