Ρεβέκκα: Ένας αγαπημένος Χίτσκοκ ξανά στα θερινά

Ρεβέκκα Facebook Twitter
Ο Μαξ ντε Γουίντερ του Λόρενς Ολίβιε δεν την αποκαλεί ποτέ με το όνομά της κι έτσι ο θεατής δεν θα μάθει ποτέ πώς λέγεται η διάδοχος μιας φαινομενικά αναντικατάστατης παρουσίας.
0

Φόνος, ατύχημα ή αυτοκτονία; Το ερώτημα βασανίζει τον Μαξ ντε Γουίντερ για την απώλεια της λατρεμένης του συζύγου και η Ρεβέκκα στοιχειώνει το παλάτι που κάποτε πλημμύριζε από τον έρωτά τους.

«Χθες ονειρεύτηκα το Μάντερλεϊ» είναι η κλασική εισαγωγική φράση της πρώτης αμερικανικής ταινίας του Άλφρεντ Χίτσκοκ ‒που ξεκινά με ένα ομιχλώδες μονοπλάνο και καταλήγει στο σκοτεινό γοτθικό σκηνικό της δεύτερης ευκαιρίας και απαλαίνει από το μουσικό σκορ του Φραντς Γουάξμαν και το φως στο παράθυρο‒, όπως την αφηγείται η φρέσκια και στη συνέχεια πολύπαθη κυρία Ντε Γουίντερ, μια άδολη νέα γυναίκα που ο ευειδής χήρος θα συναντήσει στο Μόντε Κάρλο ‒ της φαίνεται ψεύτικο, αν και σίγουρα λιγότερο απαίσιο από τη γηραιά προξενήτρα συνοδό της, την κυρία Βαν Χόπερ, η οποία φέρεται στον άνδρα σαν κελεπούρι και στην προστατευόμενή της ως πόρνη για δόλωμα. Ακόμη και ανώνυμη σε όλη τη διάρκεια των 130 λεπτών, η Τζόαν Φοντέν κάνει την ταινία δική της, αποκαλύπτοντας για πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη ένα κράμα φόβου και ερωτισμού, σμιλεμένου από τη ρομαντική παράδοση. Στη θέση της παραδοσιακής μοιραίας, παλεύει αξιοπρεπώς να αναδυθεί από μια πλεκτάνη της μοίρας που την προσπερνά.

Ο Μαξ ντε Γουίντερ του Λόρενς Ολίβιε δεν την αποκαλεί ποτέ με το όνομά της κι έτσι ο θεατής δεν θα μάθει ποτέ πώς λέγεται η διάδοχος μιας φαινομενικά αναντικατάστατης παρουσίας. Με μια νεκρή στον τίτλο και τη Δάφνη ντι Μοριέ συγγραφέα του πρωτοτύπου, η Ρεβέκκα δεν χωράει εύκολα σε μία από τις δύο προφανείς κατηγορίες, του θρίλερ μυστηρίου ή της αισθηματικής περιπέτειας. Παραδόξως, δεν πρόκειται ακριβώς για ταινία δημιουργού, παρά τις αναμφισβήτητες παρεμβάσεις του Χίτσκοκ στα βλέμματα, τις παύσεις και την ατμόσφαιρα που δημιουργεί το ντεκουπάζ του.

Ο Σέλζνικ απέσπασε το δεύτερο στη σειρά Όσκαρ Καλύτερης Παραγωγής, ο Χίτσκοκ κέρδισε το στοίχημα της προαγωγής σε μεγαλύτερα μπάτζετ στην πρώτη εθνική του Χόλιγουντ και η Φοντέν κέρδισε την εμπιστοσύνη του, και μαζί το Όσκαρ για την επόμενη ταινία μαζί του, τις Υποψίες.

Γυρισμένη το 1940, έναν χρόνο μετά τη σαρωτική επικράτηση του Όσα παίρνει ο άνεμος στα ταμεία και στα Όσκαρ, ο διαβόητα και ψυχαναγκαστικά control freak Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ είχε τον πρώτο και περίπου τον τελευταίο λόγο ακόμη και στην παραμικρή λεπτομέρεια. Ο Βρετανός σκηνοθέτης ήταν προσωπική μεταγραφή του μεγαλοπαραγωγού, αλλά δεν δίστασε να απορρίψει ολόκληρο το πρώτο σενάριο που του υπέβαλε, θεωρώντας πως απομακρύνεται ανεπιστρεπτί από το μυθιστόρημα που ήθελε να μεταφέρει πιστά, γιατί το αγαπούσε ιδιαίτερα.

Ρεβέκκα Facebook Twitter
H βλοσυρή οικονόμος Ντάνβερς της Τζούντιθ Άντερσον τιμά την προηγούμενη πυργοδέσποινα με άρρωστη προσκόλληση και επιθετική καχυποψία.

Ωστόσο, μαζί απέκλεισαν αναγκαστικά  το γεγονός ότι ο Ντε Γουίντερ ήταν ο δολοφόνος της Ρεβέκκας: ο κώδικας λογοκρισίας της εποχής απαγόρευε σε έναν εγκληματία να κυκλοφορεί ανενόχλητος στην κοινωνία, πόσο μάλλον να ερωτοτροπεί ατιμώρητος και, από πάνω, να παντρεύεται ξανά. Αυτό που προκύπτει από την πρόσφατη «ανάγνωση» της ταινίας είναι η διχοτόμηση της συμπεριφοράς του.

Ενώ η βλοσυρή οικονόμος Ντάνβερς της Τζούντιθ Άντερσον τιμά την προηγούμενη πυργοδέσποινα με άρρωστη προσκόλληση και επιθετική καχυποψία, ο Ντε Γουίντερ διστάζει μεταξύ της σεξουαλικής ορμής και της λεκτικής βίας. Την ποθεί, και αμέσως μετά την κακοποιεί. Κι ενώ στο Μόντε Κάρλο κοιτάζει απελπισμένος τη φουρτουνιασμένη Μεσόγειο, στην πατρική Κορνουάλη συχνά της φέρεται σαν να είναι υπηρέτρια, κατώτερη, και το χειρότερο, προσωρινή: στις αντιδράσεις της με αφορμή τις επιθέσεις που δέχεται από τον αριστοκράτη που χάνει την αγωγή του και ξεχνά ποια έχει απέναντί του οφείλεται η σπουδαία ερμηνεία της Φοντέν, η πιο ευάλωτη και αβοήθητη από τις συνολικά δυναμικές χιτσκοκικές ηρωίδες.

Το ισορροπημένο και πολύ συχνά συναρπαστικό αποτέλεσμα δικαίωσε τους συντελεστές της Ρεβέκκας. Ο Σέλζνικ απέσπασε το δεύτερο στη σειρά Όσκαρ Καλύτερης Παραγωγής, ο Χίτσκοκ κέρδισε το στοίχημα της προαγωγής σε μεγαλύτερα μπάτζετ στην πρώτη εθνική του Χόλιγουντ και η Φοντέν κέρδισε την εμπιστοσύνη του, και μαζί το Όσκαρ για την επόμενη ταινία μαζί του, τις Υποψίες.

Η Ρεβέκκα επαναπροβάλεται στα θερινά σινεμά από την Πέμπτη 29/6.

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

125 λεπτά με την Πόπη Διαμαντάκου/ Πόπη Διαμαντάκου: «Δεν με αγγίζουν οι επιθέσεις, δεν κάνω δημόσιες σχέσεις, δεν γλείφω»

Media / «Δεν υπάρχει τηλεκριτική σήμερα, όλα είναι δημόσιες σχέσεις»

Η γνωστή τηλεκριτικός Πόπη Διαμαντάκου μιλά στη LiFO για τη μακρά επαγγελματική της διαδρομή, την τηλεόραση του χθες και του σήμερα και απαντά για πρώτη φορά στα επικριτικά σχόλια που προκαλούν κατά καιρούς τα κείμενα της.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Για μένα αυτό είναι οι ταινίες, μια περιπέτεια έξω και πέρα από την ηθική»

Οθόνες / «Για μένα αυτό είναι οι ταινίες, μια περιπέτεια έξω και πέρα από την ηθική»

Μια μεγάλη κουβέντα με τον σκηνοθέτη και μουσικό Γιάννη Βεσλεμέ που κυκλοφορεί ταυτόχρονα το νέο του άλμπουμ και η ρετροφουτουριστική του ταινία «Αγαπούσε τα λουλούδια περισσότερο». (SPOILER ALERT)
M. HULOT
Οι δέκα αγαπημένες ταινίες του Capétte

Μυθολογίες / «Όταν είδα το "Climax", δεν μπορούσα να συνέλθω για ώρες»: Οι δέκα αγαπημένες ταινίες του Capétte

Τι συνδέει τον Αρονόφσκι με τον Αλμοδόβαρ και τον Λάνθιμο με τον Βούλγαρη; Ο μουσικός Capétte φτιάχνει τη δική του αγαπημένη κινηματογραφική δεκάδα.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΝΕΤΤΑ ΓΙΑΚΙΝΤΖΗ
the last showgirl

Οθόνες / Πρεμιέρα προσεχώς: 10 ταινίες που θα ξεχωρίσουν το επόμενο δίμηνο

Η επιστροφή του Βάλτερ Σάλες, ένας στοχαστικός Κώστας Γαβράς, τα φαντάσματα του Γιώργου Ζώη, ο Ντίλαν κατά τον Τιμοτέ Σαλαμέ, το βάπτισμα της Πάμελα Άντερσον στην υποκριτική, ένα χαμηλόφωνο διαμάντι από την Ινδία και η μεγαλόπνοη αλληγορία του Μπρέιντι Κόρμπετ είναι μερικές από τις ταινίες που θα μας απασχολήσουν τον χειμώνα του 2025.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Phyllis Dalton (1925-2025): Η κορυφαία ενδυματολόγος της κινηματογραφικής ιστορίας

Pulp Fiction / Phyllis Dalton (1925-2025): Η κορυφαία ενδυματολόγος της κινηματογραφικής ιστορίας

Πέθανε στα 99 της χρόνια η Βρετανή ενδυματολόγος που έντυσε χιλιάδες πρωταγωνιστές και κομπάρσους, πάντα με το βλέμμα στραμμένο στην αναπαραγωγή της αυθεντικότητας και στην αντίληψη της δραματικότητας του σεναρίου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το υπερβατικό σινεμά του Ντέιβιντ Λιντς διέρρηξε δια παντός την πραγματικότητα

Απώλειες / Το υπερβατικό σινεμά του Ντέιβιντ Λιντς διέρρηξε διά παντός την πραγματικότητα

Το όνομα του Ντέιβιντ Λιντς (1946-2025) έγινε επιθετικός προσδιορισμός και οι ταινίες του μας προσκάλεσαν να βλέπουμε και να αισθανόμαστε αλλιώς τον κόσμο: με τα μάτια μιας απόκοσμης ψευδαίσθησης και την ψυχή της υπέροχης εμμονής.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Oι 10 αγαπημένες ταινίες του Αχιλλέα ΙΙΙ

Μυθολογίες / «Μετά το “Blues Brothers” φορούσα μαύρα γυαλιά στην τάξη»: Oι 10 αγαπημένες ταινίες του Αχιλλέα ΙΙΙ

Έχοντας συμπεριλάβει στη λίστα του από τους αδελφούς Μαρξ μέχρι μια ταινία με τον Θανάση Βέγγο, o συγγραφέας πιστεύει πως το τραγικό και το γελοίο συναντιούνται σε κάποιο σημείο, το οποίο δεν είναι πάντα ευδιάκριτο.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΝΕΤΤΑ ΓΙΑΚΙΝΤΖΗ
pamela anderson

Οθόνες / H όψιμη δικαίωση της Πάμελα Άντερσον

Μια γυναίκα που επί δεκαετίες αντιμετωπιζόταν από τον πλανήτη ως αντικείμενο (ηδονής και χλεύης) βρίσκει στο «Last Showgirl» την ευκαιρία να αποδείξει ότι υπάρχει θέση γι’ αυτήν και σε άλλους ρόλους από εκείνους που της φόρεσε η βιομηχανία του θεάματος.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Movie Galaxy: Το βιντεοκλάμπ που κρατάνε ανοιχτό οι σινεφίλ Εξαρχιώτες

Οθόνες / Movie Galaxy: Το βιντεοκλάμπ που κρατάνε ανοιχτό οι σινεφίλ Εξαρχειώτες

Ο Λευτέρης Τζώρτζης έχει συγκεντρώσει 50.000 τίτλους. Το όνομά του έχει αναφερθεί σε έργο της Κιτσοπούλου, «ξεπουλάει» Ταρκόφσκι και έχει ζήσει επικούς καβγάδες για ταινίες - πιο πρόσφατα για τα «Μαγνητικά Πεδία».
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Βαγγέλης Μουρίκης: «Tι σχέση έχω εγώ με τον Ντε Νίρο;»

Οθόνες / Βαγγέλης Μουρίκης: «Tι σχέση έχω εγώ με τον Ντε Νίρο;»

Λίγο πριν από την κυκλοφορία του «Arcadia» του Γιώργου Ζώη στις αίθουσες, ο Βαγγέλης Μουρίκης μιλάει στη LiFO για τον τρόπο με τον οποίο δουλεύει έναν ρόλο, για τον Οικονομίδη, τον Γραμματικό, τα spoilers και τη χαμένη αρετή τού να ακούμε.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ