«Γενούφα»: η τσέχικη «Φόνισσα» παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα

«Γενούφα»: η τσέχικη «Φόνισσα» παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα Facebook Twitter
Πρόκειται για μια ιστορία ωμού ρεαλισμού σε μία από τις πρώτες όπερες που χρησιμοποιούν αυτούσια την πρόζα ενός λογοτεχνικού κειμένου. Φωτο: Ανδρέας Σιμόπουλος
0

Με τη Γενούφα του Λέος Γιάνατσεκ, ένα από τα σημαντικότερα αριστουργήματα του 20ού αιώνα που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα (και μάλιστα στην αυθεντική της μορφή, στην τσέχικη γλώσσα, και στην αρχική μουσική που συνέθεσε ο Γιάνατσεκ), ανοίγει η καλλιτεχνική περίοδος 2018-2019 για την Εθνική Λυρική Σκηνή στις 14 Οκτωβρίου, σε μουσική διεύθυνση Λουκά Καρυτινού και σκηνοθεσία Νίκολα Ράαμπ.


Η τρίπρακτη όπερα, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η τσέχικη απάντηση στο ιταλικό κίνημα του βερισμού, βασίζεται σε κείμενο του συνθέτη, το οποίο με τη σειρά του στηρίζεται στο θεατρικό της Γκαμπριέλα Πρεΐσοβα Η ψυχοκόρη της (1890). Πρόκειται για μια ιστορία ωμού ρεαλισμού σε μία από τις πρώτες όπερες που χρησιμοποιούν αυτούσια την πρόζα ενός λογοτεχνικού κειμένου.

Σύμφωνα με την υπόθεση, η όμορφη Γενούφα περιμένει παιδί από τον μυλωνά Στέβα και αποθαρρύνει τον νεότερο ετεροθαλή αδερφό του Λάτσα, ο οποίος είναι ερωτευμένος μαζί της. Αυτός, για να την εκδικηθεί, της χαράζει το πρόσωπο με ένα μαχαίρι. Καθώς έχει στερηθεί πλέον την ομορφιά της, ο Στέβα δεν την επιθυμεί και αρραβωνιάζεται την κόρη του δημάρχου.

Τότε, η μητριά της Γενούφας, η αυστηρών αρχών Νεωκόρισσα του χωριού, στρέφεται στον ακόμα ερωτευμένο Λάτσα. Όταν εκείνος αρνείται να νομιμοποιήσει το παιδί του αδερφού του, η Νεωκόρισσα θανατώνει το νεογέννητο, λέγοντας ψέματα στη Γενούφα ότι το παιδί πέθανε στη γέννα.

Λίγους μήνες αργότερα, την ημέρα των γάμων του Λάτσα με τη Γενούφα, το νεκρό σώμα του παιδιού ανακαλύπτεται. Η Νεωκόρισσα ομολογεί το έγκλημά της και καταδικάζεται απ' όλους εκτός από τη Γενούφα, που τη συγχωρεί. Παρά τις εξελίξεις, ο Λάτσα μένει κοντά στην αγαπημένη του.

Μελετώντας τη σχέση ανάμεσα στον τονισμό και το συναίσθημα, ο Γιάνατσεκ πέτυχε μοναδική ψυχολογική σαφήνεια» αναφέρει για τη «Γενούφα» ο συγγραφέας Μίλαν Κούντερα, ο οποίος μελέτησε σε βάθος το έργο του συνθέτη.


«Το ελληνικό αντίστοιχο της Γενούφα είναι η Φόνισσα του Παπαδιαμάντη», λέει ο καλλιτεχνικός διευθυντής της ΕΛΣ Γιώργος Κουμεντάκης, «κι αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον. Τα έργα (σ.σ. το θεατρικό της Γκαμπριέλα Πρεΐσοβα Η ψυχοκόρη της, στο οποίο βασίστηκε το κείμενο του συνθέτη, και το πεζό Η Φόνισσα του Παπαδιαμάντη) έχουν γραφτεί με 13 χρόνια διαφορά, την ίδια εποχή στην πραγματικότητα, ενώ η όπερα παρουσιάστηκε το 1904, τότε που γράφτηκε η Φόνισσα.

Αυτό που βρίσκω συναρπαστικό είναι ο πολύ καθαρός και ακριβής λυρισμός με μια δραματικότητα, μια πλοκή συγκλονιστική, όπως και του Παπαδιαμάντη, διότι κρατάει σε συνεχή εγρήγορση τον θεατή, ακριβώς επειδή δείχνει μια κοινωνία που δοκιμάζεται συνεχώς σε αντιπαραθέσεις ηθικής τάξεως.

Βλέπεις να εμφανίζονται τρεις γενιές γυναικών, η μάνα, η μητριά και η κόρη. Καθεμιά τους αντιμετωπίζει με διαφορετικό τρόπο την έννοια του θανάτου μέσα από το νεκρό παιδί, οπότε υπάρχει η έννοια του εγκλήματος – ένα έγκλημα που, αντί να ενώνει αυτές τις γενιές, μεγαλώνει το χάσμα.

Θα μπορούσε να είναι μια κοινή απόφαση, γιατί υπογείως εξυφαίνεται ένα είδος συνωμοσίας: από τη στιγμή που το παιδί αυτό δεν μπορεί να το αποδεχτεί κανείς κοινωνικά, επειδή γεννιέται με τον τρόπο που γεννιέται, μία από τις γυναίκες, αυτή που εκπροσωπεί τη μεσαία γενιά, αποφασίζει να επαναφέρει την ηθική τάξη. Συνεπώς, είναι σαν να χαρακώνει το ανθρώπινο συναίσθημα και στις τρεις αυτές γενιές, στην καθεμία με τον τρόπο της.

Το φοβερό είναι ότι η μεν μεσαία, η μητριά, καταβαραθρώνεται μπροστά στην πράξη της –αυτό είναι το πιο δραματικό σημείο του έργου– και η τρίτη γενιά, η νεότερη, τη συγχωρεί. Αυτό δεν υπάρχει στον Παπαδιαμάντη. Στο σημείο όπου η μητριά φωνάζει σκληρά για τον πόνο της γενιάς της –από τις υπέροχες στιγμές αυτής της όπερας– βλέπεις την κόρη να περνάει σχεδόν μεταφυσικά σε ένα άλλο περιβάλλον, στο περιβάλλον της συγχώρεσης».

«Γενούφα»: η τσέχικη «Φόνισσα» παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα Facebook Twitter
Τη «Γενούφα» θα σκηνοθετήσει η Γερμανίδα Νίκολα Ράαμπ, μία από τις πιο σημαντικές σκηνοθέτριες όπερας στην Ευρώπη. Φωτο: Ανδρέας Σιμόπουλος

Ο Γιάνατσεκ εμπνέεται από την ιδιαίτερη μουσικότητα της τσεχικής γλώσσας και αξιοποιεί τους ξεχωριστούς τονισμούς της, συνθέτοντας την πρώτη του όπερα, στην οποία αρθρώνει με σαφήνεια το προσωπικό του ιδίωμα. Όσο εργαζόταν πάνω στο έργο, κατέγραφε τη μελωδία της γλώσσας.

Μεταξύ άλλων, σημείωνε: «Άκουγα κρυφά τους περαστικούς, διάβαζα τις εκφράσεις του προσώπου τους, ήθελα να συλλάβω κάθε δόνηση της φωνής [...] μια αντανάκλαση της οποίας αναγνώριζα στη μελωδία των λέξεων που κατέγραφα. Πόσες διαφορετικές μελωδικές παραλλαγές της ίδιας λέξης έβρισκα! [...] Στη μελωδία του λόγου αισθάνθηκα τον τρόπο με τον οποίο ξεδιπλωνόταν μια εσωτερική, κρυμμένη διαδικασία. Σε αυτές τις διαδικασίες βρήκα τη θλίψη και στιγμές χαράς, αποφασιστικότητα και δισταγμό».

Μέσα από αυτήν τη διαδικασία ο Γιάνατσεκ ανακάλυψε κάτι πρωτότυπο και αυθεντικό, το οποίο θα επηρέαζε θεμελιωδώς τον τρόπο με τον οποίο συνέθετε και θα του επέτρεπε να διαμορφώσει εφεξής τη δική του, ολότελα προσωπική μουσική γλώσσα. Ξεκαθάριζε πως δεν επρόκειτο για μια νατουραλιστική καταγραφή της μελωδίας του πεζού λόγου, την οποία ο ίδιος αναδείκνυε σε δομική αρχή, αλλά ότι μέσα από αυτή την άσκηση μπορούσε να αποκτήσει τη σιγουριά της διαχείρισης όλων των εκφραστικών εργαλείων.


«Μελετώντας τη σχέση ανάμεσα στον τονισμό και το συναίσθημα, ο Γιάνατσεκ πέτυχε μοναδική ψυχολογική σαφήνεια» αναφέρει για τη Γενούφα ο συγγραφέας Μίλαν Κούντερα, ο οποίος μελέτησε σε βάθος το έργο του συνθέτη.


Η όπερα πρωτοπαρουσιάστηκε με τον τίτλο Η ψυχοκόρη της στο Εθνικό Θέατρο του Μπρνο στις 21 Ιανουαρίου 1904. Στις 26 Μαΐου 1916 ακολούθησε παρουσίασή της στην Πράγα, σε μουσικό κείμενο τροποποιημένο από τον Κάρελ Κοβαρζόβιτς. Στην «εκδοχή της Πράγας» το έργο ανέβηκε στις 16 Φεβρουαρίου 1918 στην Αυλική Όπερα της Βιέννης, μεταφρασμένο στη γερμανική γλώσσα. Για τις παραστάσεις αυτές μετονομάστηκε σε Γενούφα και σε αυτήν τη μορφή (στα γερμανικά) παρουσιαζόταν παντού επί πολλές δεκαετίες. Η αρχική μουσική μορφή της όπερας αποκαταστάθηκε από τον αρχιμουσικό Τσαρλς Μακέρας και τον μουσικολόγο Τζον Τιρέλ και εκδόθηκε μόλις το 1996. Με βάση αυτή την έκδοση παρουσιάζεται σε πανελλήνια πρώτη από την Εθνική Λυρική Σκηνή.

«Γενούφα»: η τσέχικη «Φόνισσα» παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα Facebook Twitter
Ο πολύ καθαρός και ακριβής λυρισμός, κρατάει σε συνεχή εγρήγορση τον θεατή. Φωτο: Ανδρέας Σιμόπουλος


Τη Γενούφα θα σκηνοθετήσει η Γερμανίδα Νίκολα Ράαμπ, μία από τις πιο σημαντικές σκηνοθέτριες όπερας στην Ευρώπη, η οποία έχει παρουσιάσει με μεγάλη επιτυχία σκηνοθεσίες της σε Βιέννη, Κοπεγχάγη, Μπρέγκεντς, Γκέτεμποργκ, Λισαβόνα, Λος Άντζελες, Σικάγο κ.α. Η Ράαμπ, με βασικό συνεργάτη στα σκηνικά και στα κοστούμια τον διεθνώς αναγνωρισμένο Γιώργο Σουγλίδη, προτείνει μια κλασική ανάγνωση του έργου και βλέπει τον ωμό ρεαλισμό της ιστορίας μέσα από μια ποιητική διάσταση.

Το βασικό στοιχείο του σκηνικού είναι ένα λευκό σπίτι «εγκλωβισμένο» μέσα στο δάσος, όπως προβλέπει το έργο, σαν μια αναφορά στην κλειστοφοβική ατμόσφαιρα και τους αυστηρούς κανόνες της κοινωνίας, από τους οποίους κανείς δεν ξεφεύγει. Όσο το έργο εξελίσσεται, το σπίτι αλλάζει μορφές και τελικά διαλύεται. Τα κοστούμια έχουν επιρροές από τη μοραβική ύπαιθρο, ενώ στην παραγωγή θα χρησιμοποιηθούν και εντυπωσιακά παραδοσιακά τσεχικά κοστούμια. Την κινησιολογία υπογράφει ο διακεκριμένος χορευτής και χορογράφος Φώτης Νικολάου, ενώ οι φωτισμοί είναι του αναγνωρισμένου Γάλλου Νταβίντ Ντεμπρινέ.


Στη διανομή της Γενούφας συναντάμε διακεκριμένους Έλληνες και ξένους πρωταγωνιστές. Στον ρόλο του τίτλου η ανερχόμενη υψίφωνος Σάρα-Τζέιν Μπράντον, «μία από τις ντίβες του αύριο», όπως τη χαρακτήρισε ο «Independent». Στη δεύτερη διανομή της Γενούφας, η διακεκριμένη πρωταγωνίστρια της ΕΛΣ, υψίφωνος Μαρία Μητσοπούλου. Τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Νεωκόρισσας θα ερμηνεύσει η σπουδαία Γερμανίδα Ζαμπίνε Χογκρέφε, ενώ στη δεύτερη διανομή η Τζούλια Σουγλάκου. Στον ρόλο του Λάτσα ο Ολλανδός Φρανκ βαν Άκεν, ο οποίος συγκαταλέγεται στους δημοφιλέστερους τενόρους της γενιάς του, ενώ ο πρωταγωνιστής της ΕΛΣ Δημήτρης Πακσόγλου ερμηνεύει τον Στέβα. Μαζί τους νεότεροι και διακεκριμένοι μονωδοί, όπως οι Ινές Ζήκου, Γιάννης Γιαννίσης, Δημήτρης Κασιούμης, Μαργαρίτα Συγγενιώτου, Άρτεμις Μπόγρη, Μπαρούνκα Πράιζινγκερ, Βαρβάρα Μπιζά, Μιράντα Μακρυνιώτη. Συμμετέχει η Χορωδία της ΕΛΣ υπό τη διεύθυνση του Αγαθάγγελου Γεωργακάτου. Την ορχήστρα της ΕΛΣ διευθύνει ο διακεκριμένος αρχιμουσικός της ΕΛΣ Λουκάς Καρυτινός.

«Γενούφα»: η τσέχικη «Φόνισσα» παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα Facebook Twitter
Η όπερα πρωτοπαρουσιάστηκε με τον τίτλο «Η ψυχοκόρη της» στο Εθνικό Θέατρο του Μπρνο στις 21 Ιανουαρίου 1904. Φωτο: Ανδρέας Σιμόπουλος
«Γενούφα»: η τσέχικη «Φόνισσα» παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα Facebook Twitter
Εμφανίζονται τρεις γενιές γυναικών, η μάνα, η μητριά και η κόρη. Καθεμιά τους αντιμετωπίζει με διαφορετικό τρόπο την έννοια του θανάτου μέσα από το νεκρό παιδί, οπότε υπάρχει η έννοια του εγκλήματος – ένα έγκλημα που, αντί να ενώνει αυτές τις γενιές, μεγαλώνει το χάσμα. Φωτο: Ανδρέας Σιμόπουλος
«Γενούφα»: η τσέχικη «Φόνισσα» παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα Facebook Twitter
«Μελετώντας τη σχέση ανάμεσα στον τονισμό και το συναίσθημα, ο Γιάνατσεκ πέτυχε μοναδική ψυχολογική σαφήνεια» αναφέρει για τη «Γενούφα» ο συγγραφέας Μίλαν Κούντερα, ο οποίος μελέτησε σε βάθος το έργο του συνθέτη. Φωτο: Ανδρέας Σιμόπουλος

Info:

Λέος Γιάνατσεκ, Γενούφα

Μουσική διεύθυνση: Λουκάς Καρυτινός

Σκηνοθεσία: Νίκολα Ράαμπ

Πρεμιέρα: 14/10, και 19, 21, 24, 27/10 και 2/11

Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος EΛΣ, Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος

Ώρα έναρξης: 20:00 (Κυριακές στις 18:30)

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ηow to resuscitate a dinosaur/ Έι, Romeo, πώς δίνεις το φιλί της ζωής σε έναν δεινόσαυρο;

Guest Editors / «Ο Καστελούτσι σκηνοθετεί μια υπόσχεση· και κάνει τέχνη εκκλησιαστική»

«Πέρασαν μέρες από την πρώτη μου επαφή με τη Βερενίκη. Μάντρωσα ένα κοπάδι σκέψεις» – ο Κυριάκος Χαρίτος γράφει για μια από τις πολυσυζητημένες παραστάσεις της σεζόν, που ανέβηκε στη Στέγη.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΙΤΟΣ
Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Θέατρο / Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Ένα νέο, αλλιώτικο σύμπαν για τον «χορό» ξεδιπλώνεται από τις 3 έως τις 6 Απριλίου στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, μέσα από τα πρωτοποριακά έργα τεσσάρων κορυφαίων Ελλήνων χορογράφων και του διεθνούς φήμης Damien Jalet.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κώστας Νικούλι

Θέατρο / «Μπορώ να καταλάβω το πώς είναι να νιώθεις παρείσακτος»

Ο 30χρονος Κώστας Νικούλι μιλά για την πορεία του μετά το «Ξενία» που του χάρισε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου ηθοποιού όταν ήταν ακόμα έφηβος, για το πόσο Έλληνας νιώθει, για την πρόκληση του να παίζει τρεις γκέι ρόλους και για το πόσο τον έχει αλλάξει το παιδί του.
M. HULOT
Μέσα στον θησαυρό με τις εμβληματικές φορεσιές της Δόρας Στράτου

Θέατρο / «Κάποτε έδιναν τις φορεσιές για έναν πλαστικό κουβά, που ήταν ό,τι πιο μοντέρνο»

Μια γνωριμία με τη μεγάλη κληρονομιά της Δόρας Στράτου μέσα από τον πλούτο αυθεντικών ενδυμάτων που δεν μπορούν να ξαναραφτούν σήμερα και συντηρούνται με μεγάλο κόπο, χάρη στην αφοσίωση και την εθελοντική προσφορά μιας ομάδας ανθρώπων που πιστεύουν και συνεχίζουν το όραμά της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Οι Αθηναίοι / Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Ανατρέποντας πολλά από τα στερεότυπα που συνοδεύουν τους ανθρώπους με αναπηρία, η Βασιλική Δρίβα περιγράφει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε αλλά και τις χαρές, και μπορεί πλέον να δηλώνει, έστω δειλά, πως είναι ηθοποιός. Είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ξαναγράφοντας τον Ίψεν

Θέατρο / Ο Ίψεν στον Πειραιά, στο μουράγιο

«Δεν είναι εύκολο να είσαι ασυμβίβαστη. Όπως δεν είναι εύκολο να ξαναγράφεις τον Ίψεν» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Εχθρός του λαού» σε διασκευή και σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Βασιλακόπουλου.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Lifo Videos / «Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Η ηθοποιός Παρασκευή Δουρουκλάκη μιλά για την εμπειρία της με τον Πέτερ Στάιν, τις προσωπικές της μάχες με το άγχος και την κατάθλιψη, καθώς και για το θέατρο ως διέξοδο από αυτές.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Θέατρο / Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Από τον ρόλο της Μάσα στην πραγματική ζωή, από το Ηράκλειο όπου μεγάλωσε μέχρι τη ζωή με τους ανθρώπους του θεάτρου, από τον φόβο στην ελευθερία, η ζωή της Μαρίας Σκουλά είναι ένας δρόμος μακρύς και δύσκολος που όμως την οδήγησε σε κάτι δυνατό και φωτεινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Θέατρο / Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Μέσα από την εναλλαγή αφηγήσεων, εμπειριών, αναπαραστάσεων, χορού, βίντεο και ήχου, η παράσταση του Γιώργου Βαλαή αναδεικνύει τις διαφορές αλλά και τις συνδέσεις που υπάρχουν μεταξύ των δυο διαφορετικών γενεών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ρομέο Καστελούτσι: «Όπου παρεμβάλλεται το κράτος, δεν υπάρχει χώρος για τον έρωτα. Ο έρωτας είναι εναντίον του κράτους και το κράτος εναντίον του έρωτα».

Θέατρο / Ρομέο Καστελούτσι: «Πάντα κάποιος πολεμά τον έρωτα. Και οι εραστές είναι πάντα τα θύματα»

Ο σπουδαίος Ιταλός σκηνοθέτης, λίγο πριν επιστρέψει στην Αθήνα και στη Στέγη για να παρουσιάσει τη «Βερενίκη» του, μας μίλησε για τον έρωτα, τη γλώσσα και τη μοναξιά, την πολιτική και την ανυπέρβλητη Ιζαμπέλ Ιπέρ.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
CHECK How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της συστημικής ιστορίας

Θέατρο / How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της Iστορίας

Σκηνοθετημένη από έναν νέο δημιουργό, η παράσταση που βασίζεται στο τελευταίο κείμενο της Γλυκερίας Μπασδέκη επιχειρεί έναν διάλογο με μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ελληνικής ιστορίας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αγορίτσα Οικονόμου

Αγορίτσα Οικονόμου / «Πέφτω να κοιμηθώ και σκέφτομαι ότι κάτι έχω κάνει καλά»

Βρέθηκε να κυνηγάει το όνειρο της υποκριτικής, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο, αλλά με τη βεβαιότητα ότι δεν ήθελε ποτέ να μείνει με την απορία «γιατί δεν το έκανα;». Μέσα από σκληρή δουλειά και πολλούς μικρούς ρόλους, κατάφερε να βρει τον δρόμο της στην τέχνη, στον οποίο προχωρά και αισθάνεται τυχερή. Η Αγορίτσα Οικονόμου είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ 

Θέατρο / «Αν κλάψω με ένα έργο, είμαι σε καλό δρόμο»

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης, που έχει σκηνοθετήσει με επιτυχία δύο έργα φέτος, του Βιριπάγιεφ και της Αναγνωστάκη, εξηγεί γιατί τον ενδιαφέρουν τα κείμενα που μιλάνε στον άνθρωπο σήμερα, ακόμα κι αν σε αυτά ακούγονται ακραίες απόψεις που ενοχλούν και τον ίδιο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Να είσαι γκέι στη Νέα Υόρκη

Θέατρο / «Η Κληρονομιά μας»: Τι αποκομίσαμε από την εξάωρη παράσταση στο Εθνικό

«Μία ποπ queer saga, παραδομένη πότε στη μέθη των κοκτέιλ Μανχάταν και πότε στο πένθος μιας αλησμόνητης συλλογικής απώλειας» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το πολυβραβευμένο έργο του Μάθιου Λόπεζ, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τον Γιάννη Μόσχο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή ούτε αιρετική»

Θέατρο / «Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή, ούτε αιρετική»

Μετά την Ορέστεια του Στρίντμπεργκ και τις πρόβες για το έργο του Βασίλη Βηλαρά, η Λένα Κιτσοπούλου μιλάει για προσδοκίες και αποφάσεις, για επιτυχίες και απορρίψεις, για το «σύστημα» μέσα στο οποίο δουλεύει και για όλους εκείνους τους χαρακτηρισμούς που της αποδίδουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ