Έξι ηθοποιοί, αγκυλωμένοι, ασάλευτοι, σαν να ξυπνούν από λήθαργο χρόνων. Πυθίες που αφουγκράζονται και αναπαράγουν λέξεις που έρχονται από τα έγκατα, βγαίνουν από τα σπλάχνα. Τον λόγο του Γιώργου Χειμωνά-απολογισμό της ανθρώπινης φυλής. Η παράσταση που ετοιμάζει ο σκηνοθέτης Τάκης Τζαμαργιάς έχει αφετηρία τον Γιατρό Ινεότι, τους Χτίστες, αλλά και αποσπάσματα από τον Εχθρό του ποιητή και το Μυθιστόρημα. Μια σύνθεση που επεξεργάστηκε μαζί με τους Ιερώνυμο Πολλάτο και Βαγγέλη Ραπτόπουλο, έντυσε με την υποβλητική μουσική του Πλάτωνα Ανδριτσάκη (τραγούδι Μαριάνθη Σοντάκη) και την εικόνα-video art των Com.odd.or . σε σκηνικό του Γιάννη Θεοδωράκη.
Γιατί επιλέξατε να θεατροποιήσετε τον πεζό λόγο του Γιώργου Χειμωνά;
ΤΑΚΗΣ ΤΖΑΜΑΡΓΙΑΣ: Μ' απασχολεί πάντα η μεταγραφή της λογοτεχνίας στο θέατρο. Εδώ κινήθηκα από την αγάπη μου για τη Λούλα Αναγνωστάκη, με την οποία ο Γιώργος Χειμωνάς -πέρα από το ότι ήταν σύζυγοι-, έχει και λογοτεχνικές συγγένειες. Το μεγαλύτερο μέρος το έχουμε δανειστεί από τον Γιατρό Ινεότη, που μαζί με τους Χτίστες, εκφράζει τη συλλογιστική του, που είναι το τέλος του ανθρώπου και της συνειδητότητας.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΡΑΠΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ο Χειμωνάς είναι σαν να είχε προφητεύσει αυτό το τέλος εποχής που ζούμε. Όχι με όρους ρεαλιστικούς, δεν εννοώ την οικονομική κρίση.
Τ.Τ.: Ο ίδιος, βέβαια, δηλώνει ότι δεν τον ενδιαφέρει καθόλου το μέλλον, αλλά ένα άχρονο παρόν, που φαίνεται σαν να πρόκειται να έρθει.
Είναι ένας θεματικός άξονας που διαπερνά πολλές παραστάσεις του Φεστιβάλ, σαν να μιλάνε όλοι για ένα τέλος, μια αγωνία για το άγνωστο «ύστερα».
Τ.Τ.: Περιέργως, υπάρχει όντως μια επικαιρικότητα. Το παρατηρούν όλοι όσοι έχουν δει πρόβες. Εγώ ήθελα να προσεγγίσω τον λόγο του, για τον οποίο ο ίδιος ο Χειμωνάς υποστηρίζει ότι είναι κυρίως προφορικός λόγος. Και είχε ενδιαφέρον να δούμε πώς μπορούσε να γίνει αυτή η προσέγγιση θεατρικά. Πώς μπορεί να ηχήσει. Πιο πολύ με την έννοια του «αφουγκράζομαι», γι' αυτό και έχει επιλεγεί αυτό το σχήμα της ακινησίας. Πιστεύω, άλλωστε, ότι το θέατρο υπηρετεί και απευθύνεται στα ώτα.
Το έργο του χαρακτηρίζεται από εικόνες σχεδόν εφιαλτικές και έναν παραληρηματικό λόγο συχνά ακατάληπτο...\
Τ.Τ.: Είναι ένας λόγος χωρίς ειρμό, αρχή, μέση, τέλος. Ένας λόγος που προκαλεί και ζωντανεύει αισθήσεις.
Β.Ρ.: Εγώ που τον γνώριζα τον άκουγα συχνά να λέει μισο-προβοκατόρικα μισο-παραπονεμένα, «μα, μπορεί να τα καταλάβει και ένα μικρό παιδί, ένας αγράμματος άνθρωπος». Πιστεύω ότι υπάρχει μια ιδιαιτερότητα στον Χειμωνά: είναι ταυτόχρονα λαϊκός αλλά και χωρίς ειρμό.
Τ.Τ.: Θα 'λεγα λαϊκότροπος. Εμένα μου κάνει τρομερή εντύπωση το γεγονός ότι τα έργα του δεν αφορούν μόνο μια πνευματική ελίτ. Ξέρω πολλούς ανθρώπους που δεν διαβάζουν λογοτεχνία, αλλά έχουν μια ιδιαίτερη σχέση με το έργο του. Άνθρωποι που δεν το περιμένεις.
Οπότε, η επιλογή σας να τον θεατροποιήσετε είναι εύστοχη. Συγκινεί, λέτε, έναν κόσμο ανυποψίαστο.
Τ.Τ.: Η παράσταση φιλοδοξεί -επικεντρώνεται- να αναδείξει την ήδη υπάρχουσα θεατρικότητα. Δεν κάνει καμιά προσπάθεια να την επιβάλει με θεατρικά τερτίπια και τεχνάσματα. Θεατρικότητα με την έννοια της προφορικότητας. Το πώς μπορεί ο λόγος να ειπωθεί από έξι ηθοποιούς, που είναι σαν να έχουμε έξι ερημιές.
Στις πρόβες είδα να αναδεικνύεται μια ατμοσφαιρική παράσταση...
Τ.Τ.: Ακριβώς. Αλλά και ο ίδιος ο λόγος δονεί. Δεν κάναμε καμία προσπάθεια να παίξουμε ρόλους. Η προσπάθειά μας είναι να κρατηθεί μεταξύ αφήγησης και θεατρικότητας. Μεταξύ αναλογίου και παράστασης.
Β.Ρ.: Υπάρχει δραματικότητα στο ίδιο το κείμενο. Στον Χειμωνά, όπως σ' όλα τα ιερατικά κείμενα, στον Κάλβο, δεν υπάρχουν κωμικά στοιχεία. Ενώ στη ζωή μας είναι πολύ έντονα και σφιχταγκαλιασμένα με τα δραματικά, στα ιερατικά κείμενα υπάρχει μια μονοσήμαντη δραματικότητα.
Η οποία κάνει τους ηθοποιούς παρόλη τη στατικότητά τους, να πάλλονται.
Τ.Τ.: Δεν ήθελα οτιδήποτε άλλο να θολώσει τον λόγο. Ήθελα να είναι το κυρίαρχο στοιχείο. Γι' αυτό επέλεξα τη στατικότητα, που βγήκε μέσα από την ίδια την πορεία της δουλειάς, μια στατικότητα που είναι ουσιαστικά ακινησία. Μπορεί να μην έχουμε μετατόπιση, αλλά έχουμε μια εσωτερική κίνηση που μας οδηγεί σε ένα είδος αγρύπνιας που ήταν και το ζητούμενο. Δηλαδή αυτό που συναντούσαμε παλιότερα στις αγρύπνιες. Να βρουν τα όρια της αντοχής τους. Γιατί, έτσι κι αλλιώς, τα πρόσωπα όλα είναι ένα πρόσωπο. Ο ήρωάς του σε κατάσταση ακραία.
Ποιος είναι ο ήρωας αυτός;
Τ.Τ.: Ο ίδιος. Σηματοδοτεί ότι είναι ένας ήρωάς του. Λέει όμως ότι καταρχάς τον αφορά ο άνθρωπος. Τους Χτίστες τούς έγραψε με αφορμή έναν ταξιτζή. Μέσα από πολλές επεξεργασίες, μέσα από ένα παλίμψηστο, ο ταξιτζής γίνεται ο κήρυκας. Προσπάθησα μέσα από τη διαδικασία που ακολουθήσαμε να δω τι σημαίνει ο λόγος για καθέναν από τους έξι ηθοποιούς, που είναι έξι ερημιές, έξι μοναξιές, που προς το τέλος του έργου συναντιούνται.
Συναντούν τη μοναξιά του Χειμωνά;
Τ.Τ.: Νομίζω ναι. Τη μοναξιά τη δική τους, πρώτα απ' όλα. Γιατί ο Χειμωνάς ανακαλεί μνήμες. Υπάρχει ένα κομμάτι προσωπικής μνήμης που είναι πολύ συγκεκριμένο και συνειδητό, και υπάρχει μια άλλη μνήμη συλλογική.
Δεν τον απασχολεί πρωτίστως η σκοτείνια της ανθρώπινης μοίρας, μια «αυτιστική» πορεία προς τον θάνατο;
Τ.Τ.: Θέτει το πρόβλημα επικοινωνίας που δεν είναι επίπλαστο. Ο Χειμωνάς θεωρεί δεδομένο ότι δεν υπάρχει καμιά ελπίδα επικοινωνίας. Είναι το μέρος που πηγάζει από τον Μπέκετ, όμως με τη διαφορά ότι έχει ως τελευταίο απάγκιο τη γλώσσα. Θεωρώντας ότι ούτε μ' αυτή θα επικοινωνήσεις...
Β.Ρ.: Πρέπει να υπενθυμίσω εδώ ότι ως νευρολόγος-ψυχίατρος διερευνούσε τα κέντρα του εγκεφάλου όπου αναπτύσσεται η γλωσσική αφασία. Θεωρούσε, δε, ότι ο λόγος είναι ο κόσμος. Ότι η προβληματική κατάσταση του λόγου δείχνει και την προβληματική κατάσταση του ανθρώπου.
Τ.Τ.: Από την άλλη υπάρχει και μια αθωότητα. Υπάρχουν στιγμές που ο ίδιος ο λόγος, παρόλη την πυκνότητά του, έχει στιγμές μαγικές, όπου νιώθεις πραγματικά το βλέμμα ενός άδολου παιδιού. Τη στιγμή που τελειώνουν όλα μπορεί και βλέπει μέσα στο απέραντο σκοτάδι ένα μικρό φως. Που κι αυτό δεν είναι ελπίδα. Δεν έχει να περιμένει τίποτα από αυτό, ουσιαστικά η οδύνη του ανθρώπου, παρόλη τη φιλοσοφία, την επιστήμη, δεν λύθηκε. Ο Χειμωνάς μού θυμίζει τον Οιδίποδα μετά τη τύφλωση. Αισθάνομαι ότι φτάνει σε ένα βαθμό αυτογνωσίας, πραγματικά. Αυτό εμάς, ως ομάδα, μας πρόσφερε ένα πολύτιμο ταξίδι. Κάτι μας αναμόχλευσε που δεν μπορούμε να το αρθρώσουμε, εξού και ο τίτλος: «Ανείπωτο».
σχόλια