Η απελπισία μιας γυναίκας που τηλεφωνεί στον άντρα, ο οποίος την εγκαταλείπει. Το διασκεδαστικό λεκτικό παιχνίδι μιας ψεύτρας. Ο καταιγιστικός μονόλογος μιας απατημένης. Η ζωή μιας γυναίκας που μεγάλωσε μαθαίνοντας πώς να υποτάσσεται και να ετεροκαθορίζεται. Ένα απόσπασμα από τον Άμλετ. Μερικά προσωπικά θεατρικά κείμενα. Και στο βάθος ένα τρυφερό αφιέρωμα στην Έλλη Λαμπέτη. Με τη σιγουριά που απορρέει από την πολυετή σχέση με τον «καθοδηγητή» της Γιώργο Νανούρη, τις προσωπικές της αναζητήσεις ως αφετηρία και τις θεατρικές κατακτήσεις για οπλοστάσιο η Όλια Λαζαρίδου αναμετριέται με έξι διαφορετικούς ρόλους και κυρίως με τα νιάτα της.
Η σημαντική ηθοποιός πρωταγωνιστεί στην παράσταση Έξι φορές (σε σκηνοθεσία και φωτισμούς Γιώργου Νανούρη), στο Yποσκήνιο Β' της αίθουσας «Αλεξάνδρα Τριάντη» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών από τις 9 Οκτωβρίου. Ανατρέχοντας στον ατμοσφαιρικό κόσμο του Φελίνι και του Λιντς και στα σπουδαία κείμενα των Ζαν Κοκτό, Αύγουστου Στρίντμπεργκ, Αντόν Τσέχοφ και Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, ερμηνεύει έξι διαφορετικούς ρόλους σε μια δουλειά που τη γυρνά πίσω στο 1978. Εκείνη τη χρονιά η Έλλη Λαμπέτη ανέβαζε την ίδια παράσταση με τίτλο Έξι μονόπρακτα και η πρωτοεμφανιζόμενη τότε Όλια Λαζαρίδου έκανε την πρώτη της αθώα βουτιά στο θεατρικό σύμπαν πλάι στην κορυφαία ερμηνεύτρια.
Καλύτερο άνθρωπο σε κάνει ο αγώνας σου. Το θέατρο θα σου αποκαλύψει τις δυνατότητες που θα έχεις αν πραγματικά θελήσεις να μπεις στην περιπέτεια να μοχθήσεις. Αλλά από μόνο του δεν μπορεί να κάνει κανέναν καλύτερο.
Σήμερα, 43 χρόνια μετά, μπροστά στα μάτια του κοινού που θα βρεθεί στο Υποσκήνιο Β' του Μεγάρου η ηθοποιός στήνει μια παράσταση-αναφορά στη μαγεία και στην τέχνη του θεάτρου.
«Εν τέλει, φτιάξαμε μια σύνθεση που μοιάζει σαν ένα μικρό αφιέρωμα στο θέατρο. Δεν είναι όσο μεγαλόστομο ακούγεται. Περισσότερο μοιραζόμαστε τη χαρά που νιώθει ένα παιδάκι ‒και που έχω νιώσει κι εγώ‒ όταν χώνεται στην ντουλάπα της μαμάς, προβάρει τα ρούχα και αλλάζει ρόλους. Είναι σαν να παρακολουθείτε μια ψυχή που δοκιμάζει να πει το ίδιο πράγμα με έξι διαφορετικούς τρόπους και ρόλους. Μια πεταλουδίτσα που περιφέρεται και μπαίνει σε έξι διαφορετικά κοστούμια. Και χαίρομαι πολύ που το κάνω όλο αυτό με τον Γιώργο Νανούρη, γιατί νιώθω πως αγαπηθήκαμε από την πρώτη στιγμή που τον γνώρισα σε μια τηλεοπτική σειρά. Στα χρόνια που ακολούθησαν η φιλία μας κράτησε, μεγαλώσαμε, στηρίξαμε ο ένας τον άλλον στα δύσκολα. Ο Γιώργος έχει ένα καταπληκτικό ταλέντο, που λείπει από μένα: μιλάει με μια δική του γλώσσα σε ένα ευρύ κοινό. Ξέρει πώς να ετοιμάζει ευρείας αποδοχής παραγωγές, αλλά με καλά υλικά, όχι φτηνιάρικα. Διαπιστώνω, λοιπόν, πόσο καλή είναι η συνεργασία μας, διότι καμιά φορά εγώ τον φρενάρω κι εκείνος με ξεκλειδώνει».
— Από την πρώτη σας επαφή με τα «Έξι μονόπρακτα» τι θυμάστε;
Στον νου μου έρχεται μια απέραντη τρυφερότητα. Μόλις είχα τελειώσει τη σχολή και ήταν η πρώτη φορά που σήκωνα μια κουρτίνα και παρακολουθούσα έναν μαγικό πλανήτη, έχοντας μπροστά μου τον καλύτερο τελετάρχη, τον πιο μαγικό άνθρωπο, την Έλλη Λαμπέτη. Σε εκείνη την πρώτη παράσταση έκανα δύο πράγματα: μια «πλάτη» και τον άνθρωπο στον οποίο απευθυνόταν η Λαμπέτη όταν, στην Ανθρώπινη φωνή του Ζαν Κοκτό, μιλούσε στο ακουστικό. Καθόμουν στο καμαρίνι και έκανα ότι μιλούσα μαζί της. Είχε πολλή πλάκα να την ακούω να μου απευθύνεται με αυτούς τους θείους τόνους της φωνής της, χωρίς να τη βλέπω. Την παρακολουθούσα με πόση φυσικότητα ανταποκρινόταν σε αυτό, πώς έμπαινε στους ρόλους, πώς έβγαινε από τη σκηνή κι επέστρεφε ως ένα εντελώς διαφορετικό πρόσωπο. Μιλάμε για ρεσιτάλ ερμηνείας. Με τον Γιώργο Νανούρη έχουμε επιλέξει έναν άλλον τρόπο. Δεν κατεβαίνω από τη σκηνή, δεν έχω άλλους για συντροφιά και όλα γίνονται μπροστά στα μάτια των θεατών. Θέλαμε να βλέπει το κοινό ένα πνεύμα του θεάτρου το οποίο με απλότητα αλλάζει, μιλά, μεταμορφώνεται. Θέλουμε να έχει ελαφράδα η παράσταση, να μην είναι βαρύγδουπη. Κάτι ελαφρύ, με πρώτης τάξης υλικά.
— Τι σκεφτόσασταν για τη Λαμπέτη εκείνο το διάστημα;
Έβλεπα μια πολύπλοκη γυναίκα με πολλές στοές, διαδρόμους, πολλές εκπλήξεις αλλά και σκοτεινά σημεία. Ήταν τρομερά γοητευτικό και φοβερά αντιφατικό πρόσωπο. Μια αβυσσαλέα προσωπικότητα. Όταν ήμουν μικρή την είχα ως ιερό πρότυπο. Τώρα πια πέρασαν τα χρόνια και έχω χειραφετηθεί. Αυτό είναι το δώρο μεγαλώνοντας: γίνεσαι αυτό που είσαι. Ενώ, όταν είσαι μικρός, θέλεις να είσαι αυτό που ονειρεύεσαι.
— Σας αρέσει η πολυπλοκότητα στους ανθρώπους;
Είναι πολύ κουραστική. Εγώ προσπάθησα, αν και δεν είναι πάντα εφικτό, να απλοποιήσω τη δική μου. Θέλω το μέσα και το έξω μου να έρθουν όσο το δυνατόν πιο κοντά, να συμπορεύονται. Το να διατηρείς διαφορετικά πρόσωπα είναι πολύ μεγάλος κόπος. Νεαρότερη, η πολυπλοκότητα με γοήτευε και στα ερωτικά και στα προσωπικά και στα επαγγελματικά. Πλέον θέλω, αυτό που λένε, ο άλλος να έχει πρόσωπο σπαθί.
— Πριν αναφέρατε την ελαφράδα. Την έχετε ανάγκη;
Η ελαφρότητα είναι αρκετά παρεξηγημένη, γιατί μπορεί εύκολα να καταλήξει φθηνή, αλλά εγώ την αγαπώ και τη θεωρώ απολύτως απαραίτητη στη ζωή μας. Η ελαφράδα θέλει ελάχιστα υλικά και μέσα. Ωστόσο, για να μάθεις πώς να τολμάς να τα χρησιμοποιείς πρέπει να έχεις ωριμότητα. Παρότι ήμουν έτσι από μικρή, παραδέχομαι πως, όσο περνούν τα χρόνια, τόσο περισσότερο τολμώ. Όταν τελείωσα τη σχολή και άρχισα να φαντάζομαι τον εαυτό μου μέσα στο θέατρο, έπρεπε να διαλέξω με ποιους θα τασσόμουν. Εγώ, επειδή αγαπούσα αυτή την τέχνη, τάχθηκα με τους δύσκολους και τους ακριβούς. Σήμερα σκέφτομαι καμιά φορά πως τα «όχι» που έλεγα τότε ήταν από ρομαντισμό, δηλαδή από την ανάγκη μου να προστατεύσω κάτι που ήθελα να παραμείνει μέσα μου σπάνιο και ιερό. Ήταν όμως «όχι» που κόστιζαν διαμερίσματα, καλή ζωή, ταξίδια. Τότε η άρνηση κόστιζε αρκετά λεφτά. Όμως, καθώς δεν είχα παιδιά να θρέψω κι επειδή δεν ήμουν στον δρόμο, μπόρεσα να ακολουθήσω την τέχνη μου χωρίς να χρειαστούν τεράστιοι συμβιβασμοί και εκπτώσεις. Αυτή είναι μια μεγάλη τύχη της ζωής μου.
— Σας αρέσει να εξιδανικεύετε τις καταστάσεις;
Έχω ανάγκη να αισθάνομαι ότι τα πράγματα έχουν μια ιερότητα. Είναι ο χαρακτήρας μου τέτοιος και αυτό δεν άλλαξε μέσα στα χρόνια. Απόδειξη ότι οι άνθρωποι τους οποίους θαυμάζω και τους οποίους η ψυχή μου παραδέχεται ολοκληρωτικά κινούνται στην απολυτότητα, είτε πρόκειται για τον Χατζιδάκι είτε για τον Βογιατζή. Τώρα, βέβαια, αν με ρωτούσες αν θα δούλευα με τον Λευτέρη αν ήταν εδώ, μάλλον θα απαντούσα «όχι». Κουράστηκα. Πονάνε τα κοκαλάκια μου. Έχω περάσει απ' όλες τις αυθεντίες και πήρα πάρα πολλά. Όμως τα τελευταία χρόνια δεν αντέχω άλλο. Αν κάποιος άνθρωπος που θαυμάζω μου προτείνει κάτι που με ιντριγκάρει τρομερά, θα πάρω μια βαθιά αναπνοή, θα μετρήσω τον χρόνο που θα χρειαστεί να αφιερώσω και θα το κάνω. Αλλά δεν θα το επιδιώξω.
— Αυτό δείχνει ότι έχετε χορτάσει ή ότι έχετε κουραστεί;
Μπορεί και τα δύο, μπορεί και κανένα από τα δύο. Το κίνητρό μου για να κάνω τέχνη ήταν πρώτον να ακούσω και να καταλάβω και δεύτερον να μοιραστώ με τους άλλους μια εσωτερική μου φωνή. Πλέον δεν θέλω τίποτα να με σκλαβώνει και όταν λέω «σκλαβιά», εννοώ την ολοκληρωτική αφοσίωση που χρειάζεται το θέατρο. Δεν νομίζω ότι είμαι εργάτρια του θεάτρου. Το έκανα και αν κάτι με εμπνεύσει πάρα πολύ, θα το ξανακάνω. Αλλά δεν είναι η φύση μου αυτή, όπως συμβαίνει με πολλούς ηθοποιούς που βλέπω γύρω μου. Αλίμονο αν σ' αυτή την ηλικία, με τόσο βιωμένο χρόνο, δεν ξέρω τι είμαι και να πορεύομαι θεωρώντας ότι είμαι κάτι άλλο. Δεν είχα ποτέ τέτοιο ναρκισσισμό.
— Σε αντίθεση, βέβαια, με τον τρόπο που περιγράφετε τον εαυτό σας, η Λαμπέτη, την οποία τιμάτε σε αυτή την παράσταση, έδινε την αίσθηση ότι ήταν απολύτως παραδομένη στο θέατρο.
Επειδή τη γνώρισα καλά, πιστεύω αυτό που έλεγε η ίδια, ότι ανήκε στο θέατρο και όχι ότι του είχε παραδοθεί. Ήταν σαν να πέρασε ένας άγγελος πάνω από το κεφάλι της και να της είπε ότι αυτή ήταν η μοίρα της. Όμως, μη νομίζετε, συχνά παραπονιόταν ότι δεν έχει παίξει όσους κλασικούς ρόλους επιθυμούσε. Έπαιζε μπουλβάρ, συμμετείχε σε πράγματα που ίδια θεωρούσε κατώτερα του ταλέντου της. Το θέατρο θέλει γερό ψυχισμό και δεν τον έχουν όλοι. Θυμάμαι, κάποτε ήμασταν περιοδεία με τη Φιλουμένα στη Θεσσαλονίκη και για να αντέξει τις απαιτήσεις της παράστασης, ήταν κλεισμένη όλη μέρα στο δωμάτιό της. Αυτά κάποια στιγμή δεν τα αντέχεις και θέλεις να δεις από άλλη οπτική γωνία τι είναι αυτή η ρημάδα η ζωή. Ούτως ή άλλως, όλα γίνονται για να καταλάβουμε τι είναι αυτό που ζούμε.
— Εσάς ποια πράγματα σας βοήθησε η ζωή να καταλάβετε για τον εαυτό σας;
Με βοήθησε να καταλάβω όλο αυτό που ήταν μέσα μου ανείπωτο, άγνωστο και για πολλούς λόγους δεν μπορούσα να μοιραστώ. Σαν Όλια δεν θα κατάφερνα ποτέ να το πω σε κάποιον. Έπρεπε να περάσει από πιο περίπλοκες διαδικασίες και διαδρομές για να επικοινωνηθεί. Το σίγουρο είναι ότι ένιωθα πάντα να με διασκεδάζει η επαφή με το θέατρο. Με ευχαριστούσε τόσο, που κάποιες φορές ντρεπόμουν ζητήσω τα λεφτά μου, γιατί έλεγα «αφού κάνω κάτι που με ευχαριστεί τόσο πολύ, γιατί να πληρωθώ;». Είναι κι αυτό μια τεράστια τύχη, διότι ένα μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων γύρω μας κάνει κάτι άλλο από αυτό που τους λέει η ψυχή τους. Κι αυτό είναι έγκλημα κατά του εαυτού σου.
— Φοβάστε για το τι θα αφήσει η πανδημία στον κόσμο αλλά και την τέχνη;
Θα μας αφήσει σίγουρα φτωχότερους. Όμως, πέρα από τις προφανείς οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις, για μένα ο κενός χρόνος που περάσαμε ήταν ένα δώρο που δεν κρατήσαμε. Ήταν μια λευκή περίοδος που μας δόθηκε απενοχοποιημένα. Εκείνο τον καιρό της καραντίνας έλεγα: «Μακάρι, Θεέ μου, να αφήσει αυτό το διάστημα ένα ίχνος στις ψυχές μας. Ας μας κάνει λίγο καλύτερους». Ήταν σαν να άνοιξε ένα παράθυρο σε κάτι νέο, αλλά πολύ γρήγορα αυτή η ρωγμή ξανάκλεισε, γιατί ο άνθρωπος ξεχνάει πολύ εύκολα. Δυστυχώς, δεν πιστεύω ότι αυτό το μικρό διάστημα, όσο πολύτιμο κι αν ήταν, μπορεί να μας κάνει καλύτερους.
— Η τέχνη δεν σας κάνει καλύτερο άνθρωπο;
Καλύτερο άνθρωπο σε κάνει ο αγώνας σου. Το θέατρο θα σου αποκαλύψει τις δυνατότητες που θα έχεις αν πραγματικά θελήσεις να μπεις στην περιπέτεια να μοχθήσεις. Αλλά από μόνο του δεν μπορεί να κάνει κανέναν καλύτερο. Το να γίνεις καλύτερος άνθρωπος είναι μια μακρά πορεία που απαιτεί μόχθο, κόπο και χρόνο. Προφανώς, ένας από τους λόγους που ζούμε είναι και για να γινόμαστε καλύτεροι απ' όταν ξεκινήσαμε. Προσωπικά, σε ό,τι με αφορά, παρότι μόχθησα πολύ, νιώθω να έχω κάνει μικρά βηματάκια.
Έξι φορές
9-31/10/2021
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Υποσκήνιο Β' της Αίθουσας «Αλεξάνδρα Τριάντη»
Τα κοστούμια είναι της Ιωάννας Τσάμη και τα σκηνικά του Κωνσταντίνου Σκουρλέτη.
Τη μουσική της έναρξης και του φινάλε έγραψε ο Κωνσταντίνος Βήτα.
Τα κείμενα:
«Ανθρώπινη φωνή» του Ζαν Κοκτό
«Η ψεύτρα» του Ζαν Κοκτό
«Η πιο δυνατή» του Αύγουστου Στρίντμπεργκ
«Ψυχούλα» του Αντόν Τσέχοφ
«Οι κορύνες» της Όλιας Λαζαρίδου
«Πάει την έχασα» του Ζαν Κοκτό
Μικρό απόσπασμα από τον «Άμλετ» του Ουίλιαμ Σαίξπηρ (μτφ. Γιώργος Χειμωνάς)
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 9.10.2020