Η πανδημία του COVID-19 σε συνδυασμό με τις καραντίνες έφερε ταυτόχρονα ένα διάλειμμα αλλά κι ένα αίσθημα νοσταλγίας, γέννησε μια ανάγκη επιστροφής στις «καλύτερες μέρες». Μέσα στο επόμενο διάστημα είδαμε αρκετούς σκηνοθέτες να επιχειρούν μια κινηματογραφική επίσκεψη σε αυτές τις «καλύτερες μέρες», να στρέφονται στην παιδική και τη νεανική τους ηλικία για έμπνευση, είτε με (ημι)αυτοβιογραφικές δημιουργίες είτε με ιστορίες άσχετες μεν, τοποθετημένες στο περιβάλλον που μεγάλωσαν δε.
Στη δεύτερη κατηγορία ανήκει το «Caught Stealing» του Ντάρεν Αρονόφσκι, ο οποίος εντόπισε στο βιβλίο και στο σενάριο του Τσάρλι Χιούστον την ευκαιρία να ανασυνθέσει επί της οθόνης τη Νέα Υόρκη των ’90s, την πόλη όπου μεγάλωσε και όπου θα ξεκινούσε την κινηματογραφική του πορεία. Τα ενδύματα, τα μαγαζιά, τα αυτοκίνητα, οι μουσικές, όλα παραπέμπουν εκεί, υπάρχει ακόμα και ο Γκρίφιν Νταν του «After Hours», ο οποίος, μετά από εκείνη την εφιαλτική, νυχτερινή Οδύσσεια που πέρασε πριν από χρόνια, εδώ βρίσκει την Ιθάκη του, ένα δικό του μπαρ – μια έξυπνη casting επιλογή που ενισχύει τη νεοϋορκέζικη αύρα.
Κεντρικός ήρωας είναι ο Χανκ, ανερχόμενο αστέρι του μπέιζμπολ στο λύκειο, πλέον μπάρμαν στο προαναφερθέν μπαράκι, ζαλισμένος από το βαλς των χαμένων ονείρων που παίζει επί χρόνια σε λούπα στο κεφάλι του και φορτωμένος με ένα κρίμα ισοδύναμο με όλο το βάρος του κόσμου στα μάτια του. Όταν ο Βρετανός φίλος του, ο Ρας –ένας Ματ Σμιθ με μοϊκάνα και το κωμικό του ταμπεραμέντο στη μεγάλη σκάλα– εμφανίζεται ξαφνικά στο διαμέρισμά του με αίτημα να προσέξει τον γάτο του για τις λίγες μέρες που θα λείψει στο εξωτερικό, ο Χανκ θα μπλέξει σε μια περιπέτεια που περιλαμβάνει Ρώσους μπράβους που δέρνουν τραγουδιστά, έναν Πορτογάλο εκτελεστή με προβλήματα διαχείρισης θυμού και τη μορφή του Βad Bunny, μια αδιάκριτη αστυνομικό και δύο χασιδιστές (!) μαφιόζους με τους οποίους, πραγματικά, δεν μπλέκεις – οι Λιβ Σράιμπερ και Βίνσεντ Ντ’Ονόφριο, βγαλμένοι από υγρό ταραντινικό όνειρο και σοβαροί διεκδικητές για τον τίτλο του MVP της ταινίας, τον οποίο χάνουν από τον Tonic, τον τετράποδο συνοδοιπόρο του Χανκ σε αυτή την παλιοϊστορία.
Πρόκειται για φιλμική αναδρομή σε ένα είδος crime κωμωδίας εξοστρακισμένο από τις αίθουσες, αρεστό σε θεατές που βαδίζουν ή έχουν πατήσει τα δεύτερα -αντα, το οποίο ο Αρονόφσκι εκτελεί με άνεση και χάρη – κι ας δυσκολεύεται να αντισταθεί στην ανάγκη του να γίνει δυσάρεστος ή να ερμηνεύσει μη χριστιανικά την ενοχή και τη λύτρωση του κεντρικού χαρακτήρα. Δεδομένα, δεν ανήκει στις μεγάλες του στιγμές, αλλά ταυτόχρονα μοιάζει ξεχωριστό μέσα στη φιλμογραφία του – θυμάστε την τελευταία φορά που γελάσατε σε ταινία του Αρονόφσκι;
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0