Ο Μάϊκ Νίκολς των πολλών βραβείων και των μεγάλων επιτυχιών ξεχώρισε για τον διακριτικό και οξυδερκή χειρισμό των χαρακτήρων σε θέματα που αφορούσαν την κοινωνία, πάντα με τη ματιά ενός προοδευτικού ανθρωπιστή. Ανάμεσα σε αρκετούς επίγονους του Ηλία Καζάν, του μετρ του έντονα ψυχολογικού δράματος, ο Νίκολς ενδεχομένως και να ήταν ο πιό άξιος κληρονόμος του, για τη γενιά του 60, έχοντας προσθέσει τους μηχανισμούς του χιούμορ που δούλεψε στην εντέλεια μαζί με το έτερο ήμισυ του στα χρόνια του stand up, την παραγνωρισμένη Ιλέϊν Μέϊ -εκεί που ο Καζάν δεν άφηνε κανέναν από τους ήρωες του να σκάσει χαμόγελο.
Κλασσικός ων, πίστευε στο σενάριο και λάτρευε τους ηθοποιούς, τους οποίους και αποθέωνε συστηματικά, αποσπώντας ερμηνείες θηριώδεις, από την Τέϊλορ, τον Μπέρτον και την Αν Μπάνκροφτ, μέχρι την Έμα Τόμπσον στο Wit, τον Αλ Πατσίνο στο Άγγελοι στην Αμερική, τη Σερ στο Σίλκγουντ, την Αν Μάργκρετ στο Carnal Knowledge, τη Μέλανι Γκρίφιθ στο Εργαζόμενο Κορίτσι, τη Νάταλι Πόρτμαν στο Closer, και τη Μέριλ Στριπ σε πολλές κινηματογραφικές περιπτώσεις και μεταμορφώσεις της.
Ποιός το περίμενε, πως ο ρωσικής καταγωγής μετανάστης από τη Γερμανία, που ψάχθηκε στις περιοχές της κωμωδίας και του θεάτρου, θα γινόταν σημαιοφόρος του νέου αμερικανικού σινεμά; Η ιστορία του ήταν τραγική, αν και η ζωή του δεν χαρακτηρίζεται από φτώχεια και ανέχεια. Τον είχα συναντήσει στην Αμερική για μια συνέντευξη, και πολύ ψύχραιμα διηγείτο οτι αμέσως μετά τον αναγκαστικό αποχωρισμό από τους γονείς του πριν από τον πόλεμο και τα βερολινέζικα πογκρόμ, έχασε όλες τις τρίχες από το σώμα του, με αποτέλεσμα να φοράει περούκες και να ζωγραφίζει ταφρύδια και τα τσίνορα του από την ηλικία των 10 ετών. Ψυχολόγος δεν είμαι, αλλά δεν είναι και τόσο δύσκολο να φανταστεί κανείς, πως μετά από αυτή την εμπειρία, ένας ευαίσθητος άνθρωπος αναπτύσσει την παρατήρηση για τον πόνο και τη δυστυχία, σε οποιαδήποτε συνθήκη.
Όταν στην απονομή των Όσκαρ του 1968, ο Μάϊκ Νίκολς απέσπασε το Όσκαρ σκηνοθεσίας σε μια βραδιά όπου αντιμαχόταν το παλιό με το φρέσκο, το καρναβαλικά βαρετό Dr. Dolittle και το ακαδημαϊκά βαρετό Μάντεψε Ποιός Θα Έρθει το Βράδυ, απέναντι στο βίαια νεωτερικό Μπόνι και Κλάϊντ του Άρθουρ Πεν, τη σκληρά αντιρατσιστική Ιστορία Ενός Εγκλήματος του Νόρμαν Τζούϊσον και φυσικά τον Πρωτάρη. Η ταινία του Μάϊκ Νίκολς αγκάλιασε εμβληματικά τους κολλεγιόπαιδες που στο πρόσωπο του Ντάστιν Χόφμαν, της δυσφορίας και της μετεφηβικής σύγχυσής του, είδαν μια σύγκρουση που μέχρι τότε, το Χόλιγουντ αρνιόταν να παραδεχθεί. Η ταινία έκανε τεράστια επιτυχία, καθώς από τα τραγούδια μέχρι τη δομή του σεναρίου, οσφράνθηκε την αλλαγή φρουράς χωρίς να αποξενώσει με το στιλ και το λόγο του. Είχε προηγηθεί το Ποιός Φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ, το ντεμπούτο του Νίκολς, εκεί που έφερε το θέατρο που γνώριζε στους σταρ που τους σκηνοθέτησε αλλιώς. Ήταν σα να έλεγε: δεν είμαι εχθρός του συστήματος, αλλά σας ενημερώνω πως το σύστημα δεν είναι πιά το ίδιο.
Ο Νίκολς δεν υπήρξε ποτέ ρηξικέλευθος. Είναι από εκείνους τους σκηνοθέτες, σαν τον Γουίλιαμ Γουάϊλερ για παράδειγμα, που δεν θα βλέπατε ψηλά στις λίστες των ειδικών. Ταινία-ταινία έχτισε τη φήμη του, χωρίς να φαίνεται η σκηνοθεσία του. Κλασσικός ων, πίστευε στο σενάριο και λάτρευε τους ηθοποιούς, τους οποίους και αποθέωνε συστηματικά, αποσπώντας ερμηνείες θηριώδεις, από την Τέϊλορ, τον Μπέρτον και την Αν Μπάνκροφτ, μέχρι την Έμα Τόμπσον στο Wit, τον Αλ Πατσίνο στο Άγγελοι στην Αμερική, τη Σερ στο Σίλκγουντ, την Αν Μάργκρετ στο Carnal Knowledge, τη Μέλανι Γκρίφιθ στο Εργαζόμενο Κορίτσι, τη Νάταλι Πόρτμαν στο Closer, και τη Μέριλ Στριπ σε πολλές κινηματογραφικές περιπτώσεις και μεταμορφώσεις της. Το σινεμά ήταν η αφορμή του για να απλώσει τηνdemocrat ατζέντα του, αλλά νομίζω πως η ψυχή του βρισκόταν αμετάκλητα στο θέατρο, όπου έσπασε ρεκόρTony για σκηνοθέτη και έκανε ασταμάτητο σλάλομ σε είδη και ύφος, πάντα στα πλαίσια του Broadway. Για άνθρωπο που έπαιξε μέσα στους κανόνες, ανέβασε τον πήχυ, με γούστο και αισθητική σχεδόν αλάνθαστη. Ο Μάϊκ Νίκολς έδωσε καλό όνομα στην παρεξηγήσιμη έννοια του "επαγγελματία".
σχόλια