ΜΙΑ ΝΕΑ ΨΗΦΙΑΚΗ ΒΑΣΗ κλιματικών δεδομένων υψηλής ανάλυσης δημιουργείται από την Ακαδημία Αθηνών σε συνεργασία με το υπουργείο Περιβάλλοντος για την καλύτερη πρόβλεψη των ακραίων καιρικών φαινομένων. Τι δείχνουν τα πρώτα μοντέλα ακρίβειας για την Αττική και τον Βόλο και γιατί θα βοηθήσουν στην ανθεκτικότητα της χώρας έναντι της κλιματικής κρίσης;
Από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας που διαθέτει τους πόρους για τη δημιουργία της ψηφιακής αυτής βάσης μέσω του Οργανισμού Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΟΦΥΠΕΚΑ) υποστηρίζεται ότι θα αποτελέσει την πυξίδα για τα έργα που θα ενισχύσουν την ανθεκτικότητα της χώρας έναντι της κλιματικής κρίσης: «Θα προσφέρει επιστημονικά εργαλεία για τον σχεδιασμό των πολιτικών πρόληψης και προσαρμογής σε σχέση με τη λειψυδρία, τις πλημμύρες, τους καύσωνες και όλες τις άλλες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα», αναφέρει.
Ποια είναι η ουσία του έργου
Η ουσία του έργου είναι η ανάπτυξη κλιματικών και ατμοσφαιρικών μοντέλων υψηλής ανάλυσης, τα οποία θα δίνουν τη δυνατότητα ακριβέστερης πρόβλεψης. Το γεγονός αυτό ανοίγει τον δρόμο σε δύο νέες παράλληλες δυνατότητες.
Πρώτον, γνωρίζοντας τη δριμύτητα ενός καιρικού φαινομένου με μεγαλύτερη ακρίβεια θα λαμβάνουμε κάθε φορά τα αναγκαία μέτρα προστασίας για τη διάσωση ζωών, περιουσιών και υποδομών. Δεύτερον, η ακριβέστερη πρόβλεψη με βάση τα πραγματικά φαινόμενα που περιμένουμε θα επιτρέψει να πραγματοποιηθεί ο σωστός σχεδιασμός όσον αφορά τις παρεμβάσεις που πρέπει να γίνουν για τη θωράκιση και την ανθεκτικότητα της χώρας.
Μετά τον «Daniel» και την καταστροφική κακοκαιρία στη Βαλένθια θα υπάρξουν κι άλλα ακραία καιρικά φαινόμενα, θα υπάρχει πολύ μεγαλύτερη κινητοποίηση σε σχέση με το παρελθόν. «Η λάθος κινητοποίηση και το αντίστοιχο πολιτικό και κοινωνικό κόστος έχουν μεγάλη σημασία», σημειώνεται από το υπουργείο Περιβάλλοντος.
Βάσει της επιστημονικής ορολογίας, οι ακριβέστερες προβλέψεις θα προκύψουν μέσω της υποκλιμάκωσης κλιματικών και ατμοσφαιρικών μοντέλων σε επίπεδο ανάλυσης 1x1 km. Όπως ειπώθηκε κατά την παρουσίαση του έργου, τα σημερινά μοντέλα στην πλειονότητά τους είναι πολύ χαμηλότερης ανάλυσης.
«Οι διαθέσιμες παγκόσμιες κλιματικές προγνώσεις είναι στην κλίμακα περίπου των 100×100 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Ως εκ τούτου, η υποκλιμάκωσή τους καθίσταται αναγκαία, προκειμένου να προσαρμοστούν τα αποτελέσματα των παγκόσμιων κλιματικών μοντέλων στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Ελλάδας, η οποία διαθέτει εξαιρετικά πολύπλοκο ανάγλυφο».
Γι' αυτό και η δημιουργία Ψηφιακής Εθνικής Βάσης Κλιματικών Δεδομένων Υψηλής Ανάλυσης κρίθηκε αναγκαία, καθώς «η διαθέσιμη κλιματική πληροφορία σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν μπορεί να αποτυπώσει την πολύπλοκη τοπογραφία της Ελλάδας (ακτογραμμή, ορεινοί όγκοι) και τις διαδικασίες ανάπτυξης των νεφών».
Σε τοπική κλίμακα, οι κλιματικοί δείκτες και τα ακραία καιρικά φαινόμενα δεν είναι δυνατό να προσομοιωθούν με ακρίβεια από τα παγκόσμια κλιματικά μοντέλα, κυρίως λόγω της αδυναμίας περιγραφής της τοπογραφίας και των δυναμικών και μικροφυσικών διεργασιών των νεφών. Ακόμη και σε ανάλυση πλέγματος της τάξης 10×10 τετραγωνικών χιλιομέτρων, που χρησιμοποιείται συνήθως για την πρόγνωση του καιρού, τα ακραία καιρικά φαινόμενα δεν προσομοιώνονται ικανοποιητικά:
«Η υλοποίηση του έργου αποσκοπεί στη μείωση αυτών των αβεβαιοτήτων. Τα αποτελέσματα της υποκλιμάκωσης προσδιορίζουν με μεγαλύτερη ακρίβεια τις περιοχές που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ακραίων φαινομένων, όπως επίσης και την ακριβέστερη αποτύπωση του πεδίου του ανέμου σε τοπικό επίπεδο».
Στην πρόσφατη παρουσίαση του έργου από τον Θόδωρο Σκυλακάκη, υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, και τον καθηγητή Χρήστο Ζερεφό, επόπτη του Κέντρου Ερεύνης Φυσικής της Ατμοσφαίρας και Κλιματολογίας (ΚΕΦΑΚ) και γενικό γραμματέα της Ακαδημίας Αθηνών, έγινε η αναλυτική παρουσίαση του νέου επιστημονικού εγχειρήματος. Παράλληλα, αναδείχθηκαν τα πρώτα αποτελέσματα του έργου αλλά και ο ρόλος που έχουν να παίξουν στην ορθή επιλογή των πολιτικών και των έργων που πρέπει να πραγματοποιηθούν για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Τα πρώτα αποτελέσματα του έργου
Τα πρώτα αποτελέσματα του έργου δείχνουν ότι βάσει του νέου επιστημονικού εργαλείου ο Βόλος είναι ευάλωτος στους καύσωνες, ενώ στο προηγούμενο μοντέλο ανάλυσης κάτι τέτοιο δεν φαινόταν. Η ανάλυση σε υψηλότερη κλίμακα για την Αττική ανέδειξε επίσης νέα δεδομένα για τις περιοχές που πλήττονται από τις ακραίες θερμοκρασίες. Η νέα αυτή καλύτερη εικόνα που αποκτά το υπουργείο Ενέργειας τού δίνει τη δυνατότητα ορθότερης ιεράρχησης των παρεμβάσεων που πρέπει να γίνουν:
«Μέσω των παραπάνω επιστημονικών εργαλείων και της συνεχούς επικαιροποίησής τους μπορούμε να υπολογίζουμε τα οφέλη των διαφόρων πολιτικών προσαρμογής σε τοπικό επίπεδο. Για παράδειγμα, αποκτούμε καλύτερη εικόνα για το πού μπορούμε να εφαρμόσουμε την πολιτική των πράσινων ταρατσών και γενικά της αύξησης του πρασίνου στην πόλη με στόχο τη μείωση της θερμοκρασίας. Προκύπτει σε ποιες περιοχές θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα, να εφαρμοστούν αυτές οι πολιτικές. Για παράδειγμα, το παραλιακό μέτωπο, το οποίο στο αρχικό μοντέλο ήταν περισσότερο απρόσβλητο, στο νέο δεν είναι. Αυτό το εύρημα έχει πολύ μεγάλη πολεοδομική και πρακτική σημασία και χρειάζεται να σκεφτούμε τον πολεοδομικό σχεδιασμό με βάση αυτή την πληροφορία. Φαίνεται ότι θα είναι ευάλωτο στις υψηλές θερμοκρασίες, συνεπώς αποδεικνύεται πως οι πράσινες ταράτσες είναι χρήσιμες και στο παραλιακό μέτωπο, όχι μόνο σε περιοχές όπως η Κυψέλη».
Παρουσιάστηκε επίσης η βελτίωση ικανότητας πρόβλεψης εφαρμοσμένης στην περίπτωση του «Daniel». Όπως αναφέρθηκε, «η ακριβής πρόβλεψη (αξιοποίηση μοντέλου 1×1 km) της περιοχής όπου θα συμβεί η βροχόπτωση και του ύψους αυτής είναι ζωτικής σημασίας. Μπορεί να ισοδυναμεί με τη διαφορά ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο σε ένα μεγάλο φαινόμενο, διότι ο χρόνος προσαρμογής στο φαινόμενο, ειδικά για την ανθρώπινη ζωή, είναι λεπτά και ώρες, ανάλογα με την περίπτωση. Αναδεικνύεται, κατ’ αυτόν τον τρόπο, η τεράστια σημασία που έχει η ικανότητα της πρόβλεψης, δηλαδή η ικανότητα να καταλάβουμε τι είδους φαινόμενο θα συμβεί και πού, καθώς επίσης ποια θα είναι η έντασή του, το μέγεθος αυτού του φαινομένου. Η γνώση που παρέχει το μοντέλο θα βελτιώσει τις ικανότητες πρόβλεψης των προγνωστικών μας εργαλείων».
Μετά τον «Daniel» και την καταστροφική κακοκαιρία στη Βαλένθια θα υπάρξουν κι άλλα ακραία καιρικά φαινόμενα, θα υπάρχει πολύ μεγαλύτερη κινητοποίηση σε σχέση με το παρελθόν. «Η λάθος κινητοποίηση και το αντίστοιχο πολιτικό και κοινωνικό κόστος έχουν μεγάλη σημασία», σημειώνεται από το υπουργείο Περιβάλλοντος. Ενώ, όπως ειπώθηκε, «σημαντικό πρόσθετο όφελος της ακριβούς πρόβλεψης είναι ότι μειώνει τις εσφαλμένες κινητοποιήσεις».
Η ακριβέστερη απεικόνιση της ετήσιας μέγιστης θερμοκρασίας μέσω των νέων μεθόδων του επιστημονικού αυτού προγράμματος θα οδηγήσει και στα χρήσιμα συμπεράσματα «σε σχέση με τις αναγκαίες επενδύσεις εξοικονόμησης ενέργειας. Κι αυτό, διότι η εξοικονόμηση ενέργειας σχετίζεται και με τη μέση θερμοκρασία. Για παράδειγμα, πόσο θα χρειάζεται στο μέλλον να παρέχεις θέρμανση στην Κρήτη και σε ποιες περιοχές συγκεκριμένα. Δεδομένου ότι δεν έχουμε στη διάθεσή μας πολλούς οικονομικούς πόρους, ο τρόπος για να είμαστε πιο αποτελεσματικοί είναι να χρησιμοποιούμε τα χρήματά μας με βάση τα πραγματικά φαινόμενα που περιμένουμε, με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια απ' ό,τι στην προηγούμενη φάση. Αυτό μας επιτρέπει να κάνουμε πολύ καλύτερες επενδύσεις στην κλιματική ανθεκτικότητα τόσο για θέρμανση όσο και για ψύξη».
Το έργο της Ακαδημίας Αθηνών
Η ανάπτυξη της ψηφιακής Εθνικής Βάσης Κλιματικών Δεδομένων Υψηλής Ανάλυσης, μέσα από την οποία θα δοθεί η δυνατότητα προσδιορισμού με μεγαλύτερη ακρίβεια των περιοχών που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ακραίων φαινομένων, είναι έργο της Ακαδημίας Αθηνών σε συνεργασία με ειδικούς στον κλάδο από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών καθώς και από ξένα επιστημονικά ιδρύματα κύρους. Μεταξύ των επιφανών κλιματολόγων είναι ο καθηγητής Hans Joachim Schellnhuber (Director General, International Institute for Applied Systems Analysis IIASA), o καθηγητής Jürg Luterbacher (Πανεπιστήμιο Giessen), o καθηγητής Guy Brasseur (Ινστιτούτο Max Planck για τη Μετεωρολογία και το Κλίμα - Αμβούργο), ο καθηγητής Κωνσταντίνος Συνολάκης (Ακαδημαϊκός), o καθηγητής Πρόδρομος Ζάνης (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης) και ο δρ. Χρήστος Γιαννακόπουλος (Διευθυντής Ερευνών, Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών), με τα επιτελεία τους.
Μέσα από αυτή την πρωτοβουλία η πολιτεία, για πρώτη φορά, επενδύει χρηματικούς πόρους σ' αυτό το πεδίο. Υποστηρίζει πως θα δημιουργηθεί «ένα πανίσχυρο, αντικειμενικό και επιστημονικό εργαλείο προτεραιοποίησης των πολιτικών και έργων υποδομής που πρέπει να γίνουν για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης», και πως «τα ευρήματα θα είναι πολύ χρήσιμα σε μια σειρά από πολιτικές, που στόχος είναι να γίνουν επιστημονικά αποτελεσματικές και κατά συνέπεια δημοσιονομικά και οικονομικά αποτελεσματικές. Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται η πολεοδομική πολιτική, η πολιτική εξοικονόμησης ενέργειας αλλά και αύξησης της ανθεκτικότητας στον αστικό ιστό, η αντιπλημμυρική πολιτική, η αντιμετώπιση, η πρόβλεψη και η υλοποίηση έργων για τη λειψυδρία. Και καθώς θα περνούν τα χρόνια και θα εξελίσσεται η τεχνολογία, τα ευρήματα που θα έχουμε στη διάθεσή μας θα είναι ακόμη πιο ακριβή και απαραίτητα για την ανάπτυξη πολιτικών συναφών με πολεοδομικά ζητήματα, ενέργεια και ύδατα».
Η κλιματική κρίση θα δοκιμάσει τις υποδομές της χώρας και μένει να φανεί αν όλες οι παραπάνω δεσμεύσεις θα γίνουν πράξη.