Στις 5 Απριλίου 2020 είχαμε 1.735 κρούσματα συνολικά. Οι νέες μολύνσεις ήταν 62, οι ημερήσιοι θάνατοι ήταν 5, ενώ από την αρχή της πανδημίας είχαν καταγραφεί συνολικά 73 θάνατοι.
Στις 5 Απριλίου 2021 έχουμε 277.277 κρούσματα συνολικά. Οι νέες μολύνσεις είναι 1.866, οι ημερήσιοι θάνατοι 73, ενώ από́ την έναρξη της πανδημίας έχουν καταγραφεί συνολικά́ 8.453 θάνατοι.
Πέρα από την αδυσώπητη αλήθεια των αριθμών, με όποιον άνθρωπο της καλλιτεχνικής κοινότητας μιλήσει κάποιος θα διαπιστώσει ότι, εκτός από τον θυμό, την αγωνία και τη διαρκή μάχη για την επιβίωση, το διάχυτο και κυρίαρχο αίσθημα είναι η μελαγχολία. Όχι, δεν μιλάμε για παραίτηση, μιλάμε για επίγνωση της κατάστασης, που αφήνει μία χαραμάδα μόνο για αισιόδοξα σενάρια.
Αναγνώσεις νέων έργων δεν γίνονται και κάποιες πρόβες που μπορεί να γίνονται δειλά είναι περσινών παραστάσεων ή παραστάσεων του χειμώνα που διακόπηκαν. Συντελεστές και καλλιτέχνες ελπίζουν, με κάποιον τρόπο, να επαναληφθεί το φετινό καλοκαίρι ‒ αν το επιτρέψουν οι συνθήκες. Και με αυτή την επιδημιολογική κατάσταση, φυσικά, κανένας δεν τολμά να προγραμματίσει νέες παραγωγές για τον χειμώνα, ειδικά μεγάλες. Μάλιστα, τα πρώτα σύννεφα άρχισαν να διαγράφονται, με μερικές από αυτές να μεταφέρονται για το 2022-23, όπως το «Γλυκό πουλί της νιότης» σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά, που τελικά θα ανέβει την επόμενη σεζόν.
«Το κλίμα είναι πολύ βαρύ. Είναι ένα κλίμα μελαγχολίας, το οποίο επηρεάζει όλους τους εργαζόμενους στον πολιτισμό και εμάς τους παραγωγούς. Δεν είναι αισιόδοξα τα πράγματα και δεν μπορούμε να περιμένουμε πολλά από το καλοκαίρι και το πώς θα εξελιχθεί η πανδημία στη χώρα μας. Δεν ξέρω τι θα συμβεί τις επόμενες μέρες και ανησυχώ μήπως ακούσουμε κάτι αιφνιδιαστικό»
Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, πέρσι τέτοια εποχή τα πράγματα ήταν πιο αισιόδοξα. Το καλοκαίρι άνοιξε με υγειονομικούς κανόνες, οι παραστάσεις ‒οι λιγοστές που έγιναν‒ και οι εκδηλώσεις σε εξωτερικούς χώρους είχαν χωρητικότητα κατά μέσο όρο από 40% έως 60%, γιατί τεχνικά πολλοί χώροι δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν το ποσοστό του 60%, ακόμα και αν επιτρέπεται.
Εν τω μεταξύ, κοιτάζοντας το περσινό καλοκαίρι, όταν κάθε εκδήλωση έλαβε τέλος στις 15 Σεπτεμβρίου, θυμάμαι και τα παρατράγουδα. Χωρίς ύπαρξη πρωτοκόλλου, περιφέρειες, δήμοι και αστυνομία αποφάσιζαν κατά το δοκούν και με τον φόβο των κρουσμάτων να ακυρώσουν εκδηλώσεις ακόμα και την ίδια μέρα, αλλά αυτά ανήκουν στο παρελθόν, σε ένα καλοκαίρι κατά το οποίο δεν υπήρχε ούτε η εμπειρία ούτε τόσο μεγάλος φόβος.
Το περσινό καλοκαίρι το Φεστιβάλ Αθηνών κατάφερε να δημιουργήσει κάποιες υποδομές σε ό,τι αφορά τη χαρτογράφηση του Ηρωδείου και της Επιδαύρου, την αρίθμηση των θέσεων και την αύξηση των ημερών από δύο σε τρεις στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου. Μπορεί οι υποδομές και οι βελτιώσεις να μην έσωσαν το θεατρικό και μουσικό καλοκαίρι του 2020, αλλά και φέτος το Φεστιβάλ και οι ανακοινώσεις του είναι αυτές που θα δώσουν τον τόνο ή θα σημάνουν τη δειλή, έστω, έναρξη μιας μικρής κινητικότητας.
«Το Φεστιβάλ είναι το όχημα για πολλές παραστάσεις αλλιώς, ας είμαστε σοβαροί», λέει ο έμπειρος σε επικοινωνία παραστάσεων Αντώνης Κοκολάκης, «ποιος παραγωγός θα βάλει το κεφάλι του στον πάγκο του χασάπη;». Ο ίδιος επιβεβαιώνει τη διαπίστωσή μας: κανένας δεν κάνει πρόβα για νέο έργο και όσοι θα δραστηριοποιηθούν, έχουν έτοιμες παραγωγές.
Θα είναι ένα δύσκολο καλοκαίρι, παρατηρεί η υπεύθυνη επικοινωνίας Όλγα Παυλάτου, που διαβλέπει μια ακόμα πιο δύσκολη ανάκαμψη. Όλοι προσδοκούν να ανακοινώσουν κάτι μετά το Πάσχα, αλλά, όπως επισημαίνει και εκείνη με τη σειρά της, «οι περιοδείες, αν γίνουν, θα είναι πολύ περιορισμένες». «Αυτά τα καλοκαίρια με πενήντα και εξήντα παραστάσεις θα πρέπει να τα ξεχάσουμε, αρκετοί θα κινηθούν μόνο μέσα στην Αττική» λέει ο κ. Κοκολάκης.
Οι πληροφορίες από το μέτωπο του Φεστιβάλ μιλούν για ένα πρόγραμμα έτοιμο. Το καλοκαίρι του 2020 κατάφερε να κάνει δεκαεπτά παραστάσεις. Οι υπόλοιπες του προγράμματός του και κάποιες προσθήκες φτάνουν φέτος ένα σύνολο περίπου ογδόντα εκδηλώσεων. Και ενώ όλοι ήταν στην αναμονή για μια πρώτη ανακοίνωση από το Φεστιβάλ, οι τελευταίες δεκαπέντε ημέρες έχουν αντιστρέψει το κλίμα: η επιδημιολογική καμπύλη δεν είναι σε ύφεση, η κυβέρνηση περιμένει τους επιδημιολόγους και οι επιδημιολόγοι ανησυχούν, με μια κατάσταση που σχεδόν ξεφεύγει από τον έλεγχο.
Το Φεστιβάλ Αθηνών έχει κι άλλα προβλήματα να αντιμετωπίσει, γιατί η διοργάνωση δεν είναι μόνο το Ηρώδειο και η Επίδαυρος. Είναι και η Πειραιώς 260, που στεγάζει τη σύγχρονη ελληνική δημιουργία, θέατρο, χορό και τις φιλοξενούμενες παραστάσεις από το εξωτερικό. Πέρσι έμεινε κλειστή, φέτος οι άνθρωποι του Φεστιβάλ προσπαθούν να βρουν λύσεις, π.χ. κάποιες παραστάσεις να είναι υπαίθριες, και μελετούν ακόμα και το σχέδιο να μετατρέψουν σε υπαίθριο χώρο κάποια από τις αποθήκες. Αλλά όλα αυτά είναι σχέδια που μπορεί τεχνικά να είναι μη πραγματοποιήσιμα.
Το επόμενο πρόβλημα είναι οι μετακλήσεις. Είναι ασαφές αν θα μπορέσουν τα ταξιδέψουν οι ξένοι θίασοι και σε αυτό συνηγορεί το γεγονός ότι οι εμβολιασμοί στην Ευρώπη καθυστερούν και ότι τα σύνορα όχι μόνο δεν ανοίγουν, αλλά σε πολλές χώρες έχουν κλείσει για τρίτη φορά. Με ποια πληρότητα θα μπορέσει να λειτουργήσει με ασφάλεια ο χώρος της Πειραιώς; Άγνωστο. Οπότε η καθυστέρηση των αποφάσεων του κράτους και του υπουργείου, που είναι πολύ σοβαρή ‒αν το υπουργείο πει «ανοίξτε», δεν θα μπορεί να πάρει πίσω ούτε μια λέξη‒, οδηγεί κάθε ανακοίνωση του Φεστιβάλ σε αναβολή. Το ντόμινο έχει αρχίσει να πέφτει και μάλλον θα σταματήσει, προσπερνώντας τον Ιούνιο, στον Ιούλιο.
Αν προσπεράσουμε τις παραστάσεις του Ιουνίου, πρώτο «θύμα» θα είναι η παράσταση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής «Ριγκολέτο» ‒η παράσταση της πρώτης λυρικής σκηνής της χώρας παραδοσιακά ανοίγει το Φεστιβάλ Αθηνών την τελευταία μέρα του Μαΐου ή την 1η Ιουνίου‒ σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου, με τον Δημήτρη Πλατανιά. Η παράσταση μεταφέρθηκε από το περσινό στο φετινό πρόγραμμα και η πραγματοποίησή της μοιάζει, τουλάχιστον αυτήν τη στιγμή, δύσκολη. Γιατί, όπως κάθε νέα παραγωγή, θα έπρεπε να έχει ξεκινήσει ήδη πρόβες, πράγμα αδύνατον επί του παρόντος. Με απλά λόγια, η ετοιμασία της παράστασης είναι στο «και πέντε». Επίσης, η παράσταση δεν έχει μόνο Έλληνες αλλά και ξένους καλλιτέχνες, με μεγάλα κασέ, που σημαίνει πως αν δεν έχει μεγάλη πληρότητα, σχεδόν 100%, δεν θα μπορέσει να βγάλει τα έξοδά της.
Τα σενάρια είναι πιο αισιόδοξα για την όπερα του Πουτσίνι «Τόσκα», στα τέλη Ιουλίου, που όλοι ελπίζουν ότι, αφού είναι επανάληψη, θα μπορέσει να πραγματοποιηθεί, αν το επιτρέψουν τα υγειονομικά πρωτόκολλα, που δεν αφορούν μόνο το κοινό αλλά και τους πολυπληθείς συνεργάτες και συντελεστές μιας παράστασης, μουσικούς, μονωδούς, χορωδούς, ακόμα και τις παιδικές χορωδίες. Με την παρούσα τήρηση των αποστάσεων όλοι μπορούμε να καταλάβουμε ότι οι μουσικοί δεν χωρούν στην ορχήστρα του Ηρωδείου, ενώ δεν μπορεί να υπάρχουν ταυτόχρονα τόσα άτομα επάνω στη σκηνή.
Στον Πειραιά, η επιθεώρηση του Φοίβου Δεληβοριά και του Δημήτρη Καραντζά, όπως όλα δείχνουν, θα μεταφερθεί στο θερινό Βεάκειο που είναι μεγάλης χωρητικότητας, ενώ με τους υγειονομικούς κανόνες που τηρούσε πέρσι αυστηρά αναμένεται να λειτουργήσει και η ταράτσα του Φοίβου στο Άλσος, καθώς ο μεγάλος χώρος το ευνοεί.
Στον χώρο της μουσικής κάθονται κυριολεκτικά «στα καρφιά». Από την Τάνια Τσανακλίδου μέχρι τη Μαρίζα Ρίζου και από τον Γιάννη Κότσιρα μέχρι τη Ματούλα Ζαμάνη, όλοι και όλες είναι σε αναμονή και αν δεν φανεί κάποια απόφαση στον ορίζοντα, όλα είναι σε κίνδυνο.
Ήδη, στον αέρα είναι τα τρία μεγάλα μουσικά φεστιβάλ, το Rockwave, το Ejekt και το Release, για λόγους που δεν αφορούν μόνο την εγχώρια αλλά και τη διεθνή επιδημιολογική κατάσταση, με πολλά συγκροτήματα και ονόματα της διεθνούς μουσικής σκηνής να μη γνωρίζουν καν αν θα πραγματοποιήσουν τελικά τις φετινές ευρωπαϊκές περιοδείες τους ή αν θα μπουν σε κατάσταση αναμονής μέχρι το επόμενο καλοκαίρι. Όμως οι διοργανωτές των μεγάλων αυτών φεστιβάλ πρέπει όχι μόνο να κάνουν την προετοιμασία τους αλλά και τη βασική για τη διεξαγωγή των εκδηλώσεων προπώληση. Γενικά, η αναβολή πολλών μουσικών φεστιβάλ στην Ευρώπη εντείνει το αβέβαιο κλίμα.
«Ακόμα δεν έχουμε επίσημα έναρξη των πολιτιστικών δράσεων από την κυβέρνηση» λέει η Κατερίνα Σταματάκη, πρόεδρος του Πανελλήνιου Συνδέσμου Διοργανωτών Πολιτιστικών Εκδηλώσεων. «Δεν έχουμε εικόνα υγειονομικού πρωτοκόλλου, δεν ξέρουμε αν θα ισχύσει το περσινό, το οποίο καθορίζει τη χωρητικότητα, και η χωρητικότητα είναι καθοριστική για το ποιες παραγωγές και αν θα γίνουν. Επίσης, καθοριστικό είναι αν θα ξεκινήσουμε τον Ιούνιο ή τον Ιούλιο, όπως πέρσι. Οι ημερομηνίες αυτές πρέπει να βγουν άμεσα, μάλιστα στείλαμε μια επείγουσα επιστολή στο ΥΠΠΟΑ, ζητώντας να μας προσδιορίσουν την ημερομηνία έναρξης.
Πρέπει να πω ότι γίνεται μια προσπάθεια από τη μεριά του υπουργείου, αλλά αυτή είναι μια απόφαση της επιτροπής των λοιμωξιολόγων, από την οποία εξαρτάται όλη η ελληνική παραγωγή και η προετοιμασία της. Τόσο εμείς, που κάνουμε τις ελληνικές παραγωγές, όσο και οι συνάδελφοι, που κάνουν τις παραγωγές με τα ξένα ονόματα, είμαστε στον αέρα.
Προσωπικά, ανησυχώ γιατί, μιλώντας και με συναδέλφους στην Ευρώπη, καταλαβαίνουμε ότι και το καλοκαίρι του 2022 θα είναι δύσκολο ‒ στην ουσία, ελπίζουν σε μια συναυλιακή αποκατάσταση το 2023, κυρίως σε ό,τι αφορά τα διεθνή σχήματα. Στην Ελλάδα είμαστε πιο αισιόδοξοι για το 2022, αλλά έχουμε πολύ δρόμο μέχρι να ομαλοποιηθεί η κινητικότητα.
Παρ’ όλα αυτά, θα ήθελα να σημειώσω ότι τα γραφεία παραγωγής που δεν έχουν καμία κρατική βοήθεια έχουν καταστραφεί σχεδόν, κάτι που είναι άδικο, γιατί πίσω μας υπάρχει πολύς κόσμος που εργάζεται. Πέρσι είχαμε ξεκινήσει με χωρητικότητα 40%, που στο τέλος του καλοκαιριού έφτασε το 75%. Το Φεστιβάλ δούλεψε με χωρητικότητα 43% και η Τεχνόπολη με 55%. Το λέω αυτό για να γίνει κατανοητό ότι ακόμα και με χωρητικότητα πάνω από 70% οι συνθήκες μπορεί να μην επιτρέπουν να γεμίσει ούτε το μισό του χώρου, για την υγειονομική ασφάλεια των θεατών. Ελπίζουμε ότι ενδεχομένως και η φετινή χωρητικότητα θα κινηθεί στο 60%, αν το επιτρέπουν οι συνθήκες».
Πριν προλάβω να ρωτήσω για το κλίμα που επικρατεί, η κ. Σταματάκη με αποστομώνει σχεδόν. «Το κλίμα είναι πολύ βαρύ. Είναι ένα κλίμα μελαγχολίας, το οποίο επηρεάζει όλους τους εργαζόμενους στον πολιτισμό και εμάς τους παραγωγούς. Δεν είναι αισιόδοξα τα πράγματα και δεν μπορούμε να περιμένουμε πολλά από το καλοκαίρι και το πώς θα εξελιχθεί η πανδημία στη χώρα μας. Δεν ξέρω τι θα συμβεί τις επόμενες μέρες και ανησυχώ μήπως ακούσουμε κάτι αιφνιδιαστικό».