Όταν η οικογένεια Λόπεζ μετακόμισε από το Ουτουάδο του Πουέρτο Ρίκο στη Νέα Υόρκη στις αρχές της δεκαετίας του 1950, η μαμά του μικρού Αντόνιο ανησυχούσε μην μπλέξει ο γιος της με κακές παρέες. Έτσι, προκειμένου να τον κρατήσει μακριά από τους δρόμους της μεγαλούπολης και να έχει το κεφάλι της ήσυχο, τον έβαζε να ζωγραφίζει λουλούδια για τα κεντήματα που απλικάριζε στα ρούχα που έραβε. Βλέπετε, ήταν μοδίστρα. Εκτός από τη μαμά του ο Αντόνιο βοηθούσε και τον μπαμπά του στη δουλειά, ο οποίος έφτιαχνε κούκλες βιτρίνας. Μαζί έκαναν το μακιγιάζ και τοποθετούσαν περούκες στα μανεκέν.
Οι ασχολίες αυτές προετοίμασαν το μικρό αγόρι έτσι ώστε, μόλις στην ηλικία των 12 ετών, να γίνει δεκτό με υποτροφία στη διακεκριμένη σχολή μόδας Traphagen School of Fashion, η οποία είχε ειδικά προγράμματα για παιδιά κάθε Σάββατο. Στη συνέχεια φοίτησε στο ειδικό λύκειο για Τέχνες και Design και έγινε δεκτός στο Fashion Institute of Technology. Όταν αποδέχθηκε μία θέση ασκούμενου στο Women's Wear Daily ξεκίνησε και το λαμπρό ταξίδι του στον κόσμο της μόδας, όπου κατέκτησε όχι μόνο τη φήμη αλλά και τις καρδιές των σημαντικών ονομάτων της με τα μολύβια και τη ζωντάνια του.
Παρότι το όνομα του δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό στο ευρύ κοινό, το έργο του επηρέασε σημαντικά την αισθητική και την κατεύθυνση της μόδας και αναφορές σε αυτό γίνονται σταθερά ως τις μέρες μας.
Με τις πρώτες δημοσιεύσεις σχεδίων του ο Αντόνιο Λόπεζ κέρδισε τις εντυπώσεις και συνεργασίες με κορυφαία περιοδικά μόδας όπως Vogue, Harper's Bazaar, Elle, Interview και τους New York Times. Σε μια περίοδο όπου ο κόσμος της μόδας αναζητούσε λυσσαλέα την αλλαγή και καλόβλεπε τον πλουραλισμό ώστε να ξεφύγει από τον καθωσπρεπισμό της μεταπολεμικής περιόδου, η κοφτερή ματιά του Λόπεζ έπεσε ως μάννα εξ ουρανού στις ποδιές των σχεδιαστών και των fashion editors. Το αλάνθαστο αισθητήριό του για την ομορφιά, το στυλ και τη λάμψη, σε συνδυασμό με τα στοιχεία της urban street κουλτούρας και τις λατινοαμερικάνικες καταβολές του, προκάλεσε μια γόνιμη αναστάτωση στους δημιουργικούς κύκλους της Νέας Υόρκης στα τέλη της δεκαετίας του 1960.
Υπέρμαχος της διαφορετικότητας όχι μόνο στην προσωπική του ζωή αλλά και στα αισθητικά πρότυπα, είναι εκείνος που ανακάλυψε και εδραίωσε στον κόσμο της μόδας μερικά από τα πιο γνωστά μοντέλα, των οποίων η ομορφιά δεν τις τοποθετεί στην κατηγορία της γυναίκας-κουκλίτσας. Πολύ πριν τα έντυπα και οι σχεδιαστές εκτιμήσουν την ομορφιά του μαύρου σώματος ή των έθνικ χαρακτηριστικών, ο Λόπεζ πάσχισε να τα εισαγάγει στις πασαρέλες και τα «χιονάτα» περιοδικά μόδας. Το πώς το κατάφερε ήταν ακόμα μία ένδειξη της ιδιαίτερης ευφυΐας του. Αντί να αναλωθεί σε συζητήσεις και επιχειρήματα, πολύ απλά υπέβαλλε την δουλειά του την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή, όταν όλοι περίμεναν τις εικονογραφήσεις του για να πάει το τεύχος στο πιεστήριο ώστε να μην υπάρχει καθόλου χρόνος για λογοκρισία ή διορθώσεις. Οι μαύρες καλλονές Γκρέις Τζόουνς και Πατ Κλίβελαντ, η Τζέσικα Λανγκ, η ασιατικής καταγωγής Τίνα Τσόου, η μούσα του Άντι Γουόρχολ, Ντόνα Τζόρνταν, και η Τζέρι Χολ ήταν μερικές από τις γυναίκες που όχι μόνο ύμνησε με τις εικονογραφήσεις του αλλά υπήρξαν και επιστήθιες φίλες του. Η Τζέρι Χολ, την οποία μάλιστα ξεχώρισε όταν ακόμα ήταν έφηβη, για μία περίοδο υπήρξε ερωμένη του bisexual εικονογράφου.
Μέσα σε μία έντονα πολιτικοποιημένη περίοδο όπου την αμερικανική κοινή γνώμη απασχολούν ο πόλεμος στο Βιετνάμ, οι πολιτικές δολοφονίες και το φοιτητικό κίνημα, ο κόσμος του Αντόνιο δονείται σε άλλους ρυθμούς. Η αναζήτηση της απόλαυσης, της ομορφιάς και της καλλιτεχνικής δημιουργίας ορίζει τις ζωές του ίδιου αλλά και των ανθρώπων που συναναστρέφεται, όπως ο Άντι Γουόρχολ, ο φωτογράφος Μπιλ Κάνινγχαμ, ο μακιγιέρ Κόρεϊ Τίπιν, η creative director της αμερικανικής Vogue, Γκρέις Κόντινγκτον, και φυσικά ο επί χρόνια συνεργάτης και σύντροφος του (επίσης Πορτορικάνος) Χουάν Ράμος. Το 1969, μαζί με τον Ράμος φεύγουν για να κατακτήσουν και το Παρίσι που επίσης βιώνει έντονες κοινωνικές αναταραχές και έχει εισέλθει σε μία περίοδο ριζοσπαστικών αλλαγών μετά τον Μάη του '68. Το ταξίδι αυτό οργανώνεται έπειτα από πρόσκληση του Καρλ Λάγκερφελντ για να εικονογραφήσει τη συλλογή που εκείνος σχεδιάζει για τον οίκο Chloé. Η διαμονή στο Παρίσι αποδεικνύεται εξαιρετικά παραγωγική και σηματοδοτεί μία νέα γόνιμη περίοδο στην καριέρα τους, η οποία συνδέεται άρρηκτα με τον σπουδαίο Γερμανό σχεδιαστή.
Συνεπαρμένος από την χαρισματική προσωπικότητα του Αντόνιο, ο Καρλ τους προσφέρει ένα από τα σπίτια του στην Αριστερή Όχθη για να κατοικήσουν και έτσι γεννιέται μεταξύ τους μια ερωτικά φορτισμένη προσωπική και ιδιαίτερα δημιουργική σχέση. Οι αλλαγές στην κοινωνία, τη μόδα και τη νοοτροπία των ανθρώπων την περίοδο εκείνη εκτινάσσουν στο προσκήνιο όσους εργάζονται στη λαμπερή αυτή βιομηχανία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η παρέα του Λόπεζ και του Λάγκερφελντ να διαδεχθεί τους ροκ σταρ ως αδιαφιλονίκητους βασιλείς του glamour των '70s. Οι ημέρες τους περνάνε με ατελείωτες ώρες στα ατελιέ και τα στούντιο φωτογραφίας προετοιμάζοντας τα νέα λουκ και οι νύχτες τους βρίσκουν στον ναό της ντίσκο και της gay νυχτερινής ζωής στο Παρίσι, το Club Sept, όπου τρώνε και χορεύουν μέχρι τελικής πτώσεως. Ο Λόπεζ και ο Ράμος παρέμειναν στη Γαλλία μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '70 και στη συνέχεια επέστρεψαν στην Νέα Υόρκη για να συνεχίσουν την έντονη, γεμάτη ρυθμό και χρώμα ζωή τους σε μία πόλη που πάλλεται από την υπόσχεση μιας νέας, πιο ελεύθερης, σχεδόν ανοριακής ζωής για τους καλλιτέχνες και τις διάσημες περσόνες.
Όμως η ευφορία και η αίσθηση ότι όλα επιτρέπονται έμελλε να παύσουν ξαφνικά, με την επέλαση του ιού HIV και του συνδρόμου που τον συνοδεύει, του AIDS. Ενώ βρίσκεται στο Λος Άντζελες για μία έκθεση έργων του, ο Αντόνιο νοσηλεύεται για σάρκωμα Καπόζι και πεθαίνει από επιπλοκές του AIDS στις 17 Μαρτίου 1987, μόλις στην ηλικία των 40 ετών.
Στη διάρκεια της ζωής του, εκτός από τη δουλειά του για τους σχεδιαστές, τους οίκους και τα περιοδικά μόδας, ο Λόπεζ κυκλοφόρησε και δύο βιβλία. Το πρώτο, με τίτλο Antonio's Girls, ήταν αφιερωμένο στις γυναίκες που τόσο αγάπησε και απαθανάτισε ως συγκλονιστικές αμαζόνες της ομορφιάς και εκδόθηκε το 1982. Το δεύτερο ήταν το Tales From the Thousand and One Nights και εκδόθηκε το 1985.
Παρότι το όνομα του δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό στο ευρύ κοινό, το έργο του επηρέασε σημαντικά την αισθητική και την κατεύθυνση της μόδας και αναφορές σε αυτό γίνονται σταθερά ως τις μέρες μας. Η εκδήλωση Arabian Nights του Marc Jacobs το 2007 άντλησε το θέμα της από το βιβλίο του Λόπεζ Tales From the Thousand and One Nights, ενώ τόσο η Hannah MacGibbon, όταν σχεδίασε τη φθινοπωρινή συλλογή ready-to-wear 2009 για την Chloé, όσο και η Anna Sui για την ανοιξιάτικη κολεξιόν της το 2012, τον ανέφεραν ως πηγή έμπνευσής τους. Ως φόρο τιμής στην τεχνοτροπία και τα έντονα χρώματα των εικονογραφήσεων του, η εταιρεία καλλυντικών MAC Cosmetics κυκλοφόρησε το 2013 μία σειρά προϊόντων μακιγιάζ και τα πρόσωπα της διαφημιστικής της εκστρατείας ήταν οι αγαπημένες του φίλες Τζέρι Χολ, Πατ Κλίβελαντ και Μαρίζα Μπέρενσον (η οποία τυχαίνει να είναι και δισέγγονη της θρυλικής σχεδιάστριας μόδας Έλζα Σκιαπαρέλι).
Η ιστορία του Αντόνιο Λόπεζ αποτυπώθηκε και στο ντοκιμαντέρ του Τζέιμς Κραμπ Antonio Lopez 1970: Sex, Fashion & Disco που έκανε την πρεμιέρα του τον Οκτώβριο στο κινηματογραφικό φεστιβάλ του BFI στο Λονδίνο. Έχοντας πρόσβαση σε υλικό από τη συλλογή του κληροδοτήματος The Estate of Antonio Lopez and Juan Ramos, ο σκηνοθέτης προσπάθησε να ανασυνθέσει τόσο την προσωπικότητα όσο και την επίδραση του ίδιου και του έργου του στον στενό κύκλο του καλλιτέχνη αλλά και στη βιομηχανία της μόδας και των περιοδικών.