Από την 1η Απριλίου στη Στέγη και στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών ο καιρός πρωταγωνιστεί σε ένα ταξίδι σε πολλά επίπεδα. Η συζήτηση γύρω από τον καιρό, την επίδρασή του στην ανθρώπινη δραστηριότητα, τις δραματικές αλλαγές του κλίματος μέσα στον χρόνο, την εξαφάνιση φαινομένων και την εμφάνιση άλλων, ακραίων, που πρέπει να αντιμετωπίζουμε, γίνεται επιτακτική αλλά και καθημερινή, επηρεάζοντας τη ζωή μας.
Οι επιμελητές Δάφνη Δραγώνα και Jussi Parikka φέρνουν τον καιρό στο προσκήνιο με το Weather Engines, προτρέποντάς μας να προβληματιστούμε πάνω στην ποιητική, τις πολιτικές και την τεχνολογία του περιβάλλοντος, αντιμετωπίζοντάς το ως περίπλοκο σύστημα, ως αντικείμενο παρατήρησης και ελέγχου και ως βιωμένη εμπειρία. Καλούν καταξιωμένους και ανερχόμενους διεθνείς και Έλληνες καλλιτέχνες που παρουσιάζουν τα έργα τους παράλληλα με ένα πρόγραμμα ομιλιών, περφόρμανς και εργαστηρίων, θίγοντας την ανάγκη για «κλιματική δικαιοσύνη» και περισσότερο «ανθρώπινους» κόσμους.
Μια έκθεση που ασχολείται με την κλιματική αλλαγή είναι ένα κάλεσμα να ξανασκεφτούμε τον σύγχρονο τρόπο ζωής σε διαφορετικά επίπεδα, αφού η κλιματική αλλαγή, για παράδειγμα, έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο σε κάποιους πληθυσμούς απ’ ό,τι σε άλλους.
«Γι’ αυτή την έκθεση η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση μάς ζήτησε να έχουμε στον νου μας στόχους βιωσιμότητας στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, για παράδειγμα την αποφυγή παραγωγής απορριμμάτων και τον περιορισμό των αεροπορικών μεταφορών. Τα τελευταία χρόνια πολλοί πολιτιστικοί οργανισμοί αλλάζουν ριζικά τον τρόπο λειτουργίας τους και προτρέπουν και το κοινό τους να αλλάξει συνήθειες, λαμβάνοντας υπόψη το πιθανό κόστος για το περιβάλλον.
Αυτή είναι ασφαλώς μια σημαντική λεπτομέρεια: ένα πράγμα είναι να συζητάς για το τι μπορεί να γίνει και διαφορετικό να προσπαθείς συνειδητά να αναλάβεις κάποια δράση για να προκαλέσεις την αλλαγή. Ο κόσμος της τέχνης, για να ασχοληθεί και να καταπολεμήσει αποτελεσματικά την κλιματική αλλαγή, χρειάζεται να πάψει να αυτοαναιρείται. Εάν, για παράδειγμα, ταξιδεύουμε αεροπορικώς για να παρακολουθήσουμε εκθέσεις και εκδηλώσεις σχετικά με τη διάσωση του περιβάλλοντος, το παιχνίδι είναι χαμένο.
Χρειάζεται να επανεξετάσουμε το πώς δουλεύουμε και κινούμαστε στο πεδίο των τεχνών, να επανεξετάσουμε τι είναι πραγματικά απαραίτητο και τι όχι», λέει η Δάφνη Δραγώνα, ενώ ο Jussi Parikka σημειώνει ότι «η σύγχρονη τέχνη, οι καλλιτέχνες, καθώς και οι πολιτιστικοί οργανισμοί αποτελούν συνολικά μέρος του ίδιου κόσμου της κλιματικής αλλαγής, της πολιτικής της οικολογίας καθώς και άλλων θεματικών που θίγονται σε αυτή την έκθεση. Δεν ισχυριζόμαστε ότι η τέχνη είναι η λύση στα σημαντικά ζητήματα που αντιμετωπίζουμε, αλλά χρειάζεται να είναι μέρος της ενασχόλησής μας με πολλά από τα φλέγοντα προβλήματα. Γι’ αυτό και παρουσιάζουμε καλλιτεχνικά πρότζεκτ που δεν αναπαριστούν απλώς την κλιματική αλλαγή αλλά δείχνουν και τη διαδικασία παραγωγής της επιστημονικής γνώσης σχετικά με το κλίμα.
Από την άλλη, πολλά πρότζεκτ έχουν ενσωματωμένη μια ισχυρή αίσθηση ελπίδας –πιθανοί μελλοντικοί διαφορετικοί κόσμοι, προσαρμοσμένοι στους μη ανθρώπινους ζωντανούς οργανισμούς– και θίγουν ζητήματα δικαιοσύνης, η οποία έχει κεντρική θέση σε αυτό που θα θέλαμε να κατανοήσει, να σκεφτεί και να νιώσει το κοινό. Αλλά και οι καλλιτεχνικοί οργανισμοί χρειάζεται να αναλογιστούν τον τρόπο λειτουργίας τους: ποιο είναι το οικολογικό τους αποτύπωμα και πώς μπορούν να οικοδομήσουν έναν πιο βιώσιμο τρόπο λειτουργίας».
Μια έκθεση που ασχολείται με την κλιματική αλλαγή είναι ένα κάλεσμα να ξανασκεφτούμε τον σύγχρονο τρόπο ζωής σε διαφορετικά επίπεδα, αφού η κλιματική αλλαγή, για παράδειγμα, έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο σε κάποιους πληθυσμούς απ’ ό,τι σε άλλους. Συνεπώς, εκτός από τη συζήτηση για τις τρέχουσες απειλές και ανησυχίες σχετικά με το περιβάλλον και την ευαισθητοποίηση του κόσμου, εντοπίζονται και σημειώνονται ασυμμετρίες και ανισότητες ανάμεσα σε πληθυσμούς και γεωγραφίες.
«Ταξιδεύοντας και ερχόμενοι σε επαφή με μακρινές τοποθεσίες εμείς οι καλλιτέχνες γινόμαστε μάρτυρες του βαθμού της αλλαγής που αντιμετωπίζει ο κόσμος μας. Αυτό το πλεονέκτημα συνεπάγεται μια τεράστια ευθύνη, η οποία συνίσταται στο να μεταδώσουμε με δυνατή φωνή αυτές τις ιστορίες και να καταδείξουμε τα θύματα. Τα θύματα αυτά είναι οι κοινότητες, ανθρώπινες και μη, που είναι πιο εκτεθειμένες και συνήθως ζουν στα πιο πλούσια από πλευράς φύσης, αλλά οικονομικά πιο μειονεκτικά περιβάλλοντα.
Παρότι είναι παράδοξο το να στρέφεις μια φωτογραφική κάμερα προς ένα βουνό, το οποίο κατά πάσα πιθανότητα είναι γεμάτο από τα ορυκτά εκείνα που απαιτούνται για την κατασκευή μιας τέτοιας συσκευής, με αυτόν τον τρόπο μαθαίνουμε πώς να αγκαλιάζουμε την αντίφαση και να δημιουργούμε με αυτήν, αντί απλώς να την αποφεύγουμε», λέει ο Felipe Castelblanco που παρουσιάζει μια ταινία-δοκίμιο με τίτλο Rio Arriba [Upriver], το αποτέλεσμα εκτεταμένης δουλειάς πεδίου και στενής συνεργασίας με αυτόχθονες κοινότητες, όπως αυτές των Inga και Kamêntsá, και με τα εδάφη τους στην περιοχή της κολομβιανής Αμαζονίας. Πρόκειται για εδάφη όπου η ακραία βία κατά των ανθρώπων και της φύσης έχει παγιώσει μια μορφή ελέγχου βασισμένου στην τρομοκρατία, στην παραγωγή κοκαΐνης, στους αεροψεκασμούς παρασιτοκτόνων, στις εξορύξεις και στις γεωτρήσεις πετρελαίου.
«Με αυτή την ταινία θέλω οι θεατές να σκεφτούν την τεράστια έκταση πάνω και κάτω από το δάσος του Αμαζονίου ως έναν τόπο διεκδικούμενο, αλλά εξίσου προσεγγίσιμο» λέει, τονίζοντας πως ενώ «μπορεί για κάποιους η τέχνη να είναι σαν ένα ντεκόρ ή μια ασήμαντη χειρονομία απέναντι σε μια τεράστια πολιτική και βιομηχανική πρόκληση, όπως η κλιματική αλλαγή, είμαι πεπεισμένος όμως ότι η τέχνη επηρεάζει εν τέλει αυτό που μπορεί να μας βοηθήσει να αλλάξουμε πολιτικές και βιομηχανικές πρακτικές, το οποίο είναι η κουλτούρα».
«Το έργο που παρουσιάζω στην έκθεση ονομάζεται “Anagram” (“Orgic Clouds, Litho Droughts”) και είναι ένα γλυπτό μαρμαροθέτημα που για μένα λειτουργεί ως αποτροπαϊκή αφιέρωση στα ακραία καιρικά φαινόμενα της Γης», λέει ο Πέτρος Μώρης.
«Στο κέντρο του έργου βρίσκεται ένα ποιητικό ανάγραμμα που αναπτύσσεται σε δύο μέρη, αναφερόμενο σε δύο όψεις της κλιματικής αλλαγής, τις πλημμύρες και τις ξηρασίες. Τα γράμματα αποκόπτονται από την επιφάνεια του μαρμάρου και επανατοποθετούνται σε νέες θέσεις, γεγονός που διαταράσσει μεν το φυσικό μοτίβο του πετρώματος, αλλά καθιστά τις λέξεις αναγνώσιμες.
Με το “Anagram” ήθελα να διερευνήσω το πώς η γεωλογία, ο καιρός και ο πολιτισμός διαπλέκονται σε ένα ενοποιημένο σύστημα. Η γραφή μπορεί να θεωρηθεί εδώ ως μια αρχετυπική τεχνολογία, το ίχνος της αναδιοργανώνει το σώμα της Γης με έναν τρόπο που αντανακλά τη βίαιη δράση του εξορυκτικού πολιτισμού αλλά και τα περιβαλλοντολογικά αποτελέσματά του».
«Ένα έργο για το κλίμα, κατά τη δική μου οπτική, συνομιλεί με την τρέχουσα και μελλοντική συνθήκη αλλά και με την ιστορική διάσταση αυτού που ονομάζουμε “καιρό”. Θα λέγαμε, δηλαδή, ότι εμπεριέχει την ιστορία της Γης με κάποιον τρόπο. Καλλιτεχνικά, αυτό οδηγεί πίσω, σε μια γενεαλογία αναπαραστάσεων που σχετίζονται με τα φυσικά στοιχεία, τη γεωγραφία και τον χρόνο του καιρού. Μια αρχαιολογία του κλίματος που έρχεται σε διάλογο με τις σύγχρονες τεχνολογικές απεικονίσεις του καιρού του μέλλοντος», λέει η Στεφανία Στρούζα, που με το γλυπτό «Altepetl» αναφέρεται στην ιστορία της Πόλης του Μεξικού και τη σχέση της με το νερό, την αποικιοκρατία και την κλιματική αλλαγή.
Το έργο μιλάει για τον καιρό όχι ως αφηρημένη έννοια, αλλά ως μια υλική και πολιτισμική διαδικασία σε διάλογο με το σώμα, ανθρώπινο και μη. Η αφήγηση του «Altepetl» μας πηγαίνει αιώνες πίσω, αντιπαραβάλλοντας αυτόχθονες μορφές γνώσης με τον σύγχρονο τεχνολογικό πολιτισμό. Μέσα από την περίπτωση της Πόλης του Μεξικού καλείται κανείς να εστιάσει στην έννοια του κλίματος σε σχέση με τις ιστορικές συνθήκες και τις κοσμολογίες του παρελθόντος.
«Νομίζω ότι η κουλτούρα ενός τόπου διαμορφώνεται συχνά από το κλίμα που επικρατεί εκεί. Για παράδειγμα, η θερμοκρασία ενός τόπου καθορίζει τι πρέπει να φοράει κανείς (παλτά, μπουφάν, μάλλινα, βαμβακερά κ.λπ.) και τι να τρώει, κι αυτό από μόνο του επηρεάζει τη μόδα, την κουζίνα και τον τρόπο ζωής», λέει ο Kent Chan που παρουσιάζει το «Heat Waves», ένα βίντεο με μοντάζ που συνδυάζει κινηματογραφημένα πλάνα από την ιστορία της τέχνης, τα δελτία καιρού και τα πάρτι στον δρόμο σε ένα εκλεκτικό, δυναμικό μείγμα που προβάλλει το πλαίσιο και την πολιτική της αισθητικής της θερμότητας μέσα από πολλαπλά πρίσματα.
«Αυτό σημαίνει ότι το ίδιο το κλίμα έχει πολλές αποχρώσεις και ερμηνείες σε διαφορετικά πλαίσια και αισθητικές. Για μένα, σήμερα, η δημιουργία ενός έργου σχετικά με το κλίμα είναι μια μάλλον επιτακτική ανάγκη και αφορά το πόσο πολύ ή λίγο χρόνο έχουμε για να ασχοληθούμε με την καταστροφή του μέλλοντος. Νομίζω ότι θα είναι ενδιαφέρον για τους θεατές να δημιουργήσουν τις συνδέσεις μεταξύ κλίματος και κουλτούρας, να δουν το πώς η κλιματική αλλαγή συνεπάγεται μια αλλαγή και στην κουλτούρα. Αλλά για να το κάνουν αυτό χρειάζεται να κατανοήσουν τις ιστορίες και το πλαίσιο των διαφορετικών τύπων κλίματος και της κουλτούρας τους».
Σε αυτούς τους ταραγμένους καιρούς που ζούμε, με τις αυξανόμενες πολυπλοκότητες, μέσα από τις οποίες αναδύεται η κλιματική κρίση, η οποία συγχρόνως συγχωνεύεται, διασταυρώνεται και εξελίσσεται μαζί με οικολογικές και κοινωνικές κρίσεις, χρειάζονται πολλές προοπτικές και καλλιτεχνικά έργα για να θιγούν όλες οι αποχρώσεις και οι κλίμακές της.
Εντάσσω την πρακτική μου στο καλλιτεχνικό κίνημα της Βαθιάς Οικολογίας, που αμφισβητεί το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον των κλιμάτων, ατμοσφαιρικών και κοινωνικών. Κίνητρό μου είναι η εύρεση νέων κατευθύνσεων και η επαναφορά παλαιότερων τρόπων απόκτησης της γνώσης, για ένα πιο οικολογικό παρόν και μέλλον», λέει η Sybille Neumeyer.
Όταν έμαθε πως τα έντομα έχουν την ικανότητα να αισθάνονται εκ των προτέρων τις καιρικές αλλαγές, διότι αντιλαμβάνονται με μεγάλη ευαισθησία το περιβάλλον τους, άρχισε να μελετά τις λιβελούλες ως ένα είδος που καιροφυλακτεί για τυχόν μεταβολές.
«Έμαθα πολλά πράγματα όχι μόνο για τον τεχνολογικό τρόπο παρακολούθησή τους αλλά και για την πολιτισμική τους σημασία και την αναγνώριση αυτής της ικανότητάς τους ως προάγγελων του καιρού σε άλλες κουλτούρες» λέει, ενώ επιχειρεί να μας κάνει να εστιάσουμε την προσοχή μας στα βασικά στρώματα που δημιουργούν τον κόσμο και διαμορφώνουν τα διαφορετική είδη κλίματος.
Μεγάλο μέρος του πρόσφατου καλλιτεχνικού έργου της Susan Schuppli διερευνά τους τρόπους με τους οποίους η γνώση για την κλιματική αλλαγή εμπεριέχεται σε διάφορες μορφές έκφρασης, από τοπικές ιστορίες και τραγούδια έως επιστημονικά γραφήματα, μοντέλα και σύνολα δεδομένων.
Το έργο της «Cold Cases» αφορά την πολιτική του «κρύου» που παρουσιάζεται μέσα από μια σειρά περιπτώσεων και πλαισίων στα οποία οι διαφορετικές εμπειρίες και οι επιπτώσεις της θερμοκρασίας μπλέκονται με νομικά ζητήματα, παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά και αξιώσεις για κοινωνική και περιβαλλοντική δικαιοσύνη.
«Μέσα από την ανάλυση μιας σειράς σύγχρονων αλλά και παλαιότερων υποθέσεων, των οποίων η διερεύνησή έχει “παγώσει”, το έργο μου ερευνά τον στρατηγικό ρόλο της θερμοκρασίας και κάνει εικασίες σχετικά με την ανάδυση μιας νέας θερμοπολιτικής που θα καθορίζεται από το κρύο. Οι τρεις υποθέσεις που παρουσιάζω στην έκθεση με τη μορφή μονοκάναλων βίντεο προσκαλούν τους θεατές να στοχαστούν πάνω στο βιωματικό σθένος της θερμοκρασίας καθώς αυτή αλληλεπιδρά και συγχρόνως εργαλειοποιείται από θεσμούς, σώματα, υλικά και περιβάλλοντα», λέει.
«Για τη δική μας έκθεση έμπνευση αποτέλεσαν σύγχρονες μελετήτριες και μελετητές που κινούνται στη διατομή φεμινιστικών και περιβαλλοντικών σπουδών, όπως η Astrida Neimanis ή η Rosi Braidotti, που μελετούν την κλιματική αλλαγή σε σχέση με τα σώματα, ανθρώπινα και μη, καθώς και σε σχέση με τους τρόπους που ζούμε και αναπνέουμε», λέει η Δάφνη Δραγώνα.
«Θέλαμε επίσης πάρα πολύ να εντάξουμε στην έκθεσή μας τις τρέχουσες συζητήσεις σχετικά με τις υποσχέσεις και τις προκλήσεις της γεωμηχανικής, ιδίως το τι σημαίνει μια πλανητικού επιπέδου παρέμβαση. Και το σημαντικότερο, θέλαμε να κάνουμε ένα βήμα πίσω και να το δούμε αυτό ως μια ευκαιρία να υπενθυμίσουμε στον εαυτό μας τις πραγματικές μηχανές αυτού του πλανήτη, π.χ. τα δάση και τους ωκεανούς, που δίνουν ζωή. Στην έκθεση “Weather Engines” παρουσιάζουμε αυτές τις κατευθύνσεις, φέρνοντας πλάι πλάι διαφορετικές πολιτισμικές προοπτικές, χρονικότητες και κοσμοθεωρίες».
«Weather Engines»
Έκθεση, λέξεις και σκέψεις για το περιβάλλον σε επιμέλεια Δάφνης Δραγώνα και Jussi Parikka
1/4-15/5
Στέγη Ιδρύματος Ωνάση
Μικρή Σκηνή, Εκθεσιακός Χώρος -1 (Συγγρού 107)
Από 1/4
Τετ.-Παρ. 16:00-22:00, Σάβ. & Κυρ. 12:00-22:00
Είσοδος ελεύθερη με προκράτηση θέσης εδώ
Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών
Λόφος Νυμφών, Θησείο
Από 3/4
Τετ., Παρ., Σάβ. (και τις Κυριακές 3/4 και 15/5) 17:00-22:00
Είσοδος ελεύθερη
Δείτε το αναλυτικό πρόγραμμα των δράσεων εδώ
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.