ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΩΝΤΑΣ ΤΟΥΤΗ την ώρα στα social media τη μακρά λιτανεία των αποχαιρετισμών στην Ντίνα Κώνστα, θα νόμιζε κανείς ότι έφυγε από τη ζωή όχι ένα υπαρκτό πρόσωπο (και μια σπουδαία και πολυσύνθετη ηθοποιός), αλλά ένας φανταστικός χαρακτήρας που δεν μπορεί να πεθάνει αφού κατοικεί για πάντα στην ασφάλεια της μυθοπλασίας.
Ή του μύθου – γιατί μυθικές σχεδόν διαστάσεις είχε λάβει ο ρόλος της Ντένης Μαρκορά, τον οποίο αποθέωσε η Ντίνα Κώνστα στην άξια και βαθιά δημοφιλή τηλεοπτική σειρά «Δυο Ξένοι» των Ρήγα - Αποστόλου που σηματοδότησε μια κάποια ακμή της ιδιωτικής τηλεόρασης στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’90 (κι όμως, όσο κι αν μας φαίνεται ενδεχομένως ασύλληπτο, στις 21 Ιουνίου συμπληρώθηκαν 23 συναπτά έτη από την προβολή του τελευταίου επεισοδίου).
Ο τρόπος που ανέπτυξε και κατοχύρωσε τον ρόλο της γλαφυρής bon vivant στους «Δυο Ξένους» ήταν οριστικός και απόλυτος.
Οι δεκαετίες περνούσαν, η σειρά όμως ζούσε και ξαναζούσε μέσα από τις τακτικές επαναλήψεις της και οι ατάκες, τα αποφθέγματα, οι αφορισμοί, οι εκφράσεις, τα σκέρτσα, οι εξάρσεις της δαιμόνιας μεγαλοαστής με τη ροπή στον υψηλό σαρκασμό και στη δηκτική θυμοσοφία πέρασαν από γενιά σε γενιά και έγιναν σλόγκαν, συνθήματα, μιμίδια, μνημεία.
Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι ο ρόλος είχε ουσιαστικά προβαριστεί στην αμέσως προηγούμενη τηλεοπτική δουλειά της ηθοποιού, στο «Δις Εξαμαρτείν» των Ρέππα - Παπαθανασίου, όπου και πάλι υποδυόταν (φορώντας την ίδια σχεδόν μεγαλοαστική «στολή» από την κορφή ως τα νύχια) τη μεγαλομέτοχο καναλιού, με την ονομασία Γιολάντα Ραγιά αυτή την φορά.
Και μόνο τα ονόματα των χαρακτήρων μαρτυρούν ένα είδος κοινωνικής / ταξικής «αναβάθμισης» του ερμηνευτικού brand της Ντίνας Κώνστας, που λίγα μόνο χρόνια πριν υποδυόταν σε μία ακόμα τραγική σειρά του Γιώργου Κωνσταντίνου («Η αλεπού και ο μπούφος») τη Μερόπη Φόλα, θεία του κεντρικού χαρακτήρα.
Στους «Δυο Ξένους» όμως ο τρόπος που ανέπτυξε και κατοχύρωσε τον ρόλο της γλαφυρής bon vivant ήταν οριστικός και απόλυτος. Σα να προέκυψε ως εκ θαύματος και από το πουθενά η Ντένη Μαρκορά, ασχέτως αν η ίδια η Ντίνα Κώνστα ήταν γνωστή στο ευρύ κοινό από την εποχή του μονοπωλίου της κρατικής τηλεόρασης ως παρουσία και ως φωνή που προσέδιδαν επιβλητικότητα, αυθεντία και κύρος σε όποιον ρόλο κι αν κατοικούσε κάθε φορά, πρώτο ή δεύτερο, από τον «Συμβολαιογράφο» ως το «Μινόρε της αυγής» και τη «Φρουτοπία».
Η μεγάλη αναγνώριση, όμως, και η πραγματική φήμη ήρθαν με έναν ρόλο που έμοιαζε εκ πρώτης όψεως να συγκρούεται με τη δραματική, σπαρακτική συχνά, γκροτέσκα ενίοτε και «μπρεχτική» φυσιογνωμία που είχαμε συνηθίσει ως τότε.
Δεν υπάρχει όμως «κόντρα» ρόλος για τους σπουδαίους ηθοποιούς. Η Ντίνα Κώνστα ήταν η Ντένη Μαρκορά, είναι όμως και η φωνή που ακούγεται στο ραδιόφωνο να λέει (από το υπερπέραν πλέον) κάθε τόσο τη φράση «Εκατόν πέντε και πέντε – στο Κόκκινο» ενώ από πίσω παίζει η Διεθνής.