ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΠΟΛΛΑ ΧΡΟΝΙΑ οικονομικής κρίσης, τα οποία ακολούθησαν η πανδημία με την υγειονομική κρίση, οι ακραίες τουρκικές απειλές με την κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις κι ένας πόλεμος που προκάλεσε ενεργειακή κρίση και πληθωρισμό, οι Ελληνες, εξαντλημένοι από αυτό το σπιράλ των κρίσεων, μοιάζει να επιθυμούν διακαώς συνθήκες δημοκρατικής ομαλότητας και ηρεμίας. Αυτό δεν φαίνεται να το αφουγκράζονται όσοι έχουν μείνει στο θυμό και την οργή που κυριαρχούσαν την περίοδο 2010-2015. Αλλά τότε, υπήρχε η ελπίδα μιας εναλλακτικής διακυβέρνησης που σήμερα δεν υπάρχει, όπως καταδεικνύουν οι δημοσκοπήσεις που καταγράφουν μια συνολική απαξίωση του πολιτικού συστήματος και ειδικά των κομμάτων που κυβέρνησαν. Οπότε οι πολίτες ψηφίζουν με το κριτήριο του «λιγότερο κακού» και όχι με αρνητική ψήφο καταδίκης, όπως συνέβαινε τα τελευταία πολλά χρόνια. Αυτό το κριτήριο του μικρότερου κακού, δεν αφορά απαραίτητα μόνο τα κόμματα εξουσίας, αλλά αφορά και στα μικρότερα κόμματα. Αλλωστε, όπως ανέφερε στη συνέντευξή του στην Lifo και ο πολιτικός αναλυτής Γιάννης Μαυρής, «Οι δεσμοί των πολιτών με τα κόμματά τους είναι πλέον πολύ πιο χαλαροί και ευμετάβλητοι».
Οχι ότι δεν υπάρχουν σήμερα οργισμένοι πολίτες. Υπάρχουν και είναι πολλοί. Φαίνεται όμως ότι οι φοβισμένοι είναι περισσότεροι. Ο φόβος για επιστροφή στις κρίσεις προηγούμενων ετών είναι κυρίαρχος σε ένα μεγάλο τμήμα των ψηφοφόρων, ειδικά στο χώρο του μετριοπαθούς κέντρου, οι οποίοι ζητούν ένα άλμα μπροστά για να καλύψουν το χαμένο έδαφος, χωρίς διάθεση ρίσκου. Αυτοί θα ψηφίσουν θετικά, το κόμμα που θα τους πείσει ότι είναι πιο κοντά σε αυτό που ζητάνε. Απαιτήσεις πολλές δεν υπάρχουν, ο πήχης είναι χαμηλά, καθώς το πολιτικό σύστημα είναι απαξιωμένο και υπάρχει μία κυνική παραδοχή γύρω από αυτό. Οπωσδήποτε όμως, στη συγκυρία αυτή, δεν είμαστε στο «μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση».