Η αμηχανία του πατριωτισμού

Η αμηχανία του πατριωτισμού Facebook Twitter
Ο μοναδικός σίγουρος δρόμος για να νιώσει κανείς μια αίσθηση εθνικής ταυτότητας είναι η ξενιτιά. Εικονογράφηση: bianka/ LIFO
0

«ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ σε αυτούς που μας προστατεύουν», έγραψε κάποιος μετά την πτώση του F4 στον Kυπαρισσιακό Κόλπο και τον θάνατο του σμηναγού και του υποσμηναγού της Πολεμικής Αεροπορίας. Από κάτω κάποιος του είχε γράψει «Έλεος με τα εθνικιστικά σου».

Αναρωτήθηκα τι ακριβώς είναι αυτό το συναίσθημα αμηχανίας που νιώθουμε με το πρώτο δείγμα πατριωτικής γλώσσας. Προφανώς, μεγαλώνοντας ειρηνικά σε έναν διεθνή, ψηφιακό και συνδεδεμένο κόσμο είναι εύκολο να θεωρήσεις την εθνική ταυτότητα ως κάτι βαρετό και ξεπερασμένο. Σε αυτό, φυσικά, βοηθάει και η άνοδος της ακροδεξιάς και του εθνικισμού με όχημα έναν στρεβλό, παράξενο πατριωτισμό. 

Μεγάλωσα με μπόλικη «ελληνική πατριωτική παράδοση». Μέχρι τα δέκα μου ζούσαμε στου Παπάγου, το μαγικό εκείνο μέρος που έχει απαθανατίσει με τόση ακρίβεια ο Ζαχαρίας Μαυροειδής στον Απόστρατο («Παπάγου, Παπάγου, φίλε, πού θα βρεις χειρότερα;» όπως λέει ψιλοειρωνικά και ένας από τους πρωταγωνιστές). Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 στου Παπάγου σχεδόν όλοι είχαν κάποια σχέση με τον στρατό. Το σούρουπο οι απόστρατοι έβγαιναν για βόλτα με χέρια σταυρωμένα στην πλάτη. Από πίσω σε μπουλούκι ακολουθούσαν οι κυρίες τους, όλες με μια ζακέτα στους ώμους.

Δεν ήμουν γκασταρμπάιτερ ούτε δούλευα στα ορυχεία αλλά η ζωή μου ήταν σαν σε άλλο πλανήτη. Ένιωσα την Ελλάδα με άλλο τρόπο δική μου, όπως την περιγράφει ο Σαββόπουλος ή ο Παπάζογλου.

Στις εθνικές γιορτές βλέπαμε όλοι μαζί τις παρελάσεις κι ακούγαμε ιστορίες για τη θητεία και τον πόλεμο. Χρόνια μετά τραγουδούσα κάποια από τα τραγούδια που μας μάθαιναν στο υπερσυντηρητικό σχολείο μου σε μια συνάδελφο: «Γαλανή, γαλανή και ωραία είσαι εσύ των Ελλήνων σημαία. Φύσα, φύσα γλυκό αεράκι τη σημαία μας, πέτα ψηλά εκεί π’ αστράφτουν μάτια Ελλήνων, εκεί π’ αστράφτει των Ελλήνων η ματιά!». Είχε σχεδόν πέσει από την καρέκλα από τα γέλια.

Πιστεύω πως ο μοναδικός σίγουρος δρόμος για να νιώσει κανείς μια αίσθηση εθνικής ταυτότητας είναι η ξενιτιά. Στα δεκαοκτώ μου πήγα να σπουδάσω σε ένα σκωτσέζικο πανεπιστήμιο σε μια μικρή μεσαιωνική πόλη. Ήταν σαν να προσγειώθηκα σε άλλο πλανήτη. Η πόλη είχε όλα κι όλα είκοσι μαγαζιά, το μόνο πράγμα που ήταν ανοιχτό μετά τις δώδεκα ήταν ένα βενζινάδικο, στο οποίο συνωστιζόμασταν μεθυσμένοι για να αγοράσουμε σάντουιτς, κι ένα μαγαζί για fish and chips. Oι Έλληνες ήταν ελάχιστοι, οι περισσότεροι μεταπτυχιακοί κοντά στα τριάντα που έκαναν διδακτορικά σε ακατανόητες ειδικότητες, όπως laser physics, περίπου παππούδες στα μάτια μου τότε.

Ήταν η εποχή του παλαιολιθικού internet και του κινητού Νokia με φιδάκι για να περνάει η ώρα. Ο κόσμος ήταν ακόμα αναλογικός ‒ ήμουν κάπως ξενιτεμένη. Ζούσα σε μια μίζερη φοιτητική εστία στη σκωτσέζικη επαρχία που είχε μοκέτα μέχρι και στο μπάνιο, νύχτωνε στις τρεις το μεσημέρι και τα βράδια μου περίμενα τηλεφώνημα στο σταθερό τηλέφωνο. Δεν ήμουν γκασταρμπάιτερ ούτε δούλευα στα ορυχεία αλλά η ζωή μου ήταν σαν σε άλλο πλανήτη.

Ένιωσα την Ελλάδα με άλλο τρόπο δική μου, όπως την περιγράφει ο Σαββόπουλος ή ο Παπάζογλου. Όταν τραγουδούσα «Αχ, Ελλάδα, σ’ αγαπώ / Και βαθιά σ’ ευχαριστώ / Γιατί μ’ έμαθες και ξέρω / Ν’ ανασαίνω όπου βρεθώ / Να πεθαίνω όπου πατώ / Και να μη σε υποφέρω» καταλάβαινα κάθε στίχο.

Στο απόγειο της κρίσης, το 2014, ξαναέφυγα από την Ελλάδα, ελαφρώς αποκαρδιωμένη. Ήταν η εποχή που ο αγγλικός Τύπος είχε πρωτοσέλιδα για τους κακούς Έλληνες που δεν πληρώνουν τους φόρους τους. Βαρέθηκα να ακούω χαριτωμένα «αστειάκια» για τους τεμπέληδες φίλους μου ξανά και ξανά.

Την πλήρωσε ένας καθηγητής στην καφετέρια του πανεπιστημίου που μου είπε ότι οι Έλληνες ξέρουν μόνο να κατεβαίνουν στον δρόμο και να διαμαρτύρονται. Εκείνο το μεσημέρι ο καθηγητής γνώρισε το ελληνικό ταπεραμέντο κι εγώ ένιωσα γνήσια Ελληνοπούλα. Επίσης, συνειδητοποίησα κάτι μάλλον κωμικό: στο μυαλό μου μόνο εγώ και οι υπόλοιποι Έλληνες είχαμε το δικαίωμα να βρίζουμε την Ελλάδα.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LIFO.

Το νέο τεύχος της δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Οπτική Γωνία
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πρακτικά Νομικά: Θα πάω φυλακή αν σκοτώσω τον θύτη μου; 

Οπτική Γωνία / Θα πάει φυλακή μια γυναίκα που θα σκοτώσει τον κακοποιητή της;

Μια συζήτηση με τη δικηγόρο Μαριάννα Βασιλείου για το «Σύνδρομο Κακοποιημένης Γυναίκας», τη δευτερογενή θυματοποίηση, και τη σημασία της άμυνας στο ελληνικό ποινικό δίκαιο.
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΛΙΑΚΑΚΟΥ
Ο γιατρός της Σερίφου που έδωσε τα πάντα, μέχρι που δεν άντεξε άλλο

Οπτική Γωνία / Ο γιατρός της Σερίφου που έδωσε τα πάντα, μέχρι που δεν άντεξε άλλο

Ο Θανάσης Κοντάρης ήρθε από τη Σουηδία για να συμβάλει στη βελτίωση των υπηρεσιών υγείας στις Κυκλάδες, μετέτρεψε την κλινική της Σερίφου σε μια πρότυπη μονάδα, αλλά αναγκάστηκε να φύγει ξανά.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Οι λύκοι της Γκράβας, το Χάρβαρντ και το λαγούμι

Οπτική Γωνία / Οι λύκοι της Γκράβας, το Χάρβαρντ και το λαγούμι

Η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος βρίσκεται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και βλέπει την πλάτη της Ζωής Κωνσταντοπούλου, επαναφέρει τα σενάρια συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ και την επιστροφή του Αλέξη Τσίπρα. Πόσο ρεαλιστικά όμως είναι όλα αυτά; 
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
ΕΠΕΞ Πορνό

Οπτική Γωνία / «Δεν μου αρέσει να νιώθω ότι παίζω τον ρόλο που είδαν σε μια ταινία πορνό»

Τρεις γυναίκες μιλούν για το πώς αντιμετώπισαν το θέμα της συστηματικής παρακολούθησης πορνογραφίας από τον ή την σύντροφό τους και για τις επιπτώσεις που είχε στη σχέση τους.
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΛΙΑΚΑΚΟΥ
Αντιμόνιο στη Χίο: Τοξική πληγή ή πηγή πλούτου;

Ρεπορτάζ / Αντιμόνιο στη Χίο: Τοξική πληγή ή πηγή πλούτου;

Η προκήρυξη διαγωνισμού για την εξόρυξη αντιμονίου στη Βόρεια Χίο έχει φέρει σε αντιπαράθεση την τοπική κοινωνία με την κυβέρνηση. Τι υποστηρίζει κάθε πλευρά και πόσο πιθανός είναι ο περιβαλλοντικός κίνδυνος;
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
«Τις επόμενες μέρες Θα δούμε περισσότερη βία, συλλήψεις και οργή»

Ανταπόκριση από την Κωνσταντινούπολη / «Τις επόμενες μέρες θα δούμε περισσότερη βία, συλλήψεις και οργή»

Ερντογάν εναντίον Ιμάμογλου: Η αρχή ή το τέλος μιας σκληρής σύγκρουσης; O διευθυντής της Milliyet, ο ανταποκριτής της «Süddeutsche Zeitung» και πολίτες περιγράφουν την κατάσταση που επικρατεί στην πόλη και το χάος που απειλεί τη χώρα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Eνηλικίωση, αυτή η αναπόφευκτη

Οπτική Γωνία / «Όταν, μεγάλος πια, χάνεις έναν γονιό, είσαι πολύ μεγάλος για να μεγαλώσεις»

Βγάζεις ταυτότητα στα 12, παίρνεις δίπλωμα οδήγησης μετά το λύκειο, έχεις δικαίωμα ψήφου στα 17. Όμως η αληθινή ενηλικίωση έρχεται όταν δεν είσαι πια το παιδί κάποιου.
ΛΙΝΑ ΙΝΤΖΕΓΙΑΝΝΗ
Μιχάλης Τσιντσίνης: «Σοβαρή ενημέρωση δεν σημαίνει και ξενέρωτη» Ή «Δεν λείπει η άποψη αλλά η έρευνα και η νηφάλια σκέψη»

Συνέντευξη / Μιχάλης Τσιντσίνης: «Σοβαρή ενημέρωση δεν σημαίνει και ξενέρωτη»

Ο διευθυντής σύνταξης της κυριακάτικης έκδοσης της «Καθημερινής» δίνει την πρώτη του συνέντευξη και μιλά για το μέλλον των εντύπων, την ποιοτική δημοσιογραφία, τα social media αλλά και την κριτική που έχει δεχθεί κατά καιρούς το μέσο στο οποίο εργάζεται. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ