Ας πούμε ότι όλος αυτός ο θόρυβος που δημιουργήθηκε από τους φανατικούς οπαδούς τους από το φθινόπωρο που άρχισαν να στήνονται ολόκληρα φόρουμ με λεπτομέρειες για το νέο άλμπουμ τους ήταν υπερβολικός. Για την ακρίβεια, ξεπέρασε τα όρια της υπερβολής και η διαρροή ενός «κανονικού» κομματιού απ' το δίσκο έγινε έμμονη ιδέα σε τόσο πολύ κόσμο, που πραγματικά ήταν κάτι αδιανόητο για ένα συγκρότημα μάλιστα που δεν ήταν «εμπορικό», δεν γέμιζε στάδια, δεν είχε ραδιοφωνικό ήχο. Από τον Οκτώβριο το Merriweather Post Pavillion υπήρχε ήδη ολόκληρο στη ζωντανά ηχογραφημένη μορφή του (παράνομα από συναυλίες) και σε χιλιάδες blog σε ολόκληρο τον κόσμο μέτραγαν μέρες μέχρι την «κανονική» διαρροή του! Η σελίδα του συντάκτη του Uncut που είχε παρουσιάσει το πρώτο άτυπο review, μόλις έλαβε το promo στα χέρια του, (μιλώντας για «έναν από τους καλύτερους δίσκους που έχει ακούσει ποτέ»), έκανε ρεκόρ επισκέψεων και γιγάντωσε τις προσδοκίες σε βαθμό αγωνίας.
Ένα άλμπουμ δεν το κάνει σπουδαίο μόνο η μουσική που περιέχει αλλά και η μυθολογία που το συνοδεύει, όλα αυτά που κάνουν το στόρι γύρω από αυτό γοητευτικό. Οι Animal Collective το κατάφεραν αυτό, να έχουν δηλαδή έναν από τους πιο αγωνιωδώς αναμενόμενους δίσκους της δεκαετίας που διανύουμε, ένα δίσκο που έχει συζητηθεί, σχολιαστεί, λατρευτεί πριν ακόμα κυκλοφορήσει. Δεν είναι πρωτοφανές, αλλά σε τέτοιο βαθμό δεν θυμάμαι να έχει ξανασυμβεί όλα αυτά τα χρόνια που το Ίντερνετ ορίζει την επιτυχία. Ήδη έχουν γραφτεί τόσα που για άλλα δεν γράφονται σε μήνες κυκλοφορίας, για ένα άλμπουμ που πρέπει να σημειωθεί ότι στα δισκάδικα φτάνει στις 20 του μήνα. Οι δε αντιδράσεις είναι από ενθουσιώδεις μέχρι παραληρηματικές. Παντού. Στο «Pitchfork» το βαθμολόγησαν με 9,6, στα αγγλικά έντυπα μαζεύει άριστα, τα κείμενα που γράφουν οι bloggers είναι συγκινητικά.
Πραγματικά δεν ξέρω αν το Merriweather Post Pavillion είναι ένα από τα καλύτερα άλμπουμ που έχουν γίνει ποτέ. Ούτε καν αν σε μια άλλη εποχή και χωρίς το σημερινό τρόπο προώθησης θα προκαλούσε τόσο θόρυβο. Είναι όμως ο θρίαμβος ενός συγκροτήματος που από ακραίο πειραματικό με μουσική για λίγους κατάφερε να γίνει ένα από τα πιο συζητημένα σε ολόκληρο τον πλανήτη, φτιάχνοντας έναν «τέλειο pop δίσκο» με ενσωματωμένες όλες τις επιρροές τους. Ένα δίσκο που έχει μέσα του και το techno του Detroit και το dub και τις φωνητικές συγχορδίες των Beach Boys, και τους επαναλαμβανόμενους ήχους που δημιουργούσαν τη ζαλιστική ατμόσφαιρα στα πρώτα άλμπουμ τους, και αφρικάνικους ρυθμούς, και το πειραματικό drone και την ξεκάθαρη pop που δεν είχαν επιχειρήσει να φτιάξουν μέχρι τώρα - τουλάχιστον σε τέτοιο βαθμό. Το πιο σπουδαίο είναι ότι κατάφεραν να μην είναι τίποτα απ' όλα αυτά, αλλά κάτι αναγνωρίσιμα δικό τους, φτιάχνοντας στην ουσία έναν ήχο Animal Collective. Αυτό είναι το πιο μεγάλο κατόρθωμά τους. Και το Merriweather Post Pavillion είναι ο καλύτερος δίσκος τους. Οι Animal Collective δεν είναι πια ένα underground γκρουπ ή, πιο σωστά, εξακολουθούν να είναι underground με τον τρόπο που ήταν πάντα οι Sonic Youth ή οι Velvet Underground. Το κοινό τους είναι φανατικό και όση δόση υπερβολής κι αν έχουν τα σχόλια ενός πιτσιρικά που μιλάει για το Sgt. Peppers των ‘00s, δεν μπορείς να μην τα κατανοήσεις - αυτός ο ενθουσιασμός για ένα δίσκο είναι ένα ενθαρρυντικό σημάδι, ειδικά σε μια εποχή που η μουσική έχει γίνει εντελώς αναλώσιμη. Δεν τον πετυχαίνεις συχνά, στις μέρες μας μάλιστα είναι πολύ δύσκολο να τον ξαναπετύχεις.
Τα 11 τραγούδια του δίσκου δεν περιέχουν το ραδιοφωνικό single ή κομμάτια «εύπεπτα» και εύκολα, είναι όμως μερικές εξαιρετικές pop στιγμές. Συνθέσεις που μπορεί να πατούν σε στοιχεία του παρελθόντος αλλά είναι περισσότερο παρόν απ' οτιδήποτε έχει παραγάγει η rock μουσική τα τελευταία χρόνια. Ως ήχος είναι πιο κοντά στο προπέρσινο άλμπουμ του Panda Bear (ονειρικά φωνητικά, χορευτικοί dub ρυθμοί, τα ‘60s στα ‘00s), εμπλουτισμένος με τόσα στοιχεία, τόσα στρώματα φωνών και ήχων και τέτοια παραγωγή που χρειάζεσαι αρκετές ακροάσεις για να συνειδητοποιήσεις τι έχουν δημιουργήσει. Δεν υπάρχουν μέτρια κομμάτια, δεν υπάρχουν κορυφαίες στιγμές, είναι έτσι φτιαγμένος που να ακούγεται non stop, απ' την αρχή μέχρι το τέλος. Το πρώτο κομμάτι που ξεχωρίζει είναι το «My Girls», μια τρυφερή αναφορά του Panda Bear στην οικογένειά του, με πειραγμένα φωνητικά να δηλώνουν «There isn't much that I feel I need / A solid soul and the blood I bleed / With a little girl, and by my spouse / I only want a proper house» και τα επαναλαμβανόμενα synth του «You got the love Candi Staton» στο background να δημιουργούν μια απροσδιόριστη ατμόσφαιρα νοσταλγίας. Στο «Bluish» -το πιο ερωτικό τραγούδι που έχουν πει ποτέ- η μελωδία ενός carousel μπερδεύεται με τους στίχους «I'm getting lost in your curls / I'm drawing pictures on your skin, so soft it twirls», στο «Lion in a comma» o ήχος της παλλόμενης χορδής μετατρέπεται σε ένα διονυσιακό, ψυχεδελικό πανηγύρι: «This wilderness up in my head, This wilderness needs to get right out of my clothes and get into my bedroom». Απίθανος. Ένας από τους δίσκους του 2009, πριν ακόμα κυκλοφορήσει...
σχόλια