Ο Κωστής Καπελώνης, ως πρωτοετής σπουδαστής της Δραματικής Σχολής, πρωτόπαιξε στην Επίδαυρο με το Θέατρο Τέχνης το 1979, στο Χορό των Ιππέων, την πρώτη σκηνοθεσία του Γιώργου Λαζάνη στην Επίδαυρο. Πήρε μέρος, επίσης, παίζοντας τον Στρατιώτη, στις Τρωαδίτισσες, σε σκηνοθεσία του Καρόλου Κουν. Έκτοτε, κάθε χρόνο, συμμετείχε σε όλες τις παραστάσεις που παίχτηκαν στην Επίδαυρο, στην αρχή ως ηθοποιός και έπειτα παίζοντας και τον ρόλο του βοηθού, στους φωτισμούς ή τη σκηνοθεσία.
«Είχα τη μεγάλη τύχη να μπω στη σχολή την εποχή που ο Κουν και το Θέατρο Τέχνης είχαν πια μια απόλυτη αναγνώριση, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Εκείνη την πρώτη χρόνια της σχολής συμμετείχα σε τέσσερις παραστάσεις αρχαίου δράματος. Δύο στην Επίδαυρο, που ανέβηκαν για πρώτη φορά και δυο επαναλήψεις που παίξαμε στο Ηρώδειο και σε μια μεγάλη περιοδεία στο εξωτερικό. Δηλαδή πρωτόπαιξα, στο επαγγελματικό θέατρο, στην Επίδαυρο, στο Ηρώδειο και στο Φεστιβάλ των Εθνών. Ε, αυτό μόνο από τύχη μπορεί να συμβεί» θυμάται.
Ο Κωστής Καπελώνης δε θυμάται ποτέ να υπήρξε άρνηση από κάποιον να φωτογραφηθεί –πολλές φορές μάλιστα του πόζαραν. Όσο για τον Κουν, τα τελευταία χρόνια είχε πια αποδεχτεί την κάμερα απέναντι του και δεν υπήρχε πρόβλημα.
«Τα συναισθήματα ήταν έντονα και ακριβά, αλλά δεν είχα την αίσθηση ότι επρόκειτο για κάτι το ξεχωριστό. Αφού μπήκα στη σχολή του Θεάτρου Τέχνης και ήμουν καλός μαθητής, ήταν απολύτως φυσιολογικό να συμμετέχω στους χορούς των παραστάσεων, εφόσον αυτή ήταν η πρακτική στο Θέατρο Τέχνης. Κι αυτό συνέβαινε είκοσι χρόνια με μια ή δυο παραστάσεις κάθε χρονιά στην Επίδαυρο.
Κάθε φορά ήταν ένα μεγάλο στοίχημα, κάθε φορά έπρεπε να αποδείξουμε ότι δικαίως το Θέατρο Τέχνης ήταν δίπλα στο Εθνικό Θέατρο στην ερμηνεία του αρχαίου δράματος και νομίζω ότι κάθε φορά καταφέρναμε αξιοπρόσεχτα, τουλάχιστον, αποτελέσματα. Μερικές φορές τα αποτελέσματα ήταν από τα σημαντικότερα του παγκόσμιου θεάτρου. Πραγματικά μεγάλη τύχη να είσαι εκεί.»
Τον ρωτώ αν η Επίδαυρος, μετά από τόσα χρόνια παρουσίας, «συνηθίζεται». «Η Επίδαυρος δεν συνηθίζεται. Κάθε φορά είναι μια νέα μεγάλη πρόκληση και δεν υπάρχει καμία σιγουριά ότι έχει κατακτηθεί ο τρόπος αντιμετώπισής της» παραδέχεται.
Όπως αναφέρει, τα πρώτα χρόνια δεν ασχολούνταν σοβαρά με τη φωτογραφία, κυρίως λόγω έλλειψης καλής φωτογραφικής μηχανής. Το 1985 δανείστηκε μια Nikon με δυο φακούς από έναν φίλο του, τον Διαμάντη Κούκουτσα, και άρχισε να φωτογραφίζει πιο συστηματικά στο θέατρο, στις παραστάσεις που έπαιζε ή ήταν βοηθός, κυρίως του Γιώργου Λαζάνη.
Από πολύ νωρίς άρχισε να ασχολείται και με τους φωτισμούς, βοηθώντας τον Μίμη Κουγιουμτζή στις παραστάσεις του Κουν, με αποτέλεσμα η φωτογραφία να συνδεθεί με τους φωτισμούς στο θέατρο. Αν και αρχικά επικεντρώθηκε στη χρηστική αξία των φωτογραφιών, τις οποίες χρησιμοποιούσαν στα προγράμματα των παραστάσεων και σε δελτία τύπου, γρήγορα συνειδητοποίησε την ιστορική τους αξία.
«Οι φωτογραφίες της Επιδαύρου αποτελούν ένα συμπαγές σύνολο και με φωτογραφικούς όρους είναι μια ενιαία φωτογραφική εργασία. Είναι στον ίδιο χώρο, με το ίδιο φως και το ίδιο θέμα. Πρόσωπα που εναλλάσσονται στο ίδιο φόντο. Έκανα πριν πέντε χρόνια μια δοκιμαστική έκδοση με όλες τις φωτογραφίες, περίπου 3200. Τότε είδα ότι αυτό το σύνολο θα μπορούσε να ενδιαφέρει και ερευνητές της ιστορίας του Θεάτρου Τέχνης.
Δεν υπήρξε, ωστόσο, πρόθυμος εκδότης, λόγω κόστους και επειδή ένα τέτοιο βιβλίο απευθύνεται, προφανώς, σε περιορισμένο κοινό. Τώρα, με την ευκαιρία του Φεστιβάλ Βιβλίου και την ενθάρρυνση από τις εκδόσεις "Αιγόκερως" πήρα την απόφαση να προχωρήσουμε στην έκδοση των ασπρόμαυρων φωτογραφιών, που είναι πιο ενδιαφέρουσες.»
Πράγματι, ο Κωστής Καπελώνης επέλεξε να συμπεριλάβει στην έκδοση όλες ανεξαιρέτως τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες -ακόμα και τις «κακές»- και μικρό μόνο αριθμό επεξεργασμένων έγχρωμων.
«Οι ασπρόμαυρες είναι κατά κανόνα πιο καλλιτεχνικές, οπότε αισθητικά ενδιαφέρουν πολύ περισσότερο. Η έκδοση όλων ανεξαιρέτως των φωτογραφιών είναι νομίζω κάτι που δεν έχει ξαναγίνει σε φωτογραφικό βιβλίο. Όμως το θέμα, που ενδιαφέρει και ερευνητές, έπρεπε να καλύψει κι αυτή την ανάγκη. Μόνο με το σύνολο θα είχε ενδιαφέρον.», εξηγεί.
«Κάποιες παραστάσεις είχαν λιγότερες ασπρόμαυρες φωτογραφίες και για την αντιπροσωπευτικότητα είπα να προσθέσω και μερικές από τις έγχρωμες, καμία ογδονταριά, αλλά μετατρέποντάς τες σε ασπρόμαυρες για να μη διαταραχτεί το αισθητικό ύφος. Συνολικά, το λεύκωμα φιλοξενεί 1985 φωτογραφίες, αριθμός που κατά σατανική σύμπτωση, συμπίπτει με τη χρονολογία που άρχισε αυτή η φωτογράφιση. Δεκατέσσερα χρόνια, δεκαεπτά παραστάσεις, μέχρι το 1998. Έχουν περάσει αισίως είκοσι χρόνια».
Η πλειονότητα των φωτογραφιών είναι από τις πρόβες των έργων στο κοίλον του Θεάτρου, που άρχιζαν όταν έκλεινε ο αρχαιολογικός χώρος για το κοινό, στις επτά το απόγευμα –με αποτέλεσμα οι περισσότερες λήψεις να έχουν γίνει με το ίδιο μεταβαλλόμενο φως, από τη δύση του ήλιου μέχρι να νυχτώσει. Στην έκδοση περιλαμβάνονται, επίσης, φωτογραφίες από τις παραστάσεις και τα καμαρίνια, καθώς και μερικές από την μετά την παράσταση επίσκεψη των συντελεστών της στη ντίσκο «Καπάκι», στην Παλαιά Επίδαυρο.
Ο Κωστής Καπελώνης δε θυμάται ποτέ να υπήρξε άρνηση από κάποιον να φωτογραφηθεί –πολλές φορές μάλιστα του πόζαραν. Όσο για τον Κουν, τα τελευταία χρόνια είχε πια αποδεχτεί την κάμερα απέναντι του και δεν υπήρχε πρόβλημα. «Νομίζω ότι για όλους ήταν σα να μην υπήρχα», λέει χαρακτηριστικά.
Κλείνοντας τη συζήτηση, τον ρωτώ αν υπάρχει κάποια ιστορία από την παρουσία του Θεάτρου Τέχνης στην Επίδαυρο που θα ήθελε να μοιραστεί με τους αναγνώστες του LIFO.gr.
«Πάμπολλα μικρά και μεγάλα. Η πρώτη χρονιά με τους Ιππείς, στην πρώτη σκηνοθεσία του Λαζάνη στην Επίδαυρο, που δυο ώρες πριν την παράσταση αδειάσαμε τα νερά μιας κατακλυσμιαίας βροχής από την ορχήστρα, σκορπίσαμε άχυρα, η παράσταση έγινε κανονικά και χορέψαμε τη μουσική του Θεοδωράκη το πιο πολύ γλιστρώντας.
Στην Ορέστεια, μια Επίδαυρος με γεμάτες ακόμη και τις σκάλες. Η παρουσία της Μελίνας με τον Ντασέν ιδιωτικά να δει πρόβα.
Η άφιξη του Τσαρούχη την πρώτη χρόνια που πήγαμε χωρίς τον Κουν, που άλλαξε το σκηνικό των Περσών, γιατί ήθελε να φτιάξει το σκηνικό που δεν τον είχε αφήσει να κάνει ο Κουν. Ο Τσαρούχης ήθελε έναν μεγάλο πέτρινο τοίχο, όμως ο Κουν, για οικονομία, ήθελε να χρησιμοποιήσει την πλάτη του σκηνικού των Ορνίθων. Έκανε λοιπόν τον τοίχο τη χρονιά που πέθανε ο Κουν.
Έπειτα, η μοναδική μαστοριά του μπάρμπα-Γιάννη του Στεφάνου να στήνει τα σκηνικά και να τα στριμώχνει στα φορτηγά. Η ζωγραφική του Μπάμπη Χρηστίδη, με το ίδιο πάντα σκουπάκι, στο τελείωμα της βαφής των σκηνικών.
Η ιδέα του Νίκου Αλεξίου, στη Μήδεια, να θέλει να κατασκευάσει ένα σκηνικό αδιανόητο για την Επίδαυρο. Αυτό το σκηνικό δεν έγινε τελικά, γιατί ήταν πρακτικά αδύνατον να κατασκευαστεί ένας ιπτάμενος ήλιος πάνω από την ορχήστρα, που θα κατέβαινε να πάρει την Μήδεια.
Τα ξενύχτια να φωτίζουμε παραστάσεις, που τελείωναν το ξημέρωμα, μετά πηγαίναμε στη θάλασσα και το απόγευμα πρόβα κανονικά. Η μεγάλη έκπληξη με τον Λαζάνη στις Νεφέλες. Που πήρε, ως ηθοποιός, την παράσταση στην πλάτη του και κατάφερνε να επικοινωνεί και το ελαχιστότατο αστείο. Ο Φωτόπουλος με τον Τσαρούχη στη ντίσκο "Καπάκι".
Όλη αυτή η πληθώρα νεαρών ηθοποιών και φίλων που αγωνιστήκαμε μαζί κι έπειτα ξεχώρισαν στο ελληνικό θέατρο, ως μεγάλοι πρωταγωνιστές, συγγραφείς, σκηνοθέτες, θεατρικοί παραγωγοί και λοιπά.», αναφέρει απνευστί.
Ξεφυλλίζω το λεύκωμα. «Η έκδοση αυτή αφιερώνεται στον μεγάλο Δάσκαλο και στους μικρούς Δασκάλους. Με σεβασμό κι ευγνωμοσύνη. Γιατί, χωρίς αυτούς, το ταξίδι θα ήταν ακόμη πιο δύσκολο», διαβάζω στο εισαγωγικό σημείωμα του Κωστή Καπελώνη, που έχει παραχωρήσει τα δικαιώματα των φωτογραφιών για την επ' άπειρον επανέκδοση του βιβλίου, με σκοπό να καλύπτονται ανάγκες της συντήρησης του Αρχείου του Θεάτρου Τέχνης.
Info
«Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν, Επίδαυρος 1985-1998»
Κωστής Καπελώνης
Θέατρο Τέχνης - Αιγόκερως
σχόλια