Eίναι λίγο πριν το μεσημέρι και το ισόγειο του bios έχει αρχίσει να γεμίζει με αγόρια και κορίτσια ντυμένα με παράξενα κοστούμια, ακραία, γκροτέσκ, εξωφρενικά, φιγούρες από ένα freak show, μια εικόνα που σε προετοιμάζει ότι κάτι ενδιαφέρον πρόκειται να συμβεί εδώ.
Οι «ανωμαλίες της φύσης», όπως οι ίδιοι οι ηθοποιοί αποκαλούν τους χαρακτήρες που υποδύονται, είναι τα πρόσωπα της παράστασης Κάζιμιρ και Καρολίνα που δουλεύεται πυρετωδώς και σε λίγες μέρες θα απλωθεί σε όλους τους χώρους του κτιρίου, πάνω, κάτω και έξω από αυτό: «O άνθρωπος-μπουλντόγκ, ο άνδρας με σώμα γυναίκας, η γυναίκα-γορίλας, ο άνθρωπος δίχως πρόσωπο, ο νάνος, η γυναίκα-άνδρας, πολλοί από τους οποίους αποτελούν μέρος ενός τσίρκου» εξηγεί η Ιωάννα Τσάμη, η ενδυματολόγος της παράστασης που είναι υπεύθυνη για τα εντυπωσιακά κοστούμια που φορούν οι νεαροί ηθοποιοί. «Σ' αυτό το show προστέθηκαν και σε ρόλο freaks η νοσοκόμα, η σερβιτόρα και η ορχήστρα».
«Το Κάζιμιρ και Καρολίνα είναι ένα συνταρακτικό θεατρικό έργο για την παρακμή, τη διαρκή και αέναη παρακμή του καπιταλισμού και την επίδρασή της στις ανθρώπινες σχέσεις» λέει ο σκηνοθέτης του Γιάννης Χουβαρδάς.
Από το δωμάτιο που λειτουργεί ως καμαρίνι στον πρώτο όροφο βγαίνουν συνεχώς νέες φιγούρες. Όσο περνάει η ώρα και μας συστήνονται οι ήρωες του έργου (μετράω 19, συν οκτώ μουσικούς που παίζουν ζωντανά!), οι μεταμφιέσεις αρχίζουν να αποκτούν νόημα και λογική και ενώ προσπαθούμε να ταιριάξουμε τα πρόσωπα σε τετράδες για να τα φωτογραφίσουμε, οι λεπτομέρειες που αποκαλύπτονται για το έργο το κάνουν όλο και πιο ελκυστικό: «Το Κάζιμιρ και Καρολίνα είναι ένα συνταρακτικό θεατρικό έργο για την παρακμή, τη διαρκή και αέναη παρακμή του καπιταλισμού και την επίδρασή της στις ανθρώπινες σχέσεις» λέει ο σκηνοθέτης του Γιάννης Χουβαρδάς.
«Παρακολουθεί τις ζωές μιας ομάδας νέων ανθρώπων που διασκεδάζουν με όλο τους το είναι, αλλά απελπισμένα, κατά τη διάρκεια της Γιορτής της Μπίρας, του περίφημου Oktoberfest του Μονάχου, το 1932.
Μέσα σε μια τόσο βαθιά οικονομική, πολιτική, κοινωνική και υπαρξιακή κρίση, όπως αυτή της προναζιστικής Γερμανίας, οι νέοι άνθρωποι είναι πάντα τα πρώτα θύματα, όπως γνωρίζουμε καλά και στον τόπο μας.
Ο Χόρβατ όμως ισχυρίζεται πως σ' αυτές τις συνθήκες η μεγαλύτερη παράπλευρη απώλεια είναι ο έρωτας. Κι ας γράφει ειρωνικά στον υπότιτλο του έργου του "Και ο έρωτας δεν τελειώνει ποτέ".
Τελειώνει, και μάλιστα άσχημα. Και δεν είναι, δυστυχώς, το μόνο που τελειώνει. Μαζί του τελειώνουν τα όνειρα, οι ψευδαισθήσεις, οι αντοχές των απλών ανθρώπων. Είναι άρα το Κάζιμιρ και Καρολίνα ένα επίκαιρο μελόδραμα, μια σύγχρονη τραγωδία; Ναι, αλλά όχι μόνο.
Το έργο έχει πολλές ανυψωτικές στιγμές, γιατί, ως γνωστόν, ο κόσμος καταρρέει πιο απολαυστικά με ένα εκκωφαντικό γλέντι: με τρανταχτό γέλιο, πρώτα απ' όλα.
Με πολλή πολλή μουσική και τραγούδια, ύστερα, που εκτελούνται ζωντανά από τον θίασο. Με τρελό και εξαντλητικό χορό. Αλλά και με μαγικά τρικ, κινηματογραφική δομή (117 μικρές σκηνές!), φαγητό και ποτό – ειδικά το τελευταίο, μέχρι τελικής πτώσεως».
Μαζί με τους ηθοποιούς, το κοινό θα γίνεται μέρος του πλήθους του Oktoberfest και θα μπορεί να καταναλώνει το φαγητό και τα ποτά που σερβίρει η καντίνα. Θα μπορεί να προμηθευτεί ειδικά κουπόνια από το ταμείο και με αυτά θα μπορεί να αγοράσει παγωτό μηχανής, λουκάνικα, μπίρα και ψητό κοτόπουλο, συμμετέχοντας πραγματικά στην πολύβουη γιορτή που θα στήνεται κάθε βράδυ.
Ενώ η γυναίκα-γορίλας και ο νάνος ολοκληρώνουν τη μεταμφίεσή τους, ρωτάω τον σκηνοθέτη πώς συνδέεται το έργο με το παρόν.
«Κρίνετε μόνοι σας» λέει. «Φτώχεια, ανεργία (πρωτίστως στους νέους), φασιστική απειλή, κρίση στις προσωπικές σχέσεις των ανθρώπων, σύντομη άνοδος και πτώση του μικρομεσαίου φτωχοδιάβολου (του υπαλλήλου, του μαγαζάτορα, του μικροαπατεώνα), κυριαρχία της ολιγαρχίας του πλούτου, απεγνωσμένη αναζήτηση μαγικών λύσεων που αποδεικνύονται "φούσκες" και, και, και... Ο κατάλογος των παραλληλισμών είναι ατελείωτος.
Ακόμα όμως και στον πάτο του βαρελιού, οι ήρωες του Χόρβατ, ακριβώς όπως και εμείς, οι νεοέλληνες, αρκεί να βρουν ένα ελάχιστο ίχνος αισιοδοξίας και καταφέρνουν να συνεχίζουν.
Το έργο δεν άγχεται να αποδείξει ότι είναι πρωτότυπο, κι αυτή είναι η πρωτοτυπία του. Ένα γνήσιο αριστούργημα, όπως το Κάζιμιρ και Καρολίνα, χρησιμοποιεί τα πιο καθημερινά, φθαρμένα, μπανάλ υλικά, τα μετασχηματίζει σε διαμάντια περιεχομένου και ύφους και τα μετουσιώνει σε αληθινή τέχνη».
«Πόσο μεγάλο ρίσκο είναι η επιλογή τόσο νέων ηθοποιών (και "άγνωστων") για την παράσταση και όχι κάποιων μεγάλων ονομάτων;» «Δεν υπάρχει κανένα ρίσκο, μόνο φρεσκάδα, ταλέντο, θάρρος, θράσος, χαρά, τεράστια συναισθήματα, ενθουσιώδη λάθη, αναζωογόνηση, δημιουργικό χάος.
Η τέλεια συνθήκη για να απολαύσουν οι θεατές κάτι που δεν έχουν τη δυνατότητα να ζήσουν κάθε μέρα».
Η Σοφία Πριόβολου, που υποδύεται στο έργο την Καρολίνα-ανδρόγυνο, θεωρεί μεγάλη ευκαιρία τη συμμετοχή της σε αυτήν τη γιορτή.
«Η κινηματογραφική δομή του έργου και το γεγονός ότι τόσο οι χώροι όσο και οι παρτενέρ εναλλάσσονται σε κάθε παράσταση είναι μια μεγάλη πρόκληση για μένα» λέει.
«"Η ελπίδα, άραγε, πεθαίνει τελευταία;": αυτή η σκέψη που επικρατεί στο έργο σίγουρα είναι διαχρονική. Η Καρολίνα είναι μια γυναίκα που θέλει να ζήσει. Ονειρεύεται να πετάξει με το ζέπελιν, ακόμα κι αν δεν έχει φτερά. Θαυμάζω το ότι θα κάνει τα πάντα για να πετύχει τον στόχο της, άσχετα με το αν διαφωνώ με τον τρόπο της».
Η Νικολάια Τριανταφύλλου συμμετέχει στην ορχήστρα της γιορτής παίζοντας πιάνο και φλάουτο. «Η μουσική παίζει πολύ σημαντικό ρόλο σε αυτή την παράσταση καθώς λόγος και μιυσική ενορχηστρώνονται με αρμονία» εξηγεί. «Η ακρίβεια και η τήρηση της παρτιτούρας του συνόλου νομίζω ότι αποτελεί την μεγαλύτερη πρόκληση. Είναι ένα έργο που έχει γραφτεί το 1932 και παρόλα ταύτα είναι καθόλα σύγχρονο. Ανθρώπινες σχέσεις, κρίση σε πολιτικό, οικονομικό επίπεδο, άνοδος του εθνικιστικού και ακροδεξιού ρεύματος.
Δεν νομίζω πως σε κάποιον ακούγονται μακρινά αυτά τα γεγονότα κρίνοντας από την κατάσταση του σήμερα. Μου αρέσει το γεγονός ότι όλος ο θίασος "χορεύει" στους ρυθμούς της ορχήστρας και με εξιτάρει η μεταμόρφωση και το κοστούμι του ρόλου μου».
«Αν στο κείμενο του «Κάζιμιρ και Καρολίνα» αφαιρέσεις τη χρονιά που διαδραματίζεται και το δώσεις να το διαβάσει κάποιος, θα νομίσει πως είναι σημερινό» λέει ο Γιώργος Σαββίδης. «Δεν χρειάζεται την παραμικρή αλλαγή στα λόγια για να δει κανείς ότι η αλλοτρίωση των ανθρώπων εν τω μέσω οικονομικής εξαθλίωσης τότε και τώρα ειπώνεται με τις ίδιες λέξεις. Ο ρόλος μου είναι ο Σύρτσινγκερ, ένας μικροαστός υπάλληλος ενός πολυκαταστήματος ο οποίος κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Oktoberfest προσπαθεί να “αρπάξει” ό,τι μπορεί αποσκοπώντας στο ό,τι καλύτερο. Ένας μικρός “οπορτουνιστής”.
Έχει στοιχεία που μου θυμίζουν τον εαυτό μου σε κάποιες παλαιότερες κακές συνθήκες, πιο διογκωμένα βέβαια. Οπότε, αυτομάτως νιώθω μια συμπόνια για τον ήρωα αυτό. Ό,τι κάνει στο έργο δε γίνεται έτσι ή τυχαία. Κοιτώντας απ’έξω, μια «κακή» του πράξη έχει τους λόγους της. Και για τους λόγους αυτούς έχω κατανόηση».
«Ο κοινωνικός ακρωτηριασμός και η διάλυση που βιώνουν τα περισσότερα πρόσωπα στο Κάζιμιρ και Καρολίνα, θυμίζει εμάς τους ίδιους στην τρέχουσα απελπισμένη ιστορική στιγμή» προσθέτει η Μάγδα Κόρπη. «Πολλά στοιβαγμένα τρύπια βλέμματα. Στο έργο παίζω την Έλλι που πάση θυσία θέλει αλλά και πρέπει να περάσει καλά σε αυτή τη γιορτή της μπύρας. Είναι ζήτημα επιβίωσης.
Μου αρέσουν οι ακατέργαστες αντιφάσεις της. Μέσα στο γενικότερο κλίμα του anything goes και του ανθρώπινου παζαριού, μέσα στη μεγάλη αυτή γιορτή με το αλκοόλ, τις ανθρώπινες ανωμαλίες, αδυναμίες αλλά και προσδοκίες, είναι ένα πλάσμα που ενώ εκτίθεται και προκαλεί, στο βάθος της φοβάται. Αυτή η φαντεζί γύμνια, μ’ αρέσει πολύ στην Έλλι».
Βγαίνοντας στην Πειραιώς για τη φωτογράφιση οι οδηγοί των αυτοκινήτων σαστίζουν και σταματούν για να περάσει ο αλλόκοτος θίασος. Χοροπηδούν, χορεύουν, μεταφέρουν το κέφι της παράστασης στον δρόμο, αγνοώντας το κρύο και το ψιλόβροχο.
Λίγο πριν τους αποχαιρετήσουμε, ο σκηνοθέτης σχολιάζει τη σημασία που έχει η «κατάληψη» ολόκληρου του κτιρίου του bios για την παράσταση.
«Ο χώρος του bios είναι ιδανικός για το έργο. Αν δεν υπήρχε αυτό το τοτέμ της αθηναϊκής urban culture για να εμπνευστώ την πορεία θεατών και παράστασης μέσα και έξω από αυτό, είμαι σίγουρος πως θα το είχε εφεύρει ο ίδιος ο Χόρβατ.
Το έργο αναπνέει και κινείται με κινηματογραφικού τύπου ταχύτητα μέσα στους πολλαπλούς, εσωτερικούς και υπαίθριους χώρους μιας ξέφρενης αστικής γιορτής σε μία μόνο νύχτα. Θα είναι μια ιδιαίτερη εμπειρία για ηθοποιούς και θεατές.
Όσο για τη μουσική, κυριαρχεί. Οκτώ μουσικοί, δεκαεννιά τραγουδιστές, τραγούδια γιορτινά, τραγούδια σκοτεινά, άγρια και τρυφερά, ποιητικά και διεγερτικά, και μουσική, πολλή μουσική, που σε γλυκαίνει ή σε μεθά μέχρι να εκραγείς.
Όπως κάθε μεγάλη γιορτή, έτσι και το Oktoberfest δεν νοείται χωρίς τραγούδι και μουσική. Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, η μουσική είναι και κάτι περισσότερο από αυτό. Δίνει ζωή ή σκοτώνει, ανάλογα με την πλευρά στην οποία βρίσκεσαι».
Info:
Κάζιμιρ και Καρολίνα
Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας, Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς, Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη, Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη, Επιμέλεια μουσικής: Jan van de Engel, Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
Παίζουν: Βασίλης Αθανασόπουλος, Αλέξανδρος Βάρθης, Ευάγγελος Βογιατζής, Έκτωρ Γασπαράτος, Παναγιώτης Γεωργούλας, Κάτια Γκουλιώνη, Θωμάς Καζάσης, Παναγιώτης Καμμένος, Νίκος Καμόντος, Μάγδα Κόρπη, Νάντια Μαργαρίτη, Έλενα Μεγγρέλη, Νικόλας Μίχας, Δημήτρης Μπίτος, Κέλλυ Νικηφόρου, Σοφία Πριόβολου, Γιώργος Σαββίδης, Ναταλί-Τερέζα Τσάβεζ, Ιώβη Φραγκάτου,
Μουσικοί: Μικές Γλύκας, Ιφιγένεια Καραμήτρου, Νίκος Νικολακόπουλος, Νικολάια Τριανταφύλλου
Κτίριο bios (μπαρ, main, πρώτος όροφος) 28/2-1/4, Τετ.-Κυρ., 20:30, €26 (περιλαμβάνει κουπόνια αξίας €6 για την κατανάλωση του φαγητού και των ποτών).