Γεννήθηκα στην Αθήνα, στα δυτικά προάστια, και μεγάλωσα στο Αιγάλεω και στο Χαϊδάρι, σε ένα περιβάλλον πολύ αυστηρό, με ατσάλινη πειθαρχία, το οποίο δεν θα έλεγα ότι ήταν απολύτως ιδανικό και ειδυλλιακό για ένα παιδί. Από την πλευρά του πατέρα μου είμαστε πρόσφυγες από τη Σμύρνη, από τη μεριά της μητέρας μου από Μάνη, Καλάβρυτα και νομό Ηλείας. Ένας συνδυασμός εκρηκτικός. Ο πατέρας μου ήταν αξιωματικός της Αεροπορίας στη στρατιωτική βάση της Τανάγρας ‒ είναι οι πρώτες έντονες μνήμες που έχω και αναπολώ εκείνη την περίοδο.
Ήμουν ένα πολύ γελαστό παιδί, αλλά είχα και μια μελαγχολία που δεν την έδειχνα ποτέ. Θυμάμαι ότι όλοι με έλεγαν «το γελαστό παιδί» και το είχα συνδέσει με το τραγούδι: «Ήταν πρωί του Αυγούστου, κοντά στη ροδαυγή, βγήκα να πάρω αγέρα στην ανθισμένη γη, βλέπω μια κόρη κλαίει, σπαρακτικά θρηνεί, σπάσε καρδιά μου, εχάθη το γελαστό παιδί...».
Ο Έλληνας δεν έχει θεατρική παιδεία. Μια μικρή μερίδα μόνο, οι εξαιρέσεις, οι άλλοι έχουν μπουζουκοπαιδεία, τηλεορασοπαιδεία και τα χαμηλής αισθητικής προγράμματα. Αυτό που ζω φέτος με τις «Άγριες Μέλισσες» είναι φοβερό. Είναι ένα σίριαλ αξιώσεων, ποιοτικό, δεν θα ασχολιόμουν αλλιώς. Βλέπεις, όμως, ότι έρχεται ο κόσμος στο θέατρο λόγω της επιτυχίας της σειράς. Και αυτό είναι καλό, γιατί ίσως έτσι να αποκτήσει και θεατρική παιδεία.
• Ένα από τα πολλά πράγματα που ήθελα να γίνω μικρή ήταν γιατρός, όχι όμως σε ιατρείο ή νοσοκομείο, αλλά σαν τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα. Πάντα είχα μέσα μου την έννοια της προσφοράς. Δήλωσα Ιατρική, αλλά δεν πέρασα, μετά μου τη σβούριξε και δήλωσα Αρχαιολογία, άλλαξα δέσμη γιατί είχα τρέλα με την αιγυπτιολογία. Ανάμεσα στις πρώτες σχολές που είχα δηλώσει ήταν και η Θεολογία, ήταν η τρίτη μου επιλογή ‒ πέρασα και πήγα. Έμεινα τρία χρόνια εκεί, πέρναγα τα μαθήματα κανονικά, αλλά τότε ήρθε το θέατρο σαν κεραυνός εν αιθρία στη ζωή μου με έναν πολύ περίεργο τρόπο.
Επειδή δεν με γέμιζε όλο αυτό με τις σπουδές μου, με το που πέρασα έψαχνα να βρω κάτι στον πολιτιστικό όμιλο των φοιτητών του Πανεπιστημίου Αθηνών, διάφορες δραστηριότητες, έτσι γράφτηκα σε μια θεατρική ομάδα. Τότε είδα έναν θαυμαστό καινούργιο κόσμο, όπως λέει και ο Χάξλεϊ, και τρελάθηκα. Φτιάξαμε με έναν συμφοιτητή μου μια θεατρική ομάδα στη Θεολογία και μετά έδωσα και πέρασα στο Εθνικό.
• Η πρώτη παράσταση που έπαιξα στη ζωή μου ήταν στα 15 μου, το Στραβόξυλο του Ψαθά. Ενώ οι γονείς μου πήγαιναν συχνά θέατρο, εμείς δεν είχαμε πάει καθόλου, δεν ήταν στην κουλτούρα τη οικογένειάς μας αυτό. Διάβαζα, όμως, μανιωδώς, από μόνη μου. Μετά από αυτή την παράσταση δεν ασχολήθηκα ξανά, μέχρι που πήγα στο πανεπιστήμιο. Δεν ήταν καν στο μυαλό μου, ούτε έβλεπα θέατρο. Δεν μου είχε καρφωθεί η ιδέα στο μυαλό ότι θα γίνω ηθοποιός σε καμία περίπτωση.
• Με την ερασιτεχνική ομάδα της Θεολογικής ανέβασα μαζί με τον συμφοιτητή μου την Αντιγόνη του Ζαν Ανούιγ, μια παράσταση την οποία σκηνοθέτησα κιόλας. Αυτή για μένα ήταν καθοριστική στιγμή, η στιγμή που κατάλαβα ότι ήθελα να γίνω ηθοποιός. Είχα την γενική εποπτεία της παράστασης, από τα φώτα μέχρι και τα κοστούμια, κάτι που γενικά μου αρέσει να κάνω, δηλαδή να σκηνοθετώ, γιατί δεν μου αρέσει να είμαι απλώς ηθοποιός.
Και θυμάμαι ότι με το που ανέβηκε η παράσταση, ένα από τα παιδιά έχασε τα λόγια του. Ο συμφοιτητής με τον οποίον σκηνοθετούσαμε το έσωσε και στο τέλος της παράστασης ήρθε το παιδί που είχε χάσει τα λόγια του και μου είπε, κλαίγοντας: «Μαρία μου, κατέστρεψα την παράσταση». Τον κάνω μια βαθιά αγκαλιά και του λέω «δεν κατέστρεψες τίποτα, όλα είναι εντάξει».
Εκείνη τη στιγμή μού ήρθε η φώτιση ότι αυτό ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Για την ομαδικότητα, την αγάπη που μπορεί να έχει ένας θίασος, το δέσιμο, το δόσιμο. Εκείνη ήταν η καθοριστική στιγμή που είπα «θα γίνω ηθοποιός», ενώ μέχρι τότε βασανιζόμουν, δεν ήξερα τι θα κάνω.
• Καλός ηθοποιός για μένα είναι ένας καλός άνθρωπος. Μπορώ να θαυμάσω ανθρώπους που είναι καλοί ηθοποιοί, αλλά δεν μπορώ να τους εκτιμήσω, αν είναι κακοί χαρακτήρες. Για μένα καλός ηθοποιός είναι ένας ηθοποιός που έχει ένστικτο, θεατρική ευφυΐα, συναισθηματική νοημοσύνη και ενσυναίσθηση. Που ενδιαφέρεται για το τι θα δώσει στον κόσμο, που τον καίνε οι επιλογές του, που δεν είναι μόνο για να βγάλει χρήματα. Τα βλέπω λίγο εξιδανικευμένα τα πράγματα, αλλά αλίμονο αν δεν τα βλέπαμε έτσι, θα πηγαίναμε κατά διαόλου.
• Είχα, και έχω, ένα πολύ μεγάλο όνειρο, να ασχοληθώ με τη σκηνοθεσία. Αν μπορούσα να γυρίσω πίσω τον χρόνο και είχα την οικονομική δυνατότητα, θα έφευγα στο εξωτερικό για να σπουδάσω σκηνοθεσία. Θα πήγαινα στην Αγγλία ή στη Ρωσία και θα το έκανα, αλλά, δυστυχώς, όταν τελείωσα τη σχολή, δεν είχα την οικονομική δυνατότητα. Την τελείωσα μεγάλη τη σχολή, στα 27, γιατί μπήκα και μεγάλη, στα 24, με την τελευταία μου ευκαιρία ‒το Εθνικό έχει χρονικό όριο‒, κι έπρεπε να παλέψω για τα προς το ζην. Ζούσα μόνη μου, είχα φύγει από το σπίτι, οπότε δεν είχα τη δυνατότητα και να συντηρώ τον εαυτό μου και να σπουδάζω.
Δεν ξέρω αν το μετανιώνω, γιατί δεν γινόταν αλλιώς. Δεν ήταν κάτι που ήταν στο χέρι μου, αλλά αυτός ο καημός θα με τρώει, αν δεν ασχοληθώ πολύ σύντομα με αυτό. Αν δεν γίνει, θα νιώθω μισή. Είναι ό,τι χειρότερο να αφήνεις εκκρεμότητες.
• Όσο περνάει ο καιρός γίνεται όλο και πιο δύσκολο να διαχειριστώ έναν ρόλο. Δεν ξέρω αν όταν είσαι μικρός έχεις άγνοια κινδύνου, εγώ όμως ποτέ δεν είχα άγνοια κινδύνου, πάντα είχα το άγχος μου, πάντα είχα την ευθύνη, πάντα είχα την τελειομανία. Όσο μεγαλώνω, όμως, νιώθω πιο πολύ την αίσθηση της ευθύνης, την ανάγκη να μην έχω μανιέρα. Παίζοντας όλους αυτούς τους ρόλους και προσπαθώντας κάθε φορά να είμαι διαφορετική μού είναι όλο και πιο δύσκολο. Ανεβαίνει ο προσωπικός μου πήχης πάρα πολύ, αυτός ο διάολος που δεν με αφήνει να ησυχάσω, γιατί τον βάζω όλο και πιο ψηλά.
Δυστυχώς, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα, οι πρόβες γίνονται όλο και λιγότερες, οι συνθήκες είναι χειρότερες, περάσαμε κι αυτή την κρίση, που ακόμα την περνάμε, ας μη γελιόμαστε ‒ πάμε από το κακό στο χειρότερο.
• Αυτό που δεν μπορώ να διαχειριστώ είναι το άγχος μου ή κάποιες στιγμές απαισιοδοξίας που έχω και με κάνουν να νιώθω αδύναμη. Δεν μπορώ πολλές φορές να βγω έξω από μια κατάσταση και να τη δω καθαρά, με αντικειμενικό μάτι. Δεν μπορώ να πιστέψω εύκολα στη δύναμη του μυαλού μου, έχω πολύ έντονο θυμικό που με επηρεάζει κι έτσι μου παίρνει χρόνια να ξεπεράσω κάποια πράγματα που με ενοχλούν ή με πληγώνουν ή με απογοητεύουν. Δημιουργικά αυτό μπορεί να είναι χρήσιμο, αλλά το πώς το ζεις μέσα σου είναι μαρτύριο.
• Ο Έλληνας δεν έχει θεατρική παιδεία. Μια μικρή μερίδα μόνο, οι εξαιρέσεις, οι άλλοι έχουν μπουζουκοπαιδεία, τηλεορασοπαιδεία και τα χαμηλής αισθητικής προγράμματα. Αυτό που ζω φέτος με τις «Άγριες Μέλισσες» είναι φοβερό. Είναι ένα σίριαλ αξιώσεων, ποιοτικό, δεν θα ασχολιόμουν αλλιώς. Βλέπεις, όμως, ότι έρχεται ο κόσμος στο θέατρο λόγω της επιτυχίας της σειράς. Και αυτό είναι καλό, γιατί ίσως έτσι να αποκτήσει και θεατρική παιδεία. Όσοι έρχονται και τους αρέσει αυτό που βλέπουν λένε «τι χάναμε τόσα χρόνια». Ακόμα και τότε που είχα παίξει με τον Ρουβά, έλεγα «μακάρι να έρχεται ο κόσμος για τον Ρουβά, γιατί μένει στο θέατρο μετά». Αποκτάς κοινό. Παρακολουθούν παραστάσεις, θα ξανάρθουν.
• Είναι διαφορετικό να παίζεις στο θέατρο απ' ό,τι στην τηλεόραση. Είναι άλλος τρόπος προσέγγισης, αλλά και από τα δύο έχεις να πάρεις τρομερά πράγματα, και το ένα έχει να δώσει στο άλλο. Η τηλεόραση έχει γρήγορους ρυθμούς, πρέπει να μπεις αμέσως στην κατάσταση, πρέπει να αυτοσχεδιάσεις, πρέπει να είσαι έτοιμος σε δευτερόλεπτα, να έχεις υπομονή. Αυτά μπορούν να κάνουν τρομερό καλό στο θέατρο, δηλαδή να μη χρειάζεσαι τρεις μήνες πρόβα για να πετύχεις μια εσωτερική σκηνή. Έχεις μάθει, έχεις εκπαιδευτεί αναγκαστικά να μπαίνεις κατευθείαν στο πετσί του ρόλου ή να αλλάζεις καταστάσεις από σκηνή σε σκηνή, απ' τη χαρά στη λύπη, κι αυτό μεταφέρει στο θέατρο μια μεγάλη εμπειρία. Όπως και το θέατρο δίνει στην τηλεόραση, κουβαλάς κάποια μίλια πτήσης. Και τα δύο έχουν να σου δώσουν, και τα δύο τα αγαπώ, αν και δεν πίστευα ποτέ ότι θα μου αρέσει η τηλεόραση με τους τόσο γρήγορους ρυθμούς. Στην αρχή το φοβήθηκα λίγο το καθημερινό, αλλά με τις συνθήκες και τους όρους που γίνεται η συγκεκριμένη σειρά, και μέσα από τον ρόλο μου, νιώθω ότι δίνω κιόλας.
• Ο καλλιτέχνης πρέπει να είναι αφοσιωμένος στη δουλειά του, η στράτευση δεν είναι μόνο πολιτική, μπορεί να είναι και κοινωνική. Πρέπει να ασχολείται με τα προβλήματα της εποχής του, να περνάει μηνύματα με το έργο του. Δεν είναι απαραίτητο να ασχολείται κάποιος με την προσφυγική ή την οικονομική κρίση και τα γκέι ζητήματα, είναι όμως ωραίο όταν συμβαίνει αυτό. Ναι, κατά μία έννοια πρέπει να είναι στρατευμένος ο καλλιτέχνης, πρέπει να προσφέρει, έχει υποχρέωση, έχει ευθύνη.
• Είμαστε άξιοι της μοίρας μας και των επιλογών μας. Δεν ξέρω αν υπάρχει τύχη, δεν ξέρω αν υπάρχει μοίρα ή αν εμείς την ορίζουμε, αλλά με τις επιλογές που κάνουμε αξίζουμε αυτούς που μας κυβερνάνε. Αξίζουμε αυτά που παθαίνουμε, ασχέτως του αν πληρώνουμε αμαρτίες γονέων και είμαστε έτσι όπως είμαστε. Με εξέπληξε το γεγονός ότι ο λαός είχε πάει κόντρα στο δίπολο ΠΑΣΟΚ-ΝΔ και ψήφισε μια αριστερή κυβέρνηση, αλλά η ελπίδα χάθηκε πολύ γρήγορα.
Καλός ηθοποιός για μένα είναι ένας καλός άνθρωπος. Μπορώ να θαυμάσω ανθρώπους που είναι καλοί ηθοποιοί, αλλά δεν μπορώ να τους εκτιμήσω, αν είναι κακοί χαρακτήρες. Για μένα καλός ηθοποιός είναι ένας ηθοποιός που έχει ένστικτο, θεατρική ευφυΐα, συναισθηματική νοημοσύνη και ενσυναίσθηση.
• Το μέλλον το βλέπω δυσοίωνο. Πηγαίνουμε από το κακό στο χειρότερο. Πιστεύω πολύ στην ατομική, στην προσωπική ευθύνη, γιατί κάποιοι άνθρωποι που σκεφτόμαστε λιγάκι παραπάνω έχουμε υποχρέωση να αφυπνίσουμε τους υπόλοιπους με όποιον τρόπο μπορεί ο καθένας. Θεωρώ την απαισιοδοξία κινητήρια δύναμη, πιο πολύ από την αισιοδοξία. Το να είναι κάποιος απαισιόδοξος σημαίνει ότι δεν του αρέσει αυτό που βλέπει γύρω του και θέλει να το αλλάξει. Το να είσαι αισιόδοξος και να τα βλέπεις όλα ρόδινα σημαίνει ότι είσαι καλά στην κοσμάρα σου και δεν σε ενδιαφέρει τι συμβαίνει δίπλα σου, στον γείτονα, που μένει άνεργος, που χάνει το σπίτι του, ή στον άστεγο.
Επαναστατική πράξη για μένα είναι το να μην ανήκεις στο κίνημα θετικής ενέργειας, στο ζεν. Κάνεις τον διαλογισμό σου, προσπαθείς να είσαι καλά και να μη σε επηρεάζουν όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω σου. Όχι, επαναστατική πράξη είναι να πονάς γι' αυτά που συμβαίνουν γύρω σου, να στενοχωριέσαι, να μην είσαι μόνο ο εαυτούλης σου, να είσαι μόνο εσύ καλά και δεν πάει να ψοφήσουν όλοι. Με το ζεν δεν κάνεις τίποτα, μένεις στον μικρόκοσμό σου, στην ασφάλειά σου και πραγματικά μπορεί να είσαι εσύ καλά κι ας καίγεται ο κόσμος, κι ας πεθαίνουν οι άνθρωποι, κι ας πεθαίνουν οι πρόσφυγες που έρχονται, κι ας φυλακίζονται. Επαναστατική πράξη είναι να λες «όχι, δεν είναι καλά τα πράγματα και μπορεί και να μη γίνουν, αλλά κάτι θα κάνω γι' αυτό, δεν θα είμαι στην κοσμάρα μου».
• Θεός για μένα σημαίνει πίστη, ελπίδα και αγάπη. Ο Θεός δεν είναι τιμωρός. Ο ίδιος ο Χριστός δεν καταδίκαζε, δεν τιμωρούσε, συγχωρούσε, δεν αναθεμάτιζε, δεν αφόριζε. Δηλαδή είμαστε πολύ μακριά από τη διδασκαλία του. Δεν χρειάζεται να είσαι χριστιανός για να πιστεύεις πραγματικά και να εφαρμόζεις όλα αυτά τα διδάγματα, το «αγάπα τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου», το να συγχωρείς έναν άνθρωπο όχι εφτά αλλά ακόμα και 77 φορές! Βλέπεις ότι αυτά τα εφαρμόζουν άνθρωποι που δεν πιστεύουν, και για μένα αυτοί είναι εξίσου χριστιανοί. Υπάρχουν άνθρωποι που είναι άθεοι και είναι πολύ πιο πιστοί και πολύ πιο κοντά στην αγάπη απ' ό,τι η Εκκλησία και οι παπάδες. Δεν έχουν σχέση οι παπάδες με την πίστη και το θέμα του Θεού, ας μη γελιόμαστε. Είναι δυνατόν να έχει τέτοια περιουσία η Εκκλησία και να μην κάνει τίποτα για τον κόσμο που υποφέρει;
• Τρελαίνομαι με την αγένεια, την έλλειψη καλοσύνης και κατανόησης, με τους ανθρώπους που αφορίζουν, με τους μισαλλόδοξους, με τους φασίστες, με τους ρατσιστές, μου ανάβουν τα λαμπάκια. Με ενοχλεί η έλλειψη τακτ, η χυδαιότητα. Και υπάρχουν όλα γύρω μας.
• Δεν είναι δύσκολο να ζεις απλά, είναι ωραίο, γιατί στην πραγματικότητα σου χρειάζονται πολύ λίγα πράγματα για να είσαι επαρκής και να νιώθεις αυτάρκης. Βέβαια, είναι δύσκολο να τα έχεις αυτά τα πράγματα, να ζεις από τον μισθό σου, να έχεις μια ανεξαρτησία, να μη χρειάζεται να κάνεις δυο-τρεις δουλειές για να τα βγάλεις πέρα. Δεν θα μπορούσα ποτέ να μείνω εκτός κέντρου, θέλω να μπορώ να πηγαίνω παντού με τα πόδια.
Τα τελευταία 15 χρόνια έχω επιλέξει να ζω στα Εξάρχεια, ένα από τα τελευταία καλλιτεχνικά οχυρά, αλλά με απογοητεύει πάρα πολύ όλο αυτό ζούμε αυτήν τη στιγμή. Τι βγήκαμε από την κρίση και μαλακίες, τα έσοδα δεν αυξάνονται, μόνο τα έξοδα. Ανέβηκαν τα ενοίκια λες και πάει η οικονομία μια χαρά.
• Το πιο μεγάλο μου όφελος από αυτό που κάνω είναι πραγματικά η αγάπη που εισπράττω. Τα χαμόγελα και τα δάκρυα που βλέπω, τα γράμματα που μου στέλνουν με πολύ συγκινητικά λόγια και με κάνουν να νιώθω αυτή την αίσθηση της προσφοράς, ότι κάνω κάτι, ότι αφήνω ένα αποτύπωμα. Δεν ξέρω αν ισχύει αυτό που λένε, ότι μόλις κάνω παιδιά θα έχω το αίσθημα της αθανασίας, σίγουρα όλοι θέλουμε να μείνουμε αθάνατοι με κάποιον τρόπο, ακόμα και όταν έχουμε πεθάνει. Αλλά πάντα θέλω να προσφέρω, θέλω να συνεισφέρω.
Όνειρό μου παραμένει να κατέβω στην Αφρική. Κάποια στιγμή το έψαχνα να δω τι μπορώ να κάνω ως ηθοποιός-εθελοντής και δεν υπήρχε τίποτα. Το θέατρο το βλέπω επίσης ως εθελοντισμό. Ωραία είναι να βγάζεις τα προς το ζην, αλλά εάν ένιωθα έστω και μια στιγμή ότι το κάνω μόνο για τον εαυτό μου, μόνο για μένα, μόνο για την περηφάνια μου και για να θρέψω τη ματαιοδοξία μου, θα σταματούσα να το κάνω.
• Ευτυχία υπάρχει, αλλά είναι στιγμές. Θεωρώ ότι μπορείς να τη βρεις στη δουλειά σου, στον σύντροφό σου, στους φίλους σου, μόνος σου, αλλά η δυστυχία είναι μεγαλύτερη. Δηλαδή οι άσχημες στιγμές υπερτερούν. Κι αυτό δεν εξαρτάται μόνο από μας, παίζουν ρόλο και άλλοι στην ευτυχία μας ή στη δυστυχία μας. Σίγουρα, όμως, μετά το σκοτάδι έρχεται το φως και μετά το φως έρχεται σκοτάδι, έτσι είναι ο νόμος της ζωής και της φύσης. Αν δεν έρθει το σκοτάδι, πώς θα εκτιμήσεις μετά το φως;
• Δεν είμαι άνθρωπος που θα πάρουν τα μυαλά του αέρα, είμαι πάρα πολύ προσγειωμένη. Αυτή την περίοδο μου δίνει μια ικανοποίηση η δουλειά μου, αυτό που συμβαίνει, αλλά μέχρι εκεί. Χαρά μου δίνει το να προσφέρω, το να νιώθω χρήσιμη στην κοινωνία. Μου δίνει χαρά ένας έρωτας. Πολύ μεγάλη. Με ανατροφοδοτεί, με αναζωογονεί, είναι καύσιμο για μένα. Μου δίνει χαρά το να έχω ανθρώπους δίπλα μου που με αγαπάνε και να τους αγαπάω, μου δίνει χαρά η αίσθηση της θυσίας.
• Ο πιο μεγάλος μου φόβος είναι να πεθάνω χωρίς να έχω ζήσει. Δεν θέλω να αφήσω εκκρεμότητες σ' αυτήν τη ζωή. Θέλω να τη ρουφήξω μέχρι το μεδούλι. Και φοβάμαι όταν δεν το κάνω, όταν χάνω στιγμές, όταν χάνω μέρες, όταν χάνω μήνες. Τα πονάω τα λεπτά, τα δευτερόλεπτα. Κι όταν νιώθω ανίκανη να τα αλλάξω σε μαύρες περιόδους, πονάω πιο πολύ γι' αυτό.
• Το θέατρο θεωρώ ότι με έχει κάνει καλύτερο άνθρωπο. Θεωρώ ότι πάντα είχα μέσα μου μια καλοσύνη και μια ανεκτικότητα, ποτέ δεν είχα ταμπού, ποτέ δεν καταδίκαζα, είχα κατανόηση για όλα, αλλά το θέατρο μου έχει προσφέρει εμπειρίες, μου έχει μάθει, και μέσα από καλά και μέσα από κακά πράγματα, να εκτιμώ τον εαυτό μου και να μένω όσο μπορώ αλώβητη απ' ό,τι συμβαίνει, να βλέπω ότι κάποιες συμπεριφορές δεν μου αρέσουν και να τις αποφύγω, θέλω να αντιστέκομαι. Σε αυτά με έχει βοηθήσει πάρα πολύ. Πάρα πολλοί καλλιτέχνες κάνουν τέχνη για την προσωπική τους ικανοποίηση, για το εγώ τους, το θεωρώ αδιανόητο, το θεωρώ ψεύτικο τελείως.
• Δεν πιστεύω ότι είναι κακό το ότι γίνονται 1.800 παραστάσεις τον χρόνο στην Αθήνα. Ίσα-ίσα, το ότι ασχολούνται όλο και περισσότεροι με την τέχνη είναι καλό, κι ας είναι άδειο το θέατρο, κι ας παίζουν για τρία άτομα. Από το μονοπώλιο τριών-τεσσάρων θεάτρων το θεωρώ πολύ πιο καλό. Τώρα η κατάσταση είναι τραγική. Το να μην πληρώνεσαι, το να παίρνεις ως ανταμοιβή για τις πρόβες σου ένα εισιτήριο ή μια πορτοκαλάδα, ενώ άλλοι κερδίζουν εκατομμύρια, ή να παίρνεις ποσοστά που σου τα κλέβουν κιόλας είναι άθλιο. Μας φέρονται λες και είμαστε χομπίστες, λες και δεν ζούμε από αυτό το πράγμα.
Οι άνθρωποι που έχουν θεσπίσει τους νόμους που επιτρέπουν να πληρώνεται κάποιος 300 και 400 ευρώ είναι εγκληματίες. Ζούνε με εκατομμύρια, έχουν τα αυτοκίνητά τους, τα πάντα δωρεάν, τα τηλέφωνά τους, τα ταξίδια τους, τα επιδόματά τους, και τολμούν αυτοί οι άνθρωποι να σου πουν ότι θα ζήσεις με 300 και 400 ευρώ. Δεν ντρέπονται; Είναι τα 300 ευρώ σύνταξη για έναν άνθρωπο που έχει δουλέψει μια ζωή; Είναι δυνατόν; Δεν έχουν συνείδηση; Απορώ πώς κοιμούνται ήσυχοι τα βράδια. Τι σε πωρώνει έτσι άραγε; Η εξουσία; Η δύναμη; Η πολιτική; Τι σε κάνει απάνθρωπο; Τι σε κάνει τέρας; Έτσι ήσουν πάντα; Έχουμε περάσει πολέμους, εμφυλίους, κατοχές και καταλήξαμε να μην υπάρχει καμία ελευθερία. Υπάρχει επίφαση ελευθερίας.
• Από τον Μακμπέθ μπορείς να μάθεις πολλά πράγματα. Για τη φιλοδοξία που δεν έχει όρια, την υπέρμετρη, για το μέχρι πού μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος, το ότι μπορεί να καταλήξει χωρίς ηθικές αρχές, καθόλου συνείδηση, να βάψει τα χέρια του στο αίμα για την όποια φιλοδοξία του.
Προσεγγίζουμε τον ρόλο της λαίδης Μακμπέθ ως μια πολύ ανθρώπινη γυναίκα, όχι ως ένα τέρας της φύσης, διαβολική, σατανική, σατανίστρια, που από την αγάπη της για τον σύζυγό της επικαλείται τα πνεύματα και γίνεται αυτό που δεν μπορεί εκείνος να γίνει. Γιατί αυτοί οι άνθρωποι απλώς κοιτιούνται και καταλαβαίνονται. Έχουμε προσεγγίσει τους ρόλους τους σαν να είναι ο ένας το άλλο μισό του άλλου, γι' αυτό και όταν πεθαίνει η βασίλισσα ο Μακμπέθ καταστρέφεται. Αλλά δεν είναι ασυνείδητη, γι' αυτό στο τέλος, στη σκηνή της υπνοβασίας, της βγαίνει όλη η τρέλα για τα εγκλήματα που έχουν κάνει. Ένας πωρωμένος άνθρωπος κοιμάται εύκολα, η λαίδη Μακμπέθ χάνει τον ύπνο της, δεν μπορεί πια να κοιμηθεί, από ένα σημείο και μετά καταλαβαίνει ότι δημιούργησε ένα τέρας, δηλαδή τον άντρα που τον πίεζε να γίνει αυτό που εκείνη ήθελε να γίνει. Και τα κατάφερε, γιατί αυτός στην αρχή αντιστεκόταν και δεν ξέρει πια πώς να τον μαζέψει. Δεν υπάρχει πια γυρισμός. Γι' αυτό και στο τέλος πεθαίνει και δεν μαθαίνουμε και ποτέ πώς. Από τη λύπη της, από τις τύψεις της; Αυτοκτονεί;
• Η Ελένη στις «Άγριες Μέλισσες» είναι ένας πολυσύνθετος ρόλος με τον οποίο έχω αρκετά κοινά και τον αγάπησα από την πρώτη στιγμή. Γι' αυτό έχει αγαπηθεί πολύ και από τον κόσμο, γιατί έχει μια ακεραιότητα ο χαρακτήρας της, μια ηθική. Είναι δίκαιη, είναι δυνατή, υπερασπίζεται τους αδύναμους, έχει καλοσύνη μέσα της, είναι αυστηρή εκεί που πρέπει, αλλά κινείται απ' την αγάπη. Είναι πιστή, είναι σαν λαϊκή ηρωίδα. Θεωρώ ότι προσφέρω μέσα από αυτόν τον ρόλο γιατί η Ελένη είναι ένα παράδειγμα προς μίμηση, το πρότυπο του φτωχού πλην τίμιου που τα βάζει με όλους. Χρειάζεται η Ελένη και είναι ένας από τους χαρακτήρες που έλειπε από την ελληνική τηλεόραση.
• Επειδή για μένα η αγάπη, ο έρωτας, είναι ζωογόνος δύναμη, θα ήθελα έναν μεγάλο έρωτα, μια πολύ βαθιά αγάπη. Θα μου άρεσε πολύ να κάνω μια ευτυχισμένη οικογένεια, αλλιώς καλύτερα να μην κάνω ποτέ στη ζωή μου. Και να μπορώ να συνεχίσω να έχω μια αξιοπρέπεια στη δουλειά μου, δεν θέλω πολυτέλειες. Θα ήθελα να μπορέσω να κάνω ταξίδια, να δω πώς είναι τα πράγματα έξω, να ανοίξει το μάτι μου λίγο, το μυαλό μου και να έχω πολλή-πολλή αγάπη μέσα μου και γύρω μου. Και να μπορέσω να ξεπεράσω τα όποια θέματα έχω, παρότι πιστεύω αυτό που λέει ο Σεφέρης, ότι «κι αν νυχτώνει και αν φέγγει μένει λευκό το γιασεμί...».
• Η ζωή με έχει μάθει πως ό,τι είναι να γίνει γίνεται για καλό. Ακόμα και οι μεγαλύτερες απογοητεύσεις που παίρνουμε, οι πίκρες, είναι για να μας γλιτώσουν από πολύ μεγαλύτερες. Θεωρώ ότι για κάποιον λόγο γίνονται όλα...
Μακμπέθ του Ουίλιαμ Σαίξπηρ σε σκηνοθεσία Δημήτρη Λιγνάδη
Από 7/2 έως 8/3 στο Εθνικό Θέατρο και από 12/3 έως 12/4 στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO
σχόλια