ΚAΘΩΣ Η ΔΥΣΗ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΕΙΤΑΙ στην Ευρώπη όλο και περισσότεροι συνειδητοποιούν τώρα αυτό που οι παλιότεροι ηγέτες γνώριζαν, ότι ο πόλεμος είναι ευκολότερο να ξεκινήσει παρά να σταματήσει. Το μέλλον αλλά και το παρόν των ευρωπαϊκών χωρών –και της Ελλάδας φυσικά– επηρεάζεται άμεσα απ’ όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία και καθορίζουν τόσο τις πολιτικές όσο και τις οικονομικές εξελίξεις.
Ο Ουκρανός Πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι φαίνεται να θεωρεί εφικτή μια συμφωνία από την πλευρά του και να δέχεται ένα ουδέτερο στρατιωτικό καθεστώς, αλλά ζητά εγγυήσεις, και για πρώτη φορά την περασμένη Τρίτη κατηγόρησε δημόσια τον Πρόεδρο της Τουρκίας ότι δεν έχει εκπληρώσει τις υποσχέσεις που του έδωσε ούτε για την παροχή αυτών των εγγυήσεων ούτε για τη διαμεσολάβησή του για την απομάκρυνση αμάχων. Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που στήριξε πρώτος ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, μαζί με τον Έλληνα πρωθυπουργό.
Ο Ταγίπ Ερντογάν είχε δεχτεί να διαμεσολαβήσει στον Βλαντίμιρ Πούτιν για να τον πείσει να ανοίξει ανθρωπιστικός διάδρομος στη Μαριούπολη και να απεγκλωβιστούν όλοι οι άμαχοι που βρίσκονται εκεί, καθώς ο ρωσικός στρατός ελέγχει πλέον το μεγαλύτερο τμήμα της πόλης. Πλην όμως ο Ερντογάν είτε δεν το επιχείρησε είτε δεν τα κατάφερε, παρότι διπλωματικές πληροφορίες ανέφεραν ότι ο ίδιος είχε διαβεβαιώσει τον Ουκρανό και τον Γάλλο Πρόεδρο γι’ αυτό.
Τελικά, το αποτέλεσμα ήταν να μην ευοδωθεί το γαλλικό σχέδιο διάσωσης των αμάχων της Μαριούπολης, στην υλοποίηση του οποίου η Ελλάδα θα έπαιζε σημαντικό ρόλο, λόγω και του ενδιαφέροντός της για την πολυπληθή ελληνική ομογένεια που βρίσκεται εκεί.
Σε ρητορικό επίπεδο, οι Ευρωπαίοι και οι νατοϊκοί σύμμαχοι είναι όντως ενωμένοι εναντίον της Ρωσίας, όπως θέλουν να προβάλουν. Στην πράξη όμως και ως προς τον τρόπο αντίδρασης ήταν από την αρχή και παραμένουν διχασμένοι.
Παρά την επιδίωξη του Ζελένσκι να βρεθεί κάποια λύση, η Ρωσία δεν μοιάζει έτοιμη να συμβιβαστεί κι ας είναι μεγάλη η πίεση που δέχεται από τις κυρώσεις της Δύσης. Αλλά ούτε και οι ΗΠΑ τη θεωρούν εφικτή τώρα, όπως διαφάνηκε και από τις δηλώσεις Νούλαντ.
Διεθνείς αναλυτές επισημαίνουν αυτό που και ο πρέσβης ε.τ. Γιώργος Αϋφαντής ανέφερε στη LiFO, ότι οι πόλεμοι συχνά δεν τελειώνουν με συνθήκη ειρήνης αλλά με ανακωχή που αφήνει τις δυνάμεις στη θέση τους κατά μήκος μιας γραμμής ελέγχου. Η Ρωσία θεωρείται πιθανόν να επιδιώξει την εδραίωση των δυνάμεών της σε ένα τμήμα της ανατολικής Ουκρανίας που θα φτάνει μέχρι το Ντονμπάς.
Τις προηγούμενες μέρες, μετά την αποτυχία της προσπάθειάς της να καταλάβει το Κίεβο, κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία, η Ρωσία απέσυρε πολλές από τις δυνάμεις που είχε εκεί, διοχετεύοντας στρατεύματα στα ανατολικά και ενισχύοντας την προσπάθειά της να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο ολόκληρου του Ντονμπάς και της βιομηχανικής περιοχής που περιλαμβάνει την τραγική πόλη της Μαριούπολης.
Οι πρόσφατες αποκαλύψεις των δολοφονιών αμάχων στην Μπούτσα απομακρύνουν περισσότερο το ενδεχόμενο μιας εκεχειρίας, όπως κατέδειξαν και οι δηλώσεις Μπάιντεν, που είπε ότι ο Πούτιν πρέπει να δικαστεί για εγκλήματα πολέμου και ζήτησε νέες κυρώσεις, με τις οποίες συμφώνησε και ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν.
Στο θέμα των νέων αυστηρότερων κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας υπερθεματίζουν οι Πολωνοί, που αφήνουν έμμεσες αιχμές για τη Γερμανία, η οποία, μέσω του Προέδρου της Σταϊνμάγερ, δηλώνει τώρα ότι έκανε λάθος με τον Πούτιν και ότι δεν περίμενε πως θα έφτανε μέχρι εδώ. (Ο Σταϊνμάγερ ξεκίνησε την κυβερνητική του καριέρα ως διευθυντής του γραφείου του πρώην καγκελάριου Γκέρχαρντ Σρέντερ, που διατηρεί στενούς δεσμούς με τον Πούτιν.)
Σε ρητορικό επίπεδο, οι Ευρωπαίοι και οι νατοϊκοί σύμμαχοι είναι όντως ενωμένοι εναντίον της Ρωσίας, όπως θέλουν να προβάλουν. Στην πράξη όμως και ως προς τον τρόπο αντίδρασης ήταν από την αρχή και παραμένουν διχασμένοι. Η Πολωνία, για παράδειγμα, που είναι πιο κοντά στη γραμμή των ΗΠΑ, ζήτησε η Ε.Ε. να απεξαρτηθεί γρήγορα από τη ρωσική ενέργεια, ενώ η Γερμανία επιμένει στη σταδιακή αποκοπή.
Ο αντιπρόεδρος της πολωνικής κυβέρνησης χαρακτήρισε «πολιτικά και ηθικά απαράδεκτο» να χρηματοδοτείται η Ρωσία με δισεκατομμύρια από την Ε.Ε. και ζήτησε από τη Γερμανία «να πάρει επιτέλους ξεκάθαρη θέση». Οι Γερμανοί ωστόσο και πολλοί άλλοι ανησυχούν ότι οι κυρώσεις αυτού του μεγέθους στη Ρωσία θα προκαλέσουν ζημιά στην παγκόσμια οικονομία, η οποία δεν έχει ανακάμψει ακόμα από την κρίση της πανδημίας.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει αποφασίσει να συντάσσεται με την κοινή γραμμή της Ε.Ε., γι’ αυτό και απέλασε δώδεκα Ρώσους διπλωμάτες, κλιμακώνοντας και τη διπλωματική αντίδραση, όπως έκαναν και άλλα κράτη-μέλη. Εκτός από την ευρωπαϊκή γραμμή, ο Έλληνας πρωθυπουργός και ο υπουργός Εξωτερικών είχαν την ευκαιρία να ακούσουν λεπτομερώς από κοντά και από πρώτο χέρι και την αμερικανική, καθώς στην αρχή της εβδομάδας συνάντησαν την Αμερικανίδα υφυπουργό Εξωτερικών Βικτόρια Νούλαντ, γνώστρια του ουκρανικού όσο λίγοι, καθώς το έχει χειριστεί για λογαριασμό των ΗΠΑ από την έναρξή του.
Η κ. Νούλαντ, μιλώντας σε τουρκική εφημερίδα, έκανε σαφή την ενόχλησή της αναφορικά με τη φιλοξενία Ρώσων ολιγαρχών, δηλώνοντας πως αν και η Τουρκία δεν συμμετέχει στις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας, «δεν θα πρέπει να μετατραπεί σε χώρο συγκέντρωσης του μαύρου χρήματος των ολιγαρχών και θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτική». Κι ενώ σε αυτό το (δευτερεύον) θέμα ήταν αρκετά ξεκάθαρη, υπήρξε αρκετά ασαφής όταν, αναφερόμενη στην ανάγκη απεξάρτησης από το ρωσικό αέριο, μίλησε για τις «ισχυρές σχέσεις Ισραήλ - Τουρκίας», που είναι προς το «συμφέρον μας», και στις διαφορετικές ευκαιρίες που υπάρχουν στην ανατολική Μεσόγειο, οι οποίες «θα δημιουργήσουν ανάγκες νέων κοιτασμάτων και νέων αγωγών που μπορούν να περιλαμβάνουν και κοντινούς γείτονες».
Η δήλωση της Νούλαντ ότι οι ΗΠΑ θέλουν να βοηθήσουν την Τουρκία «να δημιουργήσει νέες εναλλακτικές πηγές απέναντι στο ρωσικό αέριο» φαίνεται πως είναι το καρότο για τον Ερντογάν, αλλά δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο τι σημαίνει αυτό για την Ελλάδα. Είναι προφανές δηλαδή ότι έχουν υπάρξει συζητήσεις, ενδεχομένως και αποφάσεις για τα κοιτάσματα και τους αγωγούς στην ανατολική Μεσόγειο που αφορούν άμεσα και την Ελλάδα, αλλά τίποτα σχετικά με αυτό δεν έχει γίνει γνωστό στη χώρα μας.
Για το θέμα της αξιοποίησης των ελληνικών κοιτασμάτων αναμένονται ανακοινώσεις από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, όπως έχει προαναγγείλει, ενώ φωτιά στο πολιτικό σκηνικό έβαλε και μια δήλωση του Ευάγγελου Βενιζέλου ότι το «Αιγαίο δεν είναι ελληνική λίμνη», προκαλώντας έντονες αντιδράσεις. Ο κ. Βενιζέλος κατηγόρησε ως «άσχετους και δήθεν υπερπατριώτες» όσους αντέδρασαν, υποστηρίζοντας ότι την ίδια δήλωση είχε κάνει και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής τη δεκαετία του ’70.
Διπλωματική πηγή, που θεώρησε ατυχή τη δήλωση αυτή, αναφέρει ότι οι διεθνείς συνθήκες ορίζουν σαφώς σε ποιον ανήκει το Αιγαίο, οπότε αναρωτιέται κανείς ποιος ήταν ο λόγος για τον οποίο είπε τα περί μη ελληνικής λίμνης ο πρώην υπουργός, επισημαίνοντας ότι τη δεκαετία του ’70 η Τουρκία δεν διεκδικούσε το «μισό Αιγαίο και τις γαλάζιες πατρίδες», οπότε έχει μεγάλη σημασία πότε λες κάτι και γιατί. Πρώην στέλεχος της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εξωτερικών σχολίαζε ότι «ποτέ καμία ελληνική κυβέρνηση δεν έχει ισχυριστεί ότι το Αιγαίο είναι ελληνική λίμνη, ούτε θέλησε να αποκλείσει την Τουρκία από τη Μεσόγειο». Αντιθέτως, είναι η «τουρκική κυβέρνηση αυτή που δεν περιορίζεται στον πλούτο του Αιγαίου που της αναλογεί από τις συνθήκες και το διεθνές δίκαιο και διεκδικεί να μοιραστεί με την Ελλάδα τον πλούτο του ελληνικού Αιγαίου».
Ακόμα και στο ΠΑΣΟΚ, πάντως, κάποιοι παρακολούθησαν με έκπληξη και αμηχανία τις δηλώσεις του κ. Βενιζέλου, με τους πάλαι ποτέ εσωκομματικούς του αντιπάλους να τον χαρακτηρίζουν ως «λαγό της κυβέρνησης», αλλά η αλήθεια είναι ότι οι σχέσεις του με τον πρωθυπουργό δεν ήταν και οι καλύτερες τελευταία.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ωστόσο, είχε πράγματι μια ευκαιρία να διαπιστώσει, από τις έντονες αντιδράσεις που προκάλεσαν οι δηλώσεις του Ευάγγελου Βενιζέλου, ενός πολιτικού που βρίσκεται εκτός της κεντρικής πολιτικής σκηνής και δεν έχει κάποιον ρόλο πλέον, πόσο ευαίσθητο για την Ελλάδα είναι το θέμα αυτό και πόσο εύκολα θα μπορούσε να πυροδοτήσει μεγαλύτερης κλίμακας εντάσεις, αν αυτό είχε ειπωθεί από κυβερνητικά χείλη.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.