ΤΑ ΑΡΧΕΙΑ ΤΩΝ υποψηφιοτήτων κρατούνται μυστικά για πενήντα χρόνια, συνεπώς σε μισό αιώνα (αν βρίσκεται ακόμα κανείς από εμάς εδώ) θα δημοσιευτεί επίσημα η υποψηφιότητα της Έρσης Σωτηροπούλου για το φετινό βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Προς το παρόν υπάρχουν διαθέσιμες στο Nobelprize.org. οι υποψηφιότητες που κατατέθηκαν από λογοτέχνες, πανεπιστημιακούς ή άλλους θεσμικούς φορείς (όχι απαραίτητα από την χώρα προέλευσης του συγγραφέα) από το 1901 ως το 1973.
Στη λίστα περιλαμβάνονται 829 ονόματα, εβδομήντα εκ των οποίων κέρδισαν τελικά το βραβείο. Πιο εντυπωσιακό όμως από τα ονόματα που κατά καιρούς προτάθηκαν είναι εκείνα που απουσιάζουν – που όχι μόνο δεν τους απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας, αλλά που ποτέ δεν προτάθηκαν καν. Ανάμεσα τους ο Τσέχοφ, ο Κάφκα, ο Πεσόα, ο Λόρκα, ο Φιτζέραλντ, ο Τζόις, ο Προυστ, ο Ρίλκε, η Βιρτζίνια Γουλφ, ο Τζόζεφ Κόνραντ, ο Τζορτζ Όργουελ, ο Γουίλιαμ Μπάροουζ…
Παρότι τα γραφεία στοιχημάτων παίζουν όλο και πιο έντονα τον ρόλο τους (φανερό και σκιώδη) στην διαμόρφωση των φαβορί κάθε χρόνο, τα περισσότερα από τα οποία έχουν καταντήσει ανέκδοτο (με προεξάρχοντα τον Χαρούκι Μουρακάμι), οι προγνώσεις παραμένουν ιδιαίτερα επισφαλείς.
Ο Νίκος Καζαντζάκης προτεινόταν διαρκώς από το 1947 ως το 1957 χωρίς το επιθυμητό αποτέλεσμα, αλλά τι θα μπορούσε να πει κι ο Αλμπέρτο Μοράβια, το όνομα του οποίου υπάρχει στις υποψηφιότητες από το 1949 ως το 1973… Παρουσιάζει πάντως ένα ενδιαφέρον η αναζήτηση των Ελλήνων και Ελληνίδων συγγραφέων, οι υποψηφιότητες των οποίων βρίσκονται στα κιτάπια της Ακαδημίας.
Ο πρώτος που αναφέρεται είναι ο Δημήτριος Βερναρδάκης (προτάθηκε το 1904 και το 1905), πολυπράγμων λόγιος, θεατρικός συγγραφέας και καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ακολουθούν κατά χρονολογική σειρά ο Γεώργιος Σουρής (από το 1907 ως το 1912), ο Κωστής Παλαμάς (από το 1926 ως το 1940), ο Γιώργος Θεοτοκάς (1945), ο Γρηγόριος Ξενόπουλος (1947), ο Γεώργιος Δροσίνης (το 1947 και το 1948), ο Καζαντζάκης, οι «άγνωστοι» (σε μένα) Σωτήρης Σκίπης (ποιητής και ακαδημαϊκός) το 1951 και Γεώργιος Βουγιουκλάκης (Αθηναίος λογοτέχνης, που έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στο εξωτερικό και απεβίωσε στο Παρίσι) το 1954, η Μέλπω Αξιώτη το 1956, ο Στράτης Μυριβήλης (από το 1960 ως το 1963), ο Ηλίας Βενέζης (το 1960 και το 1963) και ο Γιάννης Ρίτσος (από το 1971 ως το 1973).
Παρότι τα γραφεία στοιχημάτων παίζουν όλο και πιο έντονα τον ρόλο τους (φανερό και σκιώδη) στην διαμόρφωση των φαβορί κάθε χρόνο, τα περισσότερα από τα οποία έχουν καταντήσει ανέκδοτο (με προεξάρχοντα τον Χαρούκι Μουρακάμι), οι προγνώσεις παραμένουν ιδιαίτερα επισφαλείς και συχνά επιβραβεύεται τελικά –όπως λέει ένα άλλο ανέκδοτο που συνοδεύει το βραβείο– «κάποιος/-α που δεν ξέρεις από μια χώρα που δεν έχεις πάει ποτέ».
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που κάθε χρόνο αμφισβητούν το ίδιο το νόημα του θεσμού, ο οποίος κατά την τελευταία δεκαετία είχε πληγεί –όχι ανεπανόρθωτα πάντως– από μια σειρά σκάνδαλα, κατηγορίες και αμφιλεγόμενες βραβεύσεις. Ίσως θα έπρεπε να λήξει, αν όχι ο θεσμός ο ίδιος, τουλάχιστον αυτή η ερμητική αίσθηση καμαρίλας που τον χαρακτηρίζει, και να καταστεί πιο ανοιχτή και πιο φιλική στο κοινό η διαδικασία επιλογής και τα κριτήρια που την καθορίζουν.