Οι «Αθηναίοι» ήταν πάντα αγαπημένη μου στήλη, οπότε η χαρά μου είναι μεγάλη που τα τελευταία έξι χρόνια από τα συνολικά 15 της διάρκειάς της τη ζω από την άλλη μεριά. Νομίζω, τους έχω διαβάσει σχεδόν όλους, κάποιους τους ξαναδιαβάζω κατά καιρούς· και παλαιότερες συνεντεύξεις, όχι μόνο πρόσωπα που έχω γνωρίσει και φωτογραφίσει. Κάποιες φορές, όταν υπάρχει χρόνος, θα είμαι παρών και στη συνέντευξη, όχι για φωτογραφικό λόγο αλλά επειδή έχει πάντα ενδιαφέρον να ακούς ιστορίες από πρόσωπα που εκτιμάς, που έχεις διαβάσει βιβλία τους, που έχεις ακούσει τη μουσική τους, που έχεις δει παραστάσεις τους. Τις συναντήσεις αυτές τις θεωρώ ανεκτίμητες.
• Πέρα από την ιδιότητά του, έχεις την ευκαιρία να γνωρίσεις τον φωτογραφιζόμενο και ως άνθρωπο, έστω και αυτήν τη λίγη ώρα. Σου αφηγείται τη ζωή του όλη, πού μεγάλωσε και πώς ήταν η γειτονιά του, πού μένει τώρα, ποιοι είναι οι αγαπημένοι του περίπατοι, τι αγαπά και τι όχι στην πόλη του, στην πόλη μας, την Αθήνα. Χαίρομαι όταν ο άλλος δεν το κάνει βιαστικά ή διεκπεραιωτικά αλλά είναι διατεθειμένος να εκτεθεί, να μοιραστεί σκέψεις και ιστορίες, σημαντικές ή μικρές, ανούσιες λεπτομέρειες· αυτό φαίνεται στο κείμενο αλλά και στις φωτογραφίες.
Ήταν συγκινητικό το ψάξιμο στα αρχεία για την προετοιμασία των φωτογραφιών της έκθεσης. Πολύ δύσκολα θα επέλεγα κάποιο πορτρέτο, ειδικά με φωτογραφικό κριτήριο ή χαρακτηρίζοντάς το σημαντικό, γιατί κοιτώντας πάλι όλες αυτές τις εικόνες δεν βλέπω φωτογραφίες αλλά ξαναθυμάμαι πρόσωπα και καταστάσεις, γέλια, ιστορίες, ανθρώπους που ξαναείδα μετά ή άλλους που δεν είναι πια στη ζωή.
• Το πορτρέτο έχει να κάνει κυρίως με την αλληλεπίδραση της στιγμής, είναι μια σχέση εμπιστοσύνης, για λίγα λεπτά μοιράζεστε έναν κοινό κόσμο. Μου αρέσουν οι φωτογραφίες όπου δεν διακρίνεται επιτήδευση, που μοιάζει να έχει αποτυπωθεί το φευγαλέο της στιγμής – ούτε πόζα του φωτογραφιζόμενου ούτε τεχνική επίδειξη των ικανοτήτων του φωτογράφου.
• Συνήθως δεν προετοιμάζομαι πριν, αν δεν γνωρίζω κάποιον θα διαβάσω σχετικά, αλλά μου αρέσει πολύ το απρόσμενο και η πρώτη εντύπωση, που είναι συνήθως και η σωστή. Την ώρα της φωτογράφισης, πέρα από ένα γενικό πλαίσιο, δεν μου αρέσει να δίνω οδηγίες, δεν θέλω να κουράζω και προσπαθώ να είμαι γρήγορος. Θα σταματήσω όταν νιώσω ότι το έχουμε ή αν νιώσω ότι ο άλλος δεν είναι πια εκεί. Προσπαθώ η μηχανή να είναι διακριτική και δίνω βάση κυρίως στην επαφή.
• Πέρα από ένα γρήγορο τσεκ κάποιες φορές, τη στιγμή της φωτογράφισης δεν κοιτώ τις φωτογραφίες στην κάμερα ούτε με απασχολεί κάτι περισσότερο από την πραγματικότητα που έχω μπροστά μου. Φεύγοντας, έχω τη γενική αίσθηση, αλλά πρέπει να δω τις εικόνες στον υπολογιστή με ηρεμία. Η διαλογή γίνεται άμεσα, την ίδια μέρα ή τις αμέσως επόμενες ώρες κι αυτό είναι αρκετά δύσκολο, γιατί δεν μεσολαβεί αρκετός χρόνος για να ξεχαστείς από αυτό που έζησες και να δεις ουδέτερα τις φωτογραφίες. Επιλέγω πρωτίστως με βάση το ένστικτο και την αίσθηση που σου μένει από την εικόνα, επίσης με βάση το άρθρο που πρέπει να εικονογραφηθεί. Η τελική επιλογή των εικόνων που θα δημοσιευτούν γίνεται βέβαια από την ομάδα της LiFO, που εμπιστεύομαι απόλυτα. Η τεχνική αρτιότητα της εικόνας με απασχολεί, αλλά δεν είναι προτεραιότητα στην επιλογή.
• Κατά καιρούς έχουμε κάνει πρόσωπα στο ξεκίνημά τους, ακόμα άγνωστα στο ευρύ κοινό, που μετά πέτυχαν, ή άλλους, ήδη διάσημους. Η προσέγγιση σε όλες τις περιπτώσεις είναι ίδια και αυτό εκτιμάται, πιστεύω. Η επαφή γενικότερα με τους ανθρώπους είναι ίδια από μεριάς μου.
• Ως επαγγελματίας φωτογραφίζω λίγα χρόνια, οπότε μεγάλες αλλαγές στα μέσα δεν έχω παρατηρήσει. Η ευκολία χρήσης του κινητού δεν παίζει ρόλο στο αν είναι καλή ή όχι μια φωτογραφία, η συσκευή είναι ένα εργαλείο που πρέπει να ξέρεις γιατί το χρησιμοποιείς. Το ίδιο ισχύει και για το φιλμ. Πολλοί δουλεύουν με φιλμ σήμερα και με το ψηφιακό, το οποίο υπερτερεί σε ταχύτητα και κόστος, ουσιαστικές διαφορές όμως δεν υπάρχουν. Φωτογραφίες και πορτρέτα μεγάλων φωτογράφων επιζούν στον χρόνο, ανεξαρτήτως των τάσεων της εποχής.
• Όταν φωτογραφίζεις, μπαίνεις αυτόματα σε μια συνθήκη, δεν μπορείς να διακρίνεις αν πρόκειται για δουλειά ή προσωπική ευχαρίστηση. Μόνη διαφορά, όταν πρόκειται για δουλειά, είναι ότι βγάζω περισσότερες φωτογραφίες για το αρχείο αλλά και για ασφάλεια.
• Δυσκολίες σίγουρα θα εμφανιστούν, αλλά, αν είσαι νηφάλιος και σε εγρήγορση, τα πάντα αντιμετωπίζονται – ιδιαίτερα προβλήματα δεν έχω συναντήσει. Σίγουρα κάποιες φωτογραφίες έχουν βγει πιο εύκολα από κάποιες άλλες. Ειδικά στις εξωτερικές φωτογραφίσεις μού αρέσει που όλα είναι τελείως ρευστά, το στοιχείο της έκπληξης είναι βασικός παράγοντας. Σημεία από τα οποία έχεις περάσει αμέτρητες φορές και δεν τα παρατηρείς, όταν φωτογραφίζεις εκεί, κάθε γωνιά τους μετατρέπεται σε σκηνικό. Υπάρχουν σημεία και δρόμοι που έχουμε φωτογραφίσει ξανά και ξανά, αλλά πάντα βρίσκεις μια καινούργια οπτική που διαφέρει από την προηγούμενη. Στους χώρους του Εθνικού έχουν γίνει πολλές φωτογραφίσεις. Ο Δημήτρης Μαυρίκιος και η Κάτια Δανδουλάκη φωτογραφήθηκαν στο ίδιο σημείο. Στην ίδια σκηνή κάποια άλλη φορά και ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, ενώ με την Έλλη Τρίγγου κινηθήκαμε περισσότερο στους βοηθητικούς χώρους του θεάτρου. Μου αρέσει που ανακαλύπτεις σημεία της πόλης όπου δεν έχεις πάει ποτέ, π.χ. η ιδέα της Αφροδίτης Παναγιωτάκου να πάμε στο τελεφερίκ του Λυκαβηττού, ή που με τον Αργυρή Πανταζάρα ανεβήκαμε στη στέγη του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Εξίσου μου αρέσουν και χώροι όπως οι κουζίνες των μεγάλων εστιατορίων αλλά και τα σπίτια που σου έχουν ανοίξει εγκάρδια όλοι αυτοί οι άνθρωποι. Κάποιες φορές, μια καλή φωτογραφία προκύπτει ή ανακαλύπτεις ένα σημείο που σώζει την κατάσταση. Με τον Μιχάλη Σαράντη βρεθήκαμε βράδυ, μετά την πρόβα, είδαμε μια ενδιαφέρουσα είσοδο πολυκατοικίας, μπήκαμε πιο πολύ διερευνητικά και, ευτυχώς, πετύχαμε τον ανελκυστήρα όπου έγινε η φωτογραφία. Σε συνεντεύξεις/φωτογραφίσεις που έχουν γίνει μετά τα μεσάνυχτα, όπως με την Ελένη Βιτάλη, σε μεγάλο ξενοδοχείο του κέντρου, αλλά και με τον Θέμη Αδαμαντίδη, η φωτογραφία βγήκε ενώ έπαιζε η εισαγωγή του τραγουδιού στην πίστα. Κατευθείαν μετά το κλικ ξεκίνησε να τραγουδά στο μικρόφωνο.
• Δεν θα ξεχάσω τον Ακύλλα Καραζήση, οι φωτογραφίες του οποίου έγιναν σε έναν τοίχο της Κολοκοτρώνη μέσα σε λίγα λεπτά, τα στούντιο των Παναγιώτη Τέτση, Χρόνη Μπότσογλου, Γιώργου Ρόρρη, Γιάννη Ψυχοπαίδη, Μάκη Θεοφυλακτόπουλου και του Απόστολου Γεωργίου, την Ελένη Φιλίνη στο καμαρίνι της αλλά και στο άδειο πάρκινγκ όπου βγήκαμε μετά, τον φιλικό και γλυκό Γιάννη Σπανό ένα κρύο μεσημέρι στη Φωκίωνος, τη Λήδα Πρωτοψάλτη με τα κόκκινα στο θέατρο Στοά, τον κήπο και το σπίτι του Δήμου Θέου με τις στοίβες των βιβλίων, τον Μάνο Ελευθερίου στο σπίτι με κλειστά τα παντζούρια, γεμάτο βιβλιοθήκες και στο βάθος η Μαρία Κάλλας στη Μαντάμα Μπατερφλάι, τον Θάνο Σαμαρά να βουτά καταχείμωνο στην παγωμένη θάλασσα της Γλυφάδας, τη βόλτα με τον Πετρολούκα Χαλκιά στα πέριξ της Ομόνοιας, την κουλ Μιμή Ντενίση στο σπίτι της, τη Φουρέιρα στο Σύνταγμα και την παρέα κοριτσιών που όρμησε επάνω της μόλις την αντιλήφθηκαν, τον Τζίμη Πανούση, τους γείτονες στο Παγκράτι: τον Τίτο Πατρίκιο, τον οποίο βλέπω κάθε βδομάδα στο σούπερ-μάρκετ, τον αγαπημένο Βασίλη Παπαβασιλείου και τον Δημήτρη Μαρωνίτη, που μέναμε στην ίδια πολυκατοικία.
• Ήταν συγκινητικό το ψάξιμο στα αρχεία για την προετοιμασία των φωτογραφιών της έκθεσης. Πολύ δύσκολα θα επέλεγα κάποιο πορτρέτο, ειδικά με φωτογραφικό κριτήριο ή χαρακτηρίζοντάς το σημαντικό, γιατί κοιτώντας πάλι όλες αυτές τις εικόνες δεν βλέπω φωτογραφίες αλλά ξαναθυμάμαι πρόσωπα και καταστάσεις, γέλια, ιστορίες, ανθρώπους που ξαναείδα μετά ή άλλους που δεν είναι πια στη ζωή. Με συναισθηματικό κριτήριο θα έλεγα τον Νίκο Κούνδουρο. Ήταν ένα πρόσωπο που ανήκει στη δική μου μυθολογία και η γνωριμία όχι μόνο δεν ξεθώριασε αυτή την αίσθηση αλλά την έκανε ακόμα πιο έντονη.
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO
σχόλια