Ο Ισαάκ Μπασέβις Σίνγκερ είναι ένας μεγάλος, ιδιοσυγκρασιακός Αμερικανός συγγραφέας. Επιμένω στο «Αμερικανός», μολονότι εγκαταστάθηκε ως μετανάστης στις Ηνωμένες Πολιτείες σε ηλικία τριάντα ετών και δεν έγραψε ποτέ στα αγγλικά. Αναμφισβήτητα είναι ο μεγαλύτερος συγγραφέας της γίντις λογοτεχνίας, δηλαδή της λογοτεχνίας που είχε ως γλωσσικό εργαλείο το βασισμένο στα γερμανικά ιδίωμα των Εβραίων της Ανατολικής Ευρώπης.
Το Νόμπελ Λογοτεχνίας που του απονεμήθηκε το 1978 αποτελεί αναγνώριση αυτού του κορυφαίου λογοτεχνικού έργου που έγινε οικουμενικό όντας στηριγμένο στην εβραϊκή παράδοση της Ανατολικής Ευρώπης, πιο συγκεκριμένα της πολωνοεβραϊκής.
Τα γίντις, ως γλωσσικό ιδιόλεκτο, βρίσκεται σήμερα σε αποδρομή, αν δεν έχουν εξαφανιστεί. Έχουν ακολουθήσει κι αυτά την τύχη ενός άλλου εβραϊκού ιδιόλεκτου, των λαντίνο, δηλαδή της βασισμένης στα ισπανικά διαλέκτου των σεφαραδιτών Εβραίων της Βαλκανικής.
Στα γίντις είχαν γραφεί πολλά λογοτεχνικά κείμενα, ιδιαίτερα κατά τον Μεσοπόλεμο αλλά και πριν απ’ αυτόν, από επίδοξους Εβραίους συγγραφείς που δραστηριοποιούνταν σε γίντις λογοτεχνικά περιοδικά, εφημερίδες, συγγραφικές λέσχες και εκδοτικούς οίκους στις περιοχές της σημερινής Πολωνίας, της Ουκρανίας και της Λιθουανίας.
Τα περισσότερα από τα κείμενα αυτά ήταν αφελή και υπερβολικά συναισθηματικά. Σήμερα είναι ξεχασμένα, παρά τις λίγες εξαιρέσεις. Δημιούργησαν όμως ένα σημαντικό ίζημα λογοτεχνικής ύλης, μια παράδοση πάνω στην οποία πάτησε αναμφισβήτητα ο Σίνγκερ αλλά και η αμερικανική γίντις λογοτεχνική σκηνή, κυρίως η κωμωδία (ιδιαίτερα αυτή που έγινε γνωστή ως Catskills Comedy).
«Αν ο Θεός ήταν πράγματι γεμάτος έλεος και καλοσύνη, δεν θα επέτρεπε να υπάρχει πείνα, αρρώστια και πογκρόμ», γράφει στην αυτοβιογραφία του, βασισμένος στην εμπειρία της φτώχειας της δικής του οικογένειας αλλά και των πάμπτωχων εβραϊκών κοινοτήτων της Πολωνίας. Δεν έγινε όμως ποτέ άθεος.
Είναι παράδοξο ότι μετά το Ολοκαύτωμα τα γίντις επιβίωσαν στην Αμερική, κυρίως στο θέατρο, μολονότι από τη δεκαετία του 1960 γίντις καλλιτέχνες και stand-up κωμικοί άρχισαν να γράφουν και να εκφράζονται στα αγγλικά.
Πάντως, η Catskills Comedy, δηλαδή κωμωδίες και κωμικά νούμερα γραμμένα στα γίντις, με τα οποία από τη δεκαετία του 1920 διασκέδαζαν Aμερικανοεβραίοι στο θέρετρο των βουνών Catskills, πάνω από την κοιλάδα του ποταμού Χάντσον, στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης, βουνά γνωστά και ως «εβραϊκές Άλπεις», άφησε το αποτύπωμά της στην αμερικανική κωμωδία.
Ο Freddie Roman, που πέθανε πριν από λίγες ημέρες, ήταν ένας από τους γνωστούς εκπροσώπους της Catskills Comedy. O Σίνγκερ έκανε κι αυτός τη «θητεία» του στο γίντις θέατρο των Catskills στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1930, χωρίς επιτυχία όμως.
Όλον αυτόν τον εβραϊκό κόσμο της μεσοπολεμικής Ανατολικής Ευρώπης και της Νέας Υόρκης της δεκαετίας του 1930 τον βρίσκουμε στην αυτοβιογραφία του Ισαάκ Μπασέβις Σίνγκερ «Έρωτας και Εξορία» που επανακυκλοφορεί σε νέα, γοητευτικότατη μετάφραση της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου από τις εκδόσεις Δώμα. (Η πρώτη ελληνική έκδοση αυτού του σημαντικότατου έργου χρονολογείται στο 1988, σε μετάφραση του Τάσου Δαρβέρη).
Ο υπότιτλος «αυτοβιογραφική τριλογία» υποδηλώνει τα τρία μέρη από τα οποία αποτελείται το βιβλίο και τα οποία αρχικά είχαν κυκλοφορήσει αυτοτελώς. Οι επιμέρους τίτλοι είναι «Ένα μικρό αγόρι σε αναζήτηση του Θεού», «Ένας νέος άντρας σε αναζήτηση του έρωτα» και «Χαμένος στην Αμερική».
Ο Σίνγκερ, που γεννήθηκε το 1903 ή το 1904 σ’ ένα χωριό στην Πολωνία στα βορειοανατολικά της Βαρσοβίας, μεγάλωσε σε μια οικογένεια θρησκευόμενων Εβραίων. Ο πατέρας του ήταν ραβίνος της χασιδικής παράδοσης, δηλαδή υπερορθόδοξος και υπερσυντηρητικός, κλεισμένος στη συναγωγή, στα θρησκευτικά σχολεία και στα ιερά βιβλία, κλεισμένος στα γίντις, μακριά από τον πραγματικό κόσμο και την αληθινή ζωή. Δεν εμπιστευόταν ούτε τις γίντις εφημερίδες.
«Ο πατέρας έλεγε ότι οι εφημερίδες είναι γεμάτες βλασφημίες και αιρετικές ιδέες. Έλεγε ότι το να ξεκινάς τη μέρα σου διαβάζοντας εφημερίδα ήταν σαν να τρως δηλητήριο για πρωινό», γράφει ο Σίνγκερ στο πρώτο μέρος της αυτοβιογραφίας του. Μας κάνει έτσι να σκεφτούμε, από την αντίθετη πλευρά, τη ρήση του Χέγκελ στα «Γραπτά της Ιένας» ότι η ανάγνωση εφημερίδας έχει αντικαταστήσει την πρωινή προσευχή.
Ο Σίνγκερ, που το 1923 εγκαταστάθηκε στη Βαρσοβία, έζησε εκεί μέχρι το 1935 και μετανάστευσε στη Νέα Υόρκη, μέσα στους γίντις λογοτεχνικούς κύκλους προσπάθησε να απαλλαγεί από τη θρησκοληψία της παράδοσης. Η αυτοβιογραφία του περιλαμβάνει συναρπαστικές σελίδες αυτής της αναζήτησης που συνδυάζεται με την ανάγνωση «εθνικών», δηλαδή μη Εβραίων συγγραφέων, αλλά και φιλοσοφίας, φυσικά πέρα από ιερά βιβλία που είχε διδαχτεί στο θρησκευτικό σχολείο όπου είχε φοιτήσει.
Η αναζήτηση τον έφτασε, πολλές φορές, σε σημείο να αμφισβητήσει τον Θεό: «Αν ο Θεός ήταν πράγματι γεμάτος έλεος και καλοσύνη, δεν θα επέτρεπε να υπάρχει πείνα, αρρώστια και πογκρόμ», γράφει στην αυτοβιογραφία του, βασισμένος στην εμπειρία της φτώχειας της δικής του οικογένειας αλλά και των πάμπτωχων εβραϊκών κοινοτήτων της Πολωνίας. Δεν έγινε όμως ποτέ άθεος.
Τα βασικά θέματα στην αυτοβιογραφική διήγηση του Σίνγκερ, που καλύπτει την περίοδο από τα παιδικά χρόνια μέχρι τη μετανάστευση στην Αμερική και τα πρώτα χρόνια του εκεί, είναι ο Θεός και η καταλυτική κριτική της ορθόδοξης εβραϊκής παράδοσης, η κοσμική εβραϊκότητα, η λογοτεχνία και η κουλτούρα του λόγου και τυπωμένου βιβλίου, το σεξ και το χιούμορ.
Νομίζω ότι καταλαβαίνουμε καλύτερα τον Γούντι Άλεν αν διαβάσουμε αυτό το έργο του Ισαάκ Μπασέβις Σίνγκερ. Το σεξ διαπερνά όλη την αφήγηση μέσα από τις διάφορες σχέσεις που είχε ο Σίνγκερ στην Πολωνία και μετά στη Νέα Υόρκη. Και δεν είναι μόνο το σεξ. Είναι η αγωνία της στύσης, η βάσανος του πέους, που έχει θρησκευτικές καταβολές.
«Σε αντίθεση με τα άλλα μέλη του σώματος, το πέος έχει την αυτονομία να λειτουργεί ή να μη λειτουργεί ανάλογα με τις ηθικές και αισθητικές συμπάθειες και αντιπάθειές του», γράφει. «Οι καμπαλιστές το αποκαλούσαν “σημείο της διαθήκης” και είχε την ονομασία γεσόντ, το όνομα μίας από τις δέκα σφαίρες της θεϊκής απορροής».
Στη Βαρσοβία ο Σίνγκερ άρχισε να γράφει λογοτεχνία, να εργάζεται σε λογοτεχνικά περιοδικά και να μεταφράζει στα γίντις συγγραφείς όπως ο Τόμας Μαν ή ο Στέφαν Τσβάιχ. Όταν έφυγε για την Αμερική, είχε δημοσιεύσει ήδη το μυθιστόρημα Ο Σατανάς στο Γκόραϋ που του έφερε λογοτεχνικά εύσημα και αναγνώριση, ιδιαίτερα όταν μεταφράστηκε στα αγγλικά (στα ελληνικά στις εκδόσεις Ίνδικτος, σε μετάφραση Άννας Περιστέρη). Πάντως, τα πρώτα χρόνια στην Αμερική ο Σίνγκερ πέρασε μια περίοδο λογοτεχνικής καταθλιπτικής απραξίας. Βιοποριζόταν έχοντας μια στήλη με περίεργα σε γίντις εφημερίδα της Νέας Υόρκης.
Τον καταπληκτικό συγγραφέα Σίνγκερ και την πρωτογενή ύλη της λογοτεχνίας του τα βρίσκουμε στη συλλογή Γκίμπελ ο σαλός και άλλες ιστορίες, με εννέα διηγήματα, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Κίχλη. Ο κόσμος των εβραϊκών κοινοτήτων, των στετλ της Ανατολικής Ευρώπης, η καθημερινότητα, οι δεισιδαιμονίες, το μαγικό, αποτελούν τον καμβά αυτών των υπέροχων ιστοριών.
Το βιβλίο συστήνεται όμως και για έναν άλλο λόγο: για τη μετάφρασή του (από τα αγγλικά) από τον Βάιο Λιάπη, στον οποίο οφείλεται και το πολύ κατατοπιστικό και εμπνευστικό επίμετρο. Η πρόσληψη του Σίνγκερ σε όλον τον κόσμο γίνεται κυρίως μέσα από τις αγγλικές μεταφράσεις του έργου του. Από τα γίντις στα αγγλικά το πρωτότυπο κείμενο μπορεί να «αποχρωματίζεται», όπως γράφει ο Βάιος Λιάπης, ακόμη κι αν η μετάφραση υπογράφεται από εξαιρετικούς συγγραφείς, όπως ο Σολ Μπέλου.
Καθώς τα γίντις είναι μια παλιά μορφή γλώσσας που έχει σταματήσει να εξελίσσεται, ο μεταφραστής έβαλε στη μετάφρασή του λέξεις «από παλιότερες στιγμές» των ελληνικών, που φτάνουν σε μας ως ηχώ ενός κόσμου που υπήρξε. Ενδιαφέρουσες είναι επίσης οι συγκρίσεις που επιχειρεί ο Λιάπης μεταξύ του Σίνγκερ και του Παπαδιαμάντη.
ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΕΡΩΤΑΣ ΚΑΙ ΕΞΟΡΙΑ» ΕΔΩ
ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΓΚΙΜΠΕΛ Ο ΣΑΛΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ» ΕΔΩ
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LIFO.