Η λευκή Κόλαση: Ο «Σκοτεινός Αρκτικός» του Ίαν ΜακΓκουάιρ είναι ένα μεγάλο μυθιστόρημα.

Η λευκή Κόλαση: Ο «Σκοτεινός Αρκτικός» του Ίαν ΜακΓκουάιρ είναι ένα μεγάλο μυθιστόρημα. Facebook Twitter
Ο «Σκοτεινός Αρκτικός» είναι μόλις το δεύτερο μυθιστόρημα του ΜακΓκουάιρ και δίκαια διεκδίκησε το Booker του 2016, ενώ ψηφίστηκε από τους New York Times σαν ένα από τα 10 καλύτερα βιβλία που κυκλοφόρησαν πέρυσι.
0

Αυτό που ο φιλαναγνώστης σκέφτεται, θλιμμένος, διαβάζοντας τον «Σκοτεινό Αρκτικό» του Ίαν ΜακΓκουάιρ, όταν έχει φτάσει κάπου στη μέση, είναι πως θα περάσει καιρός μέχρι να ξαναπέσει στα χέρια του κάτι τόσο θεαματικά συναρπαστικό, τόσο στενάχωρα εκθαμβωτικό, που όμως είναι ταυτόχρονα υψηλού επιπέδου λογοτεχνία. Σπουδαίο βιβλίο. Μεγάλο μυθιστόρημα. Και, επίσης, ένα από τα πιο σκοτεινά ―όντως, όπως προειδοποιεί και ο ελληνικός τίτλος― κείμενα για τη θάλασσα που έχουν πέσει στην αντίληψή μας. Σκληρός, αδυσώπητος με τον αναγνώστη, ρεαλιστικός και, με έναν περίεργο τρόπο, ιμπρεσιονιστικός, ο «Σκοτεινός Αρκτικός» είναι μόλις το δεύτερο μυθιστόρημα του ΜακΓκουάιρ και δίκαια διεκδίκησε το Booker του 2016, ενώ ψηφίστηκε από τους New York Times σαν ένα από τα 10 καλύτερα βιβλία που κυκλοφόρησαν πέρυσι.

O ΜακΓκουάιρ γράφει μαγικά. Με έναν πυκνό, συγκεκριμένο, πλούσιο λόγο, υψώνει έναν τρισδιάστατο πίνακα ωμού ρεαλισμού, σχεδόν σωματικό, μεστό και χορταστικό, που σε μεταφέρει σχεδόν χωρίς να λερώσεις τα παπούτσια σου σε ελεεινούς τόπους αβάσταχτης βρομιάς και απόγνωσης, εξωτερικής και εσωτερικής: από το Χαλ, το λιμάνι με τους ντόκους, τα χαμαιτυπεία και τα καπηλειά, στο φαλαινοθηρικό πλοίο, και από το Δελχί της Ινδίας, στο βασίλειο των πάγων και στους φρικτούς κυνηγότοπους των Εσκιμώων. Λέω «σχεδόν», γιατί είναι αδύνατον να μην πατήσεις μέσα σε αυτά τα αποπνικτικά από τον καπνό και τη δυσωδία μέρη: το κείμενο σε απορροφά και σε καταπίνει εύκολα.

Όλο το υλικό προσφέρεται ασφαλώς για να μεταφερθεί στον κινηματογράφο, όπως κάθε μυθιστόρημα που αξίζει πραγματικά.

Πρωταγωνιστής του βιβλίου είναι ο Πάτρικ Σάμνερ, Ιρλανδός γιατρός που το 1859 επέστρεψε στην Αγγλία από την Ινδία και το μακελειό της επανάστασης εκεί, και θέλει να εξαφανιστεί, να χαθεί (και να τον χάσουν) επιβιβαζόμενος σε ένα φαλαινοθηρικό πλοίο που θα έχει οποιονδήποτε προορισμό, οποιαδήποτε ρότα. Δεν σκέφτεται κάτι καλύτερο. Θα διαβάζει τον Όμηρό του, σκέφτεται, και θα προσπαθεί να ξεχάσει. Οι συνάδελφοί του δεν γνωρίζουν τίποτε για το παρελθόν του ή για τις τρομερές μάχες στο Δελχί.

Τριάντα και παραπάνω πρόχειρα φορτία φτάνουν κάθε ώρα, κουβαλώντας τρεις-τρεις, τέσσερις-τέσσερις τους νεκρούς και τους τραυματίες. Κατακρεουργημένα, διαλυμένα πτώματα νεαρών αντρών, πεταμένα σε ένα μιασματικό βοηθητικό κτίριο. Το σπαρτάρισμα των πληγωμένων και τα ουρλιαχτά των ετοιμοθάνατων. Ακρωτηριασμένα μέλη να κροτούν σε μεταλλικές λεκάνες. Ο ακατάπαυστος ήχος ―σαν σε εργαστήριο ή πριονιστήριο― του ατσαλιού που ροκανίζει κόκαλο. Το πάτωμα υγρό και κολλώδες από το χυμένο αίμα, η ασταμάτητη ζέστη, ο βρόντος και το τράνταγμα των πυρών του πυροβολικού και τα σύννεφα από μαύρες μύγες να κάθονται παντού, στα πάντα, χωρίς διακοπή ή διάκριση ― σε μάτια και αυτιά και στόματα και πληγές που χάσκουν. Απίστευτη βρομιά, ουρλιαχτά, ικεσίες, αίμα και σκατό, και ατέλειωτος, ατέλειωτος πόνος.

Μαζί με τον Σάμνερ, που περνά τις ημέρες του ξαπλωμένος σε μία κουκέτα, πίνοντας αχόρταγα λάβδανο και αναθυμούμενος μία φρικτή προδοσία, θα ναυτολογηθούν πολλοί ακόμη, ένα ―κυριολεκτικά― τσούρμο χαμένες ψυχές, μια δράκα φρικτοί τύποι που θα πάρουν μέρος σε αυτό το ταξίδι σαν χορός τραγωδίας, μία από τις τελευταίες εξορμήσεις της «παραδοσιακής» φαλαινοθηρίας, που ήδη πνέει τα λοίσθια καθώς οι προηγούμενοι καπετάνιοι και πλοιοκτήτες αποδεκάτισαν σκαιά τον πληθυσμό των φαλαινών. Στο «Volunteer» όμως θα πιάσει δουλειά, ανάμεσα στο υπόλοιπο πλήρωμα, και ο Χένρι Ντραξ, ένας villain που θα μείνει στο μυαλό του αναγνώστη για καιρό. Ο θηριώδης, πρωτόγονος Ντραξ είναι φονιάς και κατακάθι, ένας άνθρωπος που δρα ανάλογα με την όρεξη με της στιγμής. Πιο πολύ τού αρέσει να κάθεται και να πίνει, αλλά ποτέ δεν αρνείται στον εαυτό του έναν γρήγορο φόνο.

Αρπάζει τον μικρό νέγρο από τα μαλλιά και του ρίχνει γροθιές ξανά και ξανά ―δύο, τρεις, τέσσερις, γρήγορα, χωρίς δισταγμό ή ενοχές―, ώσπου τα χέρια του ζεσταίνονται και βάφονται με αίμα και το αγόρι λιποθυμάει και σωριάζεται ξέψυχο. Είναι λιγνός και κοκαλιάρης και δε ζυγίζει παραπάνω από ένα τεριέ. Ο Ντραξ τον γυρίζει μπρούμυτα και του κατεβάζει το παντελόνι. Δεν υπάρχει καθόλου ηδονή στην πράξη και καμιά ανακούφιση, γεγονός που αυξάνει μόνο την αγριότητά του. Του έκλεψαν κάτι ζωντανό, κάτι απερίγραπτο αλλά επίσης πραγματικό.

Τίποτε δεν θυμίζει «Μόμπι-Ντικ» εδώ, όπως γρήγορα καταλαβαίνει ο έκθαμβος και θορυβημένος αναγνώστης, εκτός ίσως από τον Γερμανό καμακιστή-φιλόσοφο, τον Ότο, που διαβάζει Σβέντεμποργκ όταν δεν κυνηγάει και δεν πετσοκόβει φάλαινες. Κατά τα άλλα, το ταξίδι είναι μια βουτιά στα νερά της Στυγός μια βουτιά με το κεφάλι.

Ο Τζόουνς γνέφει καταφατικά, παίρνει ένα καινούργιο λοστάρι από τη βοηθητική βάρκα, περιμένει έναν από τους καρχαρίες να πλησιάσει αρκετά κοντά και ύστερα τον καρφώνει, ανοίγοντας μια πληγή τριάντα εκατοστών στο πλευρό του. Μια αραιοπλεγμένη γιρλάντα από εντόσθια ροζ, κόκκινα και μοβ βγαίνει αμέσως από την πληγή. Ο λαβωμένος καρχαρίας χτυπιέται βίαια για μια στιγμή, και ύστερα λυγίζει προς τα πίσω και αρχίζει αμέσως να καταβροχθίζει τα ίδια του τα σωθικά.

Όλα θα πάνε, βέβαια, στραβά, αν και κάποιοι το περίμεναν, το ήξεραν και το μεθόδευσαν αυτό. Το πλοίο θα μπει στην επικράτεια των πάγων, οι φάλαινες δεν θα το περιμένουν φυσικά εκεί, η καταστροφή θα τους περικυκλώσει με βουβό αχό, και τα μικρά και μεγάλα εγκλήματα στις γωνιές του κάσαρου και των καταστρωμάτων θα διαδέχονται ασθματικά το ένα το άλλο ― μέχρι που όλα θα επισκιαστούν από ένα βιασμό, ή και περισσότερους, και εντέλει από έναν ακόμη άγριο φόνο. Και τότε όλα θα πάνε ακόμη πιο στραβά: ο πάγος, το κρύο, η μοναξιά, η απομόνωση, η φρίκη, το μακέλεμα, ο θάνατος, θα κυριαρχήσουν για εκατό και παραπάνω σελίδες, μην αφήνοντας καμία ελπίδα διαφυγής σε πλήρωμα και αναγνώστες. Οι σελίδες αυτές, μεγάλες σεκάνς πελώριας εσωτερικής έντασης και ζοφερού μεγαλείου, είναι βγαλμένες από έναν μελβιλικό εφιάλτη ποτισμένο με όπιο. Και, παρ' όλα αυτά, ακόμη δεν έχουμε διαβάσει το τέλος, που είναι συγκλονιστικό και, με έναν ολότελα σκληρό τρόπο, λυτρωτικό.

Όλο το υλικό προσφέρεται ασφαλώς για να μεταφερθεί στον κινηματογράφο, όπως κάθε μυθιστόρημα που αξίζει πραγματικά. Η μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα είναι αριστουργηματική και ασφαλώς θα παίξει στα σχετικά βραβεία. Συνολικά, μια άψογη έκδοση.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Βιογραφίες: Aπό τον Γκαρσία Μάρκες στην Άγκελα Μέρκελ

Βιβλίο / Πώς οι βιογραφίες, ένα όχι και τόσο δημοφιλές είδος στη χώρα μας, κατάφεραν να κερδίσουν έδαφος

Η απόλυτη επικράτηση των βιογραφιών στη φετινή εκδοτική σοδειά φαίνεται από την πληθώρα των τίτλων και το εύρος των αφηγήσεων που κινούνται μεταξύ του autofiction και των βιωματικών «ιστορημάτων».
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
ΕΠΕΞ Λευτέρης Αναγνώστου, ένας μεταφραστής

Λοξή Ματιά / Λευτέρης Αναγνώστου (1941-2024): Ένας ορατός και συγχρόνως αόρατος πνευματικός μεσολαβητής

Ο Λευτέρης Αναγνώστου, που έτυχε να πεθάνει την ίδια μέρα με τον Θανάση Βαλτινό, ήταν μεταφραστής δύσκολων και σημαντικών κειμένων από τη γερμανική και αυστριακή παράδοση.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Βιβλίο / Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Ο Ιωάννης Στεφανίδης, καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας στη Νομική του ΑΠΘ και επιμελητής του τρίτομου έργου του ιστορικού Νίκου Πετσάλη-Διομήδη, εξηγεί γιατί πρόκειται για ένα κορυφαίο σύγγραμμα για την εποχή που καθόρισε την πορεία του έθνους.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Βιβλίο / Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Με αφορμή το τελευταίο του μυθιστόρημα «Ο θάνατος του συγγραφέα» ο δημοσιογράφος μιλά για την τεχνητή νοημοσύνη, την εικονική πραγματικότητα και την υπαρξιακή διάσταση της τεχνολογίας.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Άλαν Χόλινγκερστ: «Η γραμμή της ομορφιάς»

Το πίσω ράφι / Η γραμμή της ομορφιάς: Η κορυφαία «γκέι λογοτεχνία» του Άλαν Χόλινγκχερστ

Ο Χόλινγκχερστ τοποθέτησε το βραβευμένο με Booker μυθιστόρημά του στα θατσερικά '80s και κατάφερε μια ολοζώντανη και μαεστρική ανασύσταση μιας αδίστακτης δεκαετίας.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Βιβλίο / Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Η Σανόρα Μπαρμπ είχε περάσει πολύ καιρό στους καταυλισμούς των προσφύγων από την Οκλαχόμα που είχαν πληγεί από την Μεγάλη Ύφεση και την ξηρασία, προκειμένου να γράψει το μυθιστόρημά της. Έκανε όμως το λάθος να δείξει την έρευνά της στον διάσημο συγγραφέα, ο οποίος την πρόλαβε.
THE LIFO TEAM
Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι σπουδαιότερες μορφές του 19ου αιώνα

Βιβλίο / Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι παρεξηγημένοι του 19ου αιώνα

Το βιβλίο του Γερμανού θεωρητικού και πανεπιστημιακού Χέρφριντ Μίνκλερ αναλαμβάνει να επαναπροσδιορίσει το έργο τους, που άλλαξε τα δεδομένα του αστικού κόσμου από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Βιβλίο / Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Ο Νίκος Ψιλάκης ερευνά και μελετά την κρητική παράδοση εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Τα βιβλία του είναι μνημειώδεις εκδόσεις για το φαγητό, τις λαϊκές τελετουργίες και τα μοναστήρια της Κρήτης που διασώζουν και προωθούν τον ελληνικό πολιτισμό.
M. HULOT
«Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Βιβλίο / «Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Ένα νέο βιβλίο επιχειρεί να καταρρίψει τους μισογυνιστικούς μύθους για τις αυτοκρατορικές γυναίκες της Ρώμης, οι οποίες απεικονίζονται μονίμως ως στρίγγλες, ραδιούργες σκύλες ή λάγνες λύκαινες.
THE LIFO TEAM
Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Βιβλίο / Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Σε όλα τα έργα του πρωταγωνιστούν οι γυναίκες και μια υπόγεια Αθήνα, ενώ ο ίδιος δεν κρίνει τους ήρωές του παρά το αφήνει σε εμάς: Μια κουβέντα με τον χαμηλόφωνο συγγραφέα του «Άχρηστου Δημήτρη» και της «Πλατείας Κλαυθμώνος».
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ρίτα Κολαΐτη: «Με θυμώνει που δεν βλέπεις σχεδόν κανέναν να διαβάζει ένα βιβλίο στο μετρό»   

Βιβλίο / Ρίτα Κολαΐτη: «Με θυμώνει που σχεδόν κανείς δεν διαβάζει βιβλίο στο μετρό»   

Η πολυβραβευμένη μεταφράστρια μιλά για την προσωπική της διαδρομή στον χώρο της λογοτεχνίας, για το στοίχημα της καλής μετάφρασης και εξηγεί τι σημαίνει να δουλεύεις πάνω σε κορυφαία έργα του Φλομπέρ, του Καμί, του Μαρκήσιου ντε Σαντ και της Ανί Ερνό. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Ρουφιανεύοντας τον εαυτό μου»: Τα απομνημονεύματα του Αλ Πατσίνο

Βιβλίο / «Ρουφιανεύοντας τον εαυτό μου»: Τα απομνημονεύματα του Αλ Πατσίνο

Ο 84χρονος ηθοποιός κοιτάζει προς τα πίσω και βλέπει τα δύσκολα παιδικά χρόνια, την καταθλιπτική μητέρα του, τον Τσέχoφ, τις σχέσεις που δεν έφτασαν ποτέ στον γάμο, τις έντονες αναταράξεις μιας πολυκύμαντης διαδρομής.
THE LIFO TEAM
Πέτρος Τατσόπουλος: «Η οργή σε κάποιες περιπτώσεις επιβάλλεται γιατί είναι απελευθερωτική»

Πέτρος Τατσόπουλος / «Δεν τα έχω με τους πιστούς αλλά με τους απατεώνες ρασοφόρους»

Μια χειμαρρώδης συνέντευξη με τον γνωστό συγγραφέα, δημοσιογράφο, παρουσιαστή και πρώην βουλευτή Πέτρο Τατσόπουλο, με αφορμή το τελευταίο του βιβλίο «Το παιδί του διαβόλου - Μια αληθινή ιστορία», όπου εστιάζει στη μεγάλη δύναμη της Εκκλησίας στην Ελλάδα, στη διαπλοκή της με την πολιτεία και στις σκοταδιστικές απόψεις που κατά κανόνα πρεσβεύει καθώς και στην ιδιαίτερα επικερδή «μπίζνα» που έχει στηθεί γύρω από ιερά λείψανα, ιερά κειμήλια, «άγιους» γέροντες και «θαύματα» για κάθε χρήση.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ