ΣΤΟΝ ΣΥΡΙΖΑ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ η ανελέητη μάχη χαρακωμάτων κυρίως μεταξύ του Στέφανου Κασσελάκη και της παρέας του από τη μια πλευρά και αυτών της ομάδας που κινείται στο κλίμα Τσίπρα από την άλλη, οι οποίοι στοιχίζονται πίσω από τον Σωκράτη Φάμελλο. Στο μεγάλο διάστημα που προηγήθηκε αναδείχθηκε και ένα παράδοξο: παρότι απουσίασε η πολιτική συζήτηση και κυριάρχησε μια αντιπαράθεση καφενειακού τύπου, τελικά ο μόνος που μίλαγε πολιτικά ήταν ο Παύλος Πολάκης!
Όσα συνέβησαν σίγουρα ξεπέρασαν κάθε αρνητική προσδοκία και έφεραν μνήμες από σκοτεινές σελίδες ενός κομματιού της αριστεράς όταν αυτή είχε αφήσει κατά μέρους τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που κυρίως συνδέονται με το ήθος, τον πολιτικό διάλογο και την κυριαρχία των ιδεών, επιτρέποντας να επικρατήσουν κυρίως προσωπικοί βεντετισμοί, καιροσκοπισμοί, σταλινικές μέθοδοι, ίντριγκες, μάχη για τις καρέκλες και συζητήσεις για τις οποίες δεν θα πρέπει να είναι υπερήφανα τα μέλη της.
Δεν είναι σίγουρο ακόμα αν τον ζωτικό πολιτικό χώρο που κάλυπτε μέχρι πρόσφατα ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταφέρει να τον καλύψει το ΠΑΣΟΚ μετά την επανεκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη.
Σε λίγες ημέρες, μετά τις εσωκομματικές εκλογές από τις οποίες θα αναδειχθούν οι σύνεδροι, τα επιτελεία των υποψηφίων θα γνωρίζουν με σχετική βεβαιότητα ποιος έχει τις μεγαλύτερες πιθανότητες να εκλεγεί πρόεδρος στον ΣΥΡΙΖΑ· στη διάρκεια του συνεδρίου η βεβαιότητα αυτή θα είναι απόλυτη και από τις εκλογές για τον νέο πρόεδρο το μόνο που ίσως θα έχει κάποιο ενδιαφέρον θα είναι τα ποσοστά του ίδιου και των συνυποψηφίων του. Μετά από αυτές τις εκλογές, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, ακόμα και από το πρόσωπο που θα ηγηθεί, ο ΣΥΡΙΖΑ θα επιβεβαιώσει ότι δεν θα είναι κάτι περισσότερο από ένα κόμμα χαμηλών προσδοκιών, μικρής πια επιρροής στην κοινωνία και με ένα βαρύ, αρνητικό φορτίο από το πρόσφατο αλλά και πιο μακρινό παρελθόν, το οποίο θα κουβαλάει στην υπόλοιπη πορεία του.
Ο νέος ΣΥΡΙΖΑ δεν θα παραπέμπει σε καμία περίπτωση σε ένα κόμμα που γιγαντώθηκε εκλογικά πριν από περίπου δέκα χρόνια –επένδυσαν σε αυτό τις ελπίδες τους εκατομμύρια άνθρωποι, κυρίως οι αδικημένοι–, κυβέρνησε ως εναλλακτική πρόταση από αυτήν της δεξιάς και ηττήθηκε εκλογικά, αλλά με ένα αξιοπρεπές ποσοστό που του έδινε την προοπτική να καθιερωθεί με έναν σχετικά μόνιμο τρόπο ως ένα κόμμα εξουσίας.
Ο νέος ΣΥΡΙΖΑ θα αποτελεί είτε ένα ιδεολογικοπολιτικό συνονθύλευμα χωρίς αρχή, μέση και τέλος και θα έχει αρχηγό έναν πολιτικά τυχάρπαστο που βρήκε ανοιχτές τις πόρτες του κόμματος και πολλούς πρόθυμους αυλοκόλακες από μέσα για τον στηρίξουν (λέγε με Κασσελάκη) είτε ένα μικρό κόμμα που επικαλείται το αριστερό πρόσημο, αλλά θα αποτελεί ένα άθροισμα πολλών λαθών και μικρών προσδοκιών, και ακόμα μικρότερων ελπίδων. Στην τελευταία περίπτωση δεν έχει καν σημασία ποιος θα εκλεγεί, άλλωστε ανάμεσα στους υποψηφίους που θα βρεθούν αντίπαλοι με τον Κασσελάκη είναι και αυτοί που έναν χρόνο νωρίτερα τον στήριξαν και με έναν τρόπο τον επέβαλαν στο ακροατήριό τους.
Δεν είναι σίγουρο ακόμα αν τον ζωτικό πολιτικό χώρο που κάλυπτε μέχρι πρόσφατα ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταφέρει να τον καλύψει το ΠΑΣΟΚ μετά την επανεκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία του. Οι πρώτες δημοσκοπήσεις κάτι δείχνουν να κινείται προς αυτή την κατεύθυνση, ωστόσο κανένας, ούτε καν οι εκλογολόγοι, δεν θα έβαζε στοίχημα ότι τα ανεβασμένα ποσοστά που συγκεντρώνει το κόμμα (γύρω στο 15%) μπορούν να σηματοδοτήσουν την αρχή της αντίστροφης μέτρησης για την καθιέρωσή του και πάλι ως κόμματος εξουσίας ή απλώς πρόκειται για ένα συγκυριακό φαινόμενο το οποίο είχε παρατηρηθεί και στο παρελθόν, όταν είχε εκλεγεί για πρώτη φορά ο κ. Ανδρουλάκης.
Αυτό που μοιάζει σίγουρο είναι ότι ο νέος ΣΥΡΙΖΑ, όποια μορφή κι αν έχει, δεν θα καταφέρει να αλλάξει πάλι τις ισορροπίες όπως, έστω για ειδικούς λόγους, το πέτυχε το 2015, να ξανακερδίσει την εκτίμηση, τις προσδοκίες και τις ελπίδες εκατομμυρίων ανθρώπων, να εμφανιστεί και πάλι ως η πολιτική δύναμη που θα φέρει την ανατροπή, όπως τουλάχιστον την είχαν φανταστεί όλοι εκείνοι που σχημάτισαν πριν από μια δεκαετία ένα μεγάλο ρεύμα ανθρώπων οι οποίοι επένδυσαν σε αυτόν.
Το ενδεχόμενο εκλογής Κασσελάκη είναι φανερό τι μπορεί να σημαίνει, ακόμα και σε αυτούς που αφελώς ή με σκοπιμότητα δήλωναν την άμεση ή έμμεση υποστήριξή τους σε αυτόν· δεν μπορεί, κυρίως οι αφελείς, να μην έχουν καταλάβει ακόμα. Το δεύτερο ενδεχόμενο, της επικράτησης του Φάμελλου, σίγουρα δεν αποτελεί μια λύση προοπτικής, τουλάχιστον με χαρακτηριστικά παρόμοια με αυτά που είχε το κόμμα τα προηγούμενα χρόνια. Υπάρχει και η περίπτωση Πολάκη φυσικά – ποιος αποκλείει το ότι το κόμμα αυτό είναι ικανό για να μας εκπλήξει ακόμα περισσότερο απ’ ό,τι το έχει κάνει μέχρι τώρα; Γι’ αυτό το τελευταίο ενδεχόμενο δεν χρειάζονται πολλά λόγια νομίζω…
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.