ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

TO BLOG ΤΟΥ ΣΠΥΡΟΥ ΣΤΑΒΕΡΗ
Facebook Twitter

Στη μνήμη του Βασίλη Καψούρου

 

Βασίλης Καψούρος 

(13.04.1954 - 08.03.2016)

 

"Η φωτογραφία του έχει μια παράξενη ομορφιά, είναι σαν να μη διεκδικεί τίποτα σχεδόν, παρά μόνο την ποίηση αυτού που βλέπει"

 

Σταύρος Τσιώλης

 

 

Στη μνήμη του Βασίλη Καψούρου Facebook Twitter
Βασίλης Καψούρος, Αθηνά Σακελλαρίου, στα γυρίσματα της ταινίας "Δεύτερο κράνος" (1997) της Αθηνάς. Η μουσική ήταν του Μιχάλη Δέλτα. Αρχείο Αθηνά Σακελλαρίου.

Ο δικός μου Βασίλης

Τον δικό μου Βασίλη τον γνώρισα τυπικά, πριν από τριάντα πέντε σχεδόν χρόνια, αρχές του '80 στην Κυψέλη όπου μέναμε κι οι δυο, σ' ένα συνοικιακό βιβλιοπωλείο, τον «Υάκυνθο». Ο Βασίλης είχε κάνει στρατιωτικό στο Μόλυβο στη Λέσβο μαζί με τον Γιώργο Φίλη που ήταν ο βασικός συν-ιδιοκτήτης του βιλιοπωλείου-εκδοτικού οίκου, που εκείνη την εποχή αποτελούσε ένα πολιτιστικό-πολιτισμικό στέκι. Ξαναβρεθήκαμε κάποιες φορές εκεί τυχαία και μετά χαθήκαμε. Ο Βασίλης τότε προσπαθούσε να εδραιωθεί ως βοηθός οπερατέρ κι εγώ τελείωνα το Λύκειο. Μου φαινόταν απρόσιτος και μυστήριος.
Συναντηθήκαμε ξανά, μετά από δέκα και βάλε χρόνια, αυτός πια καταξιωμένος διευθυντής φωτογραφίας, στα φόρτε του στα διαφημιστικά, αυτοκόλλητος με τον Ηλία Κοτέτση και κολλητός με τον Μάνο Αδαμάκη κι εγώ υπεύθυνη παραγωγής σε πολυεθνική διαφημιστική, ψάρι στην αρχή. Ο Βασίλης μπορούσε να σε ισοπεδώσει σε μισό δευτερόλεπτο ή να σε ανεβάσει στα ουράνια την ίδια στιγμή. Είχε τον σκληρό κυνισμό των βαθειά, τρυφερών ανθρώπων. Ήταν αιρετικός και αυτοκαταστροφικός. 'Ηταν ασυμβίβαστος και δε χωρούσε σε καλούπια ούτε σε νόρμες. 'Ενα φλεγόμενο κριάρι.
Ποτέ δεν ήταν εύκολος άνθρωπος ο Βασίλης. Εκείνη δε την περίοδο, 1993-1994 μπορεί κι από πιό πριν, νομίζω πως έζησε τις πιο άγριες μέρες και νύχτες του. 'Ισως τότε να δημιούργησε και τους περισσότερους εχθρούς του. Είχε φύγει απ'την Κυψέλη κι έμενε σ' ένα υπέροχο σπίτι στην Καστέλλα. Πάντα με την κόκκινη BMW του, κομμάτι αναπόσπαστο του εαυτού του. Πάντα κουρσάρος. Δεν άντεξα πάνω από δύο χρόνια συναπτά στη διαφήμιση κι αποχώρησα. Χαθήκαμε πάλι, χωρίς να έχουμε βρεθεί και πολύ γιατί η τροχιά που κινιόταν τότε με ξεπερνούσε για άλλη μια φορά.
Δύο-τρία χρόνια μετά, αποφάσισα να κάνω μια ταινία μικρού μήκους, παραγωγή-σκηνοθεσία. Η αυτονόητη επιλογή μου δεν προέκυψε για τεχνικούς-πρακτικούς λόγους κι έτσι μπήκα στη διαδικασία αναζήτησης φωτογράφου. Ως πρώην βοηθός οπερατέρ είχα δουλέψει με την πλειάδα των τότε και μεγάλων και ανερχόμενων διευθυντών φωτογραφίας. Χάος!
Και ξαφνικά το τοπίο ξεκαθαρίζει. Βασίλης Καψούρος . Ψάχνω και βρίσκω το τηλέφωνό του. -Είναι 1997 και δεν υπάρχουν ακόμα τα e-mail-. Τον παίρνω, μιλάμε, συγκινιόμαστε κι έρχεται σπίτι το ίδιο βράδυ. Του δίνω να διαβάσει το σενάριο, επί τόπου. Του αρέσει κι αρχίζει το ταξίδι. Ο Βασίλης ήδη τότε έχει πάρει απόσταση από την τρέλλα της διαφήμισης και αρχίζουμε να συζητάμε από σινεμά, μυθολογία, αστρολογία, ποίηση... μέχρι ό,τι μπορείς να πει κανείς με έναν σαμάνο φύλαρχο, έναν ευφάνταστο αλχημιστή, έναν ποιητή της εικόνας , των ήχων και της ζωής.
Πήγαμε ρεπεράζ δύο ή τρείς φορές, στη Λάρισα και τους πέρα τόπους. Πήγαινα και τον έπαιρνα με τ' αμάξι, πρωί από ένα καφενεδάκι στο τέλος της Καλλιδρομίου, που διάβαζε τα αθλητικά. Τις περισσότερες φορές δε μιλάγαμε στη διαδρομή, κάτι που με ανακούφιζε γιατί κι εγώ δεν το' χω, το πολύ μπλα-μπλα. Φτάναμε όμως εκεί και μαζί βλέπαμε το χώρο, τις γωνίες, τις ανέσεις και τους περιορισμούς των υποθετικών θέσεων λήψης. Και μετά πίναμε τον δεύτερο καφέ, πάλι ο Βασίλης με τα αθλητικά κι εγώ τραβούσα φωτογραφίες.
Κάναμε δοκιμαστικά φωτογραφικά, για το πως δένουν οι πρωταγωνιστές. Κάναμε δοκιμαστικά στο φιλμ και στην κάμερα. Κι ο Βασίλης ήταν εκεί. Σε όλα παρόν κι έμπνευση για όλους μας. Και ξεκίνησε η ταινία. Στην Εθνική. Δύσκολα γυρίσματα. Αντίξοες συνθήκες. Κι ο Βασίλης ήταν τα μάτια κι η ματιά μου. Είχαμε τόσο ζυμωθεί, είχε γίνει δουλειά στο ντεκουπάζ και στα story-boards, που τα γνωρίζαμε κι οι δυο μας απ' έξω. Ο Βασίλης που δεν τον άκουσα ποτέ να παραπονιέται ή να γκρινάζει για τίποτα. Υπηρετούσε αγόγγυστα την αποστολή και το λειτούργημά του. Εκ των υστέρων, πιστεύω πως χωρίς τον Βασίλη, δε θα έβγαινε η ταινία μας.
'Ετυχε 2 φορές μόνο, ο Βασίλης να σιγήσει. Και πήρα μπρος εγώ. Ο Βασίλης που πάντα κοιμόταν τελευταίος και ξύπναγε πρώτος, ακούραστος. Ο Βασίλης που ένα βράδυ που τρώγαμε όλοι μαζί, καθώς ήμασταν εκτός έδρας κι επειδή όντως ήταν ωραίο το κλίμα και αγαπησιάρικο κι όλοι βλογάγαμε τα γένια μας, δε μίλαγε και στο τέλος, παρμένος μας τα χώνει... "τι σημασία έχει αν περνάμε καλά κι αγαπιόμαστε; Θα πάει η ταινία πάρα πέρα; Θα είναι καλή;;; 'Ολα τ' άλλα είναι για να'χαμε να λέγαμε" σφύριξε μέσα απ' τα δόντια του και παγώσαμε όλοι. Κι η ταινία, το ταινιάκι , πήγε καλά, ήταν αξιοπρεπές, κι αυτό που φανταζόμασταν. Μέχρι που βγήκε και στις αίθουσες, χάρη στο Βάσο Γεώργα. Κι ο Βασίλης ήταν περήφανος για μένα και για όλους μας κι εγώ γι' αυτόν και για όλη την ομάδα.
Και μετά βρισκόμασταν και τα λέγαμε για ώρες ή μέναμε σιωπηλοί πάλι για ώρες. Και βρεθήκαμε στην Κόρινθο για τσίπουρα, και ήταν πάντα φιλόξενος, μιαν αγκαλιά. Κι ήταν ένα σταθερό σημείο αναφοράς όταν ερχόταν Αθήνα, γιατί πια έμενε μόνιμα στο Δημινιό. Βρισκόμασταν στη Φωκίωνος, στα θέατρα που φώτιζε παραστάσεις, χορευτικά, δρώμενα. Κι ήταν πάντα ένας αστείρευτος πλούτος η συναναστροφή μαζί του. Είχε το πάθος και την οργή του επαναστάτη, το όραμα και την αγριάδα του ελεύθερου Ινδιάνου πολεμιστή, τη σοφία και την ηρεμία του Βούδα και του Κομφούκιου, τη μοναχικότητα και την αφύπνιση των ασκητών του Σινά.
Ο Βασίλης έφυγε πάνω στην προετοιμασία της νέας ταινίας του Σταύρου Τσιώλη. Μια νέα αρχή που πιστεύω ότι την επεδίωκε και την προσμονούσε. Δε γνωρίζω πως και τι έγινε και μάλλον δε θα το μάθουμε ποτέ. Ο Βασίλης όμως δεν έφυγε ουσιαστικά από κοντά μας. Είναι εδώ, μέσα μας, άγγελος και δαίμονας, ποιητής και σοφός, αστρονόμος και μοναχός, αστραπή και καταιγίδα, σκοτάδι και φως... Έφυγε όπως του άρμοζε. Μονάχος, στο δρόμο, πάνω στη μηχανή του. Και μας λείπει.
Να' σαι καλά Βασίλη, όπου είσαι και να' ρθουμε κι εμείς εκεί. Μαζί, ξανά!

Αθηνά Σακελλαρίου

Στη μνήμη του Βασίλη Καψούρου Facebook Twitter
Ο Βασίλης Καψούρος. Αρχείο Αθηνά Σακελλαρίου.
Στη μνήμη του Βασίλη Καψούρου Facebook Twitter
Αρχείο Αθηνά Σακελλαρίου.
Στη μνήμη του Βασίλη Καψούρου Facebook Twitter
Αρχείο Αθηνά Σακελλαρίου.
Στη μνήμη του Βασίλη Καψούρου Facebook Twitter
Κωστής Γκιμοσούλης, Μυρτώ Αλικάκη στην ταινία "Δεύτερο κράνος".
Στη μνήμη του Βασίλη Καψούρου Facebook Twitter
Αρχείο Αθηνά Σακελλαρίου.
Στη μνήμη του Βασίλη Καψούρου Facebook Twitter
Αρχείο Αθηνά Σακελλαρίου.
Στη μνήμη του Βασίλη Καψούρου Facebook Twitter
Βασίλης Καψούρος, Αθηνά Σακελλαρίου, Μυρτώ Αλικάκη. Αρχείο Αθηνά Σακελλαρίου.
Στη μνήμη του Βασίλη Καψούρου Facebook Twitter
Αρχείο Αθηνά Σακελλαρίου.
Στη μνήμη του Βασίλη Καψούρου Facebook Twitter
Χάρης Μιχαλογιαννάκης, Πάνος Παπαδημητρίου, Βασίλης Καψούρος. Αρχείο Αθηνά Σακελλαρίου.
Στη μνήμη του Βασίλη Καψούρου Facebook Twitter
Βασίλης Καψούρος, Νότης Μπουζιάνης. Αρχείο Αθηνά Σακελλαρίου.
Στη μνήμη του Βασίλη Καψούρου Facebook Twitter
Αρχείο Αθηνά Σακελλαρίου.
Στη μνήμη του Βασίλη Καψούρου Facebook Twitter
Αρχείο Αθηνά Σακελλαρίου.

"Το ελληνικό σινεμά πενθεί τον ξαφνικό και τραγικό χαμό του σημαντικού διευθυντή φωτογραφίας Βασίλη Καψούρου σε ηλικία 62 χρόνων. Σκοτώθηκε την Τρίτη, 08.03.2016, σε δυστύχημα με τη μηχανή του στο 61ο χιλιόμετρο Αθηνών - Κορίνθου, επιστρέφοντας από την Αθήνα στο Κάτω Διμηνιό Κορινθίας. Εκεί ζούσε τα τελευταία χρόνια, αποτραβηγμένος από τον κινηματογράφο.
Κι όμως ο άνθρωπος που είχε ταυτιστεί με τον Σταύρο Τσιώλη, "φωτίζοντας" οκτώ ταινίες του, από το Σχετικά με τον Βασίλη το 1986, και τον 'Ερωτα στη Χουρμαδιά το 1990, μέχρι το Παρακαλώ γυναίκες μην κλαίτε το 1992, και το Ας περιμένουν οι γυναίκες το 1998, ήταν έτοιμος να επιστρέψει στο σινεμά. Για χάρη του Σταύρου Τσιώλη. Τον Μάιο θα ξεκινούσαν μαζί τα γυρίσματα της νέας του ταινίας, Γυναίκες που περάσατε από εδώ.
Ο Βασίλης Καψούρος ήταν διευθυντής φωτογραφίας και στις τρεις ταινίες μυθοπλασίας της Ελένης Αλεξανδράκη, Σταγόνα στον Ωκεανό το 2005, Η Νοσταλγός το 2008, Ο Αρσιβαρίστας και ο Άγγελος το 2009, αλλά και της Μυρτούς Παράσχη στα δύο ντοκιμαντέρ που γύρισε, Ο Ιερός Βράχος το 1998 και την Επανάσταση της Σιωπής το 1997, ενώ υπήρξε συνεργάτης σε ταινίες μικρού μήκους του Νίκου Γραμματικού, του Δημήτρη Μπίτου, του Δημήτρη Παντελιά και άλλων. Είχε επίσης δουλέψει για χρόνια στη διαφήμιση
Εξαιρετικός επαγγελματίας και επιλεκτικός στις δουλειές που αναλάμβανε, είχε πει ότι έφυγε από το σινεμά όταν ο διευθυντής φωτογραφίας έπαψε πια να είναι ο άρχοντας των γυρισμάτων και τη θέση του πήρε η ψηφιακή εποχή και το μόνιτορ, το οποίο πια όλοι έτρεχαν να κοιτάξουν. "Η φωτογραφία του έχει μια παράξενη ομορφιά, είναι σαν να μη διεκδικεί τίποτα σχεδόν, παρά μόνο την ποίηση αυτού που βλέπει", έλεγε για την τέχνη τού Καψούρου ο Σταύρος Τσιώλης."

ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

THE GOOD LIFO ΔΗΜΟΦΙΛΗ