Ήταν λίγο μετά το πυρηνικό ατύχημα στη Φουκουσίμα όταν η αυτοκινητοβιομηχανία Nissan αποφάσισε να στήσει ένα newsroom άρτια εξοπλισμένο σε τεχνολογικό επίπεδο αλλά κυρίως με καλούς επαγγελματίες δημοσιογράφους στο τιμόνι του. Η παγκόσμια οικονομική κρίση που είχε προηγηθεί είχε οδηγήσει αρκετά διεθνή ΜΜΕ να κλείσουν τα γραφεία τους ανά τον κόσμο και η εταιρεία Nissan πολύ πριν το ατύχημα στη Φουκουσίμα, θεωρούσε ήδη ότι τα Μέσα παγκοσμίως δεν κάλυπταν σε ικανοποιητικό βαθμό τα νέα που την αφορούσαν. Το ατύχημα λοιπόν ήταν το «κερασάκι στην τούρτα» των ατυχών συμβάντων κι έτσι η εταιρεία πήρε την ιστορική απόφαση να δημιουργήσει η ίδια ένα Μέσο Μαζικής Ενημέρωσης για να παράγει και να διανέμει δημοσιογραφικό υλικό που την αφορούσε.
Στην πραγματικότητα αυτή η απόφαση της Nissan που θεωρείται σταθμός στην επικοινωνία αλλά και τη δημοσιογραφία, υλοποίησε μια τάση που είχε διαφανεί νωρίτερα σ'ενα μάλλον νέο χώρο που δημιουργήθηκε τα τελευταία χρόνια, αυτόν που τέμνει την επικοινωνία και ειδικά αυτό που λέμε PR και Publicity- με τη δημοσιογραφία. Αν έπρεπε να ορίσω ένα χρονικό σημείο από το οποίο ξεκινάει η αλλαγή των σχέσεων μεταξύ επικοινωνίας και δημοσιογραφίας τότε αυτό δεν θα μπορούσε να είναι παρά το 2007 όταν η εταιρεία Apple εισάγει το iPhone αλλάζοντας οριστικά τον τρόπο με τον οποίο οι χρήστες της τεχνολογίας καταναλώνουν προϊόντα και ειδήσεις αλλά η πραγματική επανάσταση βρίσκεται στο ότι για πρώτη φορά στην ιστορία οι χρήστες μπορούν να παράγουν τις δικές τους ειδήσεις και τις δικές τους ιστορίες την ώρα που αυτές τους συμβαίνουν δηλαδή, σε ενεστώτα χρόνο. Η διάδοση των social media που είχαν κάνει την εμφάνισή τους λίγα χρόνια νωρίτερα ήταν αναμενόμενο να εκτιναχθεί με την διάδοση των smart phones και μαζί να αλλάξει δραστικά το τοπίο τόσο της επικοινωνίας όσο και της παραγωγής των ειδήσεων.
Η λεγόμενη δημοσιογραφία των πολιτών και ειδικά τα μπλογκ που ασχολούνται με το lifestyle δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά ν' αναπαράγουν την υπάρχουσα κουλτούρα Τύπου στη χώρα η οποία έχει πάρα πολλές παθογένειες. Είναι γνωστό στην αγορά της επικοινωνίας ότι με ένα εξευτελιστικό ποσό, μια μικρή και μεσαία επιχείρηση (το κάνουν πολύ συχνά και μεγάλες) μπορεί να εξασφαλίσει ένα δημοσίευμα σε κάποιο ψηφιακό Μέσο και ειδικά μπλογκ και προσωπικές ιστοσελίδες.
Η σχέση ανάμεσα στην επικοινωνία και τη δημοσιογραφία υπήρχε πάντα μάλιστα υπάρχει και ο σχετικός θρύλος στον κλάδο των δημοσίων σχέσεων ότι ο συγγραφέας Κουρτ Βόνεγκατ («Σφαγείο 55» κλπ) στα 40ies ήταν από τους πρώτους επαγγελματίες storytellers τριγυρνώντας ο ίδιος μέσα στο εργοστάσιο της General Electric αναζητώντας ιστορίες να αφηγηθεί για λογαριασμό της εταιρείας. Αυτό που άλλαξε όμως τα τελευταία χρόνια είναι το ότι για πρώτη φορά, άτομα και εταιρείες μπορούν να γίνουν οι ίδιοι πομποί ειδήσεων και ιστοριών επικοινωνώντας αδιαμεσολάβητα (δηλαδή, χωρίς την παρέμβαση του ρεπόρτερ-δημοσιογράφου) με το κοινό. Φυσικά αυτό γίνεται σε ποικίλες και διαφορετικές κλίμακες: από τη σελίδα στο facebook που διατηρεί η μικρή επιχείρηση της γειτονίας μας μέχρι το Global Newsroom της Nissan στη Γιοκοχάμα, όλοι προσπαθούν να παράγουν ένα μήνυμα και να το παραδώσουν οι ίδιοι (όπως λέμε στην επικοινωνία) στο κοινό.
Μέσα σ'αυτό το τοπίο τη μεγαλύτερη αμηχανία την αισθάνονται οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ. Η παραγωγή της αξιόπιστης είδησης παραμένει μια πολύ ακριβή υπόθεση που εκτός από χρήμα απαιτεί ικανότητες και επάρκεια. Την ίδια στιγμή και με τις περικοπές των θέσεων εργασίας στα ΜΜΕ οι ρεπόρτερ βρίσκονται όλο και πιο συχνά στη θέση να εξαρτώνται από τις ειδήσεις που παράγουν οι χρήστες στο διαδίκτυο και ειδικά στο τουίτερ.
Στην Ελλάδα τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά με την έννοια ότι τα μήντια λειτουργούν σε εντελώς διαφορετική βάση και οι μεγάλες εταιρείες που μπορούν να παράγουν δημοσιογραφικό υλικό είναι οι πολυεθνικές που τις περισσότερες φορές χρειάζονται απλώς να προσαρμόσουν το υλικό που παράγει γιαυτές η «μαμά-εταιρεία». Επίσης, η λεγόμενη δημοσιογραφία των πολιτών και ειδικά τα μπλογκ που ασχολούνται με το lifestyle δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά ν'αναπαράγουν την υπάρχουσα κουλτούρα Τύπου στη χώρα η οποία έχει πάρα πολλές παθογένειες. Είναι γνωστό στην αγορά της επικοινωνίας ότι μ'ενα εξευτελιστικό ποσό μια μικρή και μεσαία επιχείρηση (το κάνουν πολύ συχνά και μεγάλες) μπορεί να εξασφαλίσει ένα δημοσίευμα σε κάποιο ψηφιακό Μέσο και ειδικά μπλογκ και προσωπικές ιστοσελίδες. Σ'αυτό το φαινόμενο βέβαια μεγαλύτερη ευθύνη έχουν οι άνθρωποι της επικοινωνίας οι οποίοι για να παρουσιάσουν στον πελάτη δημοσιεύματα απευθύνονται στα μπλογκ αφού εκεί δεν χρειάζεται να παρακάμψουν το τμήμα μάρκετινγκ των μεγάλων μήντια και με λίγα χρήματα μπορούν να κάνουν τη δουλειά τους. Το πόσο καλά γίνεται η δουλειά που εν προκειμένω είναι η επιτυχής παράδοση του μηνύματος και η αύξηση των πωλήσεων είναι μια άλλη ιστορία.
Το ερώτημα που ανακύπτει συχνά είναι το κατά πόσο σ'αυτο το τοπίο θα επιβιώσει το επάγγελμα του δημοσιογράφου. Προσωπικά είμαι βέβαιη γιαυτό: όσο αυξάνεται η παραγωγή του branded content από τις εταιρείες, δηλαδή, όσο οι εταιρείες παράγουν το δικό τους «δημοσιογραφικό» υλικό τόσο θ'αυξάνει και η ανάγκη για πραγματικούς δημοσιογράφους που θα ασκούν το επάγγελμα σύμφωνα με τους κανόνες δεοντολογίας, λειτουργώντας ως αυτό που είναι: ο τέταρτος πυλώνας της Δημοκρατίας. Ακόμα κι όταν μεταφέρουν τις ειδήσεις από το τουίτερ το μάτι του έμπειρου δημοσιογράφου που θα μπορέσει να διακρίνει την ακρίβεια στην είδηση θα παραμείνει ανανατικατάστατο.
Μέχρι τότε από αυτό το μπρα ντε φερ μεταξύ δημοσιογραφίας και επικοινωνίας κερδισμένοι θα είναι οι καταναλωτές και δεν θα έχουν κερδίσει από την καλύτερη πληροφόρηση αλλα σίγουρα από το εντυπωσιακότερο θέαμα.
*Αφορμή για το άρθρο στάθηκε αυτό το δημοσίευμα των Financial Times.
σχόλια