Ήταν τα χρόνια της αστικής αθωότητας. Μέχρι την εκπνοή του 19ου αιώνα η παραδοσιακή ελληνική φορεσιά είχε αντικατασταθεί από την ευρωπαϊκή, η Αθήνα είχε μεταμορφωθεί σε σύγχρονη πρωτεύουσα με νεοκλασικές κατοικίες, το ηλεκτρικό ρεύμα επεκτεινόταν στην πόλη, το «λαμπρόν βουλεβάρτον Κηφισίας» (η σημερινή λεωφόρος Βασ. Σοφίας) δεντροφυτευόταν μέχρι τους Αμπελόκηπους. Νέα τοπόσημα οριοθετούσαν τη φυσιογνωμία της μητρόπολης: Ακαδημία, Εθνική Βιβλιοθήκη, Σχολή Ευελπίδων, Αρχαιολογικό Μουσείο, Ζάππειο Μέγαρο, Ευαγγελισμός. Στο Δημοτικό Θέατρο θα εμφανιζόταν έως και η αυτής μεγαλειότης του θεάματος Σάρα Μπερνάρ, ενώ οι εφημερίδες έδιναν χώρο σε διαφημίσεις ευρωπαϊκών εισαγόμενων ειδών.
Ήταν τα χρόνια του Χαρίλαου Τρικούπη. Για τους άσπονδους εχθρούς του ήταν ο Πετρέλαιος, ο Φορομπήχτης, ο Μογγόλος, ο Ξένος, ο Άγγλος, το εγγλέζικο κεφάλι και ο Μιλόρδος. Σε κάθε περίπτωση, ο πρωθυπουργός των μεγάλων δανείων, των φόρων και της πτώχευσης. Για τους ορκισμένους φίλους του ήταν ο πρωθυπουργός του εκσυγχρονισμού, των νομοθετικών αλλαγών, της οργάνωσης του στρατού, της ενίσχυσης του στόλου, των μεγάλων δημόσιων έργων και των σιδηροδρόμων.
«Μέσα σε αυτή την κινητικότητα της ελληνικής κοινωνίας, μόνον η θέση της γυναίκας δεν φαίνεται να αλλάζει» γράφει η ιστορικός Λύντια Τρίχα στην εξαντλητική βιογραφία της για τον πολιτικό (εκδ. Πόλις, 2016). «Ακόμη και προοδευτικοί και φιλελεύθεροι άνδρες συμφωνούσαν με τον αποκλεισμό των γυναικών από το δικαίωμα του εκλέγειν, πόσο μάλλον του εκλέγεσθαι... Ο ίδιος ο Τρικούπης λέγεται πως πίστευε ότι οι γυναίκες ήταν παντελώς άσχετες με την πολιτική, εξαιρώντας, προφανώς, την αδελφή του, που ήταν ο στυλοβάτης του κόμματός του».
Όταν λέμε «παπαγάλος», εννοούμε την πλευρά του εαυτού που συνδέεται με τη φύση, την αθωότητα, αυτό από το οποίο προερχόμαστε. Την πλευρά εκείνη του εαυτού μας, τη σκοτεινή και αγνοημένη –την παραμελημένη–, που καταλύει την επιβεβλημένη ηθική. Αυτό το βρίσκουμε στα παιδιά και στα ζώα.
Ο κόσμος της Σοφίας
Η Σοφία Τρικούπη είναι ένας κόσμος χωριστά για τον Χαρίλαο, αλλά και για την εποχή της. Το τέταρτο και τελευταίο παιδί του Σπυρίδωνα και της Αικατερίνης Τρικούπη γεννιέται στις 18 Απριλίου 1837 στο Λονδίνο. Στην αγγλική πρωτεύουσα –και με ένα διάλειμμα στο Παρίσι– παίρνει τη μόρφωση που αντιστοιχεί στην κόρη του Έλληνα πρεσβευτή. Μεγαλωμένη στους κήπους του Μπάκιγχαμ, συναναστρέφεται τους κύκλους της οικογένειάς της και γνωρίζει νωρίς όλες τις σημαντικές προσωπικότητες της εποχής: Βίσμαρκ, Ντισραέλι, Τένισον, τον Τσάρο Νικόλαο, ακόμη και τον Ανδρέα Κάλβο που ζούσε τότε στην Αγγλία.
Ακολουθώντας αναπόφευκτα τον άγραφο νόμο της πατριαρχίας που κυριαρχεί (και) στη σφαίρα της διεθνούς διπλωματίας, οι δύο άνθρωποι με τους οποίους θα συνδέσει τη δική της πορεία είναι ο πατέρας και ο αδερφός της. Με τον πρώτο θα αλλάζουν συνεχώς τόπο διαμονής μεταξύ Αγγλίας και Γαλλίας μέχρι τον Ιανουάριο του 1862, οπότε η ευαίσθητη υγεία του 74χρονου Σπυρίδωνα Τρικούπη υποχρεώνει την οικογένεια να επιστρέψει οριστικά στο θερμό κλίμα της Αθήνας και της Αίγινας, όπου διατηρούν εξοχικό. Με τον δεύτερο θα αποχαιρετιστούν προσωρινά, καθώς ο Χαρίλαος αναλαμβάνει τη διεύθυνση της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο ως επιτετραμμένος. Θα ταυτίσει, ωστόσο, την υπόλοιπη ζωή της με εκείνη του αδερφού της, όταν ο τελευταίος κατεβαίνει στον εκλογικό στίβο – για πρώτη φορά το 1865. Στα επόμενα 30 χρόνια ο ελληνικός λαός θα κληθεί στις κάλπες συνολικά δεκατέσσερις φορές. Ο Τρικούπης θα συμμετάσχει στις 13 – αρνούμενος να θέσει υποψηφιότητα μόνο το 1874. Και η Σοφία θα βρίσκεται μονίμως κοντά του, θυσιάζοντας την προσωπική της διαδρομή στον βωμό της άνευ όρων αδελφικής λατρείας: είτε ως γραμματέας είτε ως συμπαραστάτρια σε πικρίες και απογοητεύσεις.
Μαζί θα μείνουν σε νοικιασμένα σπίτια, εφόσον ο ίδιος δεν θα αγοράσει ποτέ δικό του. Αρχικά, τη δεκαετία του 1870, στην οικία Σαρόγλου, πέριξ της πλατείας Ομονοίας. Αργότερα, από το 1883 μέχρι τον θάνατό του (το 1896, τις ημέρες των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων) στην οικία Νικήτα της οδού Ακαδημίας 54. «Στον πρώτο όροφο ήταν το σαλόνι, που στα χρόνια της μεγάλης του ακμής ήταν ανοιχτό από το πρωί ως το βράδυ για τους πολιτικούς του φίλους, τους οποίους δεχόταν εκεί η Σοφία» αναφέρει η Λύντια Τρίχα.
«Αγχίνοια ου τυχούσα διά πτηνόν»
Δίπλα στο σαλόνι υπήρχε ένα δωμάτιο που αποκαλούνταν «μικρό καπνιστήριο», όπου κυκλοφορούσε ένας παπαγάλος, δώρο ενός θαυμαστή του Τρικούπη. Για το πουλί αυτό, το οποίο υπεραγαπούσε, η Σοφία Τρικούπη θα γράψει το αφήγημα Ο Παπαγάλλος μου, με αφορμή τον θάνατό του το 1903: «Από της χθες δεν έχω πλέον τον Παπαγάλλον μου όστις ήτο μετ' εμού επί τόσα και τόσα έτη. Όσοι δεν ησθάνθησαν την προς τα ζώα και τα πτηνά αγάπην βεβαίως θα θαυμάσωσι πώς γεγονός τόσο ασήμαντον με συγκινεί και με θλίβει, αλλ' ο Παπαγάλλος ούτος έχει δι' εμέ ιστορίαν όλην. Συνεμερίσθη ημέρας χαράς και λύπης, έτυχε περιποιήσεων παρ' αυτού του Αδελφού μου, και τώρα εν τω μονήρει βίω μου υπήρξε σύντροφος και παρηγορία».
Το σπάνιο αυτό κείμενο, που εκδόθηκε από τη Βιβλιοθήκη της Βουλής, είναι μια ξανακερδισμένη υποσημείωση της νεότερης ελληνικής Ιστορίας. Η Σοφία Τρικούπη γράφει για τον γκρίζο αφρικανικό παπαγάλο, αλλά ταυτόχρονα αποθησαυρίζει στιγμιότυπα από τη ζωή του αδερφού της, εξιστορεί συνήθειες των Τρικούπηδων, όπως και ανεκδοτολογικά περιστατικά της πολιτικής ζωής. Ο ανθρωπομορφισμός είναι το κυρίαρχο μοτίβο μέσα σ' αυτό το άγνωστο εν πολλοίς αφήγημα: «Ήτο όχι μόνον ευφυές αεικίνητον, ζωηρόν, εύμορφον αλλ' είχε και αγχίνοιαν ου την τυχούσαν διά πτηνόν. Πολλάκις μοι εδόθη αφορμή να θαυμάσω την νοημοσύνην του, και πολλάκις μοι εφαίνετο παράδοξον πώς ένα τόσον μικροσκοπικόν κεφαλάκι εδύνατο να συναρμολογή σκέψεις ορθότερον πολλών ανθρώπων». Και παρακάτω: «Όταν μ' έβλεπε φέρουσαν την μαύρην σκέπην προ του προσώπου μου, μεταβαίνουσαν εις ή επανακάμπτουσαν του κοιμητηρίου, εστενοχωρείτο προφανώς και έστρεφε προς με εταστικά και απελπιστικά βλέμματα, μη εννοών τι συμβαίνει, άμα δε απεκαλυπτόμην η χαρά του ήτο μεγίστη και έσπευδε προς με».
Μέχρι την ημέρα που χάνει την αγαπημένη της συντροφιά, η Σοφία Τρικούπη έχει αποχαιρετήσει τα τρία αγαπημένα της πρόσωπα: τη μητέρα της το 1871 στην Αίγινα, τον πατέρα της το 1873 και τον αδερφό της στις Κάννες τον Απρίλιο του 1896. Η επιθανάτια θλίψη συμβαδίζει σε όλο το αφήγημα με τη νοσταλγία της επιβίωσης. Η Σοφία αποτελεί τη μνήμη των Τρικούπηδων στο γύρισμα του 19ου προς τον 20ό αιώνα. Και κατά κάποιον τρόπο η συναναστροφή με τον παπαγάλο τη συνδέει με τα περασμένα πάθη της ζωής της. Δεν αποχαιρετούσε μόνο αυτόν στις 30 Αυγούστου του 1903, οπότε καταλήγει τη διήγησή της: «Εις τας μικράς λύπας το γράφειν προσφέρει... ανακούφισιν, και ως εκ τούτου κατέφυγον και εγώ εις την εξιστόρησιν των προσόντων του Παπαγάλλου μου, όπως παύσω αναζητούσα αυτόν απαύστως τας πρώτας ταύτας ημέρας της στερήσεώς του στερήσεως πολύ μεγαλυτέρας παρ' ότι δύναται ο τυχών να φαντασθή».
Το κείμενο αυτό μετατρέπει σε θεατρική μινιατούρα η Άννα Κοκκίνου στο θέατρο Σφενδόνη και, ειδικά για την περίσταση, μοιράζεται τις σκέψεις της γι' αυτό το σπάνιο κείμενο.
— Πότε και πώς ανακαλύψατε πρώτη φορά το κείμενο της Σοφίας Τρικούπη;
Άκουσα να το αναφέρουν ένα βράδυ φίλοι μου που είχαν χάσει τη γάτα τους που την αγαπούσαμε – τους το είχε χαρίσει μια φίλη μας για να παρηγορηθούν. Η Σοφία Τρικούπη το έγραψε το 1903 για τον θάνατο του παπαγάλου της και αυτό που με κέντρισε αμέσως ήταν πώς μια ισχυρή προσωπικότητα σαν αυτήν –και μάλιστα πολιτική– μπορούσε να γράψει ένα τόσο συγκινητικό κείμενο για την απώλεια. Μαγεύτηκα με το θέμα, μεγάλωσε μέσα μου και θέλησα να κάνω κάτι με αυτό. Και δουλέψαμε πολύ ωραία με τον Νίκο, τον Δημήτρη και την Αγγελική! Το προχωρήσαμε κι άλλο.
— Ποιο συναίσθημα της Σοφίας Τρικούπη κρύβεται, σύμφωνα με τη δική σας ματιά, πίσω από τον Παπαγάλλο;
Το πρώτο ερώτημα που προέκυψε όταν καταπιαστήκαμε με το κείμενο της Σοφίας Τρικούπη ήταν «τι είναι ο παπαγάλος»; Εμείς, όταν λέμε «παπαγάλος», εννοούμε την πλευρά του εαυτού που συνδέεται με τη φύση, την αθωότητα, αυτό από το οποίο προερχόμαστε. Την πλευρά εκείνη του εαυτού μας, τη σκοτεινή και αγνοημένη –την παραμελημένη–, που καταλύει την επιβεβλημένη ηθική. Αυτό το βρίσκουμε στα παιδιά και στα ζώα.
— Διακρίνετε και μια αίσθηση χιούμορ ή ειρωνείας απέναντι στη ζωή μέσα στο κείμενο;
Η Σοφία Τρικούπη διέθετε μεγάλη μόρφωση και καλλιέργεια. Η γραφή της δείχνει έναν άνθρωπο ιδιαίτερα διαβασμένο –με ισχυρή σκέψη και μεγάλη αίσθηση του χιούμορ–, με μεγάλη λεπτότητα και πρωτοτυπία. Καθώς είχε γεννηθεί και μεγαλώσει στο Λονδίνο και λόγω της ιδιότητας του πατέρα της Σπυρίδωνα, που ήταν πρέσβης της Ελλάδας, είχε συναναστραφεί όλη την αφρόκρεμα του Λονδίνου, αφομοίωσε την αγγλική εκζήτηση και το φλέγμα! Αυτό της επέτρεψε να αντιμετωπίσει τους Έλληνες.
— Ο ανθρωπομορφισμός είναι κυρίαρχος στις περιγραφές του παπαγάλου. Συμφωνείτε ότι η Τρικούπη δεν αποχαιρετά μόνο τον παπαγάλο αλλά και μια ολόκληρη εποχή;
Ένα μεγάλο τμήμα του βιβλίου της αναφέρεται στον αδερφό της, τον Χαρίλαο Τρικούπη, που είχε πεθάνει ήδη επτά χρόνια νωρίτερα. Ζούσαν στο ίδιο σπίτι –καθώς δεν είχε παντρευτεί ούτε ο ένας ούτε ο άλλος– και ο παπαγάλος είχε ενεργό συμμετοχή στη κοινή πολιτική τους ζωή. Η Σοφία ήταν το δεξί χέρι του Τρικούπη και είχε λατρεία στον αδερφό της. Ναι, υπάρχει πολλαπλός αποχαιρετισμός, αλλά συγχρόνως αποχαιρετά και το κομμάτι εκείνο του εαυτού της που ήταν όλη της η ζωή, η παθιασμένη αφοσίωση στο ιδανικό «οικογένεια Τρικούπη - Ελλάδα», του οποίου ο Χαρίλαος ήταν ο τελευταίος κρίκος. Και ο παπαγάλος της ο πιο τελευταίος!
— Ποια είναι ίσως η δυσκολία όταν μεταφέρει κανείς τον Παπαγάλλο στη θεατρική συνθήκη;
Αυτό που πάντα έχει ενδιαφέρον είναι πώς θ' αποφύγει κανείς την περιγραφή και θα βρει τον τρόπο ν' ακουστούν «οι πατημασιές που αντηχούν στο μνημονικό./ Κάτω στο δρομάκι που δεν ακολουθήσαμε./ Κατά την πόρτα που ποτέ δεν ανοίξαμε./ Προς τη μεριά του ροδόκηπου».
Info
Σοφίας Τρικούπη: «Ο Παπαγάλλος μου» (1903)
Έναρξη παραστάσεων: 28 Απριλίου 2017
Σκηνοθεσία: Άννα Κοκκίνου
Δραματουργική επεξεργασία: Νίκος Φλέσσας, Άννα Κοκκίνου
Σκηνικά: Δημήτρης Ταμπάκης. Κοστούμια: Δέσποινα Μακαρούνα
Κίνηση: Αγγελική Στελλάτου
Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα
Μουσική: Στέλλα Γαδέδη
Επεξεργασία ήχων: Μηνάς Εμμανουήλ
Φωτογραφίες / Concept: Θάνος Σαμαράς
Περούκα: The Witch of Capri
Βοηθός σκηνοθέτη: Αλκίνοος Δωρής
Παίζουν: Άννα Κοκκίνου, Μαρίζα Θεοφυλακτοπούλου, Θοδωρής Θεοδωρακόπουλος
Τιμές εισιτηρίων: 15 ευρώ (κανονικό), 10 ευρώ (φοιτητικό, ανέργων)
Παραστάσεις: Τετ.-Σάβ. 21:00, Κυρ. 19:00
Τιμές εισιτηρίων: €10-15
Θέατρο Σφενδόνη: Μακρή 4, Μακρυγιάννη, 215 5158968
Θέατρο Σφενδόνη
Μακρή 4, Μακρυγιάννη, Αθήνα
Τηλέφωνο ταμείου: 215 5158968, 14:00-21:00