Ο κόσμος καταστρέφεται με μια σειρά από κοσμογονικά γεγονότα − η σταδιακή αποσύνδεση του ίντερνετ είναι ένας σίγουρος οιωνός πως η ανθρωπότητα χάνει εντελώς τον έλεγχο. Ο πράος, αφοσιωμένος καθηγητής Μάρτι Άντερσον προσπαθεί να βάλει μια τάξη στο χάος που τον περιτριγυρίζει με την ψυχραιμία και τη λογική, και πριν αποφασίσει, σε μια ερημωμένη μεγαλούπολη με παρατημένα αυτοκίνητα και απελπισμένους πολίτες που βηματίζουν σαν μελλοθάνατοι, πως η μοναδική λύση είναι να επιστρέψει πεζός σε μια κοντινή γειτονιά για να βρει την, επίσης πελαγωμένη, πρώην σύζυγό του, μια εικόνα επανέρχεται στους βραχυκυκλωμένους τηλεοπτικούς δέκτες και στις γιγαντοαφίσες, γράφοντας: «Τσαρλς Κραντς, 39 υπέροχα χρόνια, ευχαριστώ, Τσακ». Αυτό το αινιγματικό συμβαίνει στο πρώτο από τα τρία κεφάλαια μιας ταινίας που αναπτύσσεται σε αντίστροφη χρονολογική σειρά, και στη συνέχεια αποκαλύπτει, υποτίθεται, ποιος είναι ο άγνωστος, μάλλον συνηθισμένος, διοπτροφόρος κουστουμαρισμένος τύπος που κυριαρχεί στο βλέμμα όλου του κόσμου λίγο πριν από την επικείμενη Αποκάλυψη.
Η «Ζωή του Τσακ», ένα από τα τρία διηγήματα που περιλαμβάνονται στη συλλογή «If it Bleeds» του Στίβεν Κινγκ από το 2020, σίγουρα δεν συγκαταλέγεται στις αιματοβαμμένες ιστορίες του μετρ του μεταφυσικού μυστηρίου, ισορροπιστή του μελό με τη φρίκη και εν πολλοίς εφευρέτη ενός είδους μυθιστορηματικής ανατροπής που ταιριάζει στο αφηγηματικό γούστο ακόμη και της Gen Z. Ο Κινγκ δεν οπτικοποιείται πάντα ταιριαστά στις κινηματογραφικές μεταφορές, και αυτή η περίπτωση χάνει σημαντικά σε ρυθμό, τόνο, έκπληξη και, δυστυχώς, νόημα. Το βασικό πρόβλημα της «Ζωής του Τσακ» είναι η άκυρη υπόσχεση πως κάτι τρομερό θα προκύψει από την ανάποδη θέαση του πορτρέτου ενός αγνώστου, εκτός από την προσδοκία του ψυχαγωγικού ανταποδοτικού τέλους που προϋποθέτει η ανεξάντλητη πρωτοτυπία του Βασιλιά Στίβεν. Το ελλειπτικό πρώτο μέρος ίσως και να είναι το καλύτερο, γιατί ακριβώς δεν φανερώνει περισσότερα από όσα υπονοεί από μια ασαφή απειλή, αν και κινείται σε ένα αργό, επιτηδευμένο τέμπο. Η συνέχεια θυμίζει λίγο το σινεμά του Λάσε Χάλστρομ στην αμερικανική του περίοδο, μια καρτποσταλική άποψη περί του θαύματος της ανθρωπιάς και της αγάπης, που πολύ θα ήθελε να είναι το «It’s a Wonderful Life», αλλά δεν είναι κάθε μέρα Χριστούγεννα…
Η εμφάνιση του Τσακ δεν απογειώνεται ποτέ δραματικά, ούτε εκρήγνυται εσωτερικά − ακόμη και η χορευτική σεκάνς του Τομ Χίντλστον μοιάζει χρονομετρημένη και αεροστεγής. Η συνεχής, μονότονη αφήγηση του Νικ Όφερμαν σερβίρει έτοιμα τα κρίσιμα σημεία στις καμπές του στόρι, κόβοντας την ανάσα όλων των γεγονότων που η ταινία όφειλε να μοντάρει δημιουργικά: ο έμπειρος διασκευαστής έργων του Στίβεν Κινγκ, Μάικ Φλάναγκαν, υπνοβατεί αντί να σκηνοθετήσει, και η «Ζωή του Τσακ» είναι μειλίχια σαν ευγενική χειρονομία φουσκωμένη με σοφά γνωμικά και λιγωμένη μελαγχολία, μια εικονογραφημένη εκδοχή του βιβλίου με έντονη την αίσθηση του μετεωρισμού.
Τα τελευταία 15 χρόνια, ο νικητής του βραβείου κοινού στο Φεστιβάλ του Τορόντο κερδίζει το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας ή μια θέση στη δεκάδα των υποψηφίων, με μοναδική εξαίρεση το «Where do we go now» της Ναντίν Λαμπακί. Η «Ζωή του Τσακ», που κάλλιστα θα μπορούσε να έχει τον ίδιο τίτλο, και η Neon, που πλήρωσε μια αδιευκρίνιστου ύψους μικρή περιουσία για να αποκτήσει τα δικαιώματα διανομής στη Βόρεια Αμερική, θα πρέπει να παλέψουν για μια θέση στον οσκαρικό ήλιο τον ερχόμενο Μάρτιο.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0