Στο στούντιο του Αριστείδη Λάππα επικρατεί μια πολύχρωμη ακαταστασία. Πολύχρωμα άνθη, φρούτα παραδείσια, θεές, ο έρωτας που κυριαρχεί στα σώματα, ταύροι και πολεμιστές αρχέγονοι μάς υποδέχονται, λαμπροί μέσα στο φως του Αυγούστου. Στο μωσαϊκό σπαρμένα κόκκινα λουλούδια και ένας γλυπτός Μινώταυρος που θα πάρει τη θέση του στην έκθεση του εικαστικού που ανοίγει στην γκαλερί The Breeder.
Η έκθεση «Seven days in New Crete» που ανοίγει στις 15 Σεπτεμβρίου και θα διαρκέσει μέχρι τις 14 Οκτωβρίου δανείζεται τον τίτλο της από το ομώνυμο σημαντικό sci-fi μυθιστόρημα του Robert Graves, που πρωτοεκδόθηκε το 1949 και εξερευνά τον τρόπο που μυθολογικά πλάσματα και προσωπικές μυθολογίες συμπλέκονται στην αφήγηση και επεκτείνονται από το παρελθόν στο παρόν και στο μέλλον. H έκθεση εμπνέεται από το έργο του Graves αλλά και τα ευρύτερα συγγράμματά του σχετικά με την ελληνική μυθολογία.
Η ζωή και ο θάνατος παραλληλίζονται ή συγκρούονται με μια μεταμορφωτική δύναμη που περιλαμβάνει ακόμα και την αγάπη μέσα σε μια φόρμα που αποτελεί το μέσο της αφήγησης και μας βοηθά να ανακαλύψουμε το νόημα.
Μια άλλη πηγή από την οποία εμπνέεται ο Αριστείδης Λάππας είναι η Μεγάλη Θεά, ένα μητριαρχικό αρχετυπικό μοντέλο που επαναλαμβάνεται σε διάφορες μυθολογίες ανά τον κόσμο. Σύμφωνα με τη θεωρία του Γιουνγκ, το αρχέτυπο της Μεγάλης Μητέρας-Θεάς είναι βαθιά ριζωμένο στον ανθρώπινο νου ακόμα και προτού κυοφορηθεί, και μέχρι τις μέρες μας εκπροσωπεί τη σύντροφο, τη θηλυκή όψη που γονιμοποιείται με τρόπο θαυματουργό ή μη και γεννά, αποκαλύπτει τα σιτηρά, τους καρπούς και όλα τα γεννήματα της γης. Δίπλα της μια παρέλαση συμβόλων και χαρακτήρων διερευνά τον τρόπο με τον οποίο μυθολογικές μορφές και προσωπικές μυθολογίες διαπλέκονται αφηγηματικά, καλύπτοντας το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, από τις αρχαϊκές κοινωνίες μέχρι τη στη σύγχρονη τέχνη, τον Ματίς και τον Πικάσο π.χ.
Στα έργα που προβάλλουν ανάμεσα στα πλούσια φυλλώματα και στα ζωηρόχρωμα άνθη πρωταγωνιστούν οι καρποί, φρούτα που μας υπενθυμίζουν όχι μόνο την αξία της φύσης και της επιστροφής μας σε αυτήν αλλά και τον κύκλο της ζωής, τη γέννηση, τον θάνατο και την αναδημιουργία. Ως μοτίβα επαναλαμβάνονται ισχυρά σύμβολα των πολιτισμών, φίδια και κουκουβάγιες που από τις αρχαϊκές απεικονίσεις τους μέχρι τον σουρεαλισμό διατρέχουν την Ιστορία, εξελίσσονται ως έννοιες και κρύβονται παντού, σε καλλιτεχνικές κοινωνικές και θρησκευτικές αφηγήσεις.
Όπως και σε προηγούμενες σειρές έργων του, το φως και το σκοτάδι, οι γυναίκες πολεμίστριες και οι άνδρες τέρατα δεσπόζουν ανάμεσα στα λαμπερά χρώματα, επιτρέποντας πολλές αναγνώσεις και αγγίζοντας θέματα που άπτονται της εποχής μας, την κυριαρχία και τη βία των ανδρών και τη μεταβαλλόμενη διαρκώς θέση των γυναικών. Στο έργο του Λάππα τίποτα δεν είναι απόλυτο, προκαθορισμένο και τελεσίδικο, ενώ το εύθραυστο αποκτά δύναμη και αντοχή στον χώρο και στον χρόνο.
Σε μια σειρά έργων μεγάλου μεγέθους που θα πάρει τη θέση της στο ισόγειο της Breeder επανεξετάζονται μυθολογικές μορφές που έχουν εμφανιστεί ήδη στο έργο του καλλιτέχνη. Ο Μινώταυρος ειδικότερα ξεπροβάλλει ως μεγάλη παρουσία σε αυτό το Ιερό Άλσος, όπου κάθε πίνακας πλαισιώνεται από πλούσια φυλλώματα που δημιουργούν τρίπτυχα τα οποία ξεδιπλώνονται γύρω από κάθε σκηνή. Με τον ίδιο τρόπο που ο Graves χρησιμοποιεί τη μορφή του μυθιστορήματος για να διερευνήσει πώς μπορεί να τοποθετήσει τον εαυτό του ως χαρακτήρα σε μια βιωματική εκδοχή των πιο κριτικών γραπτών του, ο Λάππας αναρωτιέται ποια είναι η σχέση του με τον ελληνικό πολιτισμό, την Ιστορία και την έννοια του ανήκειν, ζωγραφίζοντάς τον.
Η ζωή και ο θάνατος παραλληλίζονται ή συγκρούονται με μια μεταμορφωτική δύναμη που περιλαμβάνει ακόμα και την αγάπη μέσα σε μια φόρμα που αποτελεί το μέσο της αφήγησης και μας βοηθά να ανακαλύψουμε το νόημα. Την ίδια στιγμή, κάθε έργο του λειτουργεί ως θεμέλιο στο οποίο ενσωματώνεται η πληροφορία με τη μορφή χρώματος, υφής ή μοτίβου. Με αυτόν τον τρόπο στο έργο του Λάππα ένας πίνακας αποτελεί ταυτόχρονα μια παραστατική και μια αφαιρετική σύνθεση.
Θεότητες και μυθολογικές μορφές, στοιχεία της αφήγησης των θρησκειών και μοτίβα που συνδέουν πολιτισμούς ενεργούς ή χαμένους άλλοτε συνδέονται και άλλοτε συνυπάρχουν με ποικίλες ερμηνείες στους καμβάδες του. Οι γυναικείες μορφές και ο ρόλος τους στην κοινωνία πρωταγωνιστούν στο έργο του, κάτι που δεν τον ενδιαφέρει μόνο εικονογραφικά αλλά κυρίως εννοιολογικά.
«Αυτό συμβαίνει γιατί πιστεύω πως ο πολιτισμός που έχει προέλθει από την πατριαρχική κουλτούρα δεν μας έχει οδηγήσει σε μια καλύτερη κατάσταση και αυτό οφείλεται σε πολλούς λόγους: στη σχέση μας με τη φύση, με το μεταξύ μας, με τις αξίες με τις οποίες έχουμε μεγαλώσει και με το πώς έχουμε αναπτυχθεί πολιτισμικά», λέει. «Αναπτύξαμε μια νοοτροπία στο πλαίσιο της οποίας θέλουμε πάντα περισσότερα, επιθυμούμε να κατακτούμε συνεχώς, αντί να αξιοποιούμε ή να επαναχρησιμοποιούμε τα ήδη υπάρχοντα γύρω μας. Συνεχίζοντας αυτή την πατριαρχική νοοτροπία, θέλουμε να υπερβούμε τον χρόνο και τη φύση, να την κατακτήσουμε. Η απεικόνιση της γυναίκας είναι μια πολύπλοκη αφήγηση γιατί ως ύπαρξη αντιπροσωπεύει τις έννοιες της γέννησης και του θανάτου και τη φυσικότητα του κύκλου της ζωής».
Το δεύτερο μέρος της έκθεσης κινείται με κατεύθυνση προς τα ανατολικά, πάει πίσω στον χρόνο και πιο βαθιά στον ανθρώπινο ψυχισμό και στα ερωτήματα που θέτει ο πολιτισμός. Στο έπος Γκιλγκαμές, ένα από τα αρχαιότερα και πλουσιότερα ποιήματα όλων των εποχών, συναντάμε έναν από τους πρώτους επικούς ήρωες (από τον οποίο πήρε το όνομά του το ποίημα) αλλά και έναν από τους πρώτους υποστηρικτικούς χαρακτήρες της αφήγησης, τον αγαπημένο του φίλο Ενκιντού.
«Όπως και ο Μινώταυρος, ο Ενκιντού αποπνέει μια ζωώδη ενέργεια που απαιτεί εξημέρωση και η ιερή πόρνη Σαμχάτ στέλνεται από τον ναό για να τον “εκπολιτίσει”. Επί επτά ημέρες και επτά νύχτες κάνουν έρωτα και μέσω αυτής της αλχημικής διαδικασίας ο Ενκιντού αποκολλάται από τον ζωικό κόσμο και γίνεται άνθρωπος. Αλλά, όπως πολλά αρχαία κείμενα που φτάνουν σ’ εμάς μόνο αποσπασματικά, το τι συμβαίνει αυτές τις επτά ημέρες και επτά νύχτες δεν είναι γνωστό», λέει. Κατοικεί στο κενό που αφήνoυν η Iστορία και η απώλεια και φαντάζεται αυτήν τη διαπλοκή, αυτή την εκπαίδευση, αυτό το ιερό ταξίδι από την κατάσταση του ζώο σε αυτήν του τραγικού συντρόφου, αντάξιου του Γκιλγκαμές. Ένας κύκλος δεκάδων ερωτικών σκηνών κοσμεί τους τοίχους, δημιουργώντας μια αφήγηση που μοιάζει με τον κύκλο ζωής και θανάτου για την οποία μιλάει το έπος.
«Πιστεύω ότι η ανθρωπότητα διανύει μια περίοδο με πολλή πληροφορία, από την οποία λείπουν νοήματα», εξηγεί. «Σήμερα υπάρχουν χιλιάδες τρόποι για να καταλάβουμε τα πράγματα και φτιάχνουμε διαρκώς εργαλεία που να μας τα εξηγούν αντί να ψάχνουμε εμείς το νόημα. Στην προσπάθειά μας να φορμάρουμε νοητικά όλη αυτή την πληροφορία που δεχόμαστε, που μας δίνει τη δύναμη που αποζητάμε για να αντιμετωπίσουμε τον κόσμο, χάνουμε την ουσία που μας συνδέει με όλο αυτόν τον κύκλο της ζωής. Όλη η δυτική γνώση είναι βασισμένη σε αντρικές προοπτικές: με το πώς να ελέγξεις με τη λογική τη φύση σου και ό,τι σε περιβάλλει και με το πώς το μυαλό θα είναι πάνω από το σώμα».
Η αισθητική γλώσσα του Αριστείδη Λάππα έχει στόχο να κατασκευάσει μια ποιητική αφήγηση, εστιάζοντας σε πιο εσωτερικά ζητήματα. Αντί να ακολουθήσει μια γραμμική πορεία σκέψης, η δουλειά του παρουσιάζει έναν χώρο στον οποίο διαφορετικές ιδέες ανακατασκευάζουν νέες ερμηνείες και προσελκύουν νέες επαφές. Μέσω της χρήσης της φόρμας, των πολυεπίπεδων συνθέσεων και μιας ζωηρής χρωματικής παλέτας που συνεχώς διευρύνεται ο καλλιτέχνης συνεχίζει την έρευνά του στη γλώσσα της ζωγραφικής.
Ο Αριστείδης Λάππας γεννήθηκε το 1993 στην Αθήνα, όπου ζει και εργάζεται. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Δυτικής Αγγλίας στο Μπρίστολ του Ηνωμένου Βασιλείου. Στη διάρκεια των σπουδών του συμμετείχε σε πρόγραμμα ανταλλαγής με την Academia De Belle Arte στην Μπολόνια της Ιταλίας. Έχει κάνει ατομικές εκθέσεις [«Τ.Α. R, Μόλυβος», Λέσβος (2021), «Tenderness of a cutting sword, The Breeder, Αθήνα (2020), «Laughing to the joke of the sour oranges» σε επιμέλεια Hugo Wheeler, Ζωοδόχου Πηγής 91, Αθήνα (2017), και έχει συμμετάσχει στις ομαδικές «Angelus Novus» (γκαλερί HVW8, Βερολίνο, 2022, «Θεώρηματα 2» (Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Αθήνα, 2020), «Part II» (The Breeder, Αθήνα, 2019), «Break time contemplations», Transformer, Washington D. C. (2018). Το 2022 δημιούργησε την τοιχογραφία She Who Protects στην πλατεία Ομονοίας, σε παραγωγή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση. Έχει κάνει επίσης πολλά residencies. Κάποια από αυτά είναι τα St.A.I.R. (Graz, Αυστρία), Tryfon Art Residency (Λέσβος), «Thermia Project» (Κύθνος). Έργο του συμμετείχε στην 7η Μπιενάλε της Αθήνας με τίτλο «Eclipse» (2021).
Αριστείδης Λάππας - Seven days in New Crete
The Breeder
15/9-14/10