ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ, ΕΣΤΩ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΜΕΝΑ, με αφορμή το σκάνδαλο διαφθοράς του Qatargate που ήρθε πρόσφατα στην επιφάνεια, η Ε.Ε. και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνειδητοποίησαν ότι οι δημοκρατίες μας δέχονται επίθεση από το εξωτερικό και το εσωτερικό. Σε μια δραματική και παθιασμένη ομιλία της, από αυτές που θα μείνουν σίγουρα στη μνήμη μας, η πρόεδρός του, Ρομπέρτα Μέτσολα, τόνισε ακριβώς πόσο κρίσιμες είναι οι περιστάσεις και ποιο είναι το πραγματικό διακύβευμα αυτή την περίοδο για την Ενωμένη Ευρώπη:
«Το Κοινοβούλιο δέχεται επίθεση, η ευρωπαϊκή δημοκρατία δέχεται επίθεση. Ο εχθρός δεν θα σταματήσει πουθενά. Αυτοί οι δράστες έχουν χρησιμοποιήσει ως δούρειο ίππο, ΜΚΟ, στελέχη και ανθρώπους μέσα από το Ευρωκοινοβούλιο. Αλλά απέτυχαν... Κακόβουλες τρίτες χώρες, αυταρχικά καθεστώτα επιβουλεύονται και απειλούν τη δημοκρατία μας και την Ευρώπη». Και κατέληξε χαρακτηριστικά, μιλώντας στην Ολομέλεια στο Στρασβούργο: «Έχω να πω στους κακοήθεις από τρίτες χώρες που νομίζουν ότι η Ευρώπη ξεπουλιέται ότι θα βρείτε απέναντί σας το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Είμαστε Ευρωπαίοι, προτιμούμε να κρυώνουμε παρά να ξεπουληθούμε σε σας».
Δεν είναι αυτά λόγια που βγαίνουν εύκολα από το στόμα των συνήθως συγκρατημένων και στρογγυλών Ευρωπαίων πολιτικών, γι' αυτό και οφείλουμε να τα λάβουμε πολύ σοβαρά υπόψη μας.
Ανεξαρτήτως του ποια θα αποδειχτεί, ενώπιον της Δικαιοσύνης, ότι ήταν τα κίνητρα της στάσης αυτής, το πρόβλημα παραμένει: η Ευρώπη και οι θεσμοί της δεν έχουν την παραμικρή δικαιολογία να φλερτάρουν με καθεστώτα (ορισμένα εξ αυτών ισλαμιστικά) των οποίων οι αξίες βρίσκονται στον αντίποδα όσων με κόπο έχουμε κατορθώσει να οικοδομήσουμε τόσα χρόνια.
Πράγματι, η Ε.Ε. δέχεται αυτήν τη στιγμή διπλή επίθεση που την απειλεί τόσο γεωπολιτικά και γεω-οικονομικά όσο και αξιακά.
Από τη μια, δέχεται μια καθαρά στρατιωτική επίθεση με παραδοσιακούς όρους από τη Ρωσία του Πούτιν σε έναν πόλεμο που μπορεί για την ώρα να περιορίζεται γεωγραφικά στο έδαφος της Ουκρανίας, αλλά απειλεί συνολικά την Ε.Ε. και τη Δύση.
Άλλωστε, αν έχει προσέξει κανείς τις ομιλίες και τις διακηρύξεις του Πούτιν εδώ και κάποια χρόνια, θα το διαπιστώσει πολύ εύκολα διότι αυτή η απειλή εκφράζεται ρητά και κατηγορηματικά, χωρίς ιδιαίτερη έγνοια να συγκαλυφθούν ούτε οι προθέσεις του ίδιου: ο Ρώσος Πρόεδρος είναι ένας ορκισμένος εχθρός της Δύσης, του πολιτισμού της και του τρόπου ζωής της, θεωρώντας ότι πρόκειται για μια παρηκμασμένη και σάπια εκδοχή του χριστιανικού κόσμου του οποίου η Ρωσία, και μόνον αυτή, μπορεί να εκφράσει την καθαρή και ανόθευτη ουσία.
Έτσι, αν ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει τόσο τεράστια σημασία για τον κόσμο μας σήμερα, είναι ακριβώς γι' αυτό: διότι σε περίπτωση επικράτησης της Ρωσίας του Πούτιν δεν θα περιοριζόταν μόνο σε αυτό το αιματοβαμμένο τρόπαιο αλλά θα απειλούσε πλέον ευθέως χώρες-μέλη της Ένωσης.
Υπό αυτή την έννοια, στο πρόσωπο των Ουκρανών και του δραματικού αγώνα τους σήμερα πρέπει να βλέπει κανείς ουσιαστικά τον αγώνα όλης της Ευρώπης για την ελευθερία της και τίποτε λιγότερο από αυτό. Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε ποτέ ότι η απειλή του Πούτιν για μια επίθεση με πυρηνικά βρίσκεται πάντα στο τραπέζι, και σε μια τέτοια περίπτωση το διακύβευμα δεν θα αφορούσε μόνο την ελευθερία και τον τρόπο ζωής μας αλλά την ίδια την ύπαρξή μας.
Αλλά εκτός του συμβατικού, η Ε.Ε. δέχεται κι έναν υβριδικό πόλεμο από άλλα ανελεύθερα και αυταρχικά καθεστώτα που σαν κακόβουλοι ιοί κινδυνεύουν να νοθεύσουν βασικές δημοκρατικές και ανθρωπιστικές αξίες. Το είδαμε ξεκάθαρα στην περίπτωση του Κατάρ και του τρόπου που άλωσε και διέφθειρε διεθνείς θεσμούς και οργανισμούς προκειμένου να αναλάβει –πέρα από κάθε ποδοσφαιρική λογική, μάλιστα– τη διοργάνωση του Μουντιάλ αλλά και προκειμένου να παρουσιάσει ωραιοποιημένο το καθαρά ανελεύθερο πολιτικό καθεστώς του.
Η περίπτωση της υπόδικης Εύας Καϊλή που κατέβαλε προσπάθεια να παρουσιάσει το Κατάρ (που στα εργοτάξια του Μουντιάλ πέθαναν τουλάχιστον 6.500 ξένοι εργάτες) ως πρωτοπόρο στις αλλαγές της εργατικής νομοθεσίας ή που πήγε να ψηφίσει υπέρ της απελευθέρωσης του καθεστώτος βίζας για το Κατάρ και το Κουβέιτ στην επιτροπή Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων του Κοινοβουλίου (παρόλο που δεν ήταν μέλος της) ήταν απλώς η πιο χαρακτηριστική επειδή κατείχε τη θέση ενός εκ των αντιπροέδρων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Αλλά δεν ήταν η μόνη ούτε το ζήτημα φαίνεται να περιορίζεται στα μέλη του. Ανεξαρτήτως του ποια θα αποδειχτεί, ενώπιον της Δικαιοσύνης, ότι ήταν τα κίνητρα της στάσης αυτής, το πρόβλημα παραμένει: η Ευρώπη και οι θεσμοί της δεν έχουν την παραμικρή δικαιολογία να φλερτάρουν με καθεστώτα (ορισμένα εξ αυτών ισλαμιστικά) των οποίων οι αξίες βρίσκονται στον αντίποδα όσων με κόπο έχουμε κατορθώσει να οικοδομήσουμε τόσα χρόνια.
Στον αντίποδα δηλαδή της ελευθερίας, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του ελεύθερου σεξουαλικού προσανατολισμού, εν τέλει του δημοκρατικού, συμπεριληπτικού και ανεκτικού τρόπου ζωής που στέκει στο επίκεντρο των μεταπολεμικών μας κατακτήσεων. Κι αυτό δεν πρέπει να μπορεί να το αγοράσει κανένα πετροδόλαρο.
Έτσι, ο χώρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που συνήθως απασχολεί ελάχιστα την ειδησεογραφία, έμελλε να μετατραπεί το τελευταίο διάστημα σε πεδίο αναπαράστασης και των δύο αυτών πολέμων, καθώς ένα μέρος του ευρωπαϊκού κόσμου, είτε λόγω ιδεοληπτικής αφέλειας είτε, ενδεχομένως, λόγω καθαρής ιδιοτέλειας, έχει φροντίσει να λειτουργεί ως «μεσάζοντας» για λογαριασμό των ξένων καθεστώτων της ανελευθερίας. Έχουμε την τάση να σκανδαλιζόμαστε μόνο από τα εγκλήματα διαφθοράς, θεωρώντας την απληστία ως ένα από τα χειρότερα ανθρώπινα αμαρτήματα. Δικαιολογημένα, ίσως.
Όμως, πέρα από σακούλες γεμάτες βρόμικα λεφτά, στην Ευρώπη διακινούνται και «βρόμικες» ιδέες, όπως αυτές που οδήγησαν πρόσφατα ευρωβουλευτές και της αριστεράς και της ακροδεξιάς (μεταξύ των οποίων και Έλληνες) να αρνηθούν να στηρίξουν ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου με το οποίο η Ρωσία χαρακτηριζόταν ως κράτος-τρομοκράτης. Ίσως διότι ένα όγδοο θανάσιμο ανθρώπινο αμάρτημα, που μάλλον θα έπρεπε να προστεθεί στον προαιώνιο αυτό κατάλογο, να είναι και η αυτοκαταστροφική έλξη προς τον αυταρχισμό.