Καντηλάκι στο Facebook

Καντηλάκι στο Facebook Facebook Twitter
Tην ώρα που εξορίζουμε τον θάνατο από την κανονική μας ζωή, στο διαδίκτυο ο θάνατος κανονικοποιείται, γίνεται μπανάλ ψηφίδα στο χαοτικό παζλ, χιονόμπαλα στη χιονοθύελλα της πληροφορίας.
0



ΚAΠΟΤΕ ΜΕ ΞΕΝΙΖΑΝ
 οι δημόσιες αναρτήσεις για ιδιωτικές απώλειες. Απορούσα, ύψωνα το φρύδι ή το δάχτυλο της επίκρισης. Έλεγα, το ιδιωτικό πένθος οφείλει να μένει ιδιωτικό, να χωνεύεται βουβά και εν στενώ. Γιατί να βγαίνει στο φως του ψηφιακού φόρουμ; Από αυταρέσκεια, για να μαζέψει συμπάθεια και likes; «Δείτε πώς πονάω εγώ», «δείτε για πόσο λυρισμό είμαι ικανός»;

Είχα καθαρίσει, πίστευα, με αυτόν τον κάθετο διαχωρισμό: τα ιδιωτικά ιδιωτικά και τα δημόσια δημόσια. Ιδίως όταν το επίδικο είναι ο πόνος της απώλειας. Έλα, όμως, που δεν είναι πάντα έτσι απλά τα πράγματα. Έλα που κάποτε αυτές οι βεβαιότητες αποδεικνύονται ρηχές ευκολίες. Η επίκριση έχει κοντά ποδάρια.

Έχω μια αγαπημένη συγγενή εξ αίματος, κυρίως όμως συγγενή ψυχή. Έζησε τη μεγαλύτερη από τις απώλειες πριν από οκτώ χρόνια, την πιο άφατη. Απώλεια που κάνει να σταματάει ο νους. Μια καλοκαιρινή πρωτομηνιά. Κάθε πρωτομηνιά, ενενήντα έξι πρωτομηνιές τώρα, με ένα μικρό ποστ μετράει τον χρόνο. Με λίγες λέξεις, μια φωτογραφία, ένα τραγούδι. Το κοντέρ των πρωτομηνιών τρεμοφέγγει στο ψηφιακό πέλαγος, καντηλάκι σε εικονοστάσι, σαν αυτά που στέκονται βουβά στην άκρη του δρόμου. Τηρεί πιστά ένα δικό της τυπικό, με ευλάβεια θρησκευτική χωρίς θρησκεία, γνέφει στον μακρινό λατρεμένο ταξιδιώτη.

Αυτά τα ποστάκια, οι ιστορίες, τα σχόλια από κάτω, προσθέτουν ψηφίδες στο μωσαϊκό, είναι πλούτος νέος. Γιατί τον θάνατο πάψαμε να τον ζούμε, τον σπρώχνουμε στο σκοτάδι, τον αναθέτουμε, τον εκχωρούμε. Τον αρνούμαστε. Τα εικονοστάσια στο Facebook γίνονται κοιτίδες δημόσιας μνήμης και χαραμάδες να ξεχυθεί το συναίσθημα.

Έπιασα κι εγώ τον εαυτό μου να θέλει να μοιραστεί απώλειες. Είτε ήταν πρόσωπο δημόσιο είτε όχι, θέλουμε κάποτε να πούμε για τα δικά μας αισθήματα και τις δικές του αρετές. Μπορεί να είναι η απώλεια ιδιωτική, αλλά η οφειλή της μνήμης γυρεύει να γίνει δημόσια. Το μοίρασμα είναι λίπασμα για τη μνήμη, μας δυναμώνει για τους μέσα αποχαιρετισμούς, τους πιο ζόρικους. Και σήμερα το μοίρασμα γίνεται και με αγνώστους, αυτή είναι η συνθήκη μας. Ο δημόσιος αποχαιρετισμός, οι λίγες λέξεις, ένα επικήδειο σημείωμα-αναφορά στον εκλιπόντα «ακούγονται» στα κοινωνικά δίκτυα. Αυτή είναι πια η πλατεία και η αγορά μας, το καφενείο του χωριού, η αγρυπνία της παρηγοριάς. Αυτή είναι η γειτονιά, η κοινότητα, ο περίγυρος.

Ιδίως τώρα που η πανδημία μάς απέκλεισε από τις κηδείες, επιβλήθηκε μια παράξενη αναστολή των νεκρικών εθίμων. Αφού πρώτα ο ασθενής απομονώνεται στο νοσοκομείο χωρίς επαφή με την οικογένεια, ακολουθεί η μοναχική, χωρίς αποχαιρετισμό φυγή. Και πώς θα μετάσχει ο περίγυρος στον πόνο, στον θρήνο; Πώς θα στηρίξει τους συγγενείς; Πώς θα εκφράσει τη λύπη, τη συμπόνια;

Αυτά τα ποστάκια, οι ιστορίες, τα σχόλια από κάτω, προσθέτουν ψηφίδες στο μωσαϊκό, είναι πλούτος νέος. Γιατί τον θάνατο πάψαμε να τον ζούμε, τον σπρώχνουμε στο σκοτάδι, τον αναθέτουμε, τον εκχωρούμε. Τον αρνούμαστε. Τα εικονοστάσια στο Facebook γίνονται κοιτίδες δημόσιας μνήμης και χαραμάδες να ξεχυθεί το συναίσθημα. Μικρά ποστάκια της απώλειας προσφέρουν κάποτε ένα ωραίο παιχνίδι του χρόνου: φεύγει, ας πούμε, ο γέροντας πλήρης ημερών και αφήνει ο εγγονός να ταξιδεύει σαν καραβάκι χάρτινο στο Facebook ή στο Instagram η παλιά εικόνα του εικοσάχρονου παππού του. Με φροντισμένο μουστακάκι, μαλλί κατάμαυρο και μάτι να λάμπει, ο 90χρονος νεκρός ταξιδεύει στα σόσιαλ μίντια τσαχπίνης 20χρονος, με λουλούδι στο πέτο.

Συντίθεται μια νέα λαογραφία, ένας κύκλος θρηνητικών εθίμων την εποχή του διαδικτύου. Έχει, φυσικά, και ξινές όψεις. Κείμενα που μιλάνε μόνο για τον γράφοντα με αυτάρεσκο αυτοοικτιρμό, με τον θανόντα σκέτο φόντο. Πάντα υπήρχαν, τώρα ακόμα πιο δημόσια. Και από την άλλη, μοιάζει να χάνεται η ιδιωτικότητα της θλίψης. Αιώνες μοναχικής πρόσληψης του θανάτου γίνονται αστρική σκόνη. Όπως όλη η πληροφορία στα δίκτυα φαίνεται να μην ανήκει σε κανέναν (άρα να ανήκει σε όλους), έτσι φαίνεται να ανήκει σε όλους και το πένθος (άρα σε κανέναν). Γίνεται κι αυτό εικονικά διαδραστικό.

Tην ώρα που εξορίζουμε τον θάνατο από την κανονική μας ζωή, στο διαδίκτυο ο θάνατος κανονικοποιείται, γίνεται μπανάλ ψηφίδα στο χαοτικό παζλ, χιονόμπαλα στη χιονοθύελλα της πληροφορίας. Μπαίνει πάνω από τη σέλφι και κάτω από τη διαφήμιση, τα γενέθλια, το κατοικίδιο. Χάνει τη μοναδικότητά του ο θάνατος του οικείου προσώπου, ένας από τους πολλούς, θα προκαλέσει ελαφρά συμπάθεια ακόμα και στους αγνώστους που θα πατήσουν like.

Ας είναι. Μικρή σημασία έχουν αυτά μπροστά στο μείζον, μπροστά στο μεγάλο κενό. Είτε με ιδιωτικούς θρήνους είτε με δημόσιες εικονικές τελετές, συνεχίζουμε αμήχανοι και ανήμποροι να γνέφουμε στους νεκρούς μας από μακριά. Στον αόρατο θίασο που περνά.

Οπτική Γωνία
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οι λύκοι της Γκράβας, το Χάρβαρντ και το λαγούμι

Οπτική Γωνία / Οι λύκοι της Γκράβας, το Χάρβαρντ και το λαγούμι

Η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος βρίσκεται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και βλέπει την πλάτη της Ζωής Κωνσταντοπούλου, επαναφέρει τα σενάρια συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ και την επιστροφή του Αλέξη Τσίπρα. Πόσο ρεαλιστικά όμως είναι όλα αυτά; 
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
ΕΠΕΞ Πορνό

Οπτική Γωνία / «Δεν μου αρέσει να νιώθω ότι παίζω τον ρόλο που είδαν σε μια ταινία πορνό»

Τρεις γυναίκες μιλούν για το πώς αντιμετώπισαν το θέμα της συστηματικής παρακολούθησης πορνογραφίας από τον ή την σύντροφό τους και για τις επιπτώσεις που είχε στη σχέση τους.
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΛΙΑΚΑΚΟΥ
Αντιμόνιο στη Χίο: Τοξική πληγή ή πηγή πλούτου;

Ρεπορτάζ / Αντιμόνιο στη Χίο: Τοξική πληγή ή πηγή πλούτου;

Η προκήρυξη διαγωνισμού για την εξόρυξη αντιμονίου στη Βόρεια Χίο έχει φέρει σε αντιπαράθεση την τοπική κοινωνία με την κυβέρνηση. Τι υποστηρίζει κάθε πλευρά και πόσο πιθανός είναι ο περιβαλλοντικός κίνδυνος;
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
«Τις επόμενες μέρες Θα δούμε περισσότερη βία, συλλήψεις και οργή»

Ανταπόκριση από την Κωνσταντινούπολη / «Τις επόμενες μέρες θα δούμε περισσότερη βία, συλλήψεις και οργή»

Ερντογάν εναντίον Ιμάμογλου: Η αρχή ή το τέλος μιας σκληρής σύγκρουσης; O διευθυντής της Milliyet, ο ανταποκριτής της «Süddeutsche Zeitung» και πολίτες περιγράφουν την κατάσταση που επικρατεί στην πόλη και το χάος που απειλεί τη χώρα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Eνηλικίωση, αυτή η αναπόφευκτη

Οπτική Γωνία / «Όταν, μεγάλος πια, χάνεις έναν γονιό, είσαι πολύ μεγάλος για να μεγαλώσεις»

Βγάζεις ταυτότητα στα 12, παίρνεις δίπλωμα οδήγησης μετά το λύκειο, έχεις δικαίωμα ψήφου στα 17. Όμως η αληθινή ενηλικίωση έρχεται όταν δεν είσαι πια το παιδί κάποιου.
ΛΙΝΑ ΙΝΤΖΕΓΙΑΝΝΗ
Μιχάλης Τσιντσίνης: «Σοβαρή ενημέρωση δεν σημαίνει και ξενέρωτη» Ή «Δεν λείπει η άποψη αλλά η έρευνα και η νηφάλια σκέψη»

Συνέντευξη / Μιχάλης Τσιντσίνης: «Σοβαρή ενημέρωση δεν σημαίνει και ξενέρωτη»

Ο διευθυντής σύνταξης της κυριακάτικης έκδοσης της «Καθημερινής» δίνει την πρώτη του συνέντευξη και μιλά για το μέλλον των εντύπων, την ποιοτική δημοσιογραφία, τα social media αλλά και την κριτική που έχει δεχθεί κατά καιρούς το μέσο στο οποίο εργάζεται. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τι ήθελε και τι πέτυχε με τον ανασχηματισμό ο Κυριάκος Μητσοτάκης

Βασιλική Σιούτη / Τι ήθελε και τι πέτυχε με τον ανασχηματισμό ο Κυριάκος Μητσοτάκης

Το Μέγαρο Μαξίμου πόνταρε στο επικοινωνιακό φρεσκάρισμα της κυβέρνησης, αλλά, αντί γι’ αυτό, βρέθηκε να αντιμετωπίζει νέες κρίσεις που προέκυψαν από τον ανασχηματισμό.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ