Κριτική της παράστασης «Τρεις Ψηλές Γυναίκες» του Άρη Τρουπάκη. Από τη Λουίζα Αρκουμανέα.

Κριτική της παράστασης «Τρεις Ψηλές Γυναίκες» του Άρη Τρουπάκη. Από τη Λουίζα Αρκουμανέα. Facebook Twitter
Η σκηνοθεσία του Άρη Τρουπάκη δεν μπαίνει στη διαδικασία αναζήτησης χωροχρονικών φωτοσκιάσεων. Δεν αναδεικνύει τους αντικατοπτρισμούς. Με άλλα λόγια, δεν εκμαιεύει από το έργο τον πλούτο των δυνατοτήτων του.
0
Κριτική της παράστασης «Τρεις Ψηλές Γυναίκες» του Άρη Τρουπάκη. Από τη Λουίζα Αρκουμανέα. Facebook Twitter
Χαριτωμένη ως spoiled grande dame η Μπέττυ Αρβανίτη, αποδεικνύεται απολαυστική όποτε εκπέμπει ολούθε ακτίνες αλαζονικής αυταρέσκειας ή όποτε εκτοξεύει τα σαρκαστικά βέλη της.

Κάθε πρωί λερώνει τα σεντόνια της. Δεν μπορεί να κρατηθεί. Ένα είδος υποδοχής της μέρας το χαρακτηρίζει η κυρία που τη φροντίζει. Το ένα χέρι της είναι άχρηστο. Δε θέλει όμως να το κόψει. Το κρατάει δεμένο με ένα κομμάτι ύφασμα. Η μνήμη της πατάει σε κινούμενη άμμο: ποιο από τα δύο μάτια του μακαρίτη του άντρα της ήταν γυάλινο, το δεξί ή το αριστερό; Δεν θυμάται. Έχουνε περάσει τόσα χρόνια από τότε που εκείνος πέθανε. Κι αυτή έμεινε μόνη. Άρρωστη και μόνη. Ο γιος της τη μισεί. Η περιουσία της εξανεμίζεται. Ακόμη και το ύψος της υφίσταται μείωση από μέρα σε μέρα. «Έχω συρρικνωθεί, έχω ελαττωθεί! Δεν είμαι ψηλή! Και ήμουνα κάποτε τόσο ψηλή! Γιατί μάζεψα;», αναρωτιέται.


Η ζωή τής Άλφα (έτσι την αποκαλεί ο συγγραφέας) αναδύεται σταδιακά, μέσα από θραύσματα: οι αυστηροί, αλλά δίκαιοι γονείς, η μάνα που ήθελε να κάνει την Άλφα και την αδελφή της «άψογες δεσποινίδες», η άφιξη στη μεγάλη πόλη, το μικρό διαμέρισμα, η δουλειά ως μανεκέν, οι βραδινές έξοδοι με ερωτύλους νεαρούς, τα ποτά, τα χάδια, το σεξ της πρώτης φοράς, ο γάμος με τον αστείο κοντοστούπη με τα πολλά λεφτά, τα πάρτι, τα λαμπερά κοσμήματα, η ιππασία, η απιστία, η παρακμή, η μοναξιά, το άγγιγμα του θανάτου. «Είναι τόσο πολλά: να επαγρυπνείς· να δίνεις μάχη για το καθετί (...). Νομίζω πως όλοι με μισούσαν, επειδή ήμουνα δυνατή, επειδή έπρεπε να είμαι δυνατή», λέει η ίδια κοιτώντας πίσω.


Ιστορίες παλιές, αναμνήσεις θολές, ο χορός των χαμένων προσώπων, η επίγευση των σχέσεων, η γλώσσα του γήρατος. Πόσους συμβιβασμούς έκανε η Άλφα για να φτάσει ως εδώ, υπέργηρη, ημιπαράλυτη, ημίπλουτη, με μια νοσοκόμα να την πηγαίνει στην τουαλέτα και μια βοηθό δικηγόρου να την επιπλήττει για χαρτιά που αμέλησε να υπογράψει;

Οι Τρεις ψηλές γυναίκες μπορεί να μη διαθέτουν τη συγκλονιστική δύναμη του Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;, διαγράφονται πιο μαλακές, ενίοτε υπερ-επεξηγηματικές, αλλά σίγουρα αξιαγάπητες και συγκινητικές.


Η αυλαία σε λίγο θα πέσει οριστικά. Τα φαντάσματα ξυπνούν και η τελευταία παράσταση ανεβαίνει στο θέατρο του κουρασμένου μυαλού της. Η Άλφα, όμως, δεν μπορεί να ξεψυχήσει συντροφιά με μια νοσοκόμα και μια βοηθό. Όχι, οι μόνες άξιες να σταθούν δίπλα της σε αυτό το φινάλε είναι οι νεότερες εκδοχές του εαυτού της. Στη δεύτερη πράξη, ενώ το σώμα της κείτεται ακίνητο μετά το εγκεφαλικό, τρεις ψηλές γυναίκες αναδύονται από το κρανίο της και καταλαμβάνουν τη σκηνή, κουβεντιάζοντας με πάθος: η Άλφα, η Βήτα και η Γάμα. Η πρώτη ενενήντα δύο, η δεύτερη πενήντα δύο και η τρίτη είκοσι έξι. Η τρίτη, γεμάτη αυταπάτες, νομίζει πως ο κόσμος τής ανήκει. «Ποτέ δεν θα γίνω σαν εσάς!», φωνάζει στις άλλες δύο που προσπαθούν να την προσγειώσουν. Η Βήτα έχει ζήσει, έχει καταλάβει, ξέρει πια τι να περιμένει: «Ηρέμησε· προσαρμόσου· συμβιβάσου», λέει στη νεαρή Γάμα. Όσο για την Άλφα, αυτή μπορεί πλέον να υπερηφανεύεται πως επιβίωσε. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, τα κατάφερε. Τίποτα πια δεν μπορεί να την αγγίξει: «Ναι. Λοιπόν. Αυτή είναι. Εσείς, άλλωστε, ρωτήσατε. Αυτή είναι η πιο ευτυχισμένη στιγμή. Όλα έχουν τελειώσει. Όταν σταματάμε. Όταν μπορούμε να σταματήσουμε».


Τι απογίνονται οι νεότεροι εαυτοί μας όταν γεράσουμε; Πού μπορούμε να τους συναντήσουμε; Ο Άλμπι σκηνοθετεί μια τέτοια πρωτότυπη συνάντηση στο κείμενο αυτό του 1991, επιστρέφοντας σε θέματα όπως ο διαβρωτικός ρόλος των ψευδαισθήσεων και η ανάγκη διάλυσής τους – όσο νωρίτερα, τόσο καλύτερα, αν πρόκειται να διεκδικήσει κανείς μια ειλικρινή ύπαρξη. Η περίφημη σωκρατική ρήση «ο δε ανεξέταστος βίος ου βιωτός ανθρώπω» μοιάζει να βρίσκεται στην καρδιά κάθε προσπάθειας των ηρωίδων του Άλμπι να εξετάσουν τα κίνητρα και τις επιθυμίες, τα ψέματα και τους συμβιβασμούς τους. Ως γνωστόν, το πρότυπο πάνω στο οποίο οικοδομήθηκε η Άλφα υπήρξε στην πραγματικότητα βαθιά αρνητικό: η θετή μητέρα του συγγραφέα δεν αποδέχτηκε ποτέ τον ομοφυλόφιλο γιο της, ο οποίος με τη σειρά του την απαρνήθηκε στα δεκαοχτώ του, συντηρώντας μόνο μια τυπική σχέση μαζί της σε μεγαλύτερη ηλικία.

Κριτική της παράστασης «Τρεις Ψηλές Γυναίκες» του Άρη Τρουπάκη. Από τη Λουίζα Αρκουμανέα. Facebook Twitter
Έξοχη η Μαρία Κεχαγιόγλου στον ρόλο της ώριμης Βήτα


Οι Τρεις ψηλές γυναίκες μπορεί να μη διαθέτουν τη συγκλονιστική δύναμη του Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;, διαγράφονται πιο μαλακές, ενίοτε υπερ-επεξηγηματικές, αλλά σίγουρα αξιαγάπητες και συγκινητικές.


Καθισμένη σε μια ξύλινη πολυθρόνα, με το κεφάλι να γέρνει στο πλάι, ακουμπισμένο στην παλάμη του «καλού» χεριού, η Μπέττυ Αρβανίτη υποδέχεται το κοινό στην κρεβατοκάμαρα της Άλφα. Ένας χείμαρρος από γαλάζιο τούλι την καλύπτει – είναι η ρόμπα της. Περνάμε ξυστά δίπλα της, παίρνουμε λίγο από τις σκέψεις της και κατευθυνόμαστε προς τις θέσεις μας.


Το λευκό κρεβάτι με τη μεγάλη καπιτονέ πλάτη δεσπόζει επί σκηνής. Οι ημιδιάφανες κουρτίνες πίσω του έχουν το χρώμα του οινοπνεύματος (σκηνικά Ελένη Μανωλοπούλου). Γύρω μας τρέχουν τα αρχετυπικά αλογάκια του Eadweard Muybridge – καλπασμοί ακινητοποιημένοι στον χρόνο. Οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου γεμίζουν τον χώρο με μια θελκτική γλυκύτητα, τοποθετώντας μας κάπου μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας, στα άδυτα ενός μεγαλοαστικού παραμυθιού.

 
Η μεγαλύτερη ίσως πρόκληση που έχει να αντιμετωπίσει εδώ ο σκηνοθέτης –πέρα από την καθοδήγηση των ηθοποιών του– είναι η αρμονική τοποθέτηση τριών σωμάτων σε ένα δωμάτιο. Να διατηρήσει από τη μια τον νατουραλισμό τους (η Άλφα δεν συνομιλεί με πνεύματα!), αλλά ταυτόχρονα να τον υπερβεί: να μεταδώσει την αίσθηση τριών διαφορετικών χρονικών διαστάσεων, τριών συγκρουόμενων οπτικών πεδίων, σαν να επρόκειτο για ένα κυβιστικό πορτρέτο μιας γυναίκας που την κοιτάμε από διαφορετικές γωνίες, μέθοδος που δεν απέχει πολύ από αυτήν που εφάρμοσε ο Άλμπι γράφοντας το κείμενό του και μελετώντας αυτή την «ψηλή» γυναίκα σε τρεις καθοριστικές ηλικίες, σε τρία στάδια.

Κριτική της παράστασης «Τρεις Ψηλές Γυναίκες» του Άρη Τρουπάκη. Από τη Λουίζα Αρκουμανέα. Facebook Twitter
Η Γάμα της Νεφέλης Κουρή δεν έχει βρει ακόμη, νομίζω, τους ρυθμούς της

Η σκηνοθεσία του Άρη Τρουπάκη δεν μπαίνει στη διαδικασία αναζήτησης χωροχρονικών φωτοσκιάσεων. Δεν αναδεικνύει τους αντικατοπτρισμούς. Με άλλα λόγια, δεν εκμαιεύει από το έργο τον πλούτο των δυνατοτήτων του. Παρά τη γοητευτική, καθαρή όψη της, η παράσταση διακρίνεται από ένα συμβατικό, αμήχανο «στήσιμο» των ηθοποιών, αποτέλεσμα της τυποποιημένης λογικής που θέλει να αξιοποιούνται διαδοχικά όλες οι όμορφες «γωνιές» του σκηνικού, έτσι ώστε να δημιουργείται η ψευδαίσθηση εναλλαγών και «ποικιλίας». Οι εναλλαγές, όμως, δεν κερδίζονται απλώς επειδή περνάμε διαδοχικά από όλα τα καθίσματα: χρειάζεται ένα λίγο πιο σοφιστικέ σχέδιο, προκειμένου ο θεατής να εισέλθει στη βαθύτερη γεωμετρία του έργου. Ειδαλλιώς, μένει απομαγνητισμένος, να παρακολουθεί την ιστορία σε ένα πρώτο επίπεδο κατανόησης και εμπλοκής, απορώντας, όπως εδώ, γιατί οι ηθοποιοί δυσκολεύονται να επικοινωνήσουν μεταξύ τους και να σχηματίσουν αληθινό σύνολο. Χαριτωμένη ως spoiled grande dame η Μπέττυ Αρβανίτη, αποδεικνύεται απολαυστική όποτε εκπέμπει ολούθε ακτίνες αλαζονικής αυταρέσκειας ή όποτε εκτοξεύει τα σαρκαστικά βέλη της. Απουσιάζει όμως μια ρωγμή σε αυτό το οικοδόμημα, μια ρωγμή που θα μας επιτρέψει να δούμε πιο καθαρά στο εσωτερικό αυτής της γυναίκας – και τα δραματικά ξεσπάσματα, λυπάμαι, δεν μας εξασφαλίζουν αυτό το προνόμιο...


Έξοχη η Μαρία Κεχαγιόγλου στον ρόλο της ώριμης Βήτα: διαπεραστικά ακριβής στον κυνισμό της, με απόλυτη αίσθηση του μέτρου και μια σκοτεινή απλότητα στον λόγο και τις εκφράσεις της, ενσαρκώνει την πίκρα που μετατράπηκε σε γενναίο ρεαλισμό, τα ψέματα που κατατροπώθηκαν κι έγιναν αληθινή συνείδηση.


Η Γάμα της Νεφέλης Κουρή δεν έχει βρει ακόμη, νομίζω, τους ρυθμούς της: πολύ πιο άγουρη απ' όσο ζητά ο ρόλος, θυμίζει περισσότερο έφηβη που τσαλαβουτάει παρά εικοσιεξάχρονη γυναίκα που αρχίζει να κολυμπάει.

Info:

Τρεις Ψηλές Γυναίκες

Έντουαρντ Άλμπι

Σκηνοθεσία: Άρης Τρουπάκης

Πρωταγωνιστούν: Μπέττυ Αρβανίτη, Μαρία Κεχαγιόγλου, Νεφέλη Κουρή

Mετάφραση: Eρρίκος Μπελιές

Σκηνικά-κοστούμια: Eλένη Μανολωπούλου

ΘΕΑΤΡΟ ΟΔΟΥ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ
Σκηνή Α'

Κεφαλληνίας 16, Κυψέλη 210 8838727

Τετ. & Κυρ. 20:00

Πέμ., Παρ. & Σάβ. 21:00

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ηow to resuscitate a dinosaur/ Έι, Romeo, πώς δίνεις το φιλί της ζωής σε έναν δεινόσαυρο;

Guest Editors / «Ο Καστελούτσι σκηνοθετεί μια υπόσχεση· και κάνει τέχνη εκκλησιαστική»

«Πέρασαν μέρες από την πρώτη μου επαφή με τη Βερενίκη. Μάντρωσα ένα κοπάδι σκέψεις» – ο Κυριάκος Χαρίτος γράφει για μια από τις πολυσυζητημένες παραστάσεις της σεζόν, που ανέβηκε στη Στέγη.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΙΤΟΣ
Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Θέατρο / Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Ένα νέο, αλλιώτικο σύμπαν για τον «χορό» ξεδιπλώνεται από τις 3 έως τις 6 Απριλίου στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, μέσα από τα πρωτοποριακά έργα τεσσάρων κορυφαίων Ελλήνων χορογράφων και του διεθνούς φήμης Damien Jalet.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κώστας Νικούλι

Θέατρο / «Μπορώ να καταλάβω το πώς είναι να νιώθεις παρείσακτος»

Ο 30χρονος Κώστας Νικούλι μιλά για την πορεία του μετά το «Ξενία» που του χάρισε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου ηθοποιού όταν ήταν ακόμα έφηβος, για το πόσο Έλληνας νιώθει, για την πρόκληση του να παίζει τρεις γκέι ρόλους και για το πόσο τον έχει αλλάξει το παιδί του.
M. HULOT
Μέσα στον θησαυρό με τις εμβληματικές φορεσιές της Δόρας Στράτου

Θέατρο / «Κάποτε έδιναν τις φορεσιές για έναν πλαστικό κουβά, που ήταν ό,τι πιο μοντέρνο»

Μια γνωριμία με τη μεγάλη κληρονομιά της Δόρας Στράτου μέσα από τον πλούτο αυθεντικών ενδυμάτων που δεν μπορούν να ξαναραφτούν σήμερα και συντηρούνται με μεγάλο κόπο, χάρη στην αφοσίωση και την εθελοντική προσφορά μιας ομάδας ανθρώπων που πιστεύουν και συνεχίζουν το όραμά της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Οι Αθηναίοι / Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Ανατρέποντας πολλά από τα στερεότυπα που συνοδεύουν τους ανθρώπους με αναπηρία, η Βασιλική Δρίβα περιγράφει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε αλλά και τις χαρές, και μπορεί πλέον να δηλώνει, έστω δειλά, πως είναι ηθοποιός. Είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ξαναγράφοντας τον Ίψεν

Θέατρο / Ο Ίψεν στον Πειραιά, στο μουράγιο

«Δεν είναι εύκολο να είσαι ασυμβίβαστη. Όπως δεν είναι εύκολο να ξαναγράφεις τον Ίψεν» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Εχθρός του λαού» σε διασκευή και σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Βασιλακόπουλου.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Lifo Videos / «Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Η ηθοποιός Παρασκευή Δουρουκλάκη μιλά για την εμπειρία της με τον Πέτερ Στάιν, τις προσωπικές της μάχες με το άγχος και την κατάθλιψη, καθώς και για το θέατρο ως διέξοδο από αυτές.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Θέατρο / Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Από τον ρόλο της Μάσα στην πραγματική ζωή, από το Ηράκλειο όπου μεγάλωσε μέχρι τη ζωή με τους ανθρώπους του θεάτρου, από τον φόβο στην ελευθερία, η ζωή της Μαρίας Σκουλά είναι ένας δρόμος μακρύς και δύσκολος που όμως την οδήγησε σε κάτι δυνατό και φωτεινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Θέατρο / Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Μέσα από την εναλλαγή αφηγήσεων, εμπειριών, αναπαραστάσεων, χορού, βίντεο και ήχου, η παράσταση του Γιώργου Βαλαή αναδεικνύει τις διαφορές αλλά και τις συνδέσεις που υπάρχουν μεταξύ των δυο διαφορετικών γενεών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ρομέο Καστελούτσι: «Όπου παρεμβάλλεται το κράτος, δεν υπάρχει χώρος για τον έρωτα. Ο έρωτας είναι εναντίον του κράτους και το κράτος εναντίον του έρωτα».

Θέατρο / Ρομέο Καστελούτσι: «Πάντα κάποιος πολεμά τον έρωτα. Και οι εραστές είναι πάντα τα θύματα»

Ο σπουδαίος Ιταλός σκηνοθέτης, λίγο πριν επιστρέψει στην Αθήνα και στη Στέγη για να παρουσιάσει τη «Βερενίκη» του, μας μίλησε για τον έρωτα, τη γλώσσα και τη μοναξιά, την πολιτική και την ανυπέρβλητη Ιζαμπέλ Ιπέρ.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
CHECK How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της συστημικής ιστορίας

Θέατρο / How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της Iστορίας

Σκηνοθετημένη από έναν νέο δημιουργό, η παράσταση που βασίζεται στο τελευταίο κείμενο της Γλυκερίας Μπασδέκη επιχειρεί έναν διάλογο με μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ελληνικής ιστορίας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αγορίτσα Οικονόμου

Αγορίτσα Οικονόμου / «Πέφτω να κοιμηθώ και σκέφτομαι ότι κάτι έχω κάνει καλά»

Βρέθηκε να κυνηγάει το όνειρο της υποκριτικής, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο, αλλά με τη βεβαιότητα ότι δεν ήθελε ποτέ να μείνει με την απορία «γιατί δεν το έκανα;». Μέσα από σκληρή δουλειά και πολλούς μικρούς ρόλους, κατάφερε να βρει τον δρόμο της στην τέχνη, στον οποίο προχωρά και αισθάνεται τυχερή. Η Αγορίτσα Οικονόμου είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ 

Θέατρο / «Αν κλάψω με ένα έργο, είμαι σε καλό δρόμο»

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης, που έχει σκηνοθετήσει με επιτυχία δύο έργα φέτος, του Βιριπάγιεφ και της Αναγνωστάκη, εξηγεί γιατί τον ενδιαφέρουν τα κείμενα που μιλάνε στον άνθρωπο σήμερα, ακόμα κι αν σε αυτά ακούγονται ακραίες απόψεις που ενοχλούν και τον ίδιο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Να είσαι γκέι στη Νέα Υόρκη

Θέατρο / «Η Κληρονομιά μας»: Τι αποκομίσαμε από την εξάωρη παράσταση στο Εθνικό

«Μία ποπ queer saga, παραδομένη πότε στη μέθη των κοκτέιλ Μανχάταν και πότε στο πένθος μιας αλησμόνητης συλλογικής απώλειας» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το πολυβραβευμένο έργο του Μάθιου Λόπεζ, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τον Γιάννη Μόσχο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή ούτε αιρετική»

Θέατρο / «Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή, ούτε αιρετική»

Μετά την Ορέστεια του Στρίντμπεργκ και τις πρόβες για το έργο του Βασίλη Βηλαρά, η Λένα Κιτσοπούλου μιλάει για προσδοκίες και αποφάσεις, για επιτυχίες και απορρίψεις, για το «σύστημα» μέσα στο οποίο δουλεύει και για όλους εκείνους τους χαρακτηρισμούς που της αποδίδουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ