#quote#
Μέχρι να επιλέξουν τον Αντώνη για να κάνει τον Μόγλη στην Παιδική Σκηνή του Εθνικού, δεν είχα σκεφτεί τη μεγάλη του ομοιότητα με το παιδί της ζούγκλας. Από εκείνη τη στιγμή, όχι απλώς «μογλοφέρνει», αλλά μπαίνω στον πειρασμό να του ζητήσω να βγάλει κραυγές και αλαλαγμούς της ζούγκλας και περιμένουμε να ανέβουν στην Κολοκοτρώνη, όπου πίνουμε καφέ, πεινασμένοι λύκοι. Βρισκόμαστε αμέσως μετά την παράσταση και είναι ενθουσιασμένος. Μου μιλάει για τους μικρούς θεατές: «Δεν έχω συναναστροφές με παιδιά και, για να πω την αλήθεια, πριν από τον Μόγλη ίσως να προτιμούσα να παίξω σε μια παράσταση για ενήλικες». Τα παιδιά, όμως, ξάφνιασαν ευχάριστα τον Αντώνη. «Είναι σπουδαίο κοινό, γιατί τη ζούνε την παράσταση και συνέχεια φωνάζουν "μπράβο, Μόγλη", "πάνω του, Μόγλη" και άλλα τέτοια αθώα πράγματα», που του δημιουργούν απανωτές συγκινήσεις. Ωστόσο, μετά το τέλος της παράστασης, στα αυτόγραφα, βάζει τα πράγματα στη θέση τους και τους ξεκαθαρίζει ότι είναι ο Αντώνης και όχι ο Μόγλης, γιατί δεν θέλει να τους δημιουργεί ψευδαισθήσεις. Θεωρεί ότι τους μπολιάζει έτσι με τη μαγεία του θεάτρου. «Τους λέω "αυτό που είδατε είναι θέατρο, εγώ είμαι ο Αντώνης και υποδύομαι τον Μόγλη"».
Ο Αντώνης τρέχει με τα εικοσιένα του χρόνια στη Magic Boulevard της νιότης, μοιάζει με ναυτάκι του Τσαρούχη, με μάτια «φωτιά που μ' άναψες». Μιλάει αργά και ήρεμα, σαν να σκέφτεται τις λέξεις, και σου δίνει την εντύπωση ότι έχει ωριμάσει πριν από την ώρα του –όχι, δεν είναι μικρομέγαλος–, μ' αυτό το επικίνδυνο μπόλιασμα που κάνει τη νιότη, ας πούμε, πιο σοφή. Μιλάει για τη ζωή του σαν να παίρνει μια διακριτική απόσταση από τα πράγματα. Γεννήθηκε πρόωρος, εφτά μηνών, με μια ασθένεια που τα περισσότερα βρέφη δεν τα αφήνει να ζήσουν, αλλά εκείνος στάθηκε τυχερός και το ξεπέρασε χωρίς να του μείνει κάποιο κουσούρι. Ήταν κάτι που έκανε τους δικούς του να το δουν όλο αυτό σαν θαύμα και τον ίδιο σαν παιδί-θαύμα. «Είναι παράξενο να μεγαλώνεις και να 'σαι αυτό το θαύμα. Διατηρώ αυτή την περίεργη ισορροπία. Έχω μια παράξενη αίσθηση της δύναμής μου. Στα πολύ δύσκολα είμαι πολύ δυνατός και κάτι απλό μπορεί να με μπλοκάρει» λέει.
Από τη παιδική του ηλικία θυμάται τη μητέρα του να είναι υπερπροστατευτική. Κάπως σαν μητέρα-καγκουρό. Δεν τον αντιμετώπιζε, όμως, σαν εύθραυστο αγοράκι, του μιλούσε πάντα σαν να ήταν πολύ μεγάλος και ώριμος και μέσα από τις συζητήσεις τους αγάπησε τις συζητήσεις με τους ανθρώπους γενικά. «Επενδύω πολλά σε μια καλή κουβέντα. Ένιωθα πάντα πιο μεγάλος από την ηλικία μου, πιο ώριμος, πιο έξυπνος. Ως παιδί δεν είχα καλή ισορροπία, δεν έκανα καθόλου σπορ, τα απέφευγα, έτσι είχα εστιάσει στην εγκεφαλική λειτουργία. Όχι, δεν διάβαζα βιβλία, ίσως επειδή τα βιβλία τα είχα συνδυάσει με το σχολείο – και το σιχαινόμουν το σχολείο. Μ' άρεσαν, όμως, πολύ οι άνθρωποι, να τους γνωρίζω, να μιλάω». Το πρώτο επάγγελμα που ήθελε να κάνει όταν ήταν παιδί ήταν παπάς. Ευτυχώς, τα σχέδιά του άλλαξαν με τα χρόνια, μολονότι ακόμα και σήμερα δεν του αρέσει να βάζει ταμπέλες. «Δεν αποφάσισα μια μέρα να γίνω ηθοποιός. Και τώρα ακόμα νιώθω ότι είναι κάτι που το δοκιμάζω. Από τότε, όμως, που θυμάμαι τον εαυτό μου ήθελα να τα εκφράζω όλα με έναν τρόπο καλλιτεχνικό. Έτσι, έπεφτα με τα μούτρα στη ζωγραφική, μετά στο τραγούδι και πάλι πίσω. Δεν είπα ποτέ "αυτό θέλω να γίνω". Κάποιες φορές πίεσα, μάλιστα, τον εαυτό μου, αφού όλοι έχουν ένα επάγγελμα, να διαλέξω κι εγώ ένα. Για μένα δεν είναι τόσο απλό, ακόμα παίζω με κάρτα μπαλαντέρ. Είμαι ηθοποιός, αλλά βγάζω και φωτογραφίες. Παρακολούθησα κάποια μαθήματα στο Βερολίνο και μ' αρέσει να φωτογραφίζω».
Τον ρωτάω αν θεωρεί τύχη που πήρε πρωταγωνιστικό ρόλο στο Εθνικό. «Τυχερός; Τι να πω; Χάρηκα πάρα πολύ την ημέρα που πήρα τον ρόλο. Να φανταστείς, δεν το πίστευα. Ενώ το άκουγα, ήθελα και κάτι αποδεικτικό, να το δω κάπου γραμμένο. Ένα μήνυμα, ένα συμβόλαιο, κάτι για να σιγουρευτώ ότι δεν μου κάνουν πλάκα. Εντάξει, σίγουρα είναι πρόκληση ο πρωταγωνιστικός ρόλος, και το Εθνικό και ο ίδιος ο Μόγλης, αλλά, με αυτή την έννοια, οτιδήποτε είναι πρόκληση. Η ίδια η παράσταση είναι μια συνεχής προσπάθεια να ξεπεράσεις τον εαυτό σου. Απαιτεί μια σχεδόν πρωτόγονη ενέργεια. Με το που ανεβαίνω στη σκηνή βρίσκομαι σε αδιάκοπη κίνηση, σαν να είμαι πράγματι αυτό το παιδί της ζούγκλας, είναι όμως απίθανη αίσθηση. Σαν να ξεπερνάς και τα δικά σου όρια. Δεν ήξερα, ούτε μπορούσα να φανταστώ πώς είναι τα παιδιά ως κοινό. Σκεφτόμουν ότι μπορεί να κάνουν θόρυβο, να μας αποσπούν την προσοχή. Τα παιδιά, όμως, είναι ίσως το πιο ώριμο κοινό. Με συγκινεί η αφοσίωσή τους, το πώς μπαίνουν με προθυμία μέσα στην εμπειρία. Θυμήθηκα, κατά κάποιον τρόπο, πόσο μαγικό είναι να είσαι παιδί. Έχω αρχίσει, μάλιστα, να επεξεργάζομαι στο πίσω μέρος του μυαλού μου την ιδέα τού να δουλέψω εθελοντικά με παιδιά.
Δεν θέλω να είμαι πια απόλυτος. Μου αρέσει να γνωρίζω ανθρώπους και μετά να αναθεωρώ την αρχική μου ιδέα. Μου αρέσει να ταξιδεύω, ακόμα και μόνος μου, χωρίς πολλές αποσκευές. Μου αρέσει να ερωτεύομαι, αλλά φοβάμαι κιόλας – να μου πεις, και ποιος δεν φοβάται! Αλλά και που φοβάμαι, δεν αλλάζει τίποτα, πάλι ερωτεύομαι».
«Και η εξάρτηση;», του λέω, «δεν φοβάσαι την εξάρτηση;». Τότε γελάει, αλλά το γέλιο του είναι περισσότερο πνιχτό. «Κάθε σχέση πρέπει να 'ναι εξαρτημένη για να πετύχει. Το ζητούμενο είναι η απενοχοποίηση των πάντων. Ό,τι σε ελευθερώνει».
Αφήνω τον Αντώνη στην όμορφη ζούγκλα του και σκέφτομαι ότι όσο υπάρχουν τόσο γλυκά αγόρια ο κόσμος γίνεται καλύτερος. Αργότερα τον παίρνω τηλέφωνο στο σπίτι. «Τώρα που δεν μας ακούει κανείς, θα μου κάνεις τον λύκο;» τον ρωτάω. Κι εκείνος τον κάνει.
σχόλια