H Βρίσα (ή Βρισά στη ντόπια διάλεκτο, ή Βρύσα ή Βρήσσα ή Βρύσσα - όλες τις ορθογραφίες μπορεί να τις συναντήσει κανείς σε παλιά κείμενα) είναι το χωριό της Λέσβου που έγινε ξαφνικά γνωστό, όταν το χτύπησε ο καταστροφικός σεισμός της 12ης Ιουνίου. Είναι όμως κι ένας τόπος που θα του άξιζε να είναι γνωστός ούτως ή άλλως.
Όχι μόνο για τα όμορφα τοπία και τις παραλίες του. Τόσο η τοπική του αρχιτεκτονική, που έχει διατηρηθεί σε μεγάλο βαθμό, όσο και η διάλεκτος, αλλά και ο τρόπος ζωής διατηρούσαν εικόνες ενός παρελθόντος που σε άλλες περιοχές της Ελλάδας έχει προ πολλού χαθεί.
Η καρδιά της Βρίσας είναι «ο Πλάτανος». Στην ουσία πρόκειται για ένα σταυροδρόμι με καφενεία, κάτω από τη σκιά ενός πλατάνου, όπου οι άνδρες μαζεύονταν και τα έλεγαν από πολύ πρωί μέχρι αργά το βράδυ. Οι ιστορίες που ο παππούς μας μετέφερε στο σπίτι σαν θέσφατα, επειδή «το είπανε στον πλάτανο», πολλές φορές έκαναν τις πιο τραβηγμένες θεωρίες συνομωσίας να ωχριούν. Στον πλάτανο γίνονταν και τα πανηγύρια, που ξεχείλιζαν στους γύρω δρόμους, αφού τόσος κόσμος δεν χωρούσε στη μικρή πλατεία. Στον Πλάτανο είχε και το, όμορφο σαν σκηνικό μαγαζάκι του και ο κύριος Μανώλας –θεός σχωρέστον- που πούλαγε τις μπουκάλες υγραερίου. Στην άλλη μεριά ήταν το παντοπωλείο της «Αλατζάδαινας», που όσα χρόνια και αν περνούσαν, εξακολουθούσε να ξημεροβραδιάζεται στο μαγαζί της.
Ενώ οι άνδρες σύχναζαν στον πλάτανο, οι γυναίκες του χωριού, το σούρουπο, όταν ανοίγαν τα νυχτολούλουδα που είναι φυτεμένα σε κάθε γωνία, έπαιρνε η καθεμία το μαξιλάρι της και μαζεύονταν στις χαρακτηριστικές σκάλες στις εισόδους των σπιτιών, σε συγκεκριμένα πάντα πόστα, και τα λέγανε μέχρι αργά...
Αν έχει κανείς απορία για το πώς θα ήταν σήμερα τα μέρη της Μικράς Ασίας που περιγράφουν η Διδώ Σωτηρίου και ο Ηλίας Βενέζης στα βιβλία τους, αν δεν είχαν φύγει οι κάτοικοί τους, κάπως έτσι θα ήτανε. Γιατί η περιοχή της Βρισάς, όπως και όλη η Λέσβος, δεν είναι τίποτα άλλο από ένα αποκομμένο τμήμα της Μικρασίας.
Η Βρίσα είχε και δύο παλιά λιοτρίβια στην είσοδο του χωριού- όπως πάντα στη Λέσβο- που τα «κατέσχεσε η τράπεζα γιατί φάγανε τα λεφτά στο Συνεταιρισμό». Αλλά και το μοναδικό σύστημα κοινοτικών μεγαφώνων, που έκανε τις πιο σουρρεάλ ανακοινώσεις, τις πιο άκυρες ώρες: «Ένα-δυο, ένα-δυο, Ανακοινωση!..»
Αν έχει κανείς απορία για το πώς θα ήταν σήμερα τα μέρη της Μικράς Ασίας που περιγράφουν η Διδώ Σωτηρίου και ο Ηλίας Βενέζης στα βιβλία τους, αν δεν είχαν φύγει οι κάτοικοί τους, κάπως έτσι θα ήτανε. Γιατί η περιοχή της Βρισάς, όπως και όλη η Λέσβος, δεν είναι τίποτα άλλο από ένα αποκομμένο τμήμα της Μικρασίας. Μέχρι και στην πανίδα και τη χλωρίδα της έχει κάποια είδη της Ανατολίας, αντί για τα αντίστοιχα της ηπειρωτικής Ελλάδας.
Ήρθε όμως ο σεισμός και όλες αυτές οι εικόνες στη Βρίσα θάμπωσαν. Το χωριό βυθίστηκε στη σιωπή. Το έρημο μαγαζάκι του Μανώλα σα να ανατινάχτηκε, ενώ της Αλατζάδαινας έχει γείρει προς τη μια μεριά.
Η Βρίσα ήταν ένα πολύ όμορφο χωριό. Είχε την τύχη να μην αλλοιωθεί, γιατί οι κάτοικοί του το αγαπούσαν και πρόσεχαν αυθόρμητα να φροντίζουν τα κτήρια, πολύ πριν ανακηρυχθεί «παραδοσιακός οικισμός» το 2002. Σε αυτό βέβαια συντέλεσε και ότι οι νέες ανάγκες για κατασκευές εκτονώθηκαν στην παραλία του χωριού, τα Βατερά, αφήνοντας τη Βρισά σχετικά αλώβητη.
Τα περισσότερα χωριά της Λέσβου, απέκτησαν τη σημερινή τους εικόνα κατά την περίοδο της μεγάλης οικονομικής και δημογραφικής τους ακμής, από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι και το 2ο Παγκόσμιο πόλεμο. Ήταν η ραγδαία εκβιομηχάνιση χάρη στη μονοκαλλιέργεια της ελιάς, που άλλαξε και την αρχιτεκτονική σε αυτή την εύπορη τότε γωνιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Συνηθίζουμε να αποκαλούμε αυτού του είδους την αρχιτεκτονική «παραδοσιακή». Στην πραγματικότητα η Βρίσα είναι ένας νεοκλασικός οικισμός, αποτελούμενος τόσο από κτήρια λόγιας, όσο και λαϊκής αρχιτεκτονικής. «Πηγή» αυτού του στιλ είναι ο βασικός οικισμός της περιοχής, ο Πολιχνίτος, που στις αρχές του 20ου αιώνα είχε σχεδόν 15.000 κατοίκους. Δεν είναι ο νεοκλασικισμός που γνωρίζουμε από την Αθήνα και τα υπόλοιπα αστικά κέντρα της «Παλιάς Ελλάδας». Είναι ένας νεοκλασικισμός λιγότερο αυστηρός, πιο απλός, αλλά και πιο ανοιχτός σε άλλες επιρροές. Σήμα κατατεθέν του είναι τα περίφημα «σουβελίκια», οι λαξευμένοι λίθοι που μένουν εμφανείς, ενώ η υπόλοιπη όψη του κτηρίου είναι σοβατισμένη. Τα σουβελίκια είναι γωνιόλιθοι, περιθυρώματα, γεισώματα, είτε απλής μορφής είτε με γλυπτά κοσμήματα. Προσδίδουν στα κτήρια του χωριού μιαν αξιοπρέπεια και μια ευταξία.
Ένα άλλο στοιχείο που προσδίδει στη Βρίσα τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της, είναι η ιδιαίτερη κλίμακα που έχουν τόσο τα μέρη όσο και το σύνολο του οικισμού, η εναλλαγή χαμηλών και ψηλότερων κτηρίων, συμπαγών μετώπων κτηρίων και αυλών, οι καμπύλοι δρόμοι, το ήπιο αλλά ορατό ανάγλυφο. Αυτό το παιχνίδισμα σε όλες τις κλίμακες ήταν βασικό γνώρισμα της υψηλής αισθητικής εμπειρίας που αποκόμιζε κανείς περπατώντας στο χωριό.
Σήμερα, μετά το σεισμό, στους κεντρικούς δρόμους της Βρίσας επικρατούν τα μπάζα και οι εικόνες των ερειπίων. Το χωριό είχε για ένα διάστημα εκκενωθεί και οδοφράγματα έκλειναν την πρόσβαση στον οικισμό. Οι κάτοικοι τρομαγμένοι μετέφεραν τα υπάρχοντά τους όπου ο καθένας μπορούσε. Αυτό που απέμεινε είναι μια σιωπή και μια αμηχανία για το μέλλον.
Όμως αυτό το μέλλον δεν πρέπει να το σκεφτούμε με διεκπεραιωτική λογική, μόνο στο πλαίσιο των αποζημιώσεων που διεκδικούμε από το κράτος. Πρέπει να υπάρξει ένα όραμα για την αναβίωση αυτού του οικισμού, έχοντας στο νου μας όλα αυτά που τον έκαναν τόσο ιδιαίτερο. Αυτά που φέρουν οι κάτοικοι της Βρισάς ως μνήμες και αξίες του τόπου τους.
Η περίπτωση της Βρισάς είναι ευκαιρία για να γίνει στη χώρα μας κάτι συστηματικό και υποδειγματικό από την άποψη της αντιμετώπισης ενός ιστορικού συνόλου που έχει πληγεί από φυσική καταστροφή. Το μέγεθός της είναι σχετικά μικρό, τα χρήματα για την αποκατάσταση του χωριού θα δοθούν από το κράτος. Το χωριό έχει στο μεγαλύτερο μέρος του αδειάσει και δεν πρόκειται να ξεκινήσουν οικοδομικές εργασίες για αρκετούς μήνες. Πρέπει να αξιοποιήσουμε αυτό το χρόνο για να σχεδιαστεί από ειδικούς η βέλτιστη λύση και όχι να σκεφτούμε κάτι βραχυπρόθεσμα για να μπαλωθεί η κατάσταση. Να περισώσουμε και να διατηρήσουμε την αρχιτεκτονική φυσιογνωμία του συνόλου του οικισμού. Να σχεδιαστεί μια μεθοδολογία παρέμβασης, που θα χρησιμεύσει και στο μέλλον για άλλες περιπτώσεις ιστορικών συνόλων που μπορεί να πληγούν από φυσική καταστροφή.
Ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Αθηνών έχει ήδη διερευνήσει το γεωλογικό υπόβαθρο της καταστροφής. Το Πανεπιστήμιο Αιγαίου πραγματοποιεί μια πρωτοποριακή τρισδιάστατη χαρτογράφηση του οικισμού με μεγάλη ακρίβεια. Και μια εθελοντική ομάδα του Ε. Μ. Πολυτεχνείου, στην οποία συμμετέχω και εγώ έσπευσε στην περιοχή προκειμένου να προσφέρει τεχνογνωσία σε σχέση με τη διαχείριση του οικισμού ως συνόλου και την αντιμετώπιση των μεμονωμένων κτηρίων ως προς την αντισεισμική τους ενίσχυση. Ελπίζουμε οι απόψεις των ειδικών να εισακουσθούν και η δουλειά αυτών των ομάδων - και άλλων που ενδεχομένως να υπάρχουν- να μην πέσει στο κενό.
Αν και η μετασεισμική αντίδραση του κράτους υπήρξε άμεση και αποτελεσματική ως προς την αντιμετώπιση των θεμάτων ασφάλειας, δυστυχώς, μέχρι στιγμής δεν έχει ληφθεί καμία μέριμνα για την ενδεδειγμένη αντιμετώπιση του θέματος ως πολιστιστικής κληρονομιάς σε κίνδυνο. Μόνο η υπουργός Πολιτισμού αναφέρθηκε στην ανάγκη περισυλλογής των σουβελικιών και άλλων πολύτιμων υλικών, αλλά δεν έχουν ληφθεί συγκεκριμένα μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση. Από την άλλη, αυτονόητες πρακτικές διεθνώς, όπως είναι η λήψη άμεσων σωστικών μέτρων για υποστύλωση των αξιόλογων κτηρίων, δεν προβλέπονται από κανέναν κυβερνητικό φορέα. Υπάρχει άμεσος κίνδυνος η μπουλντόζα να πάρει αδιάκριτα αδιάφορα και αξιόλογα κτήρια, επισκευάσιμα και μη.
Η περίπτωση του σεισμού της Λ' Άκουιλα στην Ιταλία θα έπρεπε να λειτουργήσει σαν παράδειγμα.
Εκεί υπήρξε ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των σεισμόπληκτων οικισμών, με βασική προτεραιότητα, πέρα από την ασφάλεια, τη διάσωση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Και η Βρίσα επιβάλλεται να αντιμετωπισθεί ως ένα σύνολο και όχι ως μεμονωμένες περιπτώσεις κτηρίων. Πολλά κτήρια του οικισμού μπορούν και θα πρέπει να αποκατασταθούν – πολύ περισσότερα από αυτά που τα τεχνικά κλιμάκια έχουν σηματοδοτήσει ως «κίτρινα» (επισκευάσιμα).
Η διατήρηση του αρχιτεκτονικού χαρακτήρα της Βρίσας, πέρα από τη διατήρηση μιας αισθητικής εμπειρίας, είναι ένα εχέγγυο για την επιβίωση του χωριού στο μέλλον. Εφόσον αποκατασταθεί υποδειγματικά, μπορεί να λειτουργήσει ως προστιθέμενη αξία στο τουριστικό προϊόν της περιοχής σε συνδυασμό με τον παραθεριστικό οικισμό των Βατερών, κάτι που μέχρι σήμερα είχαμε αποτύχει στο να αναδείξουμε. Στην άλλη άκρη του νησιού, ο Μόλυβος έχει σήμερα ως πιο πολύτιμο περιουσιακό του στοιχείο την ομορφιά του. Η διατήρηση της φυσιογνωμίας του κατοχυρώθηκε σε εποχές που αυτό κάθε άλλο παρά αυτονόητο ήταν, χάρις σε οραματιστές, με προεξάρχοντα τον παλαιό του δήμαρχο Κώστα Δούκα, ο οποίος δυστυχώς πολύ πρόσφατα απεβίωσε.
Ζούμε στο 2017, όχι στο 1953. Η τεχνογνωσία υπάρχει και είναι δοκιμασμένη. Τα χρήματα επίσης υπάρχουν (όσο και αν γκρινιάζουμε). Δεν επιτρέπεται να αντιμετωπίσουμε την περίπτωση της Λέσβου όπως αυτή της Κεφαλονιάς πριν μισό αιώνα. Οι όμορφες εικόνες της Βρισάς θέλουμε να μας συντροφεύουν και στο μέλλον ως βίωμα και όχι μέσα από φωτογραφίες εποχής.
Ο Γιώργος Κουρμαδάς είναι αρχιτέκτονας μηχανικός/ αναστηλωτής ΕΜΠ