«Κοιμήσου τώρα που μπορείς». Δεν υπήρχε φράση που να με δαιμόνιζε περισσότερο στoν τελευταίο μήνα της εγκυμοσύνης, όταν ένιωθα σαν φώκια που ξεβράστηκε στα ρηχά (το τηλεοπτικό ρεπορτάζ θα έλεγε «Η μικρή Αγγελική, όπως την έχουν ονομάσει οι ντόπιοι, έχει ξετρελάνει τους λουόμενους με τα παιχνίδια της»).
Στον 9ο μήνα κοιμόμουν σχεδόν ακούνητη σαν νεκρή γιατί δεν μπορούσα να γυρίσω δεξιά ή αριστερά και σηκωνόμουν ανά δίωρο για να πάω τουαλέτα ενώ το μωρό –σφηνωμένο πια– μου έριχνε κλωτσιές στα πλευρά. Σίγουρα πάντως δεν μάζευα ύπνο για το μέλλον σαν κάποια μαγική καμήλα.
Ανακάλυψα τον ύπνο στην εφηβεία μου. Στα 15 περίπου κατάλαβα πως μπορούσα να κοιμηθώ σχεδόν πριν το μάγουλό μου αγγίξει το μαξιλάρι, παντού, κι όση ώρα ήθελα. Ο ύπνος ήταν κάτι σαν καταφύγιο από την κανονική ζωή.Τα Σαββατοκύριακα έκλεινα τα μάτια μου και ξυπνούσα σχεδόν μαγικά 12 ωρες μετά – αν νύσταζα κοιμόμουν 2-3 ώρες ακόμα.
Την πρώτη φορά που επέστρεψα από ένα ταξίδι στην Αμερική κοιμήθηκα 21 ώρες συνεχόμενα. Με ξύπνησε η μητέρα μου «για να μην πάθει τίποτα η καρδιά μου». Μέχρι πρόσφατα ο υπνος ήταν για μένα μια παρηγορητική απόλαυση. Σκέφτομαι εδώ και χρόνια να γράψω ένα βιβλίο στο οποίο η κεντρική ηρωίδα πάσχει από ναρκοληψία.
Δεν θυμάμαι να έχω φτάσει πιο κοντά στο ντελίριο από τους πρώτους μήνες ζωής του γιου μου. Τα μωρά για τις πρώτες 40 μέρες της ζωής τους δεν αναγνωρίζουν μέρα και νύχτα – κοιμούνται μικρά διαστήματα μερικών ωρών κι όταν δεν κοιμούνται θηλάζουν.
Δεν θυμάμαι να έχω φτάσει πιο κοντά στο ντελίριο από τους πρώτους μήνες ζωής του γιου μου. Τα μωρά για τις πρώτες 40 μέρες της ζωής τους δεν αναγνωρίζουν μέρα και νύχτα – κοιμούνται μικρά διαστήματα μερικών ωρών κι όταν δεν κοιμούνται θηλάζουν.
Ο γιος μου γατζωνόταν πάνω μου σαν το κοάλα για ώρες ολόκληρες. Τον έβαζα ακροπατώντας στο λίκνο και έπεφτα εξουθενωμένη για 1 ή 2 ώρες στο κρεβάτι – κάθε μισάωρο άνοιγα τα μάτια μου και κοιτούσα να δω αν αναπνέει.
Ένιωθα την κούραση βαθιά στα κόκαλα μου ως το μεδούλι και κοιμόμουν έναν ύπνο νεκρό, σαν μαύρο κώμα. Ξυπνούσα και δεν ήξερα αν ήταν πρωί η βράδυ, το μυαλό μου έμοιαζε να επιπλέει μέσα σε ομίχλη. Η μέρα μου θύμιζε μυθιστόρημα του μαγικού ρεαλισμού, είχα σχεδόν παραισθήσεις από την αϋπνία.
Κανείς δεν σου λέει πως όταν κάνεις παιδί αποχαιρετάς για πολλά χρόνια τον ύπνο σου («Για πόσα χρόνια πιστεύεις ότι σταματάς να κοιμάσαι όταν κάνεις παιδί;», ρώτησα την καλύτερή μου φίλη με ένα μήνυμα πρόσφατα.
Προς τιμήν της δεν προσπάθησε να με παρηγορήσει ότι σύντομα θα κοιμηθώ. «Πέντε», μου απάντησε λακωνικά). Σίγουρα τα πράγματα φτιάχνουν πολύ μετά τον πρώτο χρόνο, αλλά τα παιδάκια ξυπνούν χαράματα, αρρωσταίνουν, ξυπνάνε μέσα στη νύχτα έτοιμα να κάνουν πατίνι και να γλεντήσουν τη ζωή.
Είχα διαβάσει για ένα πείραμα που έκανε ενας μαθητής το 1964 στην Καλιφόρνια: ο Ρόντνεϊ Γκάρτνερ κατάφερε να μείνει ξύπνιος για 11 ημέρες και 25 λεπτά. Μετά το τέλος του πειράματος μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο.Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι, ενώ ήταν ξύπνιος, κάποια μέρη του εγκεφάλου του έμοιαζαν να κοιμούνται.
\Κάπως έτσι είναι η ζωή με ένα μικρό παιδάκι – κάποιες μέρες μερικά μέρη του εγκεφάλου μου κοιμούνται ενώ εγώ γράφω, στέλνω μέιλ, πλένω πιάτα.
Πριν από μια βδομάδα με έπιασε το στομάχι μου – κοιμήθηκα ελάχιστα όλη νύχτα. Ο γιος μου, που ειναι 2 χρονών, με βρήκε στον καναπέ του σαλονιού στις 6:15 το πρωί. Του έβαλα να δει παιδικά στην τηλεόραση για να περάσει λίγο η ώρα και να συνέλθω. Λαγοκοιμόμουν δίπλα του. Στην αρχή δεν τον ένοιαζε, αλλά μετά γύρισε, έβαλε τα χέρια του στα τσίνορά μου και μου είπε «Να ανοίξει τώρα τα μάτια της η μανούλα».
Θυμήθηκα αμυδρά τα πρωινά των γονιών μου. Το σχολείο μου ήταν μακριά κι έτσι με ξυπνούσαν στις 7:00 και με πήγαιναν με αυτοκίνητο στην πιο κοντινή στάση του λεωφορείου. Η μητέρα μου οδηγούσε με άγριο βλέμμα στο σκοτάδι την ώρα που ο ήλιος ανέτειλε πίσω από τα πεύκα.