Δυο χρυσά και ασημένια κομμάτια από μια πανοπλία της εποχής της Αναγέννησης που είχαν κλαπεί από το Λούβρο του 1983, βρέθηκαν φέτος σε μια ιδιωτική συλλογή μιας οικογένειας στη Γαλλία.
Ανακαλύφθηκαν με τον τρόπο που ανακαλύπτονται τα κλεμμένα έργα: Ένας ειδικός διασταύρωσε τα αντικείμενα σε μια ηλεκτρονική βάση δεδομένων που περιλαμβάνει χαμένα και κλεμμένα έργα τέχνης.
Υπάρχουν φορές που τα μουσεία δεν δημοσιοποιούν αλλά αποκρύπτουν μια κλοπή επειδή φοβούνται ότι η δημοσιοποίηση θα αποτρέψει άλλα μουσεία να τους δανείσουν έργα, επικαλούμενα ασθενή μέτρα ασφαλείας, ή ότι θα ενθαρρύνουν, εξαιτίας του ίδιου λόγου, τους κλέφτες που θα επιχειρήσουν να βρουν ένα κενό ασφαλείας για να δράσουν την κατάλληλη στιγμή.
Οι εμπειρογνώμονες που ασχολούνται με την ασφάλεια των έργων υποστηρίζουν ότι η μη δημοσιοποίηση αντικειμένων τέχνης που έχουν χαθεί από αποθήκες έχει εμποδίσει πολλές φορές στην ανάκτησή τους.
Ο Philippe Malgouyres, επιμελητής της τέχνης στο Λούβρο, είπε ότι όταν άρχισε να εργάζεται σε μουσεία πριν από δεκαετίες, άκουγε ιστορίες για κλοπές και εξαφανίσεις που δεν είχαν αναφερθεί.
Ο λόγος που τα μουσεία δεν δημοσιοποιούν μια κλοπή ή δεν καταφεύγουν στην αστυνομία είναι ότι νιώθουν ντροπή ή θέλουν να δείχνουν την ακεραιότητά τους, δεν πιστεύουν ότι μπορεί να τους έχει συμβεί κάτι τέτοιο και προσπαθούν να προσλάβουν ερευνητές, ενώ πολλά μικρότερα δεν έχουν σε βάση δεδομένων, σε αρχεία, με διαφάνεια όλα τα αντικείμενα που διαθέτουν στις αποθήκες τους.
Πριν από λίγες ημέρες η εφημερίδα El País ανέφερε ότι η Εθνική Βιβλιοθήκη της Ισπανίας ανακάλυψε το 2014 ότι ένα βιβλίο του 17ου αιώνα του Γαλιλαίου είχε αντικατασταθεί από ένα αντίγραφο, και δεν αποκαλύφθηκε παρά μόνο όταν οι ερευνητές αναζήτησαν το έργο.
Ένας ειδικός του FBI δήλωσε ότι τα μουσεία μπορεί να κάνουν και δέκα και δεκαπέντε χρόνια να καταλάβουν αν κάτι λείπει από τις συλλογές τους. Όσο πιο πίσω πάει η κλοπή, τόσο πιο δύσκολο είναι να βρεθεί το μουσείο στα ίχνη των κακοποιών και το αντικείμενο μπορεί ήδη να έχει αλλάξει πολλά χέρια.
Μια καταπληκτική ιστορία αφηγείται ο ερευνητής του FBI, στην οποία ένα μουσείο ανακάλυψε την εξαφάνιση αντικειμένων 15 έως 20 χρόνια μετά την κλοπή. Οι αρχές ήξεραν πού βρίσκονταν τα αντικείμενα, αλλά δεν μπορούσαν να τα ανακτήσουν επειδή το μουσείο δεν μπόρεσε να αποδείξει ότι τα αντικείμενα ανήκαν σε αυτό. Κάτι που σημαίνει ότι πριν υπάρξουν βάσεις δεδομένων και τίτλοι ιδιοκτησίας πολύ καθαροί, ήταν σχεδόν εύκολο να χαθεί κάτι και από ανθρώπους του μουσείου.
Όσο πιο γρήγορα ανακαλυφθεί μια κλοπή, τόσο πιο δύσκολο γίνεται για τους κλέφτες να πουλήσουν το έργο τέχνης. Και δεν είναι λίγες οι φορές που έργα τέχνης εγκαταλείφθηκαν αφού δεν μπόρεσαν να βρουν τον δρόμο τους στην αγορά τέχνης.
Το 2013, όταν οι κλέφτες έκλεψαν 27 κομμάτια από το Εθνικό Ετρουσκικό Μουσείο της Βίλας Τζούλια στη Ρώμη, η αστυνομία παρέμεινε σιωπηλή για την κλοπή και βρέθηκε στα ίχνη της σπείρας που είχε στην κατοχή της τα κομμάτια – όχι όλα, αλλά κατάφερε να ανακτήσει τα περισσότερα.
Το 2014 το Μουσείο Πράδο της Ισπανίας ανακοίνωσε ότι έχει χάσει κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του, δηλαδή από το 1818, 885 έργα. Το μουσείο έχει προβεί σε συστηματικές έρευνες μέσα στις συλλογές του μουσείου ώστε να εντοπιστούν τα αγνοούμενα έως τώρα έργα τέχνης και κάποια βρέθηκαν σε εργαστήρια συντήρησης, ξεχασμένα.
Η ισπανική εφημερίδα El Ρais που έκανε έρευνες υποστήριξε ότι δεν έχει υπάρξει καμία χειροπιαστή απόδειξη πότε και πού χάθηκαν τα έργα.
Ο αριθμός των χαμένων έργων από τη συλλογή του Πράδο έχει αυξηθεί σταθερά από 350 το 1980, περίπου στα 500 τη δεκαετία του 1990, και με μία ραγδαία εξέλιξη σήμερα φτάνει στα 900. Το μουσείο κατέχει μία από τις μεγαλύτερες συλλογές τέχνης στην Ευρώπη, με μια περιουσία που αποτελείται στο σύνολο από 27.509 αντικείμενα και έργα τέχνης, σύμφωνα με την απογραφή του 2012.
Με πληροφορίες από ΝΥΤ, El Pais