Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΔΙΕΚΔΙΚΕΙ σταθερά πρωταγωνιστικό ρόλο ως περιφερειακή δύναμη, ενώ ο Ταγίπ Ερντογάν εδώ και καιρό αναζητά διακαώς εθνικές επιτυχίες εν όψει και των προεδρικών εκλογών του χρόνου. Κι αφού δεν του βγήκε με τον επιθετικό τρόπο, ως «γεράκι», το προηγούμενο διάστημα, προσπαθεί να πείσει τώρα ότι έχει μεταμορφωθεί σε «περιστερά».
Η Τουρκία, που επιχειρεί να εμφανιστεί ως δύναμη ειρήνης, εκτός από την παράνομη στρατιωτική κατοχή της βόρειας Κύπρου εδώ και 48 χρόνια, διεξάγει κι αυτή «ειδικές» στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Ιράκ (όπου καταδιώκει Κούρδους) και στη Συρία, όπου ο στρατός της βρίσκεται γύρω από το Αφρίν και την Ιντλίμπ, τον τελευταίο μεγάλο θύλακα των ισλαμιστών που προστατεύει και παραμένει άθικτος, χάρη στη Ρωσία και τις συνεννοήσεις που έχει κάνει μαζί της.
Η Τουρκία έχει προμηθεύσει με τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη Bayraktar την Ουκρανία, έχει κλείσει τα τουρκικά στενά για τα ρωσικά πολεμικά πλοία, αλλά έχει αρνηθεί να συμμετάσχει στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας και έχει κρατήσει ανοιχτό τον εναέριο χώρο της για τα ρωσικά αεροπλάνα.
Η στροφή του Ερντογάν
Η τουρκική επιθετικότητα, το άνοιγμα πολλών μετώπων και η «ανίερη συμμαχία» με τη Ρωσία είχαν οδηγήσει την Τουρκία σε απομόνωση, η οποία, σε συνδυασμό με τα προβλήματα της τουρκικής οικονομίας αλλά και την απάντηση που έδωσε η Δύση στον Πούτιν, ταρακούνησε τον Ερντογάν, με αποτέλεσμα να αλλάξει στάση.
Τον τελευταίο καιρό τον βλέπουμε να προσπαθεί να αποκαταστήσει τις σχέσεις με διάφορες χώρες (Ισραήλ, Αίγυπτος, Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Αρμενία), αναβιώνοντας κατά κάποιον τρόπο το δόγμα Νταβούτογλου περί «μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες», και να παριστάνει τον ειρηνοποιό και διαμεσολαβητή στο ουκρανικό ζήτημα.
Αυτό του έχει χαρίσει κάποια θετική προβολή (διαθέτει άλλωστε κι έναν καλό μηχανισμό πρόσβασης σε δυτικά ΜΜΕ), την οποία ελπίζει να εξαργυρώσει με την άρση των περιορισμών από τις ΗΠΑ στους εξοπλισμούς.
Διαμεσολάβηση χωρίς αποτέλεσμα
Στην πραγματικότητα, στο ουκρανικό δεν έχει οριστεί κανένας ως διαμεσολαβητής, απλώς γίνονται κάποιες (και από άλλους) προσπάθειες διαμεσολάβησης. Η Τουρκία το προβάλλει αυτό για τις δικές της σκοπιμότητες και έχει κάθε λόγο να υπερβάλει, αλλά ακόμα μεγαλύτερες υπερβολές από τις τουρκικές είναι αυτές που γράφονται στην Ελλάδα σχετικά με τον «διαμεσολαβητικό» της ρόλο. Συχνά με μια δόση επαρχιωτισμού αλλά και γκρίνιας απ' όσους βλέπουν κάθε κίνηση της Άγκυρας ως σφαλιάρα στην Αθήνα και τα γνωστά.
Αν κανείς θέλει να μείνει στα γεγονότα όμως, η αλήθεια είναι ότι η «διαμεσολάβηση» του Ερντογάν ούτε έχει αποφέρει το παραμικρό ούτε καμία χρησιμότητα έχει για τη Δύση. Όπως ανέφερε πρόσφατα και ο πολιτικός επιστήμονας και καθηγητής Τουρκικής Λογοτεχνίας Ηρακλής Μήλλας, μιλώντας στον ΣΚΑΪ, δεν υπάρχει ουσία, μόνο εντυπώσεις. Η Δύση δεν θέλει μεσολαβητές αλλά συμμάχους που συναινούν στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Η Τουρκία δεν μπορεί να παίξει κάποιον ρόλο στην εξεύρεση λύσης, ούτε έχει να προσφέρει κάτι συγκεκριμένο.
O Hρακλής Μήλλας στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ
Αντιδυτικισμός και στρατηγική της ασάφειας
Ο Ταγίπ Ερντογάν προβάλλει την εικόνα του ισχυρού ηγέτη που αναλαμβάνει πρωτοβουλίες και συνδιαλέγεται με όλους, αλλά οι ΗΠΑ, τις οποίες θέλει να εξευμενίσει, είναι αδιάφορες απέναντι σε όλα αυτά. Ο Πρόεδρος της Τουρκίας εξακολουθεί να μη συναινεί στις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας και την ίδια ώρα στη χώρα του υπάρχει ένα έντονα αντιδυτικό κλίμα, το οποίο μπορεί να διαπιστώσει κανείς καθημερινά, παρακολουθώντας τα (ελεγχόμενα) τουρκικά ΜΜΕ.
Τα αντιδυτικά αισθήματα στην Τουρκία έχουν επεκταθεί σε όλο το πολιτικό φάσμα και παρότι πρόκειται για ένα κράτος-μέλος, το ΝΑΤΟ επικρίνεται διαρκώς για το ουκρανικό ζήτημα. Μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος του 2016, ο αντιδυτικισμός έχει αυξηθεί εντυπωσιακά.
Στο ουκρανικό ο Ταγίπ Ερντογάν ακολουθεί αυτό που Δυτικοί αναλυτές έχουν χαρακτηρίσει ως «στρατηγική ασάφειας», δηλαδή ουσιαστικά διγλωσσία, ώστε να ισορροπεί ανάμεσα στους δύο. Ο Ερντογάν δεν θέλει μια ισχυρή και ανεξέλεγκτη Ρωσία, εκτιμούν στο ΝΑΤΟ, διότι θα είναι απειλή και για την Τουρκία. Αλλά όσο οι ΗΠΑ δεν του κάνουν τη χάρη να άρουν τους περιορισμούς, αυτός προσπαθεί μέσω Ρωσίας να κερδίσει ό,τι μπορεί, όπως π.χ. το να επιχειρεί στη Συρία. Η Τουρκία επίσης είναι δεμένη στο ενεργειακό άρμα της Ρωσίας και εξαρτάται από το φθηνό φυσικό της αέριο αλλά και από τους Ρώσους τουρίστες, οι οποίοι της αποφέρουν σημαντικά έσοδα.
Η Τουρκία έχει προμηθεύσει με τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη Bayraktar την Ουκρανία, έχει κλείσει τα τουρκικά στενά για τα ρωσικά πολεμικά πλοία, αλλά έχει αρνηθεί να συμμετάσχει στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας και έχει κρατήσει ανοιχτό τον εναέριο χώρο της για τα ρωσικά αεροπλάνα.
Κάποια τουρκικά ΜΜΕ, επιχειρώντας να ερμηνεύσουν τη στάση αυτή στους πολίτες και ενδεχομένως να τους καθησυχάσουν, αναφέρουν ότι οι δυτικές κυβερνήσεις δεν ζητούν από την Τουρκία να ακολουθήσει οπωσδήποτε μια πιο σκληρή στάση απέναντι στη Ρωσία, φοβούμενες ότι η Μόσχα θα μπορούσε να της απαντήσει στη Συρία και στην επαρχία Ιντλίμπ. Πρόκειται για την περιοχή όπου έχουν συγκεντρωθεί οι ηττημένοι ισλαμιστές, τους οποίους υποστηρίζει η Τουρκία και έχει διασώσει εν πολλοίς χάρη στην ανοχή της Ρωσίας που εξασφάλισε, κατόπιν παρασκηνιακών συναλλαγών.
Ο Ερντογάν εξακολουθεί να πιέζει τους Δυτικούς ομολόγους του να άρουν τις κυρώσεις τους προς την αμυντική βιομηχανία και τον εξοπλισμό της Τουρκίας, αλλά αυτοί δεν μπορούν να κάνουν και πολλά, καθώς ο Τζο Μπάιντεν δεν φαίνεται διατεθειμένος να υποχωρήσει όσο η Τουρκία αρνείται να απαλλαγεί από τα ρωσικά S-400.
Το παρελθόν των διαμεσολαβήσεων
Το 2014, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, τη ρωσική υποστήριξη στους αυτονομιστές του Ντονμπάς και τη σύγκρουση Ουκρανίας-Ρωσίας, η Γερμανία και η Γαλλία ήταν εκείνες που ανέλαβαν διαμεσολαβητικό ρόλο, οδηγώντας τις δύο χώρες σε διαπραγματεύσεις και στις συμφωνίες του Μινσκ, οι οποίες όμως δεν εφαρμόστηκαν, κυρίως από το Κίεβο, που τις θεώρησε άδικες.
Σολτς και Μακρόν έκαναν και αυτήν τη φορά προσπάθειες, ειδικά πριν αρχίσει η εισβολή, προκειμένου να τη σταματήσουν, αλλά δεν μπόρεσαν να δώσουν στον Πούτιν τις εγγυήσεις που ζητούσε (γραπτή δέσμευση ότι η Ουκρανία δεν θα μπει στο ΝΑΤΟ). Γι' αυτό και ο Ρώσος Πρόεδρος επιζητά να μιλήσει μόνο με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, καθώς θεωρεί ότι με όλους τους άλλους δεν έχει νόημα, αφού δεν μπορούν να του εξασφαλίσουν αυτά που επιδιώκει.
Η Τουρκία είχε πάρει και την πρωτοβουλία για συνομιλίες μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών Ρωσίας και Ουκρανίας στην Αττάλεια, χωρίς κανένα αποτέλεσμα και τότε. Όλα αυτά είναι για να συντηρείται μια κινητικότητα και έχουν μια χρησιμότητα και για τον Πούτιν, όσο θέλει να ροκανίζει τον χρόνο και να δείχνει ότι ενδιαφέρεται για την ειρήνη.
Ο Ταγίπ Ερντογάν, και σήμερα, δεν είναι ο μόνος που μιλάει στον Ρώσο Πρόεδρο. Ο Εμανουέλ Μακρόν συνεχίζει να διατηρεί τακτική επαφή με τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Ναφτάλι Μπένετ προσπαθεί επίσης να παίξει έναν διαμεσολαβητικό ρόλο και συνομιλεί και με τις δύο πλευρές. Υπάρχει και ο αρμόδιος για την εξωτερική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ζοζέπ Μπορέλ, ο οποίος, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «El Mundo», είχε πει ότι μόνο η Κίνα θα μπορούσε να μεσολαβήσει, αλλά δεν φάνηκε να το πήρε κανείς στα σοβαρά.