Τι κάνει μια ομάδα χορού όταν η μοναδική χορογράφος και επικεφαλής της, μια φιγούρα τόσο έντονη και χαρισματική όσο η Πίνα Μπάους, πεθαίνει αφήνοντας τους χορευτές της χωρίς κάποιον σαφή προσανατολισμό για το μέλλον; Αυτή ήταν η κατάσταση στην οποία περιήλθαν τα μέλη του Tanztheater Wuppertal Pina Bausch το καλοκαίρι του 2009, όταν ελάχιστες ημέρες μετά την διάγνωση της, η Μπάους νικήθηκε από τον καρκίνο.
Οι χορευτές, οι οποίοι περιόδευαν στην Πολωνία, αποφάσισαν να χορέψουν κανονικά εκείνο το βράδυ, και το επόμενο, και την επόμενη εβδομάδα, και το επόμενο έτος. Έπειτα από οκτώ χρόνια και τρεις καλλιτεχνικούς διευθυντές, θα παρουσιάσουν στην Brooklyn Academy of Music μια διπλή παράσταση των αρχετυπικών έργων της Μπάους από τη δεκαετία του '70, του «Café Müller» (1978) και της «Ιεροτελεστίας της Άνοιξης» (1975). Πρόκειται για τα έργα που είχαν συμπεριληφθεί στην πρώτη σεζόν της ομάδας στην Brooklyn Academy, όταν συστήθηκαν στο κοινό της Νέας Υόρκης, το 1984.
Όταν πέθανε, η αγάπη μας για το έργο της και η επιθυμία μας να διατηρηθεί ζωντανό ήταν τόσο έντονες, ώστε μας έδωσαν κίνητρο να συνεχίσουμε. Το να χορεύουμε τα κομμάτια της μας έκανε να νιώθουμε πως η Πίνα είναι ζωντανή, και ακόμα μαζί μας. Έτσι, συνεχίσαμε.
Μέσα στα χρόνια που κύλησαν από τον θάνατο της ιδρύτριας της, το μέλλον της ομάδας χορού αποσαφηνίστηκε κάπως. Το σημαντικότερο είναι ότι φαίνεται πως το ενδιαφέρον για το χοροθέατρο της Μπάους, ένα αμάλγαμα ονειρικών εικόνων σε δραματικές συνθήκες, με επαχθείς, ακόμα και τιμωρητικές κινήσεις του σώματος που καθοδηγούνται από το συναίσθημα, παραμένει αμείωτο. Ενδεικτικό είναι πως οι παραστάσεις τους είναι sold out εβδομάδες πριν σηκωθεί η αυλαία.
Εν μέρει, το μέλλον της εξαρτάται από τη συνέχεια. Δεν υπάρχουν πολλές ομάδες χορού στις οποίες οι ηλικίες των χορευτών να κυμαίνονται από τα 20 ως και τα 60, αλλά εδώ έτσι έχουν τα πράγματα. Πολλοί βετεράνοι χορεύουν ακόμα και μεταλαμπαδεύουν τη γνώση που έχει εμπεδωθεί στο σώμα και τη μνήμη τους. Υπάρχει όμως και μια νέα γενιά που έχει προστεθεί στην ομάδα: 15 από τους 36 χορευτές της δεν γνώρισαν ποτέ την Πίνα, όπως την αποκαλούν όλοι.
Επίσης, για πρώτη φορά η νέα καλλιτεχνική διευθύντρια δεν είναι γέννημα-θρέμμα της ομάδας της Μπάους. Η Άντολφ Μπίντερ, τέως διευθύντρια της GöteborgsOperans Danskompani και του Berlin Ballet, ανέλαβε τα ηνία αρχές του έτους. Τα σχέδιά της δεν είναι μόνο να διατηρήσει το ρεπερτόριο της Μπάους ζωντανό -«το DNA της ομάδας» όπως είπε– αλλά και να το επεκτείνει με νέα έργα, ειδικά χορογραφημένα για τους χορευτές της από εξωτερικούς χορογράφους.
Παραμονές της επίσκεψης της ομάδας στο Μπρούκλιν, τρεις χορευτές που ενσωματώθηκαν στην ομάδα χορού σε διαφορετικές φάσεις κατά τη διάρκεια των 44 χρόνων της ιστορίας της μίλησαν για τη σημερινή της κατάσταση.
Αγάπη για το έργο
Η Ναζαρέτ Παναδέρο, 62 έτων, ανήκει στην ομάδα από το 1979. Όπως εξομολογείται και η ίδια, αποφάσισε να συμμετάσχει από περιέργεια. Είχε ξεκινήσει σπουδές μπαλέτου στην Ισπανία, ύστερα μετακόμισε στο Παρίσι και εκεί ανακάλυψε τη σύγχρονη και πειραματική σκηνή χορού. Εκεί παρακολούθησε και την ομάδα της Πίνα Μπάους να χορεύει το «Blaubart» (1977). Ένιωσε πως ήθελε να ανακαλύψει τη «γυναίκα που κρυβόταν πίσω από το έργο αυτό». Μπήκε στην ομάδα αβέβαιη για το αν θα παρέμενε και, εκτός από μια μικρή περίοδο απουσίας, αποτελεί μέλος της μέχρι και σήμερα.
«Δεν είναι κάτι που συναντά κανείς σε άλλες ομάδες, οι χορευτές να μένουν τόσα χρόνια. Η Πίνα όμως επιθυμούσε να μας βλέπει να μεγαλώνουμε. Ήθελε να δει τι μπορεί να προσφέρει ένας χορευτής με εμπειρία μετά τα 40 και τα 50».
Στην Brooklyn Academy θα εμφανιστεί σε έναν ρόλο που παίζει πάνω από 30 χρόνια: μια νευρική γυναίκα στο «Café Müller» που περιφέρεται φορώντας ψηλά τακούνια σε μια αίθουσα γεμάτη καρέκλες και μοιάζει να έχει χάσει τα κλειδιά της. Κάποια στιγμή προσπαθεί, χωρίς αποτέλεσμα, να βοηθήσει ένα ζευγάρι που έχει παγιδευτεί σε μια βίαια διαμάχη. «Έχει κλειδώσει τα δικά της συναισθήματα», λέει η κ. Παναδέρο, «κι έτσι ζει λιγάκι μέσα από τις ζωές των άλλων. Ανησυχεί για εκείνους και κάνει προβολή του εαυτού της σε εκείνους». Πρόκειται για ένα ερώτημα που διατύπωνε διαρκώς η Μπάους: ποιοι είμαστε σε σχέση με τους άλλους;
Για την κ. Παναδέρο δεν τέθηκε καν θέμα παραίτησης μετά τον θάνατο της Μπάους. «Όταν πέθανε, η αγάπη μας για το έργο της και η επιθυμία μας να διατηρηθεί ζωντανό ήταν τόσο έντονες, ώστε μας έδωσαν κίνητρο να συνεχίσουμε. Το να χορεύουμε τα κομμάτια της μας έκανε να νιώθουμε πως η Πίνα είναι ζωντανή, και ακόμα μαζί μας. Έτσι, συνεχίσαμε».
Η εσωτερική διαμάχη
Η Τσάι-Τσιν Γιου, 37 ετών, μπήκε στην ομάδα μόλις έναν χρόνο πριν από τον θάνατο της Μπάους, παρ' ότι είχε υπάρξει επισκέπτρια επί δύο έτη, όσο σπούδαζε ακόμα στο Πανεπιστήμιο των Τεχνών Folkwang του Βούπερταλ. Είχε επιλέξει τη συγκεκριμένη σχολή ερχόμενη από την Ταϊβάν ακριβώς για να βρίσκεται κοντά στην ομάδα χορού, καθώς είχε μαγευτεί από ένα βίντεο της «Ιεροτελεστίας της Άνοιξης», ένα κομμάτι διάρκειας 35' γεμάτο ένταση, που παρουσιαζόταν σε μια σκηνή καλυμμένη από χώμα. «Η εικόνα αυτή με συνεπήρε», θυμάται η κ. Γιου, «και είπα στον εαυτό μου: θέλω να το χορέψω αυτό το κομμάτι».
Η «Ιεροτελεστία» ήταν τελικά το πρώτο κομμάτι που χόρεψε με την ομάδα και είναι και εκείνο με το οποίο θα συμμετάσχει στην παράσταση στο Μπρούκλιν. Κρατάει τον ρόλο μιας γυναίκας που έχει επιλεγεί για να θυσιαστεί με πυρπόληση από μια φυλή ημίγυμνων, τρομοκρατημένων και ενίοτε βίαιων ανθρώπων. Τα τελευταία λεπτά ξεσπά σε έναν επώδυνο χορό θανάτου, γεμάτο από βίαιες, σπασμωδικές κινήσεις.
Πώς συντηρεί αυτή την ένταση; «Υπάρχει αυτή η εσωτερική διαμάχη» λέει. «Θέλεις να το κάνεις, αλλά θέλεις και να το αποφύγεις, γιατί γνωρίζεις πως θα πεθάνεις». Έπειτα από κάθε παράσταση πρέπει να επιστρέψει στο ξενοδοχείο, να προσπαθήσει να φάει κάτι και να της κάνουν μασάζ, «αλλιώς οι μύες της πλάτης θα διαλυθούν».
Ο θάνατος της Μπάους ήταν βαρύ χτύπημα. «Δεν ξέρω αν θα ξεπεράσω ποτέ αυτή την απώλεια» δηλώνει με εμφανή συγκίνηση. «Είναι σπάνιο να βρεις έναν χορογράφο με τον οποίο να αισθάνεσαι ότι έχεις μια σύνδεση, να νιώθεις ό,τι νιώθει κι εκείνος/εκείνη και αντίστροφα».
Παρακολουθώντας και μαθαίνοντας
Οι εμφανίσεις στην Brooklyn Academy θα είναι σημαντικές για την 28χρονη Μπριάνα Ο'Μάρα. Στις 19 και 20 Σεπτεμβρίου θα ερμηνεύσει τον ρόλο της Μπάους στο έργο «Café Müller», μια φασματική φιγούρα που κινείται στη σκηνή με μάτια κλειστά σε μια κατάσταση έντονης και μετέωρης θλίψης. Αυτή θα είναι η πρώτη φορά που ο ρόλος αυτός θα ερμηνευθεί από κάποιον που δεν είχε προσωπική σχέση με την Πίνα Μπάους. Η Ο'Μάρα διδάχτηκε τον ρόλο από την Έλενα Πικόν, μια Γαλλίδα χορεύτρια που ενσωματώθηκε στην ομάδα το 1978 και χορεύει ακόμα σε παραστάσεις. (Η Πικόν θα ερμηνεύσει τον ίδιο ρόλο στις υπόλοιπες ημερομηνίες των παραστάσεων.)
Η ψηλή, κοκκινομάλλα χορεύτρια, που αποφοίτησε από το Τζούλιαρντ το 2011, μεγάλωσε σε ένα προάστιο του Ντιτρόιτ και λέει πως είναι «απλώς ένα παιδί που πήγε σε δημόσιο σχολείο και στη σχολή χορού της γειτονιάς». Όταν έφτασε στη Νέα Υόρκη δεν είχε ούτε ακουστά την Πίνα Μπάους ή το Tanztheater. Τα ανακάλυψε όταν είδε μια παράσταση του «Bamboo Blues» το 2008 στην Brooklyn Academy.
«Δεν ήξερα ότι μπορούσες να κάνεις κάτι τέτοιο σε παράσταση» θυμάται. «Ένιωσα πως αυτό είναι θέατρο, κι αυτοί άνθρωποι. Υπήρχαν άνθρωποι στη σκηνή που ήταν ο εαυτός τους – κινούνταν, αστειεύονταν, ούρλιαζαν. Και καταλάβαινα τι έκαναν».
Όταν η Ο'Μάρα αποφοίτησε από το Τζούλιαρντ, το μέλλον της ομάδας έμοιαζε αβέβαιο. Ωστόσο μετακόμισε στη Γερμανία και πέρασε δύο χρόνια στο Staatstheater του Κάσελ πριν περάσει από ακρόαση για την ομάδα της Μπάους. Έγινε δεκτή το 2014.
Η Μπάους ήταν μια λιγόλογη γυναίκα και η ομάδα της έχει εμποτιστεί με αυτήν της τη συνήθεια. «Η στάση της Πίνα δεν αποκάλυπτε πολλά» εξηγεί η Ο'Μάρα. «Τον πρώτο χρόνο μου μαζί τους δεν μιλούσα, παρατηρούσα».
Ωστόσο, νιώθει πως σταδιακά τα πράγματα αλλάζουν και η ομάδα γίνεται πιο εξωστρεφής. Σύντομα θα υπάρξουν και νέα έργα.
«Με ενθουσιάζει η προοπτική να δουλέψω νέα κομμάτια με τους συναδέλφους μου, πιστεύω πως είναι πραγματικά σημαντικό οι νέοι να έχουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν κάτι καινούργιο με εκείνους που συνεργάστηκαν με την Πίνα. Είμαστε δημιουργικοί άνθρωποι και το έχουμε ανάγκη».
Μετάφραση και επιμέλεια από άρθρο των New York Times
σχόλια