ΕΙΚΟΣΙ ΠΕΝΤΕ ΧΡΟΝΙΑ συμπληρώνονται αυτόν τον μήνα από την πρώτη κυκλοφορία του εκρηκτικού σκηνοθετικού ντεμπούτου του 27χρονου τότε Ματιέ Κασοβίτς με θέμα την περιπλάνηση σ' ένα ασπρόμαυρο, εχθρικό και βίαιο Παρίσι, τριών νεαρών διαφορετικής φυλετικής «προέλευσης», κοινής όμως μοίρας ως αποπαίδια του συστήματος που ζουν στα υποβαθμισμένα προάστια, μερικούς δρόμους μόνο πίσω από την λαμπερή όψη της Πόλης του Φωτός. Ισορροπώντας ιδανικά ανάμεσα στον σκληρό ρεαλισμό και την άγρια σάτιρα, η ταινία είχε προκαλέσει χαλασμό στην εποχή της (ο Πρόεδρος Σιράκ είχε ζητήσει επειγόντως ιδιωτική προβολή για να την παρακολουθήσει μαζί με τα υψηλόβαθμα στελέχη της κυβέρνησης), ενώ οι εξεγέρσεις που συγκλονίζουν τον τελευταίο καιρό τον πλανήτη την καθιστούν απολύτως καίρια.
Δεν υπάρχει μουσική στο «Μίσος», για μένα όμως είναι μια hip-hop ταινία. To hip-hop και η κουλτούρα του δρόμου είναι αναπόσπαστο κομμάτι της.
Με γνώμονα αυτό το στοιχείο και την αφορμή της 25ης επετείου από την πρεμιέρα της, η ταινία επιστρέφει πανηγυρικά προσεχώς στις οθόνες σε μια νέα 4Κ κόπια. Η πιο τρανή ίσως απόδειξη της διαχρονικότητας του "La Haine" είναι η εμφανέστατη επιρροή της στην ταινία που κατέκτησε το μεγάλο φετινό βραβείο Σεζάρ (οι «Άθλιοι» του Λατζ Λι), όπως παρατηρεί και ο Κασοβίτς σε συνέντευξη που έδωσε πριν μερικές μέρες, λέγοντας τα εξής:
«Όταν ξεκινάς να κάνεις μια πολιτική ταινία, θέλεις να είναι καίρια και να ανταποκρίνεται στις συνθήκες. Δεν έχει νόημα να θες απλά να ευχαριστήσεις τον κόσμο. Υπάρχουν ήδη πολλές τέτοιες ταινίες. Οι ταινίες των Monty Python ή της Disney περνάνε από γενιά σε γενιά, αλλά το να καταφέρεις να κάνεις μια πολιτική ταινία η οποία παραμένει επίκαιρη 25 χρόνια αργότερα, είναι συγχρόνως εκπληκτικό και τρομακτικό, επειδή σημαίνει επίσης ότι τα προβλήματα είναι ακόμα εδώ. Και μάλιστα είναι πολύ χειρότερα, καθώς συνδυάζονται και με άλλα προβλήματα που δεν είχαμε πριν από 35 χρόνια».
«Εκείνη η ταινία άλλαξε την ζωή πολλών ανθρώπων. Έχω συναντήσει ανθρώπους που έγιναν αστυνομικοί ή δικηγόροι εξαιτίας της ταινίας φιλοδοξώντας να γίνουν υπεύθυνοι αστυνομικοί και υπεύθυνοι δικηγόροι. Γι' αυτό και αποφασίσαμε να την επαναφέρουμε φέτος».
«Οι αναμνήσεις μου προέρχονται περισσότερο από το κοινό παρά από την ίδια την ταινία, από τον τρόπο που την υποδέχθηκαν οι άνθρωποι τότε και από τον τρόπο που την βλέπουν σήμερα. Μεγάλο μέρος από το αρχικό κοινό της ταινίας ήταν παιδιά των υποβαθμισμένων προαστίων και η ταινία τους άλλαξε την αντίληψη σχετικά με το πώς πρέπει να αντιμετωπίζεται ένα πρόβλημα. Η τέχνη μπορεί να βοηθήσει σ' αυτό. Σε πολιτικό επίπεδο, η ταινία προσέφερε στα παιδιά από τα προάστια μια νέα δύναμη. Προσέφερε επίσης στους μπάτσους μια διαφορετική αντίληψη αυτών των παιδιών. Προσέφερε, τέλος, σε πολλούς ανθρώπους την έμπνευση για μια νέα δημιουργικότητα».
«Ακόμα κι η ταινία που κέρδισε το βραβείο καλύτερης ταινίας στα φετινά César, είναι σαφώς εμπνευσμένη θεματικά από «Το Μίσος». Το τέλος είναι σχεδόν το ίδιο. Ο σκηνοθέτης της ήταν 13 χρονών όταν είδε την ταινία μου, που θα μπορούσε να πει κανείς ότι βοήθησε στην δημιουργία μιας νέας γενιάς κινηματογραφιστών και εικαστικών. Είναι σαν μια περιπέτεια που μοιραστήκαμε όλοι μαζί. Μόνο γι' αυτό αξίζει να γυρίζει κανείς τέτοιες ταινίες, και νοιώθω πολύ περήφανος γι' αυτήν».
«Δεν υπάρχει μουσική στο «Μίσος», για μένα όμως είναι μια hip-hop ταινία. To hip-hop και η κουλτούρα του δρόμου είναι αναπόσπαστο κομμάτι της. Όπως και το hip-hop, η ταινία είναι συγχρόνως εκπαιδευτική και ψυχαγωγική – ο καλύτερος, δηλαδή, τρόπος για να μάθει κανείς πράγματα. Είναι επίσης, σε μεγάλο βαθμό, κωμωδία. Εκτός από τα τελευταία 20 δευτερόλεπτα, φυσικά».
Με στοιχεία από το AnOther
σχόλια