— Είναι εύλογο να αναρωτιέται κανείς αν αντιστοιχούν τα διαβάσματα του Καβάφη στην προσωπικότητά του. Ισχύει δηλαδή αυτό που λέμε: «Δείξε μου τη βιβλιοθήκη σου να σου πω ποιος είσαι»;
Αλέξανδρος Κατσιγιάννης: Η βιβλιοθήκη που διαμορφώνει κανείς είναι όντως ενδεικτική του αναγνωστικού του προφίλ. Γι’ αυτό και οι φιλόλογοι πάντα κυνηγάμε πληροφορίες για τις βιβλιοθήκες από καταλόγους, ακόμη και από διαθήκες. Η βιβλιοθήκη του Καβάφη αντικατοπτρίζει σε έναν βαθμό το προφίλ του ως αναγνώστη. Μελετώντας την μπορούμε να ανασυνθέσουμε τη φυσιογνωμία του Καβάφη ως αναγνώστη λογοτεχνίας αλλά και ως ανθρώπου των γραμμάτων ή ως λογίου, όπως συνηθίζουμε να λέμε.
Ταυτόχρονα, όμως, η βιβλιοθήκη εμπεριέχει πολλά βιβλία τα οποία, σε κάποιες περιπτώσεις, μας φαίνονται παράδοξα και ενδεχομένως να μην ήταν δικά του και να έφτασαν στα χέρια του από κάποιο μέλος της οικογένειας, από κάποιον φίλο κ.λπ. Πρόκειται δηλαδή για μια σύνθεση βιβλίων που σχετίζονται με τα άμεσα αναγνωστικά του ενδιαφέροντα και ταυτόχρονα υποδεικνύουν συνδέσεις με άλλα πρόσωπα, είτε της οικογένειάς του είτε του ευρύτερου κύκλου του. Να μην ξεχνάμε και έναν μεγάλο αριθμό βιβλίων που απέστειλαν στον ποιητή νεαροί επίδοξοι λογοτέχνες, τα οποία άλλοτε διάβαζε και άλλοτε όχι.
«Φαίνεται επίσης πως διαβάζει ξένη κλασική λογοτεχνία. Ταυτόχρονα όμως βλέπουμε και πολλούς ελάσσονες Γάλλους, πολλά ρομάντζα της εποχής, τα οποία μας δείχνουν ότι με κάποιον τρόπο τον ενδιέφερε αυτό που θα λέγαμε σήμερα ποπ κουλτούρα ή ενδεχομένως παραλογοτεχνία».
Σοφία Ζησιμοπούλου: Σίγουρα ο Καβάφης είχε διαβάσει πολύ περισσότερα βιβλία απ’ όσα είχε στην κατοχή του. Όπως γράφει και ο Μιχάλης Περίδης, που είχε μελετήσει τη βιβλιοθήκη, αναμφίβολα δανειζόταν βιβλία από δανειστικές βιβλιοθήκες αλλά και από φίλους του, όπως κάνουμε όλοι άλλωστε. Οπότε, μελετώντας μια ιδιωτική βιβλιοθήκη, εν προκειμένω τη βιβλιοθήκη του Καβάφη, θα πρέπει πάντα να λαμβάνουμε υπόψη μας όρους τυχαιότητας και ιστορικότητας.
Κάθε βιβλιοθήκη είναι μια συνάρτηση πολλών παραγόντων που σχετίζονται με την εποχή που ζει ένας άνθρωπος, φέρει στοιχεία αυτής της εποχής, άρα πρέπει να τη φανταζόμαστε πάντα ως έναν ζωντανό οργανισμό που εξελίσσεται, όπως ακριβώς και ο κάτοχός της. Ισχύει, άλλωστε, ότι όλοι είμαστε προϊόντα αυτών που έχουμε διαβάσει, των βιβλίων που κατείχαμε αλλά και βιβλίων που τυχαία βρήκαμε κάπου, που στην πορεία τα αφήσαμε πίσω μας.
— Σε σχέση με την προσωπικότητά του, επειδή όλοι φανταζόμαστε ότι ο Καβάφης ενδιαφερόταν σε μεγάλο βαθμό για την Ιστορία –υπάρχουν και οι σχετικές μαρτυρίες του Τίμου Μαλάνου που λένε ότι ο Καβάφης ήθελε να γράψει και ιστορία–, μπορούμε, αλήθεια, να συμπεράνουμε κάτι τέτοιο με βάση τα διαβάσματά του;
Α.Κ.: Ναι, είναι γνωστό στην έρευνα. Μπορούμε να φέρουμε το παράδειγμα του Edward Gibbon ή αλλιώς Γίββωνα. Οι τόμοι που σώζονται στη βιβλιοθήκη του φέρουν αρκετές σημειώσεις. Εξάγεται ένα τέτοιο συμπέρασμα από τα αναγνώσματά του, τα οποία τον ενδιέφεραν πολύ.
Σ.Ζ.: Σίγουρα ο Καβάφης διαβάζει Ιστορία. Πέρα από τον Γίββωνα έχουμε και άλλες μελέτες, βιβλία που συνδέονται με το ενδιαφέρον του για την Ιστορία, όπως του Παπαρρηγόπουλου, για να αναφέρουμε και ελληνικά παραδείγματα. Όλα αυτά έχουν μελετηθεί από πάρα πολλούς καβαφιστές. Ταυτόχρονα, όμως, έχουμε και πολλά άλλα παραδείγματα που μας εκπλήσσουν και μέσα από την έρευνα στη βιβλιοθήκη μπορούμε να τα δούμε ακόμα πιο σχολαστικά και να αναδείξουμε κι άλλες αναγνωστικές κατηγορίες.
— Ποιο, αλήθεια, βιβλίο απ’ όσα περιλαμβάνονται στη βιβλιοθήκη του σας έκανε εντύπωση, σας εξέπληξε;
Α.Κ.: Διαβάζοντας τον κατάλογο της βιβλιοθήκης Καβάφη που έχει εκδώσει η Μιχαήλα Καραμπίνη-Ιατρού, έμεινα σε έναν τίτλο: Spider Boy. Το έχει αναφέρει και η ίδια ως κάτι περίεργο, γιατί, όταν βλέπεις αυτόν τον τίτλο, πέραν του ότι σε παραπέμπει στον σχεδόν ομώνυμο ήρωα της Marvel, σίγουρα μπαίνεις στη διαδικασία να αναλογιστείς περί τίνος πρόκειται. Μιλάμε για μια έκδοση του 1928 που σατιρίζει τα ήθη του Χόλιγουντ και της κινηματογραφικής βιομηχανίας εν γένει και γράφτηκε από τον Carl van Vechten. Αναζητώντας τον, βλέπουμε ότι είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περίπτωση της εποχής.
Δρα μεταξύ 1880 και 1964, είναι συλλέκτης βιβλίων και φωτογράφος που επικεντρωνόταν σε ό,τι αφορούσε την ανάδειξη της μαύρης κουλτούρας της Αμερικής. Είναι από τους σημαντικότερους υποστηρικτές του περίφημου κινήματος «Αναγέννηση του Χάρλεμ», και σίγουρα έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς σχετίζεται με τον ποιητή Καβάφη, τόσο ο ίδιος όσο, ενδεχομένως, και τα κείμενά του. Είναι γνωστός επίσης και ως ομοφυλόφιλος καλλιτέχνης με εξαιρετικά ενδιαφέρουσα δράση, επομένως σίγουρα αυτός είναι ένας τίτλος που εξαρχής ιντριγκάρει πολύ.
Σ.Ζ.: Εγώ θα σταθώ σε ένα βιβλίο με τον τίτλο Οι φρικτές αποκαλύψεις της Μαρία Μονκ (The awful disclosures of Maria Monk), το οποίο εκδόθηκε το 1836. Αυτό το βιβλίο με έχει εντυπωσιάσει για δύο λόγους. Αφενός λόγω περιεχομένου, γιατί, εν προκειμένω, η Μαρία Μονκ ισχυρίζεται ότι όταν ήταν η ίδια μοναχή σε ένα μοναστήρι στον Καναδά, και συγκεκριμένα στο Μόντρεαλ, είχε γίνει μάρτυρας ενός σεξουαλικού σκανδάλου, το οποίο θέλει να φέρει στο φως μέσα από το βιβλίο. Μιλάει για συνευρέσεις ιερέων και καλογριών που ήταν στο μοναστήρι, άρα σε πρώτο επίπεδο υπάρχει ένα πολύ πικάντικο θέμα.
Σε δεύτερο επίπεδο, το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στο το πώς προσλαμβάνει η κριτική αυτό το βιβλίο. Ενώ η ίδια το χαρακτηρίζει ως ντοκουμέντο και αυτοβιογραφία, η κριτική το θεωρεί μυθοπλασία και το προσλαμβάνει περισσότερο ως ένα αντικληρικό βιβλίο. Άρα βλέπουμε πως οι διαδρομές του ίδιου του βιβλίου είναι εντελώς διαφορετικές από τις προθέσεις που είχε η συγγραφέας όταν κατέγραφε τα γεγονότα. Αν ήταν να σταθώ κάπου, θα επέλεγα αυτό το βιβλίο, επειδή προσωπικά, ως αναγνώστρια, με εντυπωσίασε πολύ.
Α.Κ.: Στη βιβλιοθήκη του Καβάφη συναντάμε και πολλά βιβλία που εστιάζουν σε κάποιο έγκλημα ή κάποιο γεγονός που καταγράφηκε στην επικαιρότητα, όπως και πολλά καθαρόαιμα αστυνομικά βιβλία. Ιστορίες μυστηρίου, όπως αυτές του Σέρλοκ Χολμς του Άρθουρ Κόναν Ντόιλ και πολλές άλλες. Υπάρχει μάλιστα και μια ανεκδοτολογική πληροφορία που την έχει καταγράψει σε άρθρο της η Μιχαήλα Καραμπίνη-Ιατρού, σύμφωνα με την οποία ο Καβάφης, ενώ βρισκόταν στο νοσοκομείο, στα τελευταία του, που λέμε, ζητούσε από τον Σαρεγιάννη, στενό του φίλο, μυθιστορήματα του Ζορζ Σιμενόν. Έχει πολύ ενδιαφέρον η σχέση του με την αστυνομική λογοτεχνία.
Σ.Ζ.: Φαίνεται επίσης πως διαβάζει ξένη κλασική λογοτεχνία. Έχει πολλά βιβλία των αδελφών Μπροντέ, Τζέιν Όστεν, καθώς επίσης πολλά γαλλικά, Μπαλζάκ, Βικτόρ Ουγκό, Ανατόλ Φρανς. Ταυτόχρονα όμως βλέπουμε και πολλούς ελάσσονες Γάλλους, πολλά ρομάντζα της εποχής, τα οποία μας δείχνουν ότι με κάποιον τρόπο τον ενδιέφερε αυτό που θα λέγαμε σήμερα ποπ κουλτούρα ή ενδεχομένως παραλογοτεχνία.
Δεν θα ήθελα να μπούμε σε αξιολογικές αποτιμήσεις των έργων, αλλά αν θέλαμε να βρούμε μια ταμπέλα, να τα κατηγοριοποιήσουμε με κάποιον τρόπο, μάλλον θα λέγαμε κάτι τέτοιο. Βέβαια, ας μην ξεχνάμε ότι την εποχή εκείνη είναι πολύ διαφορετικά τα αξιολογικά κριτήρια για τα έργα, οπότε εκ των πραγμάτων πρέπει να λάβουμε υπόψη μας και το ιστορικό πλαίσιο έκδοσης κάθε βιβλίου κ.λπ. Σίγουρα όμως τον ενδιαφέρει πάρα πολύ το μυθιστόρημα. Πεζογραφία ξένη γενικά διαβάζει πολύ και, φυσικά, ποίηση.
— Προφανώς ο Καβάφης ήταν ένας άνθρωπος της εποχής του, μοντέρνος, καθόλου αποστασιοποιημένος από τις εξελίξεις. Αν μιλάμε με τα σημερινά δεδομένα, θα ενδιαφερόταν, τηρουμένων των αναλογιών, για τα πιο ελαφριά, ποπ αναγνώσματα;
Α.Κ.: Αυτή η σχέση με την παραλογοτεχνία, τη λογοτεχνία της επικαιρότητας, τα «ευτελή αναγνώσματα», νομίζω ότι είναι πολύ ενδεικτική του αναγνωστικού του ενδιαφέροντος. Έχουμε βέβαια και έργα που μπορεί να ανήκαν κάποτε στα ευτελή αναγνώσματα, αλλά αργότερα μπήκαν στον κανόνα της εθνικής λογοτεχνίας, όπως ο Ερωτόκριτος, στον οποίο έχουμε δει ότι έχει κάνει αρκετές υπογραμμίσεις, δηλαδή είχε μια αναγνωστική τριβή με το κείμενο.
— Βέβαια αυτό δεν πρέπει να μας προξενεί εντύπωση. Ο Ντοστογιέφσκι, σε μια άλλη περίπτωση, διάβαζε pulp λογοτεχνία και βιβλία της εποχής του, είχε επηρεαστεί μάλιστα από αυτά στον τρόπο που έγραφε. Νομίζω πως αυτό δεν είναι κάτι ασυνήθιστο για τους μεγάλους λογοτέχνες και ποιητές.
Σ.Ζ.: Αδιαμφισβήτητα. Μην ξεχνάμε ότι τα βιβλία που έχουν σωθεί ως φυσικά αντικείμενα στη βιβλιοθήκη του, σε κάποιες περιπτώσεις, έχουν φτάσει στον Καβάφη από άλλα χέρια. Εδώ θέλω να αναφέρω ένα πολύ τρανταχτό παράδειγμα που πραγματικά μας εντυπωσίασε. Πρόκειται για ένα βιβλίο μαντικής με τον συντομευμένο τίτλο Πυθία ήτοι μαντείον αλάνθαστον, το οποίο περιέχει αριθμολογία, χαρτομαντεία και άλλα συναφή.
Το βιβλίο αυτό ενδεχομένως να το έχουμε δει σε ανάλογες εκδόσεις μαζί με κάποιον ονειροκρίτη και μπορεί να έφτασε στα χέρια του από τον φιλικό οικογενειακό περίγυρο, να μην ήταν απαραίτητα δικό του. Ωστόσο, αυτό που θέλω να υπογραμμίσω με την αναφορά αυτού του βιβλίου είναι το ότι τα φυσικά αντικείμενα της βιβλιοθήκης και η μελέτη τους μας αναγκάζουν να δούμε έκκεντρες περιπτώσεις, στις οποίες, αν δεν είχαμε μπροστά μας ως υλικά τεκμήρια, δεν θα πήγαινε ποτέ το μυαλό μας.
Α.Κ.: Όπως είπαμε, η βιβλιοθήκη Καβάφη δεν είναι μια τυπική βιβλιοθήκη λογοτέχνη-λογίου γιατί ακριβώς σε αυτήν περιλαμβάνονται βιβλία από τον ευρύτερο οικογενειακό του κύκλο, από φίλους...
— Υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτά τα βιβλία ανήκαν, ας πούμε, στα αδέλφια του Καβάφη ή σε κάποιον φίλο;
Σ.Ζ.: Σε αρκετά βιβλία έχουμε ενδείξεις ότι ανήκαν σε άλλα πρόσωπα. Για παράδειγμα, εντοπίζουμε τη σφραγίδα «ex libris John Cavafy». Ο Τζον ήταν ο μεγαλύτερος αδελφός του ποιητή. Ήταν πολύ δεμένοι. Αυτό είμαστε σε θέση να το γνωρίζουμε και από επιστολές που έχουν σωθεί μεταξύ των δύο αδελφών. Στην ψηφιακή συλλογή του Αρχείου Καβάφη, στο cavafy.onassis.org, όπου έχουν αναρτηθεί τα χειρόγραφα του ποιητή, υπάρχουν πολλές επιστολές ιδίως από την εποχή που η οικογένεια Καβάφη ήταν στην Κωνσταντινούπολη, το 1882, μετά τον βομβαρδισμό της Αλεξάνδρειας.
Την εποχή αυτή, λοιπόν, ενώ ο Κωνσταντίνος με τη μητέρα του και την υπόλοιπη οικογένεια βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη, ο Τζον έχει μείνει πίσω, του γράφει γράμματα και εκεί βλέπουμε ότι ανταλλάσσουν διαρκώς απόψεις για ποιητές, μιλούν πολύ για ποίηση. Ο ίδιος ο Τζον γράφει ποίηση, οπότε δεν μας κάνει εντύπωση το γεγονός ότι υπάρχει αυτή η αλληλεπίδραση μεταξύ τους και ότι ο ένας είχε βιβλία του άλλου.
Α.Κ.: Έχουμε πληροφορίες ότι φροντίζει να του στείλει διάφορα περιοδικά, όπως το «Gentleman’s Magazine». Επίσης, ο Κωνσταντίνος προσπαθεί να δώσει ένα feedback στα ποιήματα του Τζον. Επομένως, δεν είναι καθόλου παράξενο που βρίσκουμε τέτοια υλικά τεκμήρια, είτε βιβλία είτε σημειώσεις, που να αφορούν το ευρύτερο οικογενειακό του περιβάλλον.
Σ.Ζ.: Έχουμε και δύο πολύ χαρακτηριστικές περιπτώσεις θρησκευτικού βιβλίου με εβραϊκές προσευχές και το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον στα μαλτέζικα. Αυτά οπωσδήποτε κατέληξαν με κάποιον τρόπο, μέσα από διαμεσολαβήσεις, στα χέρια του ποιητή. Οπότε είναι τεκμήρια αυτής ακριβώς της αλληλεπίδρασης που είχε με άτομα του περιβάλλοντός του.
— Υπάρχουν, επίσης, σφραγίδες κι άλλων προσώπων ή και του ίδιου του Καβάφη;
Σ.Ζ.: Ναι, έχουμε πολλά παραδείγματα. Το πιο χαρακτηριστικό είναι η σφραγίδα C.P.C. με τα αρχικά του ποιητή, αλλά ταυτόχρονα συναντάμε και τις χειρόγραφες υπογραφές του C.P.C. και C.F.C.
Α.Κ.: Η σφραγίδα μάς βοηθά να βγάλουμε συμπέρασμα για την πατρότητα του εκάστοτε βιβλίου. Ταυτόχρονα συναντάμε αρκετές φορές το οικόσημο της οικογένειας με τον τίτλο «Υπέρ Χριστού και Καίσαρος», που μας θυμίζει πόσο ο ίδιος ο Καβάφης έδινε σημασία στο γενεαλογικό του δέντρο.
— Θυμόμαστε, άλλωστε, την επιμονή του να καταγράψει το γενεαλογικό του δέντρο. Αυτή η τάση είχε σχέση με μια αντίληψη της εποχής όσον αφορά τη σημαίνουσα θέση που μπορεί να είχε στην κοινωνία;
Α.Κ.: Σίγουρα, εφόσον πρόκειται για μια εύπορη οικογένεια από την Αλεξάνδρεια, η οποία σιγά σιγά κάπως εκπίπτει οικονομικά. Νομίζω ότι εντάσσεται και σε μία, θα λέγαμε, «αυτοκρατορική» (imperial) λογική, ακριβώς λόγω της σχέσης που είχε η Αλεξάνδρεια με τη Βρετανική Αυτοκρατορία.
— Είναι γνωστό ότι ο Καβάφης είχε έναν ευρύ κύκλο ανθρώπων που τον επισκέπτονταν στην Αλεξάνδρεια, όπως ο Μαρινέτι, μοντερνιστές καλλιτέχνες της εποχής, σύγχρονούς του ποιητές. Σε ποιο βαθμό τα βιβλία που βλέπουμε να κοσμούν τη βιβλιοθήκη συνιστούν τεκμήρια για τις κοινωνικές του σχέσεις;
Σ.Ζ.: Οπωσδήποτε η βιβλιοθήκη μάς δίνει το έναυσμα να ανασυστήσουμε τις κοινωνικές σχέσεις του ποιητή και να καταλάβουμε πολλά για το κοινωνικό του περιβάλλον και τις σχέσεις με τους ομότεχνούς του. Συχνά ποιητές τού στέλνουν τα έργα τους, ο Καρυωτάκης είναι ένα παράδειγμα, ή ο Βάρναλης. Άλλη περίπτωση είναι ο Ίων Δραγούμης, με τον οποίο αλληλογραφεί, όπως μπορούμε να καταλάβουμε από τα αρχειακά του κατάλοιπα – στο ψηφιακό αρχείο του Καβάφη σώζονται επιστολές του Δραγούμη.
Αυτά τα στοιχεία μπορούμε να τα ανασυστήσουμε και μέσα από τους δείκτες που βρίσκουμε κατά καιρούς στα βιβλία, δηλαδή χειρόγραφες αφιερώσεις, με τις οποίες του αφιερώνουν τον εκάστοτε τόμο με μια συγκεκριμένη φράση. Για παράδειγμα, σ’ ένα βιβλίο που του στέλνει η Μυρτιώτισσα υπάρχει ένθετο στο οποίο τον ρωτά αν σκοπεύει να παρευρεθεί στις Δελφικές Εορτές. Αντίστοιχα, πάλι, σε επιστολή που σώζεται στο αρχείο βλέπει κανείς ότι ο Αλέκος Σεγκόπουλος και η Ρίκα Σεγκοπούλου, οι οποίοι είναι οι άμεσοι κληρονόμοι του Αρχείου Καβάφη, είχαν πάει στις Δελφικές Εορτές. Έχουμε και σχετική επικοινωνία του Καβάφη με τον Σικελιανό. Έτσι μπορούμε να καταλάβουμε πολλά και για τις σχέσεις που έχει κάθε φορά με τον αποστολέα μιας ποιητικής συλλογής ή ενός βιβλίου.
— Τι ακριβώς περιλαμβάνει το πρότζεκτ σας που ονομάζεται «Ανοιχτή Βιβλιοθήκη Καβάφη: Ο ποιητής ως αναγνώστης»;
Α.Κ.: Έχοντας εργαστεί στη φιλολογική επιμέλεια και τεκμηρίωση του ψηφιακού αρχείου του Καβάφη, θεωρήσαμε πως η ενσωμάτωση της βιβλιοθήκης του ποιητή στον ιστότοπο του αρχείου είναι ένα αναγκαίο, σχεδόν αυτονόητο βήμα για να συμπληρωθεί το εγχείρημα. Η ομάδα απαρτίζεται από εμένα και τη Σοφία Ζησιμοπούλου, συμμετέχει η Χριστίνα Κώστογλου, υποψήφια διδάκτωρ του ΕΑΠ, ενώ συνεργαζόμαστε και με μέλη της Επιστημονικής Επιτροπής του Αρχείου Καβάφη.
Σ.Ζ.: Καταρχάς, στηριζόμαστε στη δουλειά της Μιχαήλας Καραμπίνη-Ιατρού που έβγαλε τον έντυπο κατάλογο της βιβλιοθήκης Καβάφη από τις εκδόσεις Ερμής το 2003. Ο ίδιος κατάλογος έχει αναρτηθεί και στην ψηφιακή συλλογή του Αρχείου Καβάφη. Εκεί υπάρχει και ο κατάλογος της ιδανικής βιβλιοθήκης, που τον έχει επιμεληθεί η Κατερίνα Γκίκα. Η ιδανική βιβλιοθήκη αφορά τα βιβλία που γνωρίζουμε ότι πιθανότατα είχε διαβάσει ο Καβάφης, το βλέπουμε από άλλες πηγές, αλλά δεν σώθηκαν ως φυσικά αντικείμενα.
Είναι ένα συμπλήρωμα, θα λέγαμε, του καταλόγου της βιβλιοθήκης, των αποκτημάτων που σώθηκαν ως φυσικά αντικείμενα και με τον τρόπο αυτό μπορούμε να ανασυστήσουμε το παζλ του αναγνώστη Καβάφη με ακόμα μεγαλύτερη ακρίβεια. Επιχειρούμε να περιγράψουμε τα 966 βιβλία της βιβλιοθήκης και να κατηγοριοποιήσουμε τις πληροφορίες κάθε βιβλίου σε διάφορα πεδία. Δηλαδή, για κάθε τεκμήριο ο χρήστης μπορεί να δει τίτλο, συγγραφέα, εκδότη, χρονολογία και ταυτόχρονα να λάβει και κάποιες πληροφορίες για το βιβλίο ως φυσικό αντικείμενο.
Α.Κ.: Στοχεύουμε ουσιαστικά στη δημιουργία ενός ψηφιακού περιβάλλοντος που λειτουργεί ως προέκταση του ψηφιακού αρχείου του ποιητή, στο οποίο τα δεδομένα μπορούν να αναζητηθούν και κυρίως είναι διασυνδεδεμένα. Θέλουμε να προτείνουμε διαφορετικούς τρόπους που θα κάνουν την προσέγγιση της βιβλιοθήκης πιο παραγωγική και με περισσότερα κριτήρια. Πρόκειται για πολλαπλές διαδρομές αναζήτησης οι οποίες ενδεχομένως να γεννήσουν νέα ερωτήματα. Στοχεύουμε δηλαδή στο ταξίδι καθαυτό και όχι στον προορισμό, για να χρησιμοποιήσουμε και τον γνωστό καβαφικό στίχο.
Σ.Ζ.: Για παράδειγμα, εάν θέλει κάποιος να βρει όλα τα βιβλία του Καβάφη που έφεραν σημειώσεις, μπορεί να δει όλα τα αντίστοιχα αποτελέσματα. Αν θέλει κάποιος να αναζητήσει πόσα βιβλία φιλοσοφίας ή λογοτεχνίας είχε ο Καβάφης, μπορεί πάλι να ανατρέξει στα αντίστοιχα αποτελέσματα και να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.