ΟΣΟ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΕΤΑΙ στον χρόνο η στιγμή που ονομάστηκε «Μάης του ‘68», μπορούμε να ξανασκεφτούμε ακριβοδίκαια τη σημασία της. Μάλλον να παραδεχτούμε πως το νόημα αυτής της πολύμορφης εξέγερσης δεν ήταν ποτέ ένα. Στις δεκαετίες που πέρασαν αποδείχτηκε άλλωστε πως η στιγμή «Μάης του ’68» είχε διαφορετικά στρώματα σημασιών, φιλοξενώντας διαφορετικές προσδοκίες και ποικίλα όνειρα.
Συνέβη απλώς να ταξινομηθεί μέσα στη φαντασία των επόμενων γενιών (ή όσων τον ανέφεραν) ως το κατεξοχήν νεανικό συμβάν των boomers, κάτι ανάμεσα σε μεγαλειώδη ελευθεριακή γιορτή και πρόβα τζενεράλε για όλα τα κινήματα δικαιωμάτων που θα αναπτυχθούν στη συνέχεια.
Η έρευνα όμως στα «αρχεία» του Μάη (στα επίσημα και ανεπίσημα) επιβεβαίωσε κάποιες αδιάψευστες διαστάσεις: πέρα από μια άσκηση κοινωνικής φαντασίας για εκατομμύρια ανθρώπους, η συγκεκριμένη στιγμή φανέρωσε τη μετατόπιση της πολιτικής πέρα από την παραδοσιακή της επικράτεια. Από εκεί αντλήθηκε ένας σημαντικός προβληματισμός για το νόημα της εργασίας, τα όρια και τις δυνατότητες της τεχνολογικής κοινωνίας, τα νέα καταναλωτικά παραδείγματα.
Αν σταθεί πάντως κανείς στα πλούσια κοιτάσματα του Μάη, θα αισθανθεί αμέσως ότι οι ανησυχίες εκείνης της γενιάς, παρά τα προνόμια και τις ευκαιρίες που είχε πάνω στην ορμή του μεταπολεμικού καπιταλισμού, έχουν να πουν πολλά και σήμερα.
Φυσικά, μέσα στα ήθη του γαλλικού Μάη υπάρχουν και μαραμένα άνθη. Ας πούμε, η αλαζονική παντογνωσία των μικρών ομάδων, ο φανατισμός που θάβει το παρελθόν με περιφρόνηση και άλλες τάσεις που έγιναν όμως μόδα περισσότερο στη δεκαετία του '70 – περισσότερο σαν ήττα και στείρωση του πνεύματος του '60 παρά ως επιβεβαίωσή του.
Αν σταθεί πάντως κανείς στα πλούσια κοιτάσματα του Μάη, θα αισθανθεί αμέσως ότι οι ανησυχίες εκείνης της γενιάς, παρά τα προνόμια και τις ευκαιρίες που είχε πάνω στην ορμή του μεταπολεμικού καπιταλισμού, έχουν να πουν πολλά και σήμερα. Για παράδειγμα, οι προειδοποιήσεις τους για το τίμημα της τεχνοκρατίας, για τους κινδύνους που έχει η υπερβολική συγκέντρωση εξουσίας και πλούτου, για τις ευτέλειες μιας πολιτικής αποκομμένης από τα ουσιώδη ερωτήματα του βίου.
Έχουν γραφτεί και ειπωθεί σχεδόν τα πάντα για τον Μάη του '68 και τη βαθύτερη λογική εκείνων των γεγονότων. Με τα χρόνια έγινε πιο ισχυρή η απορριπτική στάση. Ο «Μάης» παρουσιάστηκε σαν ηδονιστικό πανηγύρι το οποίο προετοίμασε το έδαφος για την εποχή των διαφημιστών και του ποπ καπιταλισμού. Ό,τι συνέβη με κάποιους επώνυμους και διάσημους της εξέγερσης –η μετέπειτα επιτυχημένη εδραίωσή τους στις επιχειρήσεις, τα media και την πολιτική– θεωρήθηκε κι εδώ ατράνταχτη απόδειξη μιας απάτης ή μιας αυταπάτης.
Περίσσεψαν έτσι οι σκληρές κρίσεις που θα μαστιγώσουν το «πνεύμα του ‘68», σαν να έφερε αυτό στον κόσμο μας την αποδυνάμωση των θεσμών, τις κρίσεις του σχολείου, τη φθορά των δημόσιων αξιών. Ό,τι περίπου έπεσε πάνω στους ώμους της δικής μας γενιάς του Πολυτεχνείου (ως αφοριστική απαξίωση) θα πετροβολήσει και τη «γενιά του Μάη» – και μάλιστα από ανθρώπους της ίδιας γενιάς, εκ των υστέρων αρνητές.
Αν δούμε όμως πόσο ισχνή είναι η σημερινή πολιτική κουλτούρα, θα αντιληφθούμε το άδικο των κατηγοριών. Πλησιάζουμε, για παράδειγμα, στις ευρωεκλογές και στις περισσότερες χώρες η συζήτηση είναι αναιμική. Αν μάλιστα δεν υπήρχε το σούσουρο και οι προγνώσεις για την «άνοδο της ακροδεξιάς», το σκηνικό παντού θα ήταν τελείως υπναλέο.
Η κυρίαρχη πολιτική κουλτούρα απωθεί τα επείγοντα ερωτήματα για τη μοίρα της εργασίας, τη δραματική κατάσταση του περιβάλλοντος, τις νέες μορφές αυθαίρετης κυριαρχίας. Κυρίως, δεν αναρωτιέται στα σοβαρά για τα συναισθήματα δυσφορίας και τις τάσεις αποσύνδεσης μεγάλου μέρους του πληθυσμού. Δεν κατανοεί το βάθος της απόσχισης που απειλεί τον κοινωνικό ιστό – είτε απόσχιση των νεότερων και των φτωχότερων είτε αποστασία και οχύρωση των υπερπρονομιούχων.
Ο «Μάης του '68» μπορεί να μην έδωσε τις «ορθές απαντήσεις» σε προβλήματα πολιτικής και πολιτισμού. Οι άνθρωποι, ωστόσο, που τον επωμίστηκαν, οι συντελεστές του και πάνω από όλα η μεγάλη, αφανής του περίμετρος, όχι οι στενές ηγεσίες του, έψαξαν με πάθος να απαντήσουν στα μεγάλα και στα καίρια. Έριξαν γέφυρες από το προσωπικό στο πολιτικό, από το καθημερινό στο ανοίκειο, κολυμπώντας σε ένα ρεύμα μετασχηματισμού της ζωής. Το έπραξαν με τρόπους που φάνηκαν εκ των υστέρων «γραφικοί» ή και επικίνδυνοι – ωστόσο σημασία έχει ότι ενδιαφέρθηκαν για μια πιο ζωντανή και πλούσια σχέση ανάμεσα στην ατομική ευαισθησία και στη συλλογική συνθήκη.
Τώρα, Μάιο του 2024, βλέποντας κρύα βίντεο στο TikTok περιμένουμε αν θα επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις, αν στο Μέγαρο Μαξίμου θα αντηχήσει κάποτε το γάβγισμα της Φάρλι και θα πάρει πόδι ο αλαζών Πίνατ ή αν στην Ευρώπη ο κόσμος της Φον Ντερ Λάιεν θα έρθει ακόμα κοντύτερα στον κόσμο της Τζόρτζια Μελόνι. Μπορεί οι διαστάσεις των ουτοπικών σχεδιασμάτων ενός Μάη να είχαν όλα τα ελαττώματα που επισήμανε η κριτική – δεν επιβράβευαν όμως το ασήμαντο ούτε την αφόρητη κοινοτοπία. Πάνω από μισό αιώνα μετά, γι’ αυτό τουλάχιστον μπορούμε να είμαστε βέβαιοι.