Wifredo Lam, ο "ανιψιός" του Picasso. 'Ενας κουβανός ζωγράφος στο Παρίσι.
Η ρετροσπεκτίβα του ζωγράφου στο Centre Pompidou (μέχρι 15.02. 2016)

Ο Wifredo Lam στο Centre Pompidou : η διαδρομή ενός περιπλανώμενου ζωγράφου.
Sophie Cachon, Télérama, 11.10.2015.
(...) O Wifredo Lam, γεννημένος Wilfredo, χάνει το λάμδα του ονοματός του από διοικητική παράβλεψη στην Ισπανία, όπου φτάνει στην ηλικία των 20 ετών για να σπουδάσει στην εκεί Σχολή Καλών Τεχνών. Υιοθετεί αμέσως το νέο αυτό όνομα, εγκαινιάζοντας έτσι μια δική του world culture σε συνεχή εξέλιξη, όπου αναμιγνύεται ο δυτικός μοντερνισμός με την αφρικανική κληρονομιά και την κουλτούρα της Καραϊβικής. Στις φλέβες του κυλάει μεικτό αίμα, από έναν κινέζο έμπορα και δημόσιο γραφέα της Καντόν κι από μια μητέρα μουλάτα, απόγονη σκλάβων από το Κονγκό και ισπανών τυχοδιοκτών. Το παιδί μεγάλωσε με την καθολική θρησκεία. Η νονά του, μεγάλη ιέρεια της santeria, του κουβανέζικου βουντού, θα τον προτιμούσε ωστόσο μάντη και θεραπευτή. Ο Wifredo θα επιλέξει να γίνει καλλιτέχνης, κάτι ίσως αρκετά συγγενικό.
Μουσεία, καφενεία, πολιτική, Velázquez, Goya, El Greco, Bosch... Στη Μαδρίτη, ο νεαρός φοιτητής ρουφάει τα πάντα. Σ' αυτό το στάδιο, ούτε η Αφρική, ούτε η Καραϊβική σπρώχνουν τα κερατά τους στην επιφάνεια των τελάρων του που διψούν για δυτική τέχνη. Είναι πολύ νωρίς ακόμη. Παντρεύεται και γίνεται πατέρας ενός μικρού Wilfredo, με ένα λάμδα. Το 1931, η γυναίκα του και ο γιός του πεθαίνουν από φυματίωση, ένα δράμα που θα τον στοιχειώσει σε όλη του τη ζωή. Στον εμφύλιο πόλεμο στρατεύεται στο πλευρό των Δημοκρατικών. Τα χημικά προϊόντα του εργοστασίου όπλων όπου εργάζεται θα βλάψουν σοβαρά την υγεία του. Το 1938, ενώ τα στρατεύματα του Franco προελαύνουν, καταφέρνει να περάσει στη Γαλλία με μερικούς πίνακες σε ρολό κι ένα συστατικό γράμμα του γλύπτη Manolo Hugué, ενός προσωπικού φίλου του Picasso, στην πόρτα του οποίου ο Κουβανός μια μέρα θα χτυπήσει.
"Νομίζω πως έχεις μέσα σου από το αίμα μου". Ο νεαρός -ο οποίος περνάει ένα κεφάλι τον μεγαλυτερό του- υιοθετείται αμέσως. Ο Ισπανός τον βαφτίζει "ο ανιψιός μου", και τον στέλνει στον Michel Leiris, που εργάζεται ως εθνολόγος στο νεοσύστατο Μουσείο του Ανθρώπου, για να τον μυήσει στη νέγρικη γλυπτική. Ο Picasso, ο οποίος προσπαθεί μέσα από τον πριμιτιβισμό να ξαναβρεί τις πηγές της τέχνης, γοητεύεται από το μαύρο αίμα του, λησμονώντας την άλλη μισή ασιατική του καταγωγή.
Εκείνη ακριβώς την περίοδο εμφανίζονται στη ζωγραφική του Lam μακρόστενα πρόσωπα με άδεια μάτια και τοτεμικές σιλουέτες. "'Εχει το δικαίωμα", αυτός, αφού είναι νέγρος", αστειεύται ο Picasso, δήθεν ζηλεύοντας. Και τον εισάγει στον κύκλο του, δηλαδή σε ό, τι πιο εκλεκτό περιλαμβάνει το Παρίσι σε καλλιτέχνες, γκαλερίστες και διανοούμενους. Μεταξύ αυτών, οι Georges Braque, Fernand Léger, Joan Miró, Paul Eluard καθώς και ο Pierre Loeb που οργανώνει την πρώτη του έκθεση στη Γαλλία. Οι υπερρεαλιστές κυριαρχούν τότε στο Παρίσι, αλλά θα τους γνωρίσει από πιο κοντά στη Μασσαλία, όταν ο πόλεμος θα ξεσπάσει. Τον Μάρτιο του 1941, επιβιβάζεται μαζί με τους Lévi-Strauss και André Breton στο περίφημο πλοίο με το οποίο η γαλλική ιντελιγκέντσια θα ταξιδέψει στη Νέα Υόρκη. 'Ενα μήνα αργότερα, σε μια ενδιάμεση στάση στη Μαρτινίκα, ο Breton κοι ο Lam θα γνωρίσουν τον Aimé Césaire. Μία κεραυνοβόλα φιλία η οποία θα διαρκέσει όλη τους τη ζωή και θα οδηγήσει στη συνειδητοποίηση της απαραίτητης επανάκτησης της ταυτότητας των μιγάδων, με φόντο το μαγευτικό τροπικό δάσος. (...)"











