«Ο θείος Βάνιας»: Τι απομένει όταν πεθάνουν οι ψευδαισθήσεις;

«Ο θείος Βάνιας»: Τι απομένει όταν πεθάνουν οι ψευδαισθήσεις; Facebook Twitter
Εκεί ακριβώς έγκειται η ιδιοφυής πρωτοτυπία του Δημήτρη Καραντζά: ότι είδε όλους τους χαρακτήρες του έργου σαν έναν. Σαν κομμάτια του ίδιου χαρακτήρα. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα
0

Ποιος θ’ απλώσει μια γέφυρα σωτηρίας πάνω από τη σούπα σπαραγγιών; Ποιος θα τινάξει τα ψίχουλα που τσιμπούν τα δάχτυλά μας; Ποιος θα μας σώσει απ’ αυτό το ατέλειωτο δείπνο προσβολών, σαρκασμών και μικροπρέπειας;

Μια οικογένεια κάθεται στο τραπέζι, κι ενώ μασούν μηχανικά το αφράτο ψάρι, οι ζωές τους αθόρυβα καταρρέουν, θα λέγαμε, παραφράζοντας τη γνωστή ρήση του Τσέχοφ, η οποία φαίνεται να ενέπνευσε τόσο τη σκηνογραφία όσο και τη σκηνοθεσία του Θείου Βάνια που φιλοξενείται στο θέατρο Προσκήνιο.

Το τραπέζι της Μαρίας Πανουργιά είναι μεγάλο σαν χώρα που απλώθηκε και κατάπιε όλες τις άλλες χώρες. Όπου κι αν πάνε οι κάτοικοι αυτής της χώρας θα βρίσκονται πάντοτε στο ίδιο μέρος: δεν υπάρχουν σύνορα για να διασχίσουν, δεν υπάρχει οδός.

Υπάρχουν μόνον είκοσι τέσσερις καρέκλες, όσες και οι μονότονες ώρες μιας μέρας που περνά (ή δεν περνά) στο κτήμα του θείου Βάνια και της Σόνιας. Σε αυτές κάθονται ένας ένας οι ήρωες του δράματος. Μετακινούνται συχνά, όμως δεν αλλάζουν «θέση». Μασουλάνε, συζητάνε –τα μικρά και τα μεγάλα–, πίνουν τσάι, βότκα, ενίοτε τους πιάνει λόξυγγας ή μια ακατανόητη παρόρμηση να γλείψουν το γλάσο του γλυκού. Κι ενώ κάνουν όλα αυτά που περιμένουμε να κάνουν, ταυτόχρονα κάτι άλλο, κάτι παράξενο νιώθουμε να συμβαίνει με τούτους τους τσεχοφικούς συνδαιτυμόνες.

Καμία άλλη στιγμή δεν παράγει τόσο θόρυβο όσο εκείνη. Για δύο ώρες αυτό παρακολουθούμε επί σκηνής, αυτήν τη διεσταλμένη στιγμή: τις ύλες που μετατοπίζονται και τις κραυγές που γεννιούνται, όταν το Είναι στέκεται έξαλλο και αντιστέκεται ολόκορμο στην απώλεια των ψευδαισθήσεών του.

Γιατί, καίτοι καθηλωμένοι, δεν δείχνουν παραιτημένοι. «Η ζωή είναι βαρετή, ανόητη, βρομερή... σε ρουφάει στο τέλμα της», λέει ο Άστροφ, αλλά εμείς, επί σκηνής, δεν βλέπουμε ρουφηγμένους ανθρώπους, τσακισμένους από την περιρρέουσα ανοησία, ανία ή δυσωδία. Κάθε άλλο. Μια τεντωμένη χορδή διαπερνά το σώμα τους. Πάλλονται συντονισμένοι στην ίδια συχνότητα, η ίδια ένταση ταλανίζει τις φωνές τους. Μοιάζουν τόσο πολύ συναισθηματικά, ώστε δυσκολευόμαστε να τους ξεχωρίσουμε, λες και ο σκηνοθέτης «έσβησε» τα ιδιαίτερα γνωρίσματα του καθενός κι εμείς δεν μπορούμε πια να πούμε, αν μας το ζητούσε κάποιος πεισματικά, σε τι διαφέρει ο Βάνιας από την Ελένα ή από τον Άστροφ ή από τη Σόνια, σαν, από ερμηνευτικής άποψης, ο ένας να μπορούσε να είναι η άλλη, και σαν η άλλη να μπορούσε να πάρει τη θέση του ενός, και τίποτε δεν θα μεταβαλλόταν στο ψυχικό ηχόχρωμα της παράστασης.

«Ο θείος Βάνιας»: Τι απομένει όταν πεθάνουν οι ψευδαισθήσεις; Facebook Twitter
Η Ηρώ Μπέζου ως Σόνια και Χρήστος Λούλης στον ρόλο του Βάνια. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Μα και το ψυχικό ηχόχρωμα της παράστασης μοιάζει να είναι μονότονο, μονίμως σε κρεσέντο, ένα κρεσέντο που εκδιπλώνεται σε αλλεπάλληλους κυματισμούς, ξέφρενους, που καταπίνουν τη δράση, καθιστούν τα γεγονότα, τα πρόσωπα, τα σώματα εναλλάξιμα, και, τέλος πάντων, τι είδους παράσταση είναι αυτή όπου ο σκηνοθέτης αψηφά τα παραδοσιακά δομικά και δραματουργικά υλικά, αρνείται το χτίσιμο των χαρακτήρων, της πλοκής, των αντιθέσεων και στέκεται εμμονικά προσηλωμένος σε ένα αδιάπτωτο, αδιάλειπτο, αδιαπραγμάτευτο, σαρωτικό Αίτημα;

Εκεί ακριβώς έγκειται η ιδιοφυής πρωτοτυπία του Δημήτρη Καραντζά: ότι είδε όλους τους χαρακτήρες του έργου σαν έναν. Σαν κομμάτια του ίδιου χαρακτήρα. Δεν έχουμε εδώ, όπως συνήθως, πολλά και διαφορετικά υποκείμενα, αλλά ένα, τεμαχισμένο, που διαθλάται μανικά και καταλαμβάνει διαδοχικά όλες τις πιθανές θέσεις στον ασφυκτικά περιφραγμένο χώρο, διαμαρτυρόμενο και παλλόμενο μέχρι τελικής πτώσης.

Δεν είναι μόνο τα κάδρα που ολοένα μικραίνουν, τ’ αποφάγια που στοιβάζονται και τα ινδάλματα της νιότης που ξεθωριάζουν. Δεν είναι η ζέση της χειρωνακτικής εργασίας που αδυνατεί πλέον να ξεγελάσει τη μοναξιά... Είναι ότι μέσα σε μια στιγμή ράγισε η πυκνότητα του χρόνου. Μέσα σε μια στιγμή κάηκε το δάσος, μέσα σε μια στιγμή κατέφθασε το γήρας, μέσα σε μια στιγμή πέθανε ο έρωτας και η δυσωδία της ποδάγρας πλημμύρισε το δωμάτιο.

Καμία άλλη στιγμή δεν παράγει τόσο θόρυβο όσο εκείνη. Για δύο ώρες αυτό παρακολουθούμε επί σκηνής, αυτήν τη διεσταλμένη στιγμή: τις ύλες που μετατοπίζονται και τις κραυγές που γεννιούνται, όταν το Είναι στέκεται έξαλλο και αντιστέκεται ολόκορμο στην απώλεια των ψευδαισθήσεών του. Γιατί είναι αβάσταχτος ο πόνος που φέρνει το γκρέμισμά τους και μεις θα κάνουμε το παν να τις κρατήσουμε ζωντανές. Θα επιστρατεύσουμε όλες τις δυνάμεις της επανάληψης και της καθήλωσης, προκειμένου να μη χαθεί το νόημα, το όποιο νόημα, θλιβερό κι ανεπαρκές αλλά πάντοτε προτιμότερο από το άλλο, το άγνωστο, το μη εξημερωμένο.

θεοδώρα τζήμου Facebook Twitter
Η όμορφη Έλενα της Θεοδώρας Τζήμου πνίγεται στην ανημπόρια της, στα σκοτεινά νερά της παραλυμένης επιθυμίας της: γονατισμένη πάνω στο τραπέζι σαν πουλί με σπασμένη τη φτερούγα του. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

«Το αίσθημά μου χάνεται άδικα, σαν ηλιαχτίδα που πέφτει σ’ έναν λάκο, και χάνομαι κι εγώ», θρηνεί ο σπαρακτικός Βάνιας του Χρήστου Λούλη, έμπλεος οδύνης, σαρκασμού και αγανάκτησης απέναντι σε ένα παρελθόν που ξεγλίστρησε αθόρυβα και σ’ ένα παρόν που δεν υπακούει, δεν εκπληρώνει, δεν ικανοποιεί. Η συνειδητοποίηση της αυτο-εξαπάτησης δεν αντέχεται. Μήπως το μέλλον κρατάει το μυστικό; «Αυτοί που θα ζήσουν εκατό, διακόσια χρόνια μετά από μας θα μας θυμούνται;» αναρωτιέται ο ασύχαστα φλεγόμενος Άστροφ του Φιντέλ Ταλαμπούκα, ρομαντικός και κυνικός, με ίσο πάθος, και την αγάπη να τον απαρνιέται ακατανόητα, βυθίζοντάς τον εκ νέου στα βάθη της πραγματικότητας.

Μα και η συγκρατημένη Σόνια της Ηρώς Μπέζου επιχειρεί κι αυτή τη στιγμιαία υπέρβαση: στα τραπέζια σκαρφαλώνει, στα τέσσερα προχωράει, σαρώνει στο διάβα της πιάτα, τσαγερά και κουταλάκια, αρπάζει με τις χούφτες το ζελέ φρούτων, βουτάει στις τούρτες, στριφογυρίζει σαν ζώο, πανικόβλητη και πυρπολημένη από την –καταδικασμένη, το ξέρει– επιθυμία της για έναν άντρα που την περιφρονεί έξι χρόνια τώρα.

Κι εκείνη που όλοι την πολιορκούν, που όλοι την ερωτεύονται και την αναγορεύουν σε μάγισσα, σε ξωτικό και σε σωτήρα τους, πόσο ν’ αντέξει την πίεση της εμποδισμένης και σπαταλημένης λαχτάρας της; Η όμορφη Έλενα της Θεοδώρας Τζήμου πνίγεται στην ανημπόρια της, στα σκοτεινά νερά της παραλυμένης επιθυμίας της: γονατισμένη πάνω στο τραπέζι σαν πουλί με σπασμένη τη φτερούγα του φωνάζει «έλεος! Πάρτε με από αυτή την κόλαση», όπου οι τοίχοι δεν έχουν ποτέ ένα σταθερό χρώμα και τα φαγητά δεν είναι ποτέ αρκετά να ταΐσουν τους πεινασμένους, και ούτε καν ένας πυροβολισμός δεν δύναται ν’ ανατρέψει τη στασιμότητα, να διαπεράσει τη σάρκα, να παραγάγει μια κατακλυσμιαία ανατροπή.

«Ο θείος Βάνιας»: Τι απομένει όταν πεθάνουν οι ψευδαισθήσεις; Facebook Twitter
Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Τι απομένει όταν πεθάνουν οι ψευδαισθήσεις; Τι είναι αυτό που μας αντικρίζει και μας καλεί να το αντικρίσουμε κι εμείς; Γιατί νιώθουμε τόσο εξαντλημένοι από τη μάχη; Και πώς, αχ πώς να πορευτούμε τώρα που αντιληφθήκαμε ότι ήταν όλα μάταια; Το Συμβάν έρχεται ακάλεστο στο δείπνο και θρυμματίζει τα πάντα, σπάει την κανονικότητα, την πλήξη, την αδράνεια της παγιωμένης ταυτότητας, αφήνοντας τα ίχνη του στον ψυχισμό με απροσδιόριστες, αρχικά, συνέπειες. Χρειάζεται χρόνος για την αποδοχή της νέας κατάστασης πραγμάτων.

Εκεί, σε αυτό το μεταίχμιο, σταματά το κείμενο του Τσέχοφ, αυτό μας καλεί να αφουγκραστούμε η τελευταία του σκηνή, με τους ήρωες, απότομα προσγειωμένους στο «μετά», να προσπαθούν να αναπνεύσουν ενόσω διαισθάνονται ότι τίποτα δεν θα είναι ίδιο όπως «πριν». Πόσα έχουν αλλάξει, ακόμη κι όταν τίποτα δεν φαίνεται να έχει αλλάξει... Κι εδώ έγκειται νόμιζω η βασική αδυναμία αυτής της κατά τα άλλα συναρπαστικής και συγκινητικής παράστασης: ότι, δηλαδή, τίποτα στον τόνο των φωνών δεν φανερώνει αυτήν τη νέα εποχή στην οποία έχουν εισέλθει πλέον οι ήρωες. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε, κι όμως θα συνεχίσουμε, θα έλεγε καιρό μετά ο Μπέκετ. Θα συνεχίσουμε με όλη τη γνώση, τη θλίψη και τη στωικότητα που μας κληροδότησε το Συμβάν. Δεν έχουμε να κάνουμε με έναν πλήρη κύκλο, δεν επιστρέφουμε στην αρχική «σκηνή», δεν καθόμαστε ακριβώς στις ίδιες θέσεις. Υπάρχει διαφορά μέσα στη φαινομενική επανάληψη. Και το κρίσιμο μέγεθος αυτής της διαφοράς διέφυγε, νομίζω, τη σκηνοθεσία. Ας είναι: εισπράξαμε τόσο πολλά και τόσο πολύτιμα, ώστε μπορούμε τώρα να συνεχίσουμε αναπτερωμένοι, με τον λόγο του Τσέχοφ εκ νέου νοηματοδοτημένο στην ψυχή μας... 

«Ο θείος Βάνιας»: Τι απομένει όταν πεθάνουν οι ψευδαισθήσεις; Facebook Twitter
Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Δείτε ημέρες και ώρες παραστάσεων για τον «Θείο Βάνια» του Άντον Τσέχοφ σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ηow to resuscitate a dinosaur/ Έι, Romeo, πώς δίνεις το φιλί της ζωής σε έναν δεινόσαυρο;

Guest Editors / «Ο Καστελούτσι σκηνοθετεί μια υπόσχεση· και κάνει τέχνη εκκλησιαστική»

«Πέρασαν μέρες από την πρώτη μου επαφή με τη Βερενίκη. Μάντρωσα ένα κοπάδι σκέψεις» – ο Κυριάκος Χαρίτος γράφει για μια από τις πολυσυζητημένες παραστάσεις της σεζόν, που ανέβηκε στη Στέγη.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΙΤΟΣ
Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Θέατρο / Onassis Dance Days 2025: Ένας ύμνος στα αδάμαστα σώματα

Ένα νέο, αλλιώτικο σύμπαν για τον «χορό» ξεδιπλώνεται από τις 3 έως τις 6 Απριλίου στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, μέσα από τα πρωτοποριακά έργα τεσσάρων κορυφαίων Ελλήνων χορογράφων και του διεθνούς φήμης Damien Jalet.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κώστας Νικούλι

Θέατρο / «Μπορώ να καταλάβω το πώς είναι να νιώθεις παρείσακτος»

Ο 30χρονος Κώστας Νικούλι μιλά για την πορεία του μετά το «Ξενία» που του χάρισε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου ηθοποιού όταν ήταν ακόμα έφηβος, για το πόσο Έλληνας νιώθει, για την πρόκληση του να παίζει τρεις γκέι ρόλους και για το πόσο τον έχει αλλάξει το παιδί του.
M. HULOT
Μέσα στον θησαυρό με τις εμβληματικές φορεσιές της Δόρας Στράτου

Θέατρο / «Κάποτε έδιναν τις φορεσιές για έναν πλαστικό κουβά, που ήταν ό,τι πιο μοντέρνο»

Μια γνωριμία με τη μεγάλη κληρονομιά της Δόρας Στράτου μέσα από τον πλούτο αυθεντικών ενδυμάτων που δεν μπορούν να ξαναραφτούν σήμερα και συντηρούνται με μεγάλο κόπο, χάρη στην αφοσίωση και την εθελοντική προσφορά μιας ομάδας ανθρώπων που πιστεύουν και συνεχίζουν το όραμά της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Οι Αθηναίοι / Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Ανατρέποντας πολλά από τα στερεότυπα που συνοδεύουν τους ανθρώπους με αναπηρία, η Βασιλική Δρίβα περιγράφει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε αλλά και τις χαρές, και μπορεί πλέον να δηλώνει, έστω δειλά, πως είναι ηθοποιός. Είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ξαναγράφοντας τον Ίψεν

Θέατρο / Ο Ίψεν στον Πειραιά, στο μουράγιο

«Δεν είναι εύκολο να είσαι ασυμβίβαστη. Όπως δεν είναι εύκολο να ξαναγράφεις τον Ίψεν» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Εχθρός του λαού» σε διασκευή και σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Βασιλακόπουλου.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Lifo Videos / «Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Η ηθοποιός Παρασκευή Δουρουκλάκη μιλά για την εμπειρία της με τον Πέτερ Στάιν, τις προσωπικές της μάχες με το άγχος και την κατάθλιψη, καθώς και για το θέατρο ως διέξοδο από αυτές.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Θέατρο / Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Από τον ρόλο της Μάσα στην πραγματική ζωή, από το Ηράκλειο όπου μεγάλωσε μέχρι τη ζωή με τους ανθρώπους του θεάτρου, από τον φόβο στην ελευθερία, η ζωή της Μαρίας Σκουλά είναι ένας δρόμος μακρύς και δύσκολος που όμως την οδήγησε σε κάτι δυνατό και φωτεινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Θέατρο / Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Μέσα από την εναλλαγή αφηγήσεων, εμπειριών, αναπαραστάσεων, χορού, βίντεο και ήχου, η παράσταση του Γιώργου Βαλαή αναδεικνύει τις διαφορές αλλά και τις συνδέσεις που υπάρχουν μεταξύ των δυο διαφορετικών γενεών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ρομέο Καστελούτσι: «Όπου παρεμβάλλεται το κράτος, δεν υπάρχει χώρος για τον έρωτα. Ο έρωτας είναι εναντίον του κράτους και το κράτος εναντίον του έρωτα».

Θέατρο / Ρομέο Καστελούτσι: «Πάντα κάποιος πολεμά τον έρωτα. Και οι εραστές είναι πάντα τα θύματα»

Ο σπουδαίος Ιταλός σκηνοθέτης, λίγο πριν επιστρέψει στην Αθήνα και στη Στέγη για να παρουσιάσει τη «Βερενίκη» του, μας μίλησε για τον έρωτα, τη γλώσσα και τη μοναξιά, την πολιτική και την ανυπέρβλητη Ιζαμπέλ Ιπέρ.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
CHECK How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της συστημικής ιστορίας

Θέατρο / How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της Iστορίας

Σκηνοθετημένη από έναν νέο δημιουργό, η παράσταση που βασίζεται στο τελευταίο κείμενο της Γλυκερίας Μπασδέκη επιχειρεί έναν διάλογο με μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ελληνικής ιστορίας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αγορίτσα Οικονόμου

Αγορίτσα Οικονόμου / «Πέφτω να κοιμηθώ και σκέφτομαι ότι κάτι έχω κάνει καλά»

Βρέθηκε να κυνηγάει το όνειρο της υποκριτικής, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο, αλλά με τη βεβαιότητα ότι δεν ήθελε ποτέ να μείνει με την απορία «γιατί δεν το έκανα;». Μέσα από σκληρή δουλειά και πολλούς μικρούς ρόλους, κατάφερε να βρει τον δρόμο της στην τέχνη, στον οποίο προχωρά και αισθάνεται τυχερή. Η Αγορίτσα Οικονόμου είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ 

Θέατρο / «Αν κλάψω με ένα έργο, είμαι σε καλό δρόμο»

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης, που έχει σκηνοθετήσει με επιτυχία δύο έργα φέτος, του Βιριπάγιεφ και της Αναγνωστάκη, εξηγεί γιατί τον ενδιαφέρουν τα κείμενα που μιλάνε στον άνθρωπο σήμερα, ακόμα κι αν σε αυτά ακούγονται ακραίες απόψεις που ενοχλούν και τον ίδιο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Να είσαι γκέι στη Νέα Υόρκη

Θέατρο / «Η Κληρονομιά μας»: Τι αποκομίσαμε από την εξάωρη παράσταση στο Εθνικό

«Μία ποπ queer saga, παραδομένη πότε στη μέθη των κοκτέιλ Μανχάταν και πότε στο πένθος μιας αλησμόνητης συλλογικής απώλειας» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το πολυβραβευμένο έργο του Μάθιου Λόπεζ, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τον Γιάννη Μόσχο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή ούτε αιρετική»

Θέατρο / «Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή, ούτε αιρετική»

Μετά την Ορέστεια του Στρίντμπεργκ και τις πρόβες για το έργο του Βασίλη Βηλαρά, η Λένα Κιτσοπούλου μιλάει για προσδοκίες και αποφάσεις, για επιτυχίες και απορρίψεις, για το «σύστημα» μέσα στο οποίο δουλεύει και για όλους εκείνους τους χαρακτηρισμούς που της αποδίδουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ