Η προπαγάνδα αποτελούσε το πιο βασικό όπλο του φασιστικού καθεστώτος του Ιωάννη Μεταξά, όσον αφορά στο φιλοτέχνημα του πορτρέτου του και στην διάχυση της ιδεολογίας του προς τον λαό. Προς αυτή την κατεύθυνση αποφασιστική ήταν η συμβολή των εκδόσεων και των θεαμάτων.
Και ενόσω ζούσε ο Μεταξάς και αμέσως μετά τον θάνατό του (πέθανε την 29η Ιανουαρίου 1941, τρεις μήνες μετά το «ΟΧΙ»), υπήρξαν έντυπα που επιχείρησαν να αναδείξουν το «έργο» του, προβάλλοντας το πρότυπο τού «αρχηγού-πατέρα», διαμορφώνοντας συγχρόνως μιαν εκδοχή της ελληνικότητας, που παρέπαιε ανάμεσα στην λατρεία της αρχαιότητας και την αναγέννηση της λαϊκής παράδοσης.
Έτσι λοιπόν, για να ριζώσει, να βλαστήσει και να επεκταθεί το συγκεκριμένο μύθευμα, το καθεστώς είχε την ανάγκη των πνευματικών ανθρώπων. Επιζητούσε, με άλλα λόγια, τη συμμετοχή των ταγών της πνευματικής ηγεσίας, η οποία, μέσω της παρουσίας αναγνωρισμένων λογοτεχνών, ποιητών, ζωγράφων, μουσουργών κ.λπ., θα προσέφερε στην «4η Αυγούστου» όλα εκείνα τα εχέγγυα και τις προϋποθέσεις, που θα καθιστούσαν «επικοινωνήσιμο» το μύθευμα του «τρίτου ελληνικού πολιτισμού».
Το πώς καταδέχονταν όλοι αυτοί οι άνθρωποι να συνυπάρχουν στο Νέον Κράτος με συγγραφείς και κείμενα τού τύπου «Το κοινωνικόν ζήτημα υπό το φως του Γερμανικού Εθνικοσοσιαλισμού» και «Ένας αποκαλυπτικός λόγος – Νεολαία της χθες και Νεολαία της σήμερον» είναι ένα θέμα που εγείρει σοβαρά ερωτήματα τόσο σε σχέση με το αμοραλιστικό πνεύμα της μεταξικής εποχής, όσο και με τις συγκεκριμένες ιδεολογικο-πολιτικές συγκροτήσεις των συγκεκριμένων ατόμων.
Το βασικό προπαγανδιστικό περιοδικό του καθεστώτος του Ιωάννη Μεταξά ήταν Το Νέον Κράτος (διευθυντής Άριστος Καμπάνης, επιτροπή συντάξεως Γεώργιος Μαντζούφας-Νικόλαος Κούμαρος), που κυκλοφορούσε από τον Σεπτέμβριο του 1937 (πρώτο τεύχος) έως τον Μάρτιο του 1941 (τεσσαρακοστό τρίτο τεύχος). Σε αυτό, δε, συνέβαλαν με την πένα τους και με την συμμετοχή τους στις σελίδες του πολλά γνωστά ονόματα, ήδη καθιερωμένα ή ίσως και ανερχόμενα.
Κατ' αρχάς ο ζωγράφος Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, που είχε φιλοτεχνήσει το σταθερό εξώφυλλο του περιοδικού (ίδιο σε όλα τα τεύχη). Πίσω η... παλαιά Ελλάς και μπροστά η σκαλωσιά και το χτίσιμο της νέας (με την σκαλωσιά να καλύπτει όλη τη χώρα).
Όπως μαθαίνουμε και από το βιβλίο του Γιώργου Ανδρειωμένου Η Πνευματική Ζωή υπό Επιτήρηση: Το Παράδειγμα του Περιοδικού Το Νέον Κράτος [Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, 2010] στο περιοδικό είχαν δώσει συνεργασίες τους ο λογοτέχνης Ιωάννης Γρυπάρης και ο φιλόλογος Παναγής Λεκατσάς (σε μεταφράσεις αρχαίων κειμένων), οι ποιητές Άγγελος Σικελιανός, Μιλτιάδης Μαλακάσης και Τέλλος Άγρας, η ποιήτρια Ρίτα Μπούμη-Παπά, ο ιστορικός, δημοσιογράφος και λογοτέχνης Διονύσιος Κόκκινος, ο ποιητής, θεατρικός συγγραφέας και δημοσιογράφος Στέφανος Δάφνης, ο λογοτέχνης, μεταφραστής και διπλωμάτης Μαρίνος Σιγούρος και ακόμη, ανάμεσα σε άλλους (στην δοκιμιογραφία), ο κριτικός και ποιητής Κλέων Παράσχος, ο συγγραφέας, κριτικός και εκπαιδευτικός Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, ο παιδαγωγός, φιλόσοφος, θεολόγος και δοκιμιογράφος Ευάγγελος Παπανούτσος, ο συγγραφέας Πέτρος Χάρης, ο συνθέτης Γεώργιος Λαμπελέτ, ο λόγιος, ιστορικός και δημοσιογράφος Κώστας Καιροφύλας, ο φιλόλογος και γλωσσολόγος Αχιλλέας Τζάρτζανος, ο αρχαιολόγος Σπυρίδων Μαρινάτος και ο ιστορικός Νίκος Σβορώνος!
Τώρα, το πώς καταδέχονταν όλοι αυτοί οι άνθρωποι να συνυπάρχουν στο Νέον Κράτος με συγγραφείς και κείμενα τού τύπου «Το κοινωνικόν ζήτημα υπό το φως του Γερμανικού Εθνικοσοσιαλισμού» (υπό Δημοσθένη Σ. Στεφανίδου καθηγητού του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης) και «Ένας αποκαλυπτικός λόγος – Νεολαία της χθες και Νεολαία της σήμερον» (υπό Κ. Μανιαδάκη, Υφυπουργού της Δημοσίας Ασφαλείας) είναι ένα θέμα που εγείρει σοβαρά ερωτήματα τόσο σε σχέση με το αμοραλιστικό πνεύμα της μεταξικής εποχής, όσο και με τις συγκεκριμένες ιδεολογικο-πολιτικές συγκροτήσεις των συγκεκριμένων ατόμων.
Λίγες μέρες μετά τον θάνατο του Ιωάννη Μεταξά (29 Ιανουαρίου 1941) κυκλοφορεί το γνωστό περιοδικό Νέα Εστία (#340, 15 Φεβρουαρίου 1941, διευθυντής Πέτρος Χάρης) με εξώφυλλο προσωπογραφία του, τίτλο «τεύχος αφιερωμένο στον Ιωάννη Μεταξά» και υπότιτλο «φίλο και προστάτη των γραμμάτων και των τεχνών»! Εντός του περιοδικού πλήθος συγγραφέων υμνεί τον νεκρό πλέον φασίστα-δικτάτορα, με κείμενα, ποιήματα και φιλοτεχνήσεις σκίτσων και πορτρέτων του.
Ανάμεσα στα ονόματα ο λογοτέχνης και δημοσιογράφος Κωστής Μπαστιάς («Ο Μεταξάς πριν έρθη στην εξουσία»), ο λογοτέχνης Παντελής Πρεβελάκης («Ο φιλότεχνος»), ο μουσουργός Μανώλης Καλομοίρης («Ο Ιωάννης Μεταξάς και η Ελληνική Μουσική»), η ηθοποιός Μαρίκα Κοτοπούλη («Ο Μεταξάς και το θέατρο»), ο ηθοποιός Αιμίλιος Βεάκης (με το ποίημα «Θρήνοι και κλάψες όχι, στη θανή σου»), ο συγγραφέας Μ. Καραγάτσης (με το κείμενο «Ο πρώτος δημοτικιστής πρωθυπουργός»), ο ηθοποιός, σκηνοθέτης και δάσκαλος της υποκριτικής Πέλος Κατσέλης («Ο Ιωάννης Μεταξάς και το "Άρμα Θέσπιδος"»), ο ζωγράφος Κωνσταντίνος Παρθένης (προσωπογραφία του Μεταξά) και διάφοροι άλλοι!! Σε πολλές περιπτώσεις το αποτέλεσμα δεν ξεφεύγει από το επικίνδυνα γελοίο...
Κι ενώ οι Ιταλοί έχουν ηττηθεί σε πρώτο χρόνο, στα βουνά της Αλβανίας, κατά την διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου, με τον παράλληλο εξευτελισμό του Μουσολίνι να δίνει και να παίρνει στα μετόπισθεν («κορόιδο Μουσολίνι» και τα συναφή), μετά την πτώση της Κρήτης (Μάιος 1941) και την τριπλή κατοχή της Ελλάδας από τις δυνάμεις του Άξονα (Γερμανία, Ιταλία, Βουλγαρία), οι Ιταλοί και ο Μουσολίνι αρχίζει να αντιμετωπίζονται διαφορετικά από μερίδα της διανόησης. Τα αισθήματα αλλάζουν, για να μετατραπούν σιγά-σιγά από συμπαθείας έως και υμνητικά!
Και κάπως έτσι μέσα σ' αυτό το πλαίσιο θα κάνει την εμφάνισή της μια εφημερίδα το φθινόπωρο του 1941, το Κουαδρίβιο (διευθυντής Τελέσιο Ιντεράλντι, γραμματεύς συντάξεως Ιωάννης Σπ. Κουρούνης), που αυτοπροσδιοριζόταν ως η «Ελληνική έκδοση της καθημερινής εφημερίδας "Τίβερις" αφιερωμένη εις την ιταλο-ελληνικήν συνεργασίαν».
Το Κουαδρίβιο, παρότι είχε περισσότερο λογοτεχνικό και πολιτιστικό περιεχόμενο, στα σχετικά πολεμικά / πολιτικά κείμενα υπερασπιζόταν τη «νέα τάξη» τού Μουσολίνι. Συνεργάτες του υπήρξαν, κατ' αναλογίαν με τις προηγούμενες περιπτώσεις, πολλοί επώνυμοι της εποχής. Να μερικοί: Φώτης Κόντογλου (λογοτέχνης και ζωγράφος), Μιχάλης Τόμπρος (γλύπτης και καθηγητής της ΑΣΚΤ), Αλέκος Λιδωρίκης (δημοσιογράφος, θεατρικός συγγραφέας), Φώτος Γιοφύλλης (ποιητής, δημοσιογράφος και ζωγράφος), Γρηγόριος Ξενόπουλος (μυθιστοριογράφος, δημοσιογράφος και θεατρικός συγγραφέας), Μιχαήλ Αργυρόπουλος (δικηγόρος, πολιτικός και ποιητής), Κώστας Φαλτάιτς (δημοσιογράφος, λαογράφος, λογοτέχνης), Μαριέττα Επτανησία (λογοτέχνιδα, ιστοριοδίφης, λαογράφος, πρωτοπόρος της γυναικείας χειραφέτησης), Κώστας Καιροφύλας, Μαρίνος Σιγούρος, Κλέων Παράσχος, Στέφανος Δάφνης κ.ά.
Και σ' αυτό το έντυπο οι υπογραφές των Ελλήνων, που αφορούσαν σε ποικίλων ειδών θέματα («Ο φουτουρισμός στην Ελλάδα» του Φ. Γιοφύλλη, «Ο Σανταρόζα και οι Έλληνες» του Α. Λιδωρίκη, «Το "Ελληνικόν Σχολείον Φλαγγίνη" στη Βενετία» του Φ. Γιοφύλλη κ.ά.) τυπώνονταν δίπλα σε υμνητικά άρθρα για τον Ντούτσε, τη φασιστική Ιταλία και το «μεγαλείο της νέας τάξης».
Το Κουαδρίβιο θα βρεθεί σε... ύπατες στιγμές ελληνο-ιταλικής έξαρσης μετά την επίσκεψη του Μουσολίνι στην κατοχική Αθήνα (20 Ιουλίου 1942), φιλοξενώντας στο τεύχος τής 20ης Σεπτεμβρίου 1942, στο πρωτοσέλιδό του, την εξής ανακοίνωση: «Η επίσκεψις του Ντούτσε εις τας Αθήνας επροκάλεσε αισθήματα ευχαριστήσεως και ικανοποιήσεως εις τον ελληνικόν λαόν, ο οποίος διέκρινε εν τη παρουσία του επί της Ακροπόλεως εν σύμβολον κοινής κατανοήσεως μεταξύ των δύο λαών ανήκοντων αμφοτέρων εις τον μεσογειακόν πολιτισμόν, όστις τη ευγενεί αμίλλη ανεπτύχθη υπό των δύο λαών κατά το παρελθόν, και έγραψεν ενδόξους και λαμπράς σελίδας και ήδη θα είναι μία εγγύησις ισορροπίας και τάξεως εις τους κόλπους της νέας Ευρώπης.
Ευρισκόμενος κατά τας δυσκόλους σημερινάς στιγμάς επί κεφαλής του ελληνικού έθνους, πέποιθα ότι δια της επικρατήσεως πνεύματος ακαταλύτου δικαιοσύνης, εφ' ης αι Αθήναι και η Ρώμη ώφειλον άλλοτε την λαμπρότητά των, το ελληνικόν έθνος θα οδηγηθή εις ευτυχές μέλλον, μέσα εις την ατμοσφαίραν του κοινού μεσογειακού πολιτισμού των δύο εθνών».
[Ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως: Στρατηγός Τσολάκογλου]
Τώρα, σε ποιους ακριβώς προκάλεσε «αισθήματα ευχαριστήσεως και ικανοποιήσεως» η επίσκεψη του Μουσολίνι στην Αθήνα, δεν είναι δα και τόσο δύσκολο να το φανταστούμε...
ΛΗΔΑ, ΣΠΥΡΟΣ - Ο ΜΑΥΡΑΓΟΡΙΤΗΣ