Ηλέκτρα Ελληνικιώτη Facebook Twitter
Δεν είναι εύκολη υπόθεση να βλέπεις να αποκεφαλαιοποιούνται τα ιδανικά σου μπροστά στα μάτια σου. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Η «Κάμιρος» της Ηλέκτρας Ελληνικιώτη δεν είναι ένας ακόμη θεατρικός χώρος στην Κυψέλη

0

Πέντε ολόκληρα χρόνια η Ηλέκτρα Ελληνικιώτη και η ομάδα Θέρος δουλεύουν συστηματικά με έναν και μόνο στόχο, να κρατήσουν ψηλά στην επικαιρότητα και να κάνουν τα πάντα για να γνωρίσουν όσο το δυνατόν περισσότεροι ένα βιβλίο του Χρήστου Βακαλόπουλου, τη «Γραμμή του ορίζοντος», που παρουσιάζουν μέσα από μια γκάμα δραστηριοτήτων.

Τώρα η ομάδα θα βρει νέα στέγη, που βαφτίστηκε Κάμιρος και είναι εκεί όπου κάποτε βρισκόταν ένα παρακμιακό μπαρ, στην οδό Ιθάκης 32, το Image στην Κυψέλη, σε έναν τόπο οικείο στο σύμπαν του Βακαλόπουλου.

Σ’ αυτή την επίμονη ομάδα η ιδέα της παράστασης έφερε και μια πρόσκληση για τη δημιουργία άλλων καλλιτεχνικών έργων. Έτσι γεννήθηκε η ιδέα των «Μεταμφιέσεων»: το μυθιστόρημα μεταμφιέστηκε, εκτός από παράσταση που θα ανοίξει τις δραστηριότητες στον χώρο, κάνοντας την πρεμιέρα του, σε ραδιοφωνική εκπομπή, έκθεση, ταινία, μουσική και συζητήσεις.

Μπήκαμε στην Κάμιρο, σε ένα «λευκό κουτί», ένα λευκό χαρτί ακριβώς την περίοδο της προετοιμασίας, και μοιραστήκαμε με την Ηλέκτρα Ελληνικιώτη τις σκέψεις, τα ρίσκα και τις προσδοκίες για ένα μέλλον πιο ομαδικό, πιο συλλογικό για τη νέα γενιά του ελληνικού θεάτρου. 

— Με ποια αφορμή και ποιοι άνθρωποι αποφασίσατε να πάρετε αυτό το ρίσκο σε περίοδο κορωνοϊού και να ανοίξετε έναν καινούριο χώρο; 

Όλα ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 2020, όταν μάθαμε ότι η Θέρος επιχορηγήθηκε από το υπουργείο Πολιτισμού για να υλοποιήσει τη «Γραμμή του Ορίζοντος» του Χρήστου Βακαλόπουλου. Η αρχική ιδέα μας ήταν ότι η παράσταση και οι παράλληλες με αυτήν δράσεις θα πραγματοποιούνταν κάθε εβδομάδα σε διαφορετικό θέατρο της Αθήνας. Με την πανδημία αυτό κατέστη αδύνατο. Όπως είναι λογικό, σχεδόν κανένα θέατρο δεν ήταν σε θέση να προγραμματίσει τίποτα με βεβαιότητα. Το ενδεχόμενο να παρουσιαστούν όλα σε ένα θέατρο και όποτε αυτό θα ήταν εφικτό δεν υπήρχε καν στο μυαλό μας.

Συν τω χρόνω έπαψε να είναι μια αμιγώς θεατρική παραγωγή και έγινε ένα μωσαϊκό καλλιτεχνικών εκδοχών του μυθιστορήματος, και τότε σκεφτήκαμε μήπως έπρεπε να παρουσιάσουμε τη δουλειά μας όχι σε έναν θεατρικό χώρο αλλά σε έναν χώρο-τόπο «λευκό καμβά», πάνω στον οποίον θα σχεδιάσουμε ελεύθερα τη δική μας «γραμμή του ορίζοντος». Αρχίσαμε να ψάχνουμε, ώσπου πέσαμε πάνω στο ακίνητο στην Ιθάκης 32, στο βακαλοπουλικό κέντρο του κόσμου: την Κυψέλη.

Στην τελική μας απόφαση δεν συνέβαλαν μόνο οι συγκυρίες, που έμοιαζαν με καλέσματα από μεριάς του βιβλίου, αλλά και το ότι ανακαλύψαμε έκπληκτες πως και οικονομικά είναι το ίδιο με το να νοικιάσουμε ένα θέατρο. Μπήκαμε στην Κάμιρο τον Σεπτέμβριο του 2020 τέσσερις γυναίκες (που είμαστε και τα κεντρικά μέλη της ομάδας, δηλαδή η Μαρία Μαμούρη, η Ηρώ-Σοφία Σμυρνιούδη, η Κατερίνα Κούρτη και εγώ) με τη βοήθεια, τη συμβουλή και τη συμβολή των υπόλοιπων συνεργατών μας στη «γραμμή του ορίζοντος».

Έτσι έχουν περάσει έξι μήνες, κατά τη διάρκεια των οποίων, με πάρα πολύ κόπο και οικονομική δυσκολία, ολοκληρώσαμε τις απαιτούμενες εργασίες. Αλλά, κατά τη γνώμη μου, το μεγάλο ρίσκο δεν ήταν ποτέ οι «μέρες του κορωνοϊού» αλλά η «επόμενη μέρα». Μας ανησυχεί ιδιαίτερα το ενδεχόμενο της «καταστροφής που θα συντελεστεί» εν ονόματι της ανάπτυξης και της αναγέννησης του θεατρικού τοπίου.

Πιστεύω βαθιά ότι η πυρηνική ουσία αυτού που είναι η Ελλάδα, και που δεν είναι άλλο από την αέναη εναλλαγή δημιουργίας και θανάτου, δεν κινδυνεύει από τίποτα. Δεν έχει να φοβηθεί τίποτε από τις πρακτικές κάθε ξεγάνωτου τενεκέ, για να το πω ανατολίτικα.

— Με τι θα ξεκινήσετε; 

Αν όλα πάνε καλά, θα ξεκινήσουμε με τη «Γραμμή του Ορίζοντος» και τις «Μεταμφιέσεις» της. Πρόκειται για μια σειρά από εναλλασσόμενες επισκέψεις στο μυθιστόρημα του Χρήστου Βακαλόπουλου, κάθε φορά μέσα από μια άλλη τέχνη. Έχουμε τεράστια επιθυμία και ανάγκη να επανεφεύρουμε τη σχέση μας με αυτό που λέγεται «θέατρο» και με το πώς δημιουργείται. 

— Γιατί σε ένα τέτοιο περιβάλλον, με τόσα θέατρα, κάνετε κι εσείς άλλο ένα; 

Η αλήθεια είναι πως δεν φτιάχνουμε άλλο ένα θέατρο, με την κλασική του έννοια τουλάχιστον. Δεν θα συνθέτουμε ρεπερτόριο και δεν θα έχει θεατρική σκηνή. Φτιάχνουμε έναν θεατρικό τόπο με επίκεντρο τη θεατρική τέχνη, όπου οι δημιουργοί θα προσκαλούνται να δοκιμάσουν και να παρουσιάσουν νέους τρόπους παραγωγής της (δραματουργικά και πρακτικά), να ερευνήσουν τη σχέση της με τις υπόλοιπες τέχνες, την κοινωνία και τις τοπικές κοινότητες.

Αυτό, ως πρόθεση, για εμάς τουλάχιστον, σημαίνει δύο πράγματα: πρώτον, ότι δεν λειτουργούμε ανταγωνιστικά ως προς τα υπάρχοντα θέατρα, αλλά μάλλον υποστηρικτικά. Το όνειρό μας είναι οι δοκιμές και οι θεατρικές δουλειές που θα γεννιούνται στην Κάμιρο να παρουσιάζονται αργότερα σε θέατρα στην Αθήνα, στην ελληνική επικράτεια αλλά και εκτός. Και δεύτερον ότι ο χώρος στον οποίον επιθυμούμε να δραστηριοποιηθούμε όχι μόνο δεν έχει κορεσθεί αλλά μόλις πρόσφατα άρχισε (με τις πρωτοβουλίες άλλων συναδέλφων) να ανθεί.

Για να το πω πιο απλοϊκά, μακάρι στο μέλλον να φτιαχτούν πολλές πολλές ακόμα «Κάμιροι» από συναδέλφους και όλες μαζί να συνυπάρξουν με «παραδοσιακά» θέατρα. 

Ηλέκτρα Ελληνικιώτη καθιστή Facebook Twitter
Πρέπει να αλλάξει αυτό που ανέφερα μόλις: η διαιώνιση του μοντέλου εξουσίας. Η νοοτροπία που λέει «έτσι παραλάβαμε τα πράγματα και έτσι θα τα παραδώσουμε». Όχι, δεν είναι έτσι. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Πάμε στον Βακαλόπουλο. Ας μιλήσουμε γι’ αυτή την ιστορία. Πότε διάβασες αυτό το βιβλίο; Τι είναι αυτό που σου έκανε εντύπωση αρχικά; Ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που είπες όταν το έκλεισες; 

Διάβασα, για την ακρίβεια άκουσα, τη «Γραμμή του Ορίζοντος» πρώτη φορά πριν από έξι χρόνια. Ξεκίνησε να μου τη διαβάζει ο Αλέξανδρος Μιστριώτης και στην πορεία μου την παρέδωσε, για να ολοκληρώσω την ανάγνωση μόνη μου. Έχει σημασία αυτό, γι’ αυτό το αναφέρω.

Το γεγονός ότι γνώρισα τη «Γραμμή» μέσα από την ανάγνωση μιας ανδρικής φωνής, που στην πορεία έγινε η δική μου εσωτερική γυναικεία φωνή, είναι το μεγαλύτερο δώρο που μου έκανε ο Αλέξανδρος. Γιατί ακριβώς αυτή η διαδικασία στην οποία μπήκα θεωρώ ότι ανήκει στο γενετικό υλικό του μυθιστορήματος. Χτύπησε τη φλέβα του βιβλίου αυτή η τυχαία ‒ή και όχι‒ πρώτη μου συνάντηση μαζί του.

Όταν έκλεισα το βιβλίο για πρώτη φορά, είχα την αίσθηση πως ο εαυτός μου πάλευε να θυμηθεί κάποιο λησμονημένο αίσθημα επάρκειας και αθώα μη εξηγήσιμου αυτοπροσδιορισμού. Οι βεβαιότητες, οι επιλογές και η γενικότερη θεώρησή μου για τη ζωή υποχωρούσαν, όπως το πολύ μαλακό έδαφος ή η άμμος. Αυτό όμως δεν μου προκαλούσε κάποιο τρόμο, αντίθετα ένιωθα σαν κάποιο πολύ έμπιστο χέρι να με τραβάει προς το πολύ προσωπικό μου σκοτάδι για να βρω εκεί αυτήν τη «μια εικόνα βαθιά φυλαγμένη» μέσα μου, που λέει και ο Βακαλόπουλος, η οποία περιμένει να βγει, αλλά ταυτόχρονα δεν σημαίνει και τίποτα.

Μου είχε κάνει ‒και εξακολουθεί να μου κάνει‒ μεγάλη εντύπωση η ιστορία με τον νεαρό του ’71 και η φιγούρα του· αυτό το περιστατικό, κατά το οποίο κάποιος μπήκε στο δωμάτιο της Ρέας Φραντζή, έκατσε απέναντί της, δεν της είπε τίποτα και με αυτήν τη σιωπή του της τα είπε όλα, γιατί ήταν ερωτευμένος και Έλληνας και γι’ αυτό είχε μάθει να ντρέπεται. Με έχει κλονίσει το πόσα μπορεί να πει η εκκωφαντική σιωπή. Ή μάλλον όχι το «πόσα» μπορεί να πει αλλά το ότι κατορθώνει κάθε στιγμή να τα λέει όλα, να μιλάει για το «ένα».

Δεν θυμάμαι να είπα κάτι συγκεκριμένο (δεν θυμάμαι να σκέφτηκα καν μια θεατρική παράσταση, βασισμένη στο μυθιστόρημα). Αντιθέτως, θυμάμαι ότι δεν μπορούσα να μιλήσω, με αυτό τον τρόπο που δεν μπορείς να μιλήσεις όταν ξέρεις ότι δεν χρειάζεται να πεις κάτι. 

Γραμμή του ορίζοντος
Χρήστος Βακαλόπουλος, Γραμμή του ορίζοντος, εκδόσεις Εστία

— Αισθάνθηκες να συνδέεσαι με αυτό; Γιατί; Τι συνέδεσε ένα κορίτσι 28 χρόνων τότε και 34 σήμερα με το βιβλίο; Τι συνέβη; 

Πρέπει να σου πω ότι πιστεύω πως ζούμε τουλάχιστον δύο ζωές ταυτόχρονα. Δεν το λέω μεταφυσικά, το λέω κυριολεκτικά. Ζούμε αφενός μια ζωή εξωτερική, πραγματική δηλαδή ‒ ζούμε την καθημερινότητα που είναι ζωή και συντίθεται από αντικειμενικά πραγματολογικά υλικά: τα μπαρ όπου συχνάζουμε, οι ταινίες που βλέπουμε, τα κρεβάτια στα οποία κοιμόμαστε, οι εκπομπές που παρακολουθούμε, η τεχνολογία που χρησιμοποιούμε, οι απόψεις που ανταλλάσσουμε, οι δρόμοι όπου περπατάμε, τα ρούχα που φοράμε, και πάει λέγοντας.

Aφετέρου ζούμε και μια ζωή εσωτερική, ενδότερη. Αυτή η ζωή στέκεται έξω και μακριά από τον πραγματολογικό και επικαιρικό διάκοσμο της πρώτης, δεν επηρεάζεται άμεσα από τα στέκια, τις μόδες, τις τάσεις, τα ιστορικά γεγονότα, τα λόγια μας. Είναι σιωπηλή, ανεικονική και κατ’ επέκταση διαχρονική.

Η μαγεία αυτού του βιβλίου έγκειται στο γεγονός ότι, χτίζοντας έναν ψύχραιμο ύμνο αποκαθήλωσης της παροδικότητας της εξωτερικής ζωής, κατορθώνει να απευθύνεται στην εσωτερική ζωή του καθενός. Αυτό νομίζω είναι που με συνέδεσε και με συνδέει με το βιβλίο. Ότι πολύ νωρίς στην ανάγνωσή του με καθησύχασε πως δεν έχει σημασία αν έχω καθαρή μνήμη της βιντεοκασέτας ή αν έχω ζήσει τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, γιατί αυτά δεν είναι παρά τα πραγματολογικά κοστούμια που εναλλάσσει η εσωτερική ζωή για να γίνεται ορατή.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο Βακαλόπουλος αγαπούσε μια φράση του Πικιώνη που έλεγε ότι πρέπει να πατήσουμε «το πύρινο έδαφος της πραγματικότητας». Αυτό κάνει με τη «Γραμμή του ορίζοντος»: πατάει ξυπόλυτος στο πύρινο έδαφος της πραγματικότητας. Κι αυτό με συνέδεσε και μαζί της, το ότι μου έδειξε πως η εξωτερική ζωή δεν είναι παρά ο βατήρας που χρειάζεται να πατήσουμε γερά για να πηδήξουμε μέσα στην εσωτερική μας ζωή. Είναι σπουδαίο πράγμα το να ζεις, να συλλέγεις εμπειρίες κάθε δευτερόλεπτο. Όσο περισσότερο βιώνεις, τόσο καθαρότερα στοχάζεσαι. 

— Τι είναι αυτό που παραμένει ίδιο και τι αυτό που είναι διαφορετικό ανάμεσα στην Ελλάδα που περιγράφει και τη σημερινή; 

Πιστεύω βαθιά ότι η πυρηνική ουσία αυτού που είναι η Ελλάδα, και που δεν είναι άλλο από την αέναη εναλλαγή δημιουργίας και θανάτου, δεν κινδυνεύει από τίποτα. Δεν έχει να φοβηθεί τίποτε από τις πρακτικές κάθε ξεγάνωτου τενεκέ, για να το πω ανατολίτικα. Αυτή η Ελλάδα που δεν τη βλέπουμε, ή που κάνουμε ότι δεν τη βλέπουμε, αλλάζει συνεχώς και δεν φοβάται που αλλάζει συνεχώς, αντίθετα το επιδιώκει.

Είναι η Ελλάδα που κάνει πλάκα με τον εαυτό της, που κοροϊδεύει τα μούτρα της πριν κοροϊδέψει κάποιον άλλο, που δεν βλέπει καμιά ουσιαστική διαφορά μεταξύ της μελέτης του Χέγκελ και της κατανάλωσης φτηνού ουίσκι σε κωλόμπαρα. Είναι η Ελλάδα που δεν περιμένει τη δυτική επιβεβαίωση, που δεν ντρέπεται όταν συγκινείται σε κάθε βλακώδη αφορμή. Που στέκεται με ευγενικά κριτική ματιά απέναντι στα δυτικοευρωπαϊκά αφηγήματα και δεν αρνείται να πετάξει στα σκουπίδια ακόμα και βασικά συστατικά της.

Αυτή η Ελλάδα δεν είναι ποτέ ίδια γιατί συνομιλεί με τους αιώνες και δεν απολογείται αν ξοδεύει τις στιγμές της. Ενώ αντίθετα η άλλη Ελλάδα, που υποκρίνεται ότι αλλάζει, συνομιλεί με το παρόν και ξοδεύει τον αέναο χρόνο της. 

Ηλέκτρα Ελληνικιώτη ομάδα Θέρος Facebook Twitter
Η αλήθεια είναι πως δεν φτιάχνουμε άλλο ένα θέατρο, με την κλασική του έννοια τουλάχιστον. Δεν θα συνθέτουμε ρεπερτόριο και δεν θα έχει θεατρική σκηνή. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Πώς γίνεται ένας σημερινός νέος Έλληνας να αισθάνεται συνδεδεμένος με μια πραγματικότητα μέχρι και το ’80, που έχει μείνει αναλλοίωτη για πολλές δεκαετίες; Δεδομένου ότι δεν έχει ζήσει αυτή την εποχή. 

Σίγουρα είναι πολύ σημαντικό αυτό που λες, ότι μετά το ’80 η πραγματικότητα άλλαξε περισσότερο και με γρηγορότερους ρυθμούς από ό,τι ως εκείνη τη στιγμή. Νομίζω πως ίσως επειδή οι γονείς μας πρόλαβαν να ζήσουν εκείνη την πραγματικότητα, ένα μέρος της μας το μετέφεραν και ταυτόχρονα, σε αισθητικό επίπεδο και σε επίπεδο νοοτροπίας, τη ζήσαμε κι εμείς λίγο. Ζήσαμε, βέβαια, και την ταχύτατη μετάλλαξή της. Και ίσως αυτή η τελευταία εμπειρία να ευθύνεται για τον συνειδησιακό κλονισμό που έχουμε υποστεί οι νεότεροι. Δηλαδή, η ταχύτητα με την οποία μεταλλάχθηκε κάτι που ως εκείνη τη στιγμή μεταλλασσόταν με βραδύτερους ρυθμούς μάς κλόνισε.

Φαντάζομαι ότι οι σημερινοί 18χρονοι και 28χρονοι δεν νιώθουν τόσο «ανένταχτοι» στην πραγματικότητα όσο οι αντίστοιχοι 38χρονοι και 48χρονοι. Το γεγονός ότι ζήσαμε λίγο και έμμεσα εκείνη την εποχή, μέσα από τους γονείς μας, και ταυτόχρονα κληθήκαμε να εγκλιματιστούμε στη νέα εποχή πολύ και άμεσα μας αποσταθεροποίησε. Προκαλεί έντονο αίσθημα κόπωσης αυτή η προσπάθεια να συνδεθείς με κάτι, ό,τι κι αν είναι αυτό εν τέλει. 

— Εσύ, που δεν έχεις ζήσει αυτήν τη γενιά, τι ζηλεύεις, που θα ήθελες να έχεις; Κάτι που θαυμάζεις, που έχει μυθοποιηθεί· ή που έχει μυθοποιηθεί λάθος. 

Δεν μπορώ να ζηλέψω εκείνη τη γενιά, αλλά έχω ασφαλώς μια εξαιρετικά διαλεκτική σχέση μαζί της, καθώς είναι η γενιά που κυριολεκτικά και μεταφορικά με μεγάλωσε. Δηλαδή, ένα κομμάτι των χαρακτηριστικών και των ιδεών της σίγουρα μπορεί κανείς να το δει και στη δική μου γενιά, αλλά ένα άλλο κομμάτι είναι θεμελιωδώς διαφορετικό.

Δεν είναι τυχαίο πως τα τελευταία χρόνια η πλειονότητα των γεγονότων και των περιστατικών που βιώνουμε δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια προσπάθεια, εκατέρωθεν, να τελειώσουμε με τη Μεταπολίτευση ‒ και η γενιά της αλλά και η δική μου αυτό θέλουμε. Θαυμάζω τη ματαίωση που βίωσαν, όσοι τη βίωσαν, γιατί, για να είμαι ειλικρινής, δεν πιστεύω ότι έχουν βιώσει κάποια ματαίωση οι Πάγκαλοι, ο Λαλιώτηδες και οι Μητσοτάκηδες, οι Κιμούληδες και οι Ανδρουλάκηδες, ανάμεσα σε πλήθος άλλων. Αλλά δεν ήταν ποτέ, και δεν είναι, δουλειά τους να βιώνουν ματαίωση. Αυτό είναι δουλειά άλλων ανθρώπων, με άλλα αντανακλαστικά και άλλες οντολογικές αγωνίες. Δεν είναι εύκολη υπόθεση να βλέπεις να αποκεφαλαιοποιούνται τα ιδανικά σου μπροστά στα μάτια σου.

Όσο για τη δική μου γενιά, τους 35άρηδες, έχω την αίσθηση ότι το πλαίσιο στο οποίο κληθήκαμε να ενηλικιωθούμε, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, μας γονάτισε. Και δεν το εννοώ οικονομικά.

— Είναι πολύ βαρύ να ξέρεις ότι σε αποκαλούν «χαμένη γενιά». Πώς το διαχειρίζεσαι; Το αποδέχεσαι ή το απορρίπτεις; Και πώς διαχειρίζεσαι όποιο από τα δύο σενάρια; 

Με πετυχαίνεις σε μια περίοδο που νιώθω πολύ δυνατή συναισθηματικά και γεμάτη πίστη στην, ας την πούμε, γενιά μου. Είμαι καθημερινά σε μια κατάσταση θαυμασμού. Γνωρίζω ανθρώπους, διαβάζω απόψεις, παρακολουθώ το έργο ανθρώπων που με εμπνέουν και ανοίγουν τους ορίζοντές μου ‒ και όχι μόνο στον χώρο των τεχνών. Δηλαδή, παρά τον έναν χρόνο και βάλε πανδημίας, νιώθω ότι η μοναξιά μου έχει δεχτεί σοβαρό πλήγμα. Ακούω να αναπτύσσεται ένας λόγος που με αφορά και μου δημιουργεί εμπιστοσύνη. Νιώθω ασφαλής στα χέρια πολλών συνομηλίκων μου, κι ας μην τους γνωρίζω προσωπικά.

Γι’ αυτό δεν μένουν και πολλά περιθώρια στις παραφωνίες για να επικρατήσουν. Υπάρχουν άνθρωποι στη γενιά μου που ανήκουν στον παλιό κόσμο, είτε το ξέρουν είτε όχι. Κι όταν το λέμε δημοσίως, δεν είναι επειδή τους μισούμε ή επειδή θέλουμε το κακό τους. Είναι επειδή, όπως είπε και ο Ακύλλας Καραζήσης στη συνέντευξη που σου έδωσε, δεν γίνεται πάντα να κουκουλώνουμε τις διαφωνίες και τις διαφορές μας. Γιατί τότε διαιωνίζουμε το μοντέλο της ιεραρχίας, της νοοτροπίας που θέλει αυτόν που έχει την όποια εξουσία να είναι στο απυρόβλητο της κριτικής. Δεν πάει έτσι όμως. Και η δική μου γενιά τελειώνει με αυτό. Μένει να δούμε σε τι λάθη θα υποπέσει ή υποπίπτει ήδη. 

Ηλέκτρα Ελληνικιώτη Facebook Twitter
Όταν έκλεισα το βιβλίο για πρώτη φορά, είχα την αίσθηση πως ο εαυτός μου πάλευε να θυμηθεί κάποιο λησμονημένο αίσθημα επάρκειας και αθώα μη εξηγήσιμου αυτοπροσδιορισμού. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Κάνεις θέατρο. Πόσα χρόνια; 

Δεκαπέντε, αν υπολογίσουμε ότι δούλευα από τα χρόνια των σπουδών. 

— Πόσα ένσημα έχεις; 

Σχεδόν μηδενικά. 

— Πώς θα συνεχίσετε να δουλεύετε έτσι; Τι πρέπει να αλλάξει; 

Πρέπει να αλλάξει αυτό που ανέφερα μόλις: η διαιώνιση του μοντέλου εξουσίας. Η νοοτροπία που λέει «έτσι παραλάβαμε τα πράγματα και έτσι θα τα παραδώσουμε». Όχι, δεν είναι έτσι. Η απαίτηση για υγιείς εργασιακές συνθήκες δεν είναι διαφορετική από την απαίτηση για σεβασμό στον εργασιακό χώρο και ίσες ευκαιρίες.

Ξέρεις ποιο είναι το πιο σοκαριστικό και δύσκολο; Το πόση αγάπη απαιτεί αυτή η διαδικασία. Το πόση αγάπη και φροντίδα απαιτεί η αποκαθήλωση, για να έχει λόγο που συνέβη. Γιατί άλλο καταστροφή, άλλο αποκαθήλωση. Τίποτα δεν θα έχει κερδηθεί επί της ουσίας αν απλώς ξηλώσουμε, χωρίς μέριμνα, ανθρώπους και νοοτροπίες. 

— Αναφέρεσαι στις κακοποιήσεις. 

Ναι, αλλά να διευκρινίσω κάτι με απόλυτη επίγνωση της ευθύνης αυτού που θα πω: συμφωνώ με τη συμβολική δολοφονία προσωπικοτήτων στη δημόσια σφαίρα, όταν πρόκειται για εγκληματίες που εκμεταλλεύονταν ακριβώς αυτήν τη συμβολική δημόσια εξουσία τους για να κάνουν ό,τι έκαναν. Εκτός από τη Δικαιοσύνη, πρέπει να ετυμηγορεί και ο δήμος. Ασφαλώς όχι πετροβολώντας κυριολεκτικά, αλλά θεωρώ αναπόσπαστο κομμάτι της αποκαθήλωσης που ανέφερα τον δημόσιο χαρακτήρα της. Δηλαδή, φαντάσου πού θα βρισκόμασταν σήμερα σε επίπεδο συνείδησης αν δεν είχαν δει το φως ένα πλήθος φρικωδίες που έχει διαπράξει η ανθρωπότητα στην ιστορία της.

Αυτό με το οποίο διαφωνώ είναι η αποκαθήλωση να συμβαίνει με όρους και εργαλεία του ίδιου του κακοποιητή, του ίδιου του εγκληματία. Πρέπει να σκεφτόμαστε δυο φορές προτού μιλήσουμε δημόσια, αν δεν μιλάμε από τη θέση του θύματος ‒ όχι για να μη μιλήσουμε εν τέλει, αλλά για να μιλήσουμε αλλιώς από αυτό που μαχόμαστε. 

Αισθάνομαι πως ανοίχτηκε μια δυνατότητα με τις αποκαλύψεις που έγιναν για τις κακοποιητικές συμπεριφορές και τις σεξουαλικές παρενοχλήσεις, η οποία σε έναν βαθμό καταναλώθηκε γιατί ορισμένοι βιάστηκαν να πάρουν τον δημόσιο χώρο των θυμάτων. Είναι βαθιά πατριαρχικό και, όταν το βλέπω, δεν μου αφήνει άλλο περιθώριο από το να πιστέψω ότι όσοι το κάνουν, στο μέλλον θα επαναλάβουν λιγότερο ή περισσότερο τα λάθη και τις πράξεις που στηλιτεύουν, δίνοντας ένα ενοχλητικό παράδειγμα στις νεότερες και στους νεότερους από εμάς ή, ακόμα χειρότερα, απομακρύνοντάς τους από το θέατρο. 

— Πώς το λες αυτό; Εννοώ το παράδειγμα προς τους νεότερους και τη θέση τους στο θεατρικό κοινό. 

Για μένα δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη για την αποτυχία του θεάτρου σήμερα και των παραστατικών τεχνών εν γένει από το ότι έχει κατορθώσει να μην αφορά τους πολύ νέους και τους ηλικιωμένους. Το στοίχημα είναι η ουσιαστική συμμετοχή αυτών των κοινωνικών ομάδων στη θεατρική πραγματικότητα. Και για να επιτευχθεί αυτό, χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε ότι συνομιλούμε μαζί τους επί ίσοις όροις, δεν κατέχουμε καμιά σπουδαία γνώση που πρέπει να τους μεταλαμπαδεύσουμε, γιατί είναι κομμάτια του ίδιου κοινωνικού σώματος μ’ εμάς, και μάλιστα πολύ κρίσιμα κομμάτια του, καθώς αποτελούν το παρελθόν και το μέλλον μας. Αν έχουμε μια ευθύνη είναι απέναντι σε αυτούς, γιατί αυτοί είναι και οι ουσιαστικοί μας σύμμαχοι.

Ονειρευόμαστε την επόμενη μέρα των ανοιχτών θεάτρων, αλλά πώς τη φανταζόμαστε; Με μια πλατεία γεμάτη άβουλους θεατές που έχουν έρθει να δουν τη δουλειά μας γιατί κάτι τους έπεισε ότι είμαστε the next best thing ή το talk of the town; Ή με μια πλατεία γεμάτη ανθρώπους που ξέρουν ότι η γνώμη τους μετράει και με τον έναν ή τον άλλον τρόπο είναι συνδημιουργοί του έργου;

Αν μας αφορά το δεύτερο, πρέπει να τελειώνουμε με τη διαιώνιση της αυτοκρατορίας της γνώμης. Πρέπει να πάψουμε να μονοπωλούμε τη δημόσια σφαίρα με κάθε ευκαιρία, να μιλάμε μόνο όταν έχουμε μια δουλειά να παρουσιάσουμε και να περάσουμε το μικρόφωνο στους αόρατους και στους μέχρι σήμερα σιωπηλούς. Ας πούνε και βλακείες. Γιατί, εμείς, στο κάτω-κάτω, τι λέμε;  

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ακύλλας Καραζήσης

Θέατρο / Ακύλλας Καραζήσης: «Υπάρχει παντού ο Έλληνας άντρας που βλέπει τη γυναίκα σαν υποψήφιο θύμα»

Ο ηθοποιός και συν-σκηνοθέτης της παράστασης της Εναλλακτικής Σκηνής της Λυρικής, «Ο Κολοκοτρώνης ατενίζει το μέλλον. Γυναίκες προετοιμάζονται για την Επανάσταση. Κι εγώ κάτι θα σκέφτομαι», τοποθετείται με θάρρος σχετικά τον διαχωρισμό της θέσης του από τη στήριξη της υπουργού Πολιτισμού και μιλά για την κουλτούρα της ελευθερίας της άποψης.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Ἐπί τῆ ἐκλείψει τοῦ Κόσμου τοῦ αὐθάδους»: Πρεμιέρα στα podcasts της LiFO

Radio Lifo / «Eπί τη εκλείψει του Κόσμου του αυθάδους»: Πρεμιέρα στα podcasts της LiFO

Μια πρωτότυπη δραματουργική σύνθεση με αφορμή τέσσερα διηγήματα του Ν. Επισκοπόπουλου, σε σύλληψη, δραματουργία και ραδιοσκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μάρκελλου, με τον Γιάννη Βογιατζή, την Αλεξάνδρα Παντελάκη, την Ελένη Στεργίου και τον Γιάννη Στεφόπουλο. Πρωτότυπη μουσική: Γιώργος Κασαβέτης.
THE LIFO TEAM
Μαρία Διακοπαναγιώτου

Οι Αθηναίοι / Μαρία Διακοπαναγιώτου: «Κάποτε έχασα τη φωνή μου για έναν μήνα επειδή κατάπινα αυτά που άκουγα»

Αυτό που γουστάρει η ηθοποιός Μαρία Διακοπαναγιώτου, περισσότερο και από το να της πει κάποιος αν είναι καλή, είναι να φτιάχνει τη μέρα του άλλου μέσα από τη δουλειά της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Πέντε γυναίκες που «τρέχουν» επικοινωνιακά το αθηναϊκό θέατρο σε μια συζήτηση για το πριν και το μετά

Θέατρο / Πέντε γυναίκες που «τρέχουν» επικοινωνιακά το αθηναϊκό θέατρο σε μια συζήτηση για το πριν και το μετά

Οι υπεύθυνες επικοινωνίας Ελεάννα Γεωργίου, Ανζελίκα Καψαμπέλη, Μαριάννα Παπάκη, Ευαγγελία Σκρομπόλα και Μαρία Τσολάκη μιλούν για τη δουλειά τους –στην οποία συχνά χρεώνεται η αποτυχία αλλά, αδίκως, σχεδόν ποτέ η επιτυχία μιας παράστασης– και μοιράζονται τις σκέψεις μετά από έναν χρόνο θεατρικής απραξίας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ejekt

Πολιτισμός / Το απρόβλεπτα μελαγχολικό πολιτιστικό καλοκαίρι του 2021

Τι επιφυλάσσει το καλοκαίρι του '21 για θεατρικές παραστάσεις και μουσικά φεστιβάλ, πόσο διαφορετικά θα είναι τα πράγματα σε σχέση με πέρσι, τι ετοιμάζεται, τι ακυρώνεται: Οι πρώτες πληροφορίες και το κλίμα που επικρατεί μεταξύ των ανθρώπων που εργάζονται στον πολιτισμό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Επιστροφή στο σπίτι της γιαγιάς: Ένα θεατρικό τσουνάμι αναμνήσεων

Θέατρο / Επιστροφή στο σπίτι της γιαγιάς: Ένα θεατρικό τσουνάμι αναμνήσεων

Ο νεαρός σκηνοθέτης Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος ανεβάζει στην Πειραματική του Εθνικού το «ΜΑ ΓΚΡΑΝ'ΜΑ», μια ευαίσθητη σκηνική σύνθεση, αφιερωμένη στη σιωπηλή ηρωίδα της οικογενειακής ιστορίας μας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Ματαρόα στον ορίζοντα»: Φέρνοντας ένα θρυλικό ταξίδι στη σημερινή του διάσταση

Θέατρο / «Ματαρόα στον ορίζοντα»: Ένα θρυλικό ταξίδι στη σημερινή του διάσταση

Στην πολυεπίπεδη νέα παραγωγή της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ, λόγος, μουσική και σκηνική δράση συνυπάρχουν ισάξια και συνεισφέρουν από κοινού στην αφήγηση των επίδοξων ταξιδιωτών ενός ουτοπικού πλοίου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το video art στο ελληνικό θέατρο

Θέατρο / Video art στο ελληνικό θέατρο: Έχει αντικαταστήσει τη σκηνογραφία;

Λειτουργεί το βίντεο ανταγωνιστικά με τη σκηνογραφία και τη σκηνική δράση ή αποτελεί προέκταση του εθισμού μας στην οθόνη των κινητών μας; Οι γιγαντοοθόνες είναι θεμιτές στην Επίδαυρο ή καταργούν τον λόγο και τον ηθοποιό; Πώς φτάσαμε από τη video art στα stage LED screens; Τρεις video artists, τρεις σκηνοθέτες και ένας σκηνογράφος καταθέτουν τις εμπειρίες τους.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Κωνσταντίνος Ρήγος

Οι Αθηναίοι / «Έχω αισθανθεί να απειλούμαι τη μέρα, όχι δουλεύοντας τη νύχτα»

Οκτάνα, Επίδαυρος, ΚΘΒΕ, Πέγκυ Ζήνα, Εθνικό, Λυρική, «Brokeback Mountain» και «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Ως χορογράφος και σκηνοθέτης, ο Κωνσταντίνος Ρήγος έχει κάνει τα πάντα. Και παρότι έχει αρκετούς haters, νιώθει ότι αυτοί που τον καταλαβαίνουν είναι πολύ περισσότεροι.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Οσιέλ Γκουνεό: «Είμαι πρώτα χορευτής και μετά μαύρος»

Χορός / «Δεν βλέπω τον εαυτό μου ως έναν μαύρο χορευτή μπαλέτου αλλά ως έναν χορευτή καταρχάς»

Λίγο πριν εμφανιστεί ως Μπαζίλιο στον «Δον Κιχώτη» της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, ο κορυφαίος κουβανικής καταγωγής χορευτής Οσιέλ Γκουνεό –έχει λάβει πολλά βραβεία, έχει επίσης εμφανιστεί στο Θέατρο Μπολσόι της Μόσχας, στην Όπερα του Παρισιού, στο Λίνκολν Σέντερ της Νέας Υόρκης και στο Ελίζιουμ του Λονδίνου– μιλά για την προσωπική του πορεία στον χορό και τις εμπειρίες που αποκόμισε, ενώ δηλώνει λάτρης της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Οι Αθηναίοι / Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Ηθοποιός, σκηνοθέτις, ακατάτακτη και αγαπημένη του κοινού, η Σμαράγδα Καρύδη θυμάται πως ανέκαθεν ήθελε το σύμπαν, χωρίς να περιορίζεται. Στον απολογισμό της μέχρι τώρα πορείας της, ως η Αθηναία της εβδομάδας, καταλήγει πως, ούτως ή άλλως, «στο τέλος ανήκεις εκεί που μπορείς να φτάσεις», ενώ δηλώνει πως πάντα θα επιλέγει συνειδητά να συντάσσεται με τη χαρά.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Θέατρο / Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Πώς διαβάζουμε σήμερα τον «Γυάλινο Κόσμο» του Τενεσί Oυίλιαμς; Στην παράσταση του Θεάτρου Τέχνης ο Antonio Latella προσφέρει μια «άλλη» Λόρα που ορθώνει το ανάστημά της ενάντια στο κυρίαρχο αφήγημα περί επαγγελματικής ανέλιξης, πλουτισμού και γαμήλιας ευτυχίας.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν

Θέατρο / Πού οφείλεται τόση δίψα για το θέατρο;

Το θέατρο εξακολουθεί να προκαλεί debates και ζωηρές συζητήσεις, παρά τις κρίσεις και τις οικονομικές περικοπές που έχει υποστεί, και φέτος ανεβαίνουν στην Αθήνα παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ