Οι φίλοι και οι φίλες τους μπερδεύονται με τον τίτλο «Θεόφιλος sold» και νομίζουν ότι η παράσταση είναι sold out και δεν θα προλάβουν να τη δουν. Αλλά, έτσι κι αλλιώς, τι τους λέει το όνομα του περίφημου λαϊκού ζωγράφου και αγιογράφου της παλιάς Ελλάδας; Τι ξέρουν γι’ αυτόν όταν πάνε να δούνε την παράσταση; Ακόμα και αυτά τα δύο κορίτσια, η Αιμιλιανή Σταυριανίδου και η Αριάδνη Κωσταντακοπούλου, δεν ήξεραν σχεδόν τίποτα όταν τους πρότεινε η Όλια Λαζαρίδου να συμμετέχουν στο έργο που ετοίμαζε και εν τέλει σκηνοθέτησε.
— Πώς είναι να ξεκινάς ως νέος ηθοποιός σήμερα;
Αριάδνη: Είναι μια καθημερινή πρόκληση. Γίνονται πολλά πράγματα ταυτόχρονα, βγαίνουν πολλοί ηθοποιοί, αλλά, καθώς δεν υπάρχει αποκέντρωση, ώστε να γίνονται οντισιόν σε άλλες πόλεις, έχουμε εγκλωβιστεί όλοι στην Αθήνα όπου υπάρχουν οι δουλειές.
— Τι δουλειές υπάρχουν; Εννοείς μικρές ομάδες;
Αρ.: Πιστεύω πολύ στη δυναμική των ομάδων, γίνονται πολύ όμορφα πράγματα, απλώς πρέπει συνεχώς να το κυνηγάς, να είσαι μέσα στα πράγματα, να γνωρίζεις ωραίους ανθρώπους. Δεν συμφωνώ τόσο ότι είναι θέμα επικοινωνίας και διασυνδέσεων. Γιατί, τι να τις κάνεις τις διασυνδέσεις αν δεν βοηθούν την ψυχή σου, την εξέλιξή σου; Η Όλια Λαζαρίδου είναι όντως ένας σύνδεσμος που μας εξελίσσει, εκτός από επαγγελματικά, και ψυχικά.
Αν υπάρχει κάτι χαρακτηριστικό της παράστασης είναι ότι δεν μιλάει στο μυαλό, δεν δίνει πληροφορίες για την περίπτωση του Θεόφιλου. Το ζητούμενο αυτής της δουλειάς είναι να νιώσει ο θεατής φεύγοντας ότι συνάντησε τον ζωγράφο, όπως και αν φορτίζει αυτό μια σχέση.
— Πώς σας βρήκε η Όλια;
Αρ.: Εμείς τη βρήκαμε. Συγκεκριμένα, επικοινώνησα μαζί της μέσω του Facebook γιατί είχα ακούσει γι' αυτήν από πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους. Με ενδιέφερε ως προσωπικότητα και ως άνθρωπος. Ήρθα σε επαφή με το έργο της «Γαλιλαίας», μιας πρότυπης μονάδας ανακουφιστικής φροντίδας για τους ογκολογικούς ασθενείς και όσους βρίσκονται στα τελευταία στάδια της ζωής τους, που έχει ιδρύσει ο Νικόλας Χατζηνικολάου. Η Όλια με την Αμαλία έχουν φτιάξει το «Αναγνωστικό της Γαλιλαίας», ένα σάιτ το οποίο συνεργάζεται με πολλούς ανθρώπους του χώρου, και μέσα από αυτό κάνουν δράσεις. Γίνονται πολλά.
— Οπότε, δεν είναι αμιγώς καλλιτεχνικά τα ενδιαφέροντά σας;
Αιμιλιανή: Συγκεντρώνονται χρήματα για την ομάδα της μονάδας που ασχολείται βασικά με την ανακουφιστική φροντίδα αυτών των ανθρώπων. Μέσα από το «Αναγνωστικό της Γαλιλαίας» η Όλια και η Αμαλία μαζεύουν χρήματα. Αυτό είδε στο ίντερνετ η Αριάδνη και ρώτησε αν μπορούμε να βοηθήσουμε.
Αρ.: Ουσιαστικά, το «Αναγνωστικό» δημιουργήθηκε εν μέσω του κορωνοϊού από την ανάγκη της Όλιας να βοηθήσει τη μονάδα. Ενδιαφερόμουν να μάθω αν μπορούσα, μέσα από την τέχνη, να συνεισφέρω σε κοινωνικοπολιτικά ζητήματα, είτε πρόκειται για φυλακές είτε για δομές. Είχα ακούσει για την Όλια και από τον καθηγητή μας Θωμά Οικονομάκο, που τώρα είναι ο φωτιστής της παράστασης. Μετά έστειλα μήνυμα, ρωτώντας την πώς θα μπορούσα να έρθω πιο κοντά στο έργο της «Γαλιλαίας» ως ηθοποιός. Με ενδιέφερε πολύ το θέατρο στις κοινωνικές δομές προσφύγων ή στις φυλακές.
— Οπότε δεν είναι θεατρικές παραστάσεις αποκλειστικά για ασθενείς;
Αρ.: Όχι μόνο. Μας βοήθησε και ο Ηλίας Κουνέλας μαζί με την Ιφιγένεια Γρίβα που γνώριζα από το πανεπιστήμιο, όπου παρακολουθούσα το τμήμα Θεατρικών Σπουδών. Αυτοί παρουσιάζουν τα δρώμενά τους σε νοσοκομεία. Εκεί μπήκε ένα λιθαράκι.
— Εσύ, Αιμιλιανή, πώς συμμετείχες;
Αιμ.: Εγώ δεν είχα ιδέα για όλα αυτά. Η Αριάδνη ακολούθησε το δικό της ταξίδι και μια μέρα με πήρε και μου είπε ότι έστειλε αυτό το μήνυμα στην Όλια. Εγώ δεν ήξερα καν ποια είναι η Όλια. Μεγαλωμένη στη Σπάρτη, δεν ξέρω ονόματα και ηθοποιούς. Εν τέλει, της μίλησε και για μένα και μας κάλεσε να δούμε το «Έγκλημα και Τιμωρία» που έκανε τότε. Πήγαμε, τη γνωρίσαμε και όταν αργότερα βρεθήκαμε για έναν καφέ, μας μίλησε για τη «Γαλιλαία». Συζητήσαμε την πιθανότητα να βοηθήσουμε φιλανθρωπικά μέσω μιας καλλιτεχνικής δράσης.
— Και τι κάνατε;
Αιμ.: Κάναμε μια ηχογράφηση του «Ανάθεμα το αίτιο», όπου εγώ τραγουδούσα και η Αριάδνη διάβαζε αποσπάσματα από τα «Ματωμένα χώματα» της Διδώς Σωτηρίου. Αυτό συμπεριλήφθηκε σε μια παράσταση στο Μέγαρο Μουσικής τον Μάιο του 2022, όπου συμμετείχαν πάρα πολλοί, από τη Χαρούλα Αλεξίου και τη Λυδία Φωτοπούλου μέχρι τον Γρηγόρη Βαλτινό και άλλους. Όλα τα έσοδα πήγαν στη «Γαλιλαία».
— Η παράσταση για τον Θεόφιλο πώς προέκυψε;
Αιμ.: Η πρώτη νύξη έγινε στην Πάτρα, όπου είχαμε παρευρεθεί μαζί με την Αριάδνη σε παρουσίαση μιας ποιητικής μου συλλογής. Επί της ουσίας, ήταν θεατρική δράση. Ήταν και η Όλια εκεί και τότε με ρώτησε αν θα με ενδιέφερε να συμμετάσχω σε κάτι που ήθελε να κάνει σχετικά με τον Θεόφιλο Χατζημιχαήλ. Εγώ πάλι δεν ήξερα ποιος ήταν, έγραψα το όνομά του σε ένα χαρτάκι και όταν τον έψαξα συνειδητοποίησα ότι ήταν ο αγαπημένος ζωγράφος της μητέρας μου, που είναι απόφοιτος της Καλών Τεχνών, και είχαμε τα βιβλία του στο σπίτι μας. Εικόνες του έβλεπα από μικρό παιδί, αλλά δεν θυμόμουν το όνομά του.
— Εν τέλει μάθατε τα πάντα γι' αυτόν.
Αιμ.: Ναι, κάναμε έρευνα. Αρχικά ήταν να παίξει τον Θεόφιλο η Όλια κι εγώ να κάνω τους βοηθητικούς ρόλους. Η ιδέα δεν προχώρησε για διάφορους λόγους και μια μέρα που μου ζήτησε να δει τη βιντεοσκοπημένη πτυχιακή μας για κάποιον λόγο άσχετο με τον Θεόφιλο αποφάσισε να μου προτείνει τον ρόλο και η Αριάδνη να κάνει τους βοηθητικούς ρόλους.
— Με κείμενο του Σαμψών Ρακά.
Αιμ.: Ναι, μετά από ανάθεση της Όλιας. Βέβαια, το έγραψε για την Όλια κατά τη διάρκεια των προβών, αλλά άλλαξε πολύ με προσθαφαιρέσεις που έγιναν, πράγμα που το καθιστά ζωντανό οργανισμό.
Αρ.: Όταν είναι ο συγγραφέας εν ζωή έχεις και τη δυνατότητα να επικοινωνήσεις μαζί του και να συζητήσεις τις αλλαγές που θέλεις να κάνεις. Ήταν και μια ανάγκη της Όλιας να διαρκεί περίπου μία ώρα η παράσταση, ώστε να μην κουράζει το κοινό. Έχουν δύναμη τα σύντομα έργα, καθώς συμπυκνώνουν την πληροφορία.
Αιμ.: Βέβαια δεν είχαμε σκοπό να το περιορίσουμε. Μόνο στο τέλος το χρονομετρήσαμε.
— Πώς προσέγγισες τον ρόλο, και μάλιστα ενός άντρα; Ως μια καλλιτεχνική αυθεντία ή ως έναν ιδιόρρυθμο άνθρωπο με προσωπικούς αξιακούς κώδικες;
Αιμ.: Όχι. Δούλεψα και θέλησα να συναντηθώ με την ψυχή του. Και η ψυχή δεν μπορεί παρά να είναι άφυλη, επομένως δεν με απασχόλησε καθόλου το ότι πρόκειται για άντρα. Μόνο στην αρχή, αλλά πιο πολύ κοινωνικά, είχα μια ανασφάλεια ως προς το πώς θα το προσλάμβαναν οι θεατές. Πέρα από αυτό, προσωπικά συναντήθηκα με την ψυχή αυτή. Καθόλου δεν με απασχόλησε το ότι είναι άντρας. Όσο για την καλλιτεχνική του αυθεντία, ήταν τόσο πηγαία σε αυτόν τον άνθρωπο που ο συγκεκριμένος χαρακτηρισμός ήρθε μετά από χρόνια, από όλους εμάς που είδαμε τα έργα του. Στην προσπάθεια να τον συναντήσουμε ουσιαστικά δεν είχε νόημα να χρησιμοποιούμε λέξεις που περιέχουν αυτή την ενέργεια της εξωτερικής ματιάς. Πάμε για λέξεις εξωτερικού βιώματος. Η εξερεύνηση δεν σταματάει ποτέ γι’ αυτό και το θέατρο είναι απύθμενο. Η σκηνή έχει το χαρακτηριστικό του απύθμενου και του άχρονου.
— Το κοινό πώς το εισπράττει αυτό;
Αρ.: Με μεγάλη αποδοχή, γιατί είναι δύσκολο να βλέπεις μια γυναικεία φιγούρα να ενσαρκώνει τον Θεόφιλο. Επίσης, το κοινό γελάει γιατί το έργο έχει αρκετές σκηνές με χιούμορ, και συγκινείται. Υπάρχουν όλα τα συναισθήματα και τα λαμβάνουμε όταν βρισκόμαστε στη σκηνή μέσω αυτής της σύνδεσης, γιατί δίνεις και παίρνεις από το κοινό. Άλλωστε το θέατρο είναι το εδώ και το τώρα, θνησιγενής τέχνη, γεννιέται και πεθαίνει.
— Οι νεότεροι θεατές, οι συνομήλικοί σας, πώς βλέπουν τον Θεόφιλο;
Αιμ.: Ως έναν άνθρωπο που η ζωή του, φωτισμένη εύστοχα, αφορά όλες τις γενιές. Γιατί ο άνθρωπος ερωτεύεται, προδίδει, προδίδεται, πιστεύει, φοβάται. Οπότε η παράσταση είναι προσιτή σε όλες τις ηλικίες. Κάναμε παραστάσεις ακόμα και για δημοτικά και για γυμνάσια αλλά και για κοινά που αποτελούνταν από πολύ μεγάλους ανθρώπους. Μιλάει σε όλους, γιατί έχει αυτά τα βαθιά ανθρώπινα συναισθήματα.
Αρ.: Αν κάτι αντιλαμβάνομαι εγώ, είναι ότι τους είναι οικείο.
— Υπήρξε ωστόσο μια ξεχωριστή προσωπικότητα.
Αιμ.: Αυτό είναι κάτι που μιλάει σε όλες τις ψυχές, η διατήρηση της ευαισθησίας και του προσωπικού κόσμου έναντι των εισβολών από τον εξωτερικό κόσμο. Αν υπάρχει κάτι χαρακτηριστικό της παράστασης είναι ότι δεν μιλάει στο μυαλό, δεν δίνει πληροφορίες για την περίπτωση του Θεόφιλου. Το ζητούμενο αυτής της δουλειάς είναι να νιώσει ο θεατής, φεύγοντας, ότι συνάντησε τον ζωγράφο, όπως και αν φορτίζει αυτό μια σχέση.
— Καθώς υπήρξε πραγματικό πρόσωπο, ένας θνητός, μπορείς να μιλάς μόνο ποιητικά γι' αυτόν;
Αιμ.: Βρίσκουμε την ποίηση και την αθανασία μέσα στη θνητότητα. Μέσα στη ζωή βρίσκεις τις αθάνατες χορδές.
— Οι συμφοιτητές σας τι σας λένε;
Αρ.: Συγκινούνται, ακούνε την ιστορία ενός ανθρώπου, για μια ψυχή που υπήρξε τόσο διαφορετική, το θέμα δεν είναι ούτε τι πίνακες έφτιαξε ούτε τα βιογραφικά του στοιχεία. Αυτή η ψυχή δεν έχει τίποτα κοινό με το σήμερα. Δεν έχει αρκετό ενδιαφέρον αυτό ώστε να το μεταδώσεις στο κοινό; Οι συμφοιτητές μας συγκινούνται και αναρωτιούνται για την εμπορευματοποίηση, για το πώς ξεπουλιούνται οι καλλιτέχνες αλλά και γενικότερα οι άνθρωποι. Πιστεύω ότι το έργο είναι επίκαιρο και διαχρονικό.